Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΝ ΣΧΙΣΜΑΤΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΗΘΕΝΤΩΝ


Επιτρέπεται η αναδημοσίευση με μνεία της σελίδας
 Νικόλαος Γκουργκενίτζε,
Πτυχιούχος Θεολογίας
   Το ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα ήταν μια μεγάλη αφορμή φανέρωσης των πραγματικών προσώπων και σκοπιμοτήτων σε διάφορους εκκλησιαστικούς κύκλους. Μερικοί άρχισαν να γράφουν διάφορα άρθρα για αυτό το θέμα παρουσιάζοντας διάφορα υπέρ και κατά επιχειρήματα. Μερικοί έδειξαν μεγάλη άγνοια της ορθοδόξου θεολογίας και ειδικά του κανονικού δικαίου και της εκκλησιαστικής ιστορίας.

 Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως πρώτη και πρωτεύθυνη εκκλησία για την διατήρηση της ενότητας των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ενήργησε ακόμη μια φορά για να σώσει τις ψυχές εκατομμυρίων ανθρώπων και μάλιστα έδειξε ετοιμότητα για κάθε ψυχή να θυσιαστεί το ίδιο, παραχωρώντας αυτοδιοίκητο καθεστώς σε ακόμα ένα άλλο κομμάτι του σώματός του, όπως έκανε και παλαιότερα. Έτσι λοιπόν ο Οικουμενικός Πατριάρχης ως πρώτος με ανώτερα προνόμοια μεταξύ των Προκαθημένων δέχτηκε την αίτηση εκκλήτου των πρώην σχισματικών της Ουκρανίας, ζητώντας την αποκατάσταση και την αποδοχή τους στους κόλπους της κανονικής εκκλησίας. Παρ’ ότι εκτός εκκλησίας τα μυστήρια των σχισματικών και αιρετικών είναι άκυρα, κατ’ οικονομία όμως η Αγία Καθολική και Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται τα μυστήρια των ως άνω μετά την επιστροφή τους στην κανονική εκκλησία, έτσι και με την απόφαση της Εκκλησίας της Νέας Ρώμης όλοι οι εν σχίσμα χειροτονηθέντες Ουκρανοί έγιναν αποδεκτοί με τους οικείους βαθμούς «ἵνα ἐκεῖνο μείνῃ περὶ τοὺς οὕτω μετελθεῖν πρὸς τὴν καθολικὴν ἐκκλησίαν βουλομένους, ὥστε μηδεμίαν ἐπὶ τούτου τῆς ἑνότητος συντομίαν περιεργάζεσθαι» (βλ. ΞΗ’ κανόνα της εν Καρθαγένη Συνόδου). Η Εκκλησία ως ζωντανός οργανισμός αγρυπνά και αγωνίζεται για την ενότητα των πιστών, ακόμα και για αυτούς που είναι εκτός αυτής και καταβάλει κάθε προσπάθεια για να επιστρέψουν πίσω από εκεί που αποχώρησαν για διάφορους λόγους. Η ευχή του Κυρίου μάς Ιησού Χριστού ήταν «ίνα πάντες εν ώσιν», γι’ αυτό και η Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία σε κάθε ακολουθία προσεύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως». Η απόφαση του Οικουμενικού και Αποστολικού Θρόνου σχετικά για την αποκατάσταση των εν σχίσματι χειροτονηθέντων ήταν καθαρά ποιμαντική και «ἡ καθολικὴ ἑνότης φανερῷ κέρδει τῶν ἀδελφικῶν ψυχῶν» (βλ. ΞΗ’ κανόνα της εν Καρθαγένη Συνόδου). Όμως το ζήτημα της αποκατάστασης των Ουκρανών στην κανονική εκκλησία υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου προκάλεσε προβληματισμό στις διάφορες τοπικές εκκλησίες και στους Προκαθημένους αυτών (βλ. την επιστολή του Αγίου Αλβανίας προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη). Παρ’ ότι υπάρχουν άπειρα παραδείγματα στην ιστορία της αποκατάστασης των εν σχίσματι χειροτονηθέντων, μερικοί ορθόδοξοι κληρικοί και λαϊκοί λόγω άγνοιας της κανονικής παράδοσης