Πέμπτη 12 Αυγούστου 2021

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ


Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν
Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

Μνήμη τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, 15 Αυγούστου 2020
(Αριθμ. 35Ν)


Α. Στο Εορτολόγιο της Εκκλησίας μας κατά τις πολύ μεγάλες εορτές στην κυρίως εορτή συναρτώνται και τα Προεόρτια, πράγμα που υφίσταται και στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μάλιστα, η υμνολογία των Προεορτίων είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί δίδεται το έναυσμα για τον αναστάσιμο εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Έτσι, αφού στην αρχή του Εσπερινού με τα Στιχηρά Προσόμοια αθροίζονται με παράδοξο τρόπο εκ περάτων οι Απόστολοι, για να ψάλλουν τον εξόδιο ύμνο και την επιτάφιο ωδή μαζί με τους αγγέλους, αλλά και με όλο το σύστημα της Εκκλησίας (Προσόμοιο β´, ἦχος δ´: «Ἀποστόλων ὁ θίασος, παράδόξως ἀθροίσθητε, ἐκ περάτων σήμερον· ἡ γὰρ ἔμψυχος, πόλις τοῦ πάντων δεσπόζοντος, ἀπαίρειν ἐπείγεται, πρὸς τὰ κρείττω εὐκλεῶς, συγχορεύειν βασίλεια, τῷ Υἱῷ αὐτῆς, ἧς τῇ θείᾳ κηδείᾳ ὁμοφρόνως, σὺν ταῖς ἄνω στρατηγίαις, ὕμνον ἐξόδιον ᾄσατε»), (Προσόμοιο γ´, ἦχος δ´: «Ἱερέων ὁ σύλλογος, βασιλεῖς τε καὶ ἄρχοντες, σὺν παρθένων τάγμασι νῦν προφθάσετε, ἅπας λαός τε συνδράμετε, ᾠδὴν ἐπιτάφιον, ἀναπέμποντες ὁμοῦ· ἡ γὰρ πάντων δεσπόζουσα, μέλλει αὔριον, τὴν ψυχὴν παραθέσθαι εἰς τὰς χεῖρας, τοῦ Υἱοῦ μεθισταμένη, πρὸς αἰωνίαν κατοίκησιν», με το Θεοτοκίο και το Προεόρτιο Απολυτίκιο ερμηνεύεται το γεγονός της μεταστάσεως της Θεοτόκου με παράθεση της ψυχής στα χέρια του Χριστού και προς τα άνω μετάθεση («μέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν») ως «Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα»(1).



