HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ


Της Κάρι Φρέντερικ Φρόστ (Carrie Frederick Frost)  English
Εάν επανεντάσσαμε την χειροτονηθείσα γυναικεία διακονία στην σημερινή Ορθόδοξη εκκλησία, θα βλέπαμε μια έκχυση γυναικείων χαρισμάτων. Μια νέα και αναγκαία πηγή που θα μεταμόρφωνε τόσο την Εκκλησία όσο και τον κόσμο.

Για να εκτιμήσουμε πλήρως τις θετικές προοπτικές της γυναικείας διακονίας, πρέπει πρώτα να καταλάβουμε πως στην Ορθόδοξη πίστη οι άντρες και οι γυναίκες είναι, και ήταν πάντα, απόλυτα ίσοι. Σύμφωνα με την εκκλησία, οι άνδρες και οι γυναίκες δημιουργήθηκαν με την ίδια Θεϊκή εικόνα και κατά την ίδια Θεϊκή ομοίωση. Το ευρύτερο πολιτιστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο βίωνε η εκκλησία ήταν εξαιρετικά πατριαρχικό. Έτσι, γραπτά όπως το παρακάτω του Μεγάλου Βασιλείου ήταν ριζοσπαστικώς προοδευτικά για την εποχή τους: ««Ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς. καὶ ἡ γυνὴ ἔχει τὸ Κατ’ εἰκόνα θεοῦ γεγενῆσθαι ὡς καὶ ὁ ἀνὴρ ὁμοίως. ὁμότιμοι αἱ φύσεις, ἴσαι αἱ ἀρεταί, ἆθλα ἴσα, ἡ καταδίκη ὁμοία.».[1]». Αυτή η άποψη αντιπροσωπεύει την πλειοψηφία των πατέρων της Εκκλησίας (όπως του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και του Αγίου Κλήμη του Αλεξανδρεύς), και απορρίπτει την Ρωμαϊκή φυλετική ιεραρχία στην σχέση μεταξύ ανδρών και γυναικών. Πράγματι, αυτή η αντίληψη περί της Θεϊκής ισοτιμίας γυναικών και ανδρών εντός της δημιουργίας είναι ένα από τα μεγάλα δώρα του Χριστιανισμού στον κόσμο.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι όλη η ανθρώπινη ζωή έχει εξελιχθεί μ’ αυτόν τον τρόπο. Η υποταγή των γυναικών (τουλάχιστον εντός του γάμου) ήταν ένα αναμφίβολο μέρος της Πτώσης των Πρωτόπλαστων (“πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει.” Γέν. 3:16). Εμείς όμως, ως Ορθόδοξοι, δεν κατοχυρώνουμε τα χαρακτηριστικά της εκπεσούσας ανθρώπινης κατάστασης περιγραφόμενα στο βιβλίο της Γενέσεως ως μέρος της ορθής, αγίας, και αδιαμφισβήτητης τάξης. Η δύσκολη εργασία, η κλίση προς την βία, ο πόνος κατά τον τοκετό,  κ.λπ., όλα αυτά είναι αποτελέσματα της Πτώσης, και αξίζει να αγωνιστούμε για να τα μετριάσουμε, η και να τα εξαλείψουμε ολοκληρωτικά.
Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι Χριστιανοί ανά τους αιώνες ασπάστηκαν αυτή την άποψη. Η εκκλησία έπρεπε να μετατραπεί από μια εσχατολογική κοινότητα που προσδοκούσε μια άμεση Δευτέρα Παρουσία σε μια που έπρεπε να μάθει πως να αυτοσυντηρηθεί σε έναν συνεχιζόμενο κόσμο, κι έτσι η αρχαία εκκλησία δέχθηκε τις Ρωμαϊκές προδιαγραφές και την απόλυτη ανδρική οικιακή εξουσία των Πατρικίων και των ευγενών. Υπάρχουν επίσης και τα πλήθη των μισογυνιστικών αποσπασμάτων από γνωστούς φονταμενταλιστές, όπως τον Τερτυλλιανό, ο οποίος ισχυρίστηκε “Η γυναίκα είναι ένας ναός χτισμένος πάνω σε έναν υπόνομο”.
Το να αναγνωρίζουμε ότι, ιστορικά, σ’ αυτό το θέμα η εκκλησία είχε κάποιες ατέλειες δεν αποτελεί ασέβεια προς την Εκκλησία. Ίσα ίσα, είναι ευθύνη μας ως Χριστιανοί να διορθώνουμε με αγάπη οποιοδήποτε ψεγάδι στο ύφασμα της γήινης παρουσίας της Εκκλησίας. Και σημαντικότερα, αυτές οι ιδέες δεν ανήκαν ποτέ στην θεμελιώδη Ορθόδοξη άποψη περί της ουσίας και της σχέσης ανδρών και γυναικών, ούτε τότε ούτε τώρα