και της εκκλησιαστικής ιστορίας εξέφρασαν την αντίθεσή τους με την πράξη αυτή και κατηγόρησαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο για παραβίαση των Ιερών Κανόνων. Την ίδια στάση κράτησαν και μερικοί αγιορείτες, λέγοντας ότι δεν μπορεί η Εκκλησία να δεχτεί τους εν σχίσμα χειροτονηθέντες διότι, σύμφωνα με τον Μέγα Βασίλειο «οἱ δὲ τῆς Ἐκκλησίας ἀποστάντες οὐκ ἔτι ἔσχον τὴν χάριν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ἑαυτούς, ἐπέλιπε γὰρ ἡ μετάδοσις τῷ διακοπῆναι τὴν ἀκολουθίαν[1]», όμως στον ίδιο κανόνα ο Άγιος μιλά για την δυνατότητα της αποκατάστασης. Η Εκκλησία βλέπουσα την θλιβερή κατάσταση δεν θα μπορούσε να μείνει αδιάφορη απέναντι στο ζήτημα αυτό και για την σωτηρία των ανθρώπων πολλές φορές ασκεί την εκκλησιαστική οικονομία και ακόμα και τους εν σχίσματι χειροτονηθέντες δέχεται με τους οικείους βαθμούς[2]. Ρωτώντας τον Μέγα Φώτιο εάν κάποιος επίσκοπος καθαιρεθεί και εάν επιτρέπεται πάλι η αποκατάσταση αυτού, σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, απαντά: «Ἐν διαφόροις μὲν συνόδοις καὶ ὑπὸ διαφόρων τοῦτο πολλάκις ἐγένετο[3]». 

   Θα μπορούσαμε αυτό το ζήτημα να το συνδέσουμε και με τον Άγιο Εφραίμ Κατουνακιώτη, ο οποίος ήταν και είναι μια μεγάλη μορφή της αγιορείτικης παραδόσεως και της ιστορίας, επίσης πολύ γνωστός σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο[4]. Δεν γνωρίζουμε εάν είχε μιλήσει ποτέ για το παρόν ζήτημα, αλλά όμως ο ίδιος καθίσταται ένα παράδειγμα της αποκατάστασης των εν σχίσματι χειροτονηθέντων στη κανονική τάξη της Εκκλησίας. Μελετώντας την ζωή του βλέπουμε ότι κάποια περίοδο, λόγω της υπακοής του στον γέροντά του Ιερομόναχο Νικηφόρο ήταν αποκομμένος από το κανονικό σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησία και είχε διακόψει τη κοινωνία με την Αγία του Χριστού Εκκλησία, αλλά επίσης και στο θέμα της κανονικότητας της χειροτονίας του υπήρχε ένα πρόβλημα για το οποίο στη συνέχεια θα γίνει λόγος.
    Ο παπα-Εφραίμ γεννήθηκε στο Αμπελοχώρι Θηβών το 1912. Από την παιδική του ηλικία ζούσε με χριστιανή πίστη και διακρινόταν για την ευλάβεια του. Όπως μας πληροφορεί ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός, η μητέρα του στον ύπνο της είδε έναν γέροντα ο οποίος ήταν ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος και της είπε: «αυτό που αποφάσισε να κάνει τώρα το παιδί σου είναι το θέλημα του Θεού και σε αυτό θα πετύχει[5]». Έτσι λοιπόν στις 14 Σεπτεμβρίου του 1933 ξεκινάει η αγιορείτικη ζωή του Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη. Από το 1935 έμενε με τον νέο γέροντα του Ησυχαστηρίου Ιερομόναχο Νικηφόρο ο οποίος ανήκε στην ζηλωτική και συντηρητική τάξη των μοναχών του Αγίου Όρους[6]. Το 1935 έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον γέροντά του και ονομάστηκε Εφραίμ. Επειδή έδειξε μεγάλη ευλάβεια, υπακοή και αγωνιστικότητα ο παπα-Νικηφόρος αποφάσισε να τον χειροτονήσει, διότι σε ηλικία ήταν μεγάλος και χρειαζόταν έναν βοηθό στις ιεροπραξίες. Όπως ήδη τονίστηκε ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ανήκε