ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Μητροπολίτης Γαλλίας κ. Εμμανουήλ συμμετείχε σε συνέδριο
για το μεταναστευτικό πρόβλημα, το οποίο διοργανώθηκε από τη Σχολή
Νομικής και Διπλωματίας Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts της Βοστώνης
αντιπροσωπεύοντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ο Μητροπολίτης κ. Εμμανουήλ, ο οποίος είναι εκ των πλέον κορυφαίων
και προβεβλημένων ιεραρχών του Οικουμενικού Θρόνου και ο εξ’ απορρήτων
στενός συνεργάτης του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου, στον
οποίον ανατίθενται υψηλές εκκλησιαστικές αποστολές, σε συνέντευξή του
στον «Εθνικό Κήρυκα» είπε ότι «το θέμα του συνεδρίου ήταν η μετανάστευση
στην Ευρώπη και στην ευρύτερη περιοχή και ήταν το τρίτο κατά σειρά που
οργανώθηκε εκεί υπό την ενότητα Θρησκεία και Ασφάλεια».
Είπε ότι «συμμετείχαν επίσης Ρωμαιοκαθολικοί, Προτεστάντες και
αναπτύχθηκαν διάφορα θέματα για το ποιος είναι ο ρόλος της θρησκείας,
ποια είναι η προσέγγιση, είτε για το θέμα των προσφύγων, με ποιο τρόπο
αντιλαμβανόμαστε το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ως Εκκλησίες το
μεταναστευτικό πρόβλημα και ιδιαιτέρως το προσφυγικό θέμα».
Ο Μητροπολίτης κ. Εμμανουήλ υπογράμμισε πως στο συνέδριο αυτό «τόνισα
τον ρόλο που έχει διαδραματίσει η Ορθόδοξη Εκκλησία, αναφέρθηκα στην
πρωτοβουλία που είχε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος που μαζί με
τον Πάπα Φραγκίσκο και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο επισκέφθηκαν τον
περασμένο Απρίλιο τη Λέσβο, που ήταν μία πρωτοβουλία που έδειξε το
ενδιαφέρον ακριβώς των Εκκλησιών για το μεταναστευτικό ζήτημα».
Συμπλήρωσε πως «μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια γίνεται μία γενικότερη
προσπάθεια και από την Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι πολλοί θεωρούν ότι η
Εκκλησία η δική μας, ακούγοντας ορισμένες θέσεις άλλων αυτοκέφαλων
Εκκλησιών, δεν έχει ενδιαφέρον. Αντιθέτως, είπαμε ότι η Εκκλησία βοηθά
όσο μπορεί. Βρέθηκε ξαφνικά η Ελλάδα να είναι η χώρα από την οποία
πέρασαν ένα εκατομμύριο περίπου πρόσφυγες και μετανάστες».
Ο Μητροπολίτης κ. Εμμανουήλ τόνισε πως «εμείς καταδικάζουμε κάθε
μορφή βίας, κάθε μορφή πολεμικής σύρραξης, διότι η αρχή του κακού είναι
ακριβώς ο πόλεμος στη Συρία. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα υπάρξει μία
συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός» και συμπλήρωσε «δεν μπορείς να
σταματήσεις τη ροή των προσφύγων, αυτή τη στιγμή είναι στην Τουρκία τρία
εκατομμύρια πρόσφυγες, ελπίζω να βρεθεί τρόπος οι άνθρωποι αυτοί να
επανέλθουν στις εστίες τους».
Στην ερώτηση αν στη Γαλλία έχουν πρόσφυγες, είπε: «ναι υπάρχουν, αλλά
η χώρα η οποία δέχθηκε τους περισσότερους ήταν η Γερμανία. Ομως, η κάθε
ευρωπαϊκή χώρα πήρε έναν ορισμένο αριθμό προσφύγων».
Ο Μητροπολίτης Εμμανουήλ αγαπά ιδιαίτερα τη Βοστώνη καθότι σπούδασε
στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού. Είπε ότι «η Βοστώνη είναι μία
πολύ ωραία πόλη με μία μεγάλη παράδοση, η Αθήνα της Αμερικής».
Επλεξε το εγκώμιο της Ομογένειας, λέγοντας πως «η Ομογένεια έχει
προσφέρει πάρα πολλά και συνεχίζει να προσφέρει, κι αυτό είναι παρήγορο
και για το Οικουμενικό Πατριαρχείο γιατί είναι η μεγαλύτερη Επαρχία του
κι ο Πατριάρχης έχει δείξει και συνεχίζει να δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον
για την Ομογένεια και την Εκκλησία μας εδώ».
Η Μητρόπολη Γαλλίας ιδρύθηκε το 1963 όταν αποκόπηκε από την
Αρχιεπισκοπή Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας και συγκροτείται από
τριάντα κοινότητες. Η πρώτη κοινότητα ιδρύθηκε το 1824.
Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη κ. Εμμανουήλ, «από οικονομικής πλευράς η
Μητρόπολη συντηρείται όπως κι εδώ η Αρχιεπισκοπή και οι κοινότητες από
τις δωρεές και συνδρομές των πιστών. Ορισμένοι κληρικοί έχουν ένα άλλο
επάγγελμα και απλώς εξυπηρετούν τις κοινότητες τις Κυριακές και τις
γιορτές».
Ανέφερε ότι «έχουμε και τρίτη και τέταρτη γενιά Ελλήνων», ενώ όταν
τον ρωτήσαμε αν η ελληνική γλώσσα διατηρείται, απάντησε «και βέβαια
διατηρείται, η Ελληνική χρησιμοποιείται κατά το ογδόντα τοις εκατό στη
Λειτουργία και στις Ακολουθίες, αλλά κάνουμε κήρυγμα και στις δύο
γλώσσες. Λειτουργούν τα ελληνικά σχολεία, οι δάσκαλοι κατά πλειοψηφία
είναι από την Ελλάδα, έχει βέβαια μειωθεί ο αριθμός των αποσπασμένων
εκπαιδευτικών λόγω της οικονομικής κρίσης».
Ο Μητροπολίτης Εμμανουήλ τόνισε πως «χωρίς την ελληνική γλώσσα δεν θα
μπορούμε να συνεχίσουμε να λέμε ότι είμαστε Ελληνες Ορθόδοξοι. Το λέγω
πάντοτε προς πάσα κατεύθυνση πως εάν οι Εβραίοι επέζησαν μετά από τόσους
διωγμούς και κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ξανά ένα κράτος το έκαναν
γιατί κράτησαν δύο στοιχεία, τη θρησκεία τους και τη γλώσσα τους».
Τόνισε πως «αν εμείς χάσουμε την ελληνική γλώσσα θα χάσουμε την
ταυτότητά μας». Συμπλήρωσε δε πως «αν κάποιος γεννήθηκε Γάλλος και
διάλεξε την Ορθοδοξία σαν θρησκεία του δεν θα του επιβάλλω την ελληνική
γλώσσα γιατί δεν είμαστε εθνικιστές. Αλλά ένας ο οποίος έχει ελληνικές
ρίζες θα ήθελα και οι επόμενες γενιές να γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα,
χωρίς να αλλάζουμε τον χαρακτήρα της δικής μας ένταξης μέσα στην
κοινωνία στην οποία ζούμε, διότι η Ελληνική Ορθοδοξία ποτέ δεν
δημιούργησε γκέτο».
Ο Μητροπολίτης Εμμανουήλ, ως γνωστόν, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη
διοργάνωση και διεξαγωγή της Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη. Οταν τον
ρωτήσαμε ποιες ήταν οι σκέψεις και αξιολογήσεις του οκτώ μήνες έπειτα
από τη σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη, απάντησε:
«Θα πρέπει να σας πω πως χωρίς τη συνδρομή τόσο σε δυναμικό, όσο και
σε οικονομικό επίπεδο της Ομογένειας της Αμερικής δεν θα μπορούσαμε να
πετύχουμε αυτό το οποίο πετύχαμε» και τόνισε πως «ήταν ένα γεγονός
μοναδικό στη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και θα ήταν κρίμα αν δεν είχε
πραγματοποιηθεί. Ηταν ένα όνειρο όλων μας και ιδιαίτερα του Οικουμενικού
Πατριάρχη Βαρθολομαίου ο οποίος πίστεψε σ’ αυτό και γι’ αυτό φτάσαμε
στο τέλος».
Τόνισε ότι «παρά το γεγονός πως τέσσερις Εκκλησίες την τελευταία
στιγμή απείχαν από τη Μεγάλη Σύνοδο και δεν θέλησαν καν να ανταποκριθούν
στο κάλεσμα που τους έγινε τις ημέρες των προετοιμασιών για να έλθουν
οι Προκαθήμενοι έστω να συλλειτουργήσουν όλοι μαζί και αν δείξουν την
ενότητα της Εκκλησίας θεωρώ ότι ήταν λάθος, αλλά αυτό δεν αφαιρεί την
ουσία και το αποτέλεσμα της Συνόδου».
Ο Μητροπολίτης κ. Εμμανουήλ είχε επισκεφθεί πρόσφατα τη Μόσχα με την
ευκαιρία των 70ών γενεθλίων του Πατριάρχη κ. Κυρίλλου, με τον οποίον
συζήτησε περί Μεγάλης Συνόδου. Υπενθυμίζεται ότι το Πατριαρχείο Μόσχας
ήταν ένα από τα τέσσερα Πατριαρχεία τα οποία την τελευταία στιγμή
προσπάθησαν να τορπιλίσουν την Σύνοδο, ανεπιτυχώς όμως. Πιστεύει ότι «οι
αποφάσεις της Συνόδου θα γίνουν αποδεκτές και σεβαστές απ’ όλους».