Β. Εν συνεχεία, χωρίς άλλη παρεμβολή, στον Όρθρο, μετά την α´ Στιχολογία, στο Κάθισμα της Θεοτόκου, ἦχος γ´, ερμηνεύεται η γνωστή αγία εικόνα της Κοιμήσεως, όπου η Θεοτόκος εικονίζεται σε εξόδιο κρεβάτι αλλά και αναλαμβανομένη στα χέρια του εν δόξη κατελθόντος Χριστού, ενώ δίδεται και η πληροφορία ότι κάποιος Ιουδαίος (Ιεφωνίας) στην προσπάθειά του να ανατρέψει το φέρετρο πατάσσεται υπό αγγέλου. Το πλέον σημαντικό σημείο είναι ότι η εις τους ουρανούς άνοδος της Παναγίας είναι μετά ψυχής και σώματος: «Εἰς τὰ οὐράνια, μετὰ τὴν κοίμησιν, ἀνῆλθες Πάναγνε, ψυχῇ καὶ σώματι, τοῦ σοῦ Υἱοῦ θεοπρεπῶς, ἄνωθεν καταβάντος, τὸν δὲ ἐφορμήσαντα, ἀνατρέψαι σὸν φέρετρον, ἀνοσιουργότροπον, θεία δίκη ἐπέταξε. Διὸ σὺν τῷ Ἀγγέλῳ βοῶμέν σοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη». Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ετάφη, αλλά ότι η ταφή είναι η βεβαίωση της μεταστάσεως με τη διαπίστωση του κενού τάφου: «Ὁ τάφος σου κηρύττει Πανάμωμε, τὴν ταφήν σου, καὶ τὴν μετὰ σώματος, πρὸς οὐρανοὺς νῦν Μετάστασιν» (Κανὼν α´, ᾨδὴ ε´, ἦχος πλ. δ´). Στον Οἶκο μετά το Κοντάκιο των Προεορτίων περιγράφεται η ευφρόσυνη συμμετοχή ουρανού και πάσης κτίσεως στο γεγονός της από της γης στον Παράδεισο μεταβάσεως της Θεοτόκου, που βεβαιώνεται και με τη θαυμαστή παρουσία των Αποστόλων, οι οποίοι έφθασαν στα Ιεροσόλυμα εκ περάτων επί νεφελών. Με τα ρήματα ἀπαίρει και μολεῖ δηλώνεται το γεγονός ότι σωματικά εισήλθε στον Παράδεισο η Θεοτόκος, μολονότι ετάφη πραγματικά: «Νῦν εὐφραινέσθω οὐρανός, σκιρτάτω πᾶσα κτίσις· ἰδοὺ γὰρ ἡ Παρθένος ἀπὸ γῆς ἀπαίρει, καὶ πρὸς Παράδεισον μολεῖ, πᾶσι σωτηρία ἐπεφάνη ἐκ Θεοῦ, πρεσβεύουσα καὶ σκέπουσα. Διὸ καὶ Ἀποστόλων ἐπέδραμε πᾶσα ἡ χορεία, ἐκ περάτων ἀθροισθεῖσα· νεφέλαι γὰρ ἐφάνησαν ἄφνω ἁρπάσασαι αὐτούς, ἐπέστησαν ἅμα τῇ Μητρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, καὶ ἀνεβόων· Χαῖρε θησαυρὲ τοῦ Μάννα τῆς διαθήκης, Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα».



Γ. Εξάλλου,

α) με τα τροπάρια της στ´ Ωδής, ἦχος πλ. δ´, επισημαίνονται ο κενός τάφος και η παράδοξη κοίμηση, μία κοίμηση που είναι συγχρόνως ζωή, δωρηθείσα από το χορηγό της ζωής Λόγο εξαιρέτως στη Θεοτόκο, όπως εξαιρέτως μνημονεύεται στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας:

«Νόμους τῆς φύσεως λαθοῦσα, τῇ κυήσει σου τῷ ἀνθρωπίνῳ νόμῳ, θνῄσκεις μόνη Ἁγνή, ζωώσασα τοὺς πάλαι, νενεκρωμένους ἄχραντε, τοκετῷ σου.

Μένει κενὸς ὁ θεῖος τάφος, σοῦ τοῦ σώματος, τῆς χάριτος δὲ πλήρης· ποταμοὺς γὰρ ἡμῖν, πηγάζει ἰαμάτων, καὶ ἀποπαύει ῥεύματα, Παναγία Θεοτόκε.

Ἤρθη τὸ σῶμα μὲν τοῦ τάφου παραμένει δὲ ἡμῖν ἡ εὐλογία, σοῦ Παρθένε ἁγνή, τυφλοὺς φωταγοῦσα, καὶ σοῦ τὸ εὐσυμπάθητον, ὑπεμφαίνουσα πλουσίως.

Τόμε καινὲ ἐν ᾧ ὁ Λόγος, ἀναγέγραπται συνόδῳ ξενωτάτῃ, βίβλῳ πάντας ζωῆς, ἱκέτευε γραφῆναι, τοὺς τὴν σεπτήν σου Κοίμησιν, καὶ παράδοξον ὑμνοῦντας».