στην παράταξη των συντηρητικών (σχισματικών) μοναχών που είχαν κόψει την κοινωνία με το Οικουμενικό Θρόνο, οπότε αντί να ζητήσει χειροτονία από τον κανονικό επίσκοπο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, κατά την επίσκεψή τους στην Θήβα το 1936 ζήτησε από τον Επίσκοπο Κυκλάδων Γερμανό να τελέσει την χειροτονία[7], ο οποίος όμως είχε καθαιρεθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος. Μετά την χειροτονία ο Γέροντας Εφραίμ λόγω υπακοής στον συντηρητικό γέροντά του δεν μνημόνευε τον κανονικό επίσκοπο, τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέχρι που πέθανε ο παπα-Νικηφόρος. Ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός μιλώντας για το ημερολογιακό ζήτημα αναφέρεται στον παπα-Εφραίμ αποδεικνύοντας ότι πραγματικά ήταν σε «σχίσμα»: «Τὰ Κατουνάκια ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ κέντρα τῶν ζηλωτῶν. Ὁ παπα‑Ἐφραὶμ ἀνῆκε στοὺς ζηλωτές… Ὅπως πάντα, κάθε ἀρχὴ σκανδάλου, δημιουργεῖ φανατισμὸ καὶ ταραχή, ἐξαιτίας τῆς ἀγνοίας, ἕως ὅτου ἀποκαλυφθεῖ ἡ ὀρθὴ θέση τῶν πραγμάτων. Οἱ Γέροντες τῆς ἐρήμου ἦταν ἑπόμενο νὰ βρεθοῦν στὴν μερίδα τῶν φανατικῶν, ἐπειδὴ ἐπικρατοῦσε ἀνησυχία καὶ ἄγνοια καὶ εἶχαν ἕναν ἔντονο φόβο μήπως προδώσουν τὴν πίστη τους… ὁ παπα‑Ἐφραὶμ προσευχόμενος ἄκουσε φωνή, ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Ἐν τῷ προσώπῳ τῶν Φλωρινικῶν ἀπεκήρυξες ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν[8]». Ο διδάσκαλός του Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής μετά από έντονη προσευχή άκουσε θεία φωνή να του λέει ότι: «ἡ Ἐκκλησία βρίσκεται στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὴν Κωνσταντινούπολη[9]».
   Το 1924 η Ορθόδοξη Εκκλησία αποφάσισε να αλλάξει το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο και στην ζωή της να εντάξει το νέο διορθωμένο ημερολόγιο. Αυτή η αλλαγή όμως για κάποιους ήταν αφορμή μιας μεγάλης ρήξης η οποία στο τέλος κατέληξε σε σχίσμα στην Εκκλησία της Ελλάδος. Έντονα αντέδρασαν οι τρεις μητροπολίτες - Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης, πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης και Ζακύνθου Χρυσόστομος Δημητρίου, οι οποίοι δημιούργησαν «σύνοδό» τους στις 31 Μαΐου/13 Ιουνίου του 1935 και απεύθυναν έναν γράμμα προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος όπου καταδίκαζαν το νέο ημερολόγιο και αποκήρυξαν την Διοικούσα Εκκλησία ως σχισματική (26/05/1935), ενώ την εκκλησιαστική δομή τους ονόμαζαν την «Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας των Ορθοδόξων Χριστιανών των ακολουθούντων το πάτριον Εκκλησιαστικόν Εορτολόγιον και ήτις έχει αναγνωρισθή υπό του Κράτους»[10]. Στις 31 Μαΐου του 1935 συνήλθε η έκτακτη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου όπου οι μητροπολιτικές έδρες κηρύχθηκαν χηρεύουσες . Τότε οι Μητροπολίτες προχώρησαν στις αντικανονικές χειροτονίας τεσσάρων Αρχιμανδριτών: α) Γερμανού Βαρυκοπούλου στις 5 Ιουνίου του 1935 εις επίσκοπο Κυκλάδων, β) Χριστοφόρου Χατζή στις 6 Ιουνίου του ίδιου έτους εις επίσκοπο Μεγαρίδος, γ) Ματθαίου Καρπαθάκη στις 7 Ιουνίου του ίδιου έτους εις επίσκοπο Βρεσθένης και δ) Πολυκάρπου Λιώση στις 7 Ιουνίου του ίδιου έτους εις επίσκοπο Διαυλείας[11]. Σύμφωνα με Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χριστόδουλο αυτές οι χειροτονίες θεωρήθηκαν ως έγκυρες, διότι οι τρείς πρώτοι ακόμη δεν είχαν καθαιρεθεί και επίσημα αποτελούσαν παρασυναγωγή παρά σχίσμα. Στις 14 Ιουνίου του 1935 συνήλθε το Πρωτοβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο δι’ Αρχιερείς για να δικάσει την υπόθεση των αντικανονικών χειροτονιών, διότι αυτές τελέσθηκαν άνευ άδειας της Ιεράς Συνόδου. Οι τρείς μητροπολίτες κατηγορήθηκαν ως παρασυναγωγή και αποκήρυξη της κανονικής Εκκλησίας. Το Συνοδικό Δικαστήριο αποφάσισε «την ποινήν της καθαιρέσεως από του αρχιερατικού αξιώματος, μετά των επακολουθουσών τη ποινή ταύτη κανονικών συνεπειών, ήτοι της υπαγωγής αυτών εις την των μοναχών τάξιν και του πενταετούς σωματικού περιορισμού εν Μονή, απογυμνώσαντες αυτούς τέλεον παντός αρχιερατικού τίτλου και ιερατικού βαθμού[12]». Το Συνοδικό Δικαστήριο τόνιζε ότι οι ως άνω παραβίασαν τους εξής κανόνες: ΛΔ’ της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου, ΣΤ’ της εν Γάγγρα, Ε’ της εν Αντιοχεία, ΙΔ’ και ΙΕ’ της ΑΒ. Αλλά αυτοί δεν αποδέχτηκαν αυτήν την καταδικαστική απόφαση και συνέχισαν τις αντικανονικές ιεροπραξίες.
   Έτσι λοιπόν μετά την καθαίρεση ο Γερμανός Βαρυκόπουλος, σχισματικός επίσκοπος Κυκλάδων τέλεσε την χειροτονία του Οσίου Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη κατά το έτος 1936, ο οποίος λόγω της υπακοής του στον γέροντά του δεν μνημόνευε[13] τον κανονικό επίσκοπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη και όπως μας πληροφορεί ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός: «Ὁ παπα‑Ἐφραὶμ ἔβλεπε πάντα τὴν θεία Χάρη στὴν Θεία Λειτουργία νὰ καθαγιάζει τὰ τίμια δῶρα σὲ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο διάστημα ἦταν μὲ τοὺς ζηλωτὲς ἔβλεπε κάτι ὡς κάλυμμα μπροστά του, ποὺ τὸν ἐμπόδιζε νὰ βλέπει εὐκρινῶς τὴν θεία Χάρη. Τὸ κάλυμμα αὐτὸ ἀπομακρύνθηκε ὅταν ἐπανῆλθε στὴν ζῶσα Ἐκκλησία[14]». Κάποτε προσευχόμενος άκουσε μια φωνή: «Υπάγεσαι στο Πατριαρχείο, δεν υπάγεσαι στον Φλωρίνης[15]». Από μέσα έλεγε όμως: «Με την ψυχή θα είμαι πάντοτε με την Εκκλησία, με το σώμα για λίγο με τους Ζηλωτές, μέχρι να κλείσει τα μάτια του ο γέροντάς μου[16]». Έτσι η υπομονή κράτησε μέχρι το 1975, δηλαδή 23 χρόνια, όταν πέθανε ο παπα-Νικηφόρος και εγκατέλειψε τους σχισματικούς ζηλωτές και προχώρησε στο κανονικό σώμα.
   Η περίπτωση του Γέροντος Εφραίμ μπορεί να θεωρηθεί πολύ καλό παράδειγμα για αυτό το ζήτημα και μάλιστα τονίζεται ότι ακόμη και ο εν σχίσμα χειροτονηθείς μπορεί να αγιαστεί και να εγγραφεί στο αγιολόγιο της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας. Απορρίπτοντας την δυνατότητα της αποκατάστασης των εν σχίσμα χειροτονηθέντων εκ μέρους των «υπεροθοδόξων» Αγιορειτών και διαφόρων άλλων, απορρίπτεται και η αγιότητα του Όσιου Γέροντος Εφραίμ Κατουνακιώτη, στις διδασκαλίες του οποίου στηρίζονται και προσπαθούν να τον μιμηθούν.
   Η επιστροφή του στο κανονικό σώμα της Εκκλησίας, η έναρξη της μνημόνευσης του Οικουμενικού Πατριάρχη και η άγια ζωή του, αυτόματα τον αποκατέστησε στην κανονική τάξη, ενώ στις 9 Μαρτίου του 2020 η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία τον ανέγραψε στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
·            Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ», Άγιον Όρος 2000.
·         Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Χαρισματούχος Υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (1912-1998). εκδ. Ι.Μ.Μ.Β., Καρυές 2018.
·         ΕΠΕ, Μέγας Φώτιος ΙΑ΄.
Διαδικτυακές πηγές:
·         http://www.myriobiblos.gr/books/book1/kef5_per2_meros2.htm.




[1] Ραλλή Γ.Α., και Ποτλή Μ., Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων Τόμος Δ’ – Οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες, Κανονικαί Επιστολαί των Αγίων Πατέρων, Εκδ. Χαρτοφύλακος, Αθηνήσιν 1854, σελ. 89.
[2] Γράφτηκαν αρκετά άρθρα για αυτό το ζήτημα και επίσης υπάρχουν αρκετοί κανόνες και περιπτώσεις όπου η Εκκλησία αποδεχόταν τις χειροτονίες και τα μυστήρια πρώην σχισματικών. Βλέπε κανόνες, 8ο της Α’ Συνόδου, 68ο της εν Καρθαγένη Συνόδου και σχόλια των βυζαντινών κανονολόγων στους παρόντες κανόνες, επίσης βλέπε την ιστορία των σχισμάτων (του Ιππολύτου, Νοβατιανών, Μελετιανών, Κολλοθιανό σχίσμα, των Δονατιστών, Ακακιανό σχίσμα, Δέκα Ερωταποκρίσεις (πιο συγκεκριμένα την Δ’ και την Θ’) του Μέγα Φωτίου όπου δίνει αρκετά παραδείγματα αποδοχής των εν σχίσμα ή εν αιρέσει χειροτονηθέντων) όπου διατυπώνεται ότι για σωτηρολογικούς λόγους η Εκκλησία χρησιμοποιεί την εκκλησιαστική οικονομία για να βοηθήσει τους αποσχισθέντες να επιστρέψουν στην κανονική εκκλησία. Έτσι και το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως πραγματική μητέρα στηριζόμενο στους ιερούς κανόνες και την κανονική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας αγωνίστηκε για τους Ουκρανούς «ίνα πάντες εν ώσιν».
[3] ΕΠΕ, Μέγας Φώτιος 11, σελ. 578.
[4] Κατά την τελευταία επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στο Άγιον Όρος ανακοίνωσε ότι η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία θα αγιοκατατάξει τον Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη.
[5] Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Χαρισματούχος Υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (1912-1998), εκδ. Ι.Μ.Μ.Β., Καρυές 2018, σελ. 41-43.
[6] Το 1924 στην Εκκλησία μπαίνει νέο ημερολόγιο το οποίο προκάλεσε μεγάλες συγκρούσεις όσο στην Ελλάδα, τόσο στο Άγιον Όρος, για αυτό το λόγο οι ζηλωτές μοναχοί είχαν διακόψει κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
[7] Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ», Άγιον Όρος 2000, σελ. 35.
[8] Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Χαρισματούχος Υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (1912-1998), εκδ. Ι.Μ.Μ.Β., Καρυές 2018, σελ. 41-43.
[9] Ό.π.
[10] http://www.myriobiblos.gr/books/book1/kef5_per2_meros2.htm.
[11] Ό.π.
[12] Ό.π.
[13] Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες στην περίπτωση διακοπής μνημόνευσης του κανονικού επισκόπου επιβάλλεται η ποινή καθαιρέσεως: ΙΓ’,ΙΔ’ και ΙΕ’ της ΑΒ Συνόδου (861).
[14] Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Χαρισματούχος Υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (1912-1998), εκδ. Ι.Μ.Μ.Β., Καρυές 2018, σελ. 41-43.
[15] Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ», Άγιον Όρος 2000, σελ. 55.
[16] Ό.π., σελ. 56.