β) Με τα τροπάρια της η´ Ωδής και το Θεοτοκίο, ἦχος πλ. δ´, ερμηνεύεται το γεγονός της εν σώματι μεταστάσεως της Θεοτόκου, γιατί είναι ο θρόνος του Κυρίου:

«Ἐκ τῶν περάτων ἐλθόντες, οἱ περάτων φωτοειδέστατοι στῦλοι πρὸς τὴν Σιὼν παρεγένοντο, πέρας βίου λαβοῦσαν, κηδεῦσαί σε Ἄχραντε.

Ῥητορευόντων οὐ σθένει πᾶσα γλῶσσα, οὐδὲ Ἀγγέλων ἀξίως, ἀνευφημῆσαί σε τάγματα· ἀσυγκρίτως γὰρ πάντων, ὑπέρκεισαι Δέσποινα.

Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις αἱ νεφέλαι ἐν τῇ παρούσῃ ἡμέρᾳ, δικαιοσύνην ῥανάτωσαν, τῆς Παρθένου τιμῶσαι, τὴν θείαν Μετάστασιν».

Θεοτοκίον: «Ἴδε ὁ θρόνος Κυρίου ὑπερέχων, τὰ Χερουβὶμ καὶ τοὺς θρόνους, γῆθεν ὑψοῦται τεθήσεσθαι, εἰς βασίλεια θεῖα, ἡ μόνη πανάμωμος».



γ) Το γ´ Στιχηρό Προσόμοιο των Προεορτίων των Αίνων κλείνει με την ομολογία ότι το σώμα της Θεοτόκου είναι θεῖον καὶ ἀκήρατον: «Ἤθροισται ὁ χορός, Μαθητῶν παραδόξως, ἐκ τῶν περάτων κόσμου, κηδεῦσαί σου τὸ σῶμα, τὸ θεῖον καὶ ἀκήρατον», μία ομολογία που διατρέχει όλα τα Στιχηρά Προσόμοια των Αίνων μέχρι την εορτή της Αποδόσεως.



Δ. 1. Επομένως δεν τίθεται θέμα αναστάσεως και κρίσεως για την Παναγία, όπως για την υπόλοιπη κτίση, που βρίσκεται σε αναμονή. Η ομολογία της μητέρας του ενανθρωπήσαντος Λόγου ως Θεοτόκου, που είναι ο Όρος της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου, μαζί με όλες τις ερμηνευτικές διατυπώσεις και επεξηγήσεις μέχρι και τις ησυχαστικές συνόδους της εποχής του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, προβάλλει την ευφροσύνη της Εκκλησίας για τον πρώτο καρπό του ανακαινισμού της κτίσεως, ως νέας ζωής και παραδείσου της δόξης του Θεού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας με τη συνοδική και υμνολογική πράξη ερμήνευσαν το μυστήριο της Θείας Οικονομίας με βάση την αγιογραφική καταγραφή των Θεοφανειών του Λόγου από κτίσεως κόσμου, όπου οι οράσεις των Προφητών και η μαρτυρία των Αποστόλων αναπαύονται στην Κόρη Κυρίου, η οποία μεσιτεύει διαρκώς ως δούλη Κυρίου υπέρ πάντων ημών, αναιρώντας με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος την προπατορική αποστασία, γενόμενη γέφυρα, όρος και πύλη στη χαρά του Κυρίου, όπως τοποθετείται και η παράσταση ακριβώς πάνω από την είσοδο των ιερών ναών στο τοίχο απέναντι από το Ιερό Βήμα.



2. Ως απόδειξη της νέας ζωής εν Χριστώ η Παναγία εν τη κοιμήσει, που είναι συγχρόνως και εν σώματι μετάσταση, συνοψίζει εξαιρέτως τον άνθρωπο της Βασιλείας του Θεού, όπως την προγεύθηκαν οι Απόστολοι κατά τη Μεταμόρφωση. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το γεγονός ότι ήδη από τον 7ο αιώνα οι δύο εορτές απέκτησαν και λειτουργική σύνδεση με την κοινή νηστεία.



3. Δεν πρέπει να τίθεται θέμα υστερόχρονης απαλλαγής της Θεοτόκου από το προπατορικό αμάρτημα. Άμα τη άκρα συλλήψει του Λόγου στη μήτρα της Παρθένου επήλθε και η απαλλαγή, γιατί η ενανθρώπηση είναι και ανάπλαση του ανθρωπίνου γένους. Η κατάφαση της Παναγίας να γίνει η δούλη Κυρίου αμέσως την κατέστησε Θεοτόκο, εξ άκρας συλλήψεως, δημιουργώντας ο Λόγος την ιδία αυτού ανθρώπινη φύση (ἐν ἑαυτῷ, όπως εξηγεί ο Άγιος Κύριλλος) στη μήτρα της. Γι᾽ αυτό γίνεται τράπεζα και καθέδρα του Παμβασιλέως Χριστού και ο Χριστός λέγεται ὁμοούσιος τη Μητρί αυτού κατά την ανθρωπότητα, όπως είναι ὁμοούσιος τω Πατρί κατά τη θεότητα, δρών ως Θεός και άνθρωπος, ενεργών τις θεοσημίες και τα θαύματα και επιτρέπων ἑκουσίως την εκδήλωση των αδιαβλήτων παθών, όπως πείνα, δίψα, πόνο, το Σταυρό και την ταφή, ως απόδειξη ότι αληθώς ενηθρώπησε, ανέπλασε την ανθρώπινη φύση, «δι᾽ ἡμᾶς», και γι᾽ αυτό είναι δεδομένη δωρεάν, χάριτι, δυνάμει για κάθε άνθρωπο η σωτηρία. Δρών είναι ο Υιός και Λόγος, ο «δι᾽ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο», ο εις και αυτός, ο προ των αιώνων Θεός ενανθρωπήσας, χαρίζει την αφθαρσία αμέσως στο ανθρώπινο γένος, με πρώτο μέτοχο την Παναγία. Και γι᾽ αυτό είναι ανόητη η συζήτηση περί πότε κατέστη άφθαρτη η ανθρώπινη φύση του Χριστού. Η απάντηση είναι εξ άκρας συλλήψεως, καθότι ο Λόγος ήνωσε ἐν ἑαυτῷ ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως την ανθρώπινη φύση στη μήτρα της Παρθένου, παραμένων ο Ων ευλογητός Θεός, παραδεικνύων τη θεότητά του, πέραν της Θεοτόκου, ή οποία έχει την υψίστη εμπειρία της ίδιας της Ζωής, στους Μαθητές και Αποστόλους βαθμιαία, «ὅσον ἐχώρουν». Κοινοποίηση των ιδιωμάτων δεν είναι αυτό που συνήθως λέγεται από τους θεολόγους με μία τάχα θεολογική, τεχνική, γλώσσα, αλλά ότι ο Χριστός δρά ως Θεάνθρωπος, δρα, δηλαδή, τόσο τα θεία όσο και τα ανθρώπινα, ο εις και ο αυτός. Συνήθως οι θεολόγοι αρχίζουν και μιλούν για τις δύο φύσεις του Χριστού, ξεχνώντας τον ίδιο το Χριστό, το σαρκωθέντα και ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός! Γι᾽ αυτό, εξάλλου, σ᾽ όλη την εκκλησιαστική ερμηνευτική, Προφητική, Αποστολική, συνοδική, πατερική, νηπτική, υμνολογική οι χριστιανοί καλούνται να αποκτήσουν νουν Χριστού και να εισέλθουν στη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όπως η Θεοτόκος, γενόμενοι κατά χάρη, ό, τι ο Χριστός κατά φύση, άκτιστοι και ατελεύτητοι κατά χάρη.



4. Και το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπως και όλα τα γεγονότα της ζωής της, θα πρέπει να προσεγγίζεται με την ενιαία όραση της Προφητικής και Αποστολικής παραδόσεως και γνώσεως, σε άμεσο συσχετισμό με τις επαγγελίες περί του αναμενόμενου εν σαρκί Λόγου, για να μην υποκύπτει η κηρυγματική της Εκκλησίας στις απόκρυφες παιδαριώδεις διηγήσεις.



Ε. Ερχόμενη στα Αναγνώσματα της κυρίως εορτής έχω να παρατηρήσω τα εξής:



1. Συμπίπτουν με τα Αναγνώσματα του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου, ακόμη και τα Προφητικά του Εσπερινού, γιατί, κατά τα παραπάνω εκτεθέντα, η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η κατεξοχήν ζωή.



2. Η τιμή στη Θεοτόκο έχει ως κέντρο της τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, γι᾽ αυτό όλη η υμνολογία της εορτής και τα Αναγνώσματα δομούνται με τις επαγγελίες των Προφητών για τον εν σαρκί ερχόμενο εκ παρθένου και το χαιρετισμό του Μεγάλου Στρατηγού των Αρχαγγέλων Γαβριήλ Κεχαριτωμένη Χαῖρε!



3. Στο αυτό πλαίσιο είναι ενταγμένο το Αποστολικό Ανάγνωσμα, το οποίο απετέλεσε μαζί με το πρώτο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, (ιδίως ο στίχος 1, 14: «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας») το αγιογραφικό πλαίσιο των ερμηνευτικών διατυπώσεων του άρθρου του Συμβόλου της Πίστεως: σαρκωθέντα καὶ ἐνανθρωπήσαντα, για την κατά θεία οικονομία φιλάνθρωπη φανέρωση του Λόγου σαρκί, τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ Κυρίου της Δόξης του παλαιού και του νέου Ισραήλ.



4. Η ιδιαίτερη διακονία της Θεοτόκου στο μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως καταγράφεται στην κατακλείδα του Ευαγγελικού Αναγνώσματος, όπου ο μακαρισμός της απλής γυναίκας εκ του όχλου, κάπως έτσι: Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και τρεις φορές χαρά της, φέρνει την απάντηση από το Χριστό για κλήση του κάθε ανθρώπου να ακούσει και να τηρήσει το λόγο του Θεού, μία πρόταση, που υπονοεί αφενός τη μίμηση του τρόπου της Παναγίας ως δούλης Κυρίου, αφετέρου ότι ο εις και ο αυτός είναι ο Λόγος του Θεού ο παρέχων τη σωτηρία και την ανάσταση.



5. Μία μεταγενέστερη μίμηση επιταφίων και εγκωμίων  για την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου δεν έχει σχέση με το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, το οποίο διενεργείται από τον Ενανανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού, ενώ συγχρόνως αναιρεί την ευφροσύνη του κενού τάφου της Παναγίας, που πλημμυρίζει με αναστάσιμη μεταμορφωτική χαρά άπασα την κτίση.



ΣΗΜΕΙΩΣΗ (1): Θεοτοκίο Εσπερινού, ἦχος β´: «τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι' ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος», και Απολυτίκιο Προεόρτιο, ἦχος δ´: «Λαοὶ προσκιρτήσατε, χεῖρας κροτοῦντες πιστῶς, καὶ πόθῳ ἀθροίσθητε, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσυνῃ· τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, μέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν, ἐνδόξως ἣν ἐν ὕμνοις ἀεί, ὡς Θεοτόκον δοξάζομεν».





Αποστολικό Ανάγνωσμα (ίδιο με την εορτή του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, 8 Σεπτεμβρίου): Φιλιπ. 2, 5-11: «5 τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, 6 ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, 7 ἀλλ᾽ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, 8 καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. 9 διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, 10 ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, 11 καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός».



Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: (ίδιο με την εορτή του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, 8 Σεπτεμβρίου): Λουκ. 10, 38-42- 11, 27-28: «38 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἴκον αὐτῆς. 39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς. - 27 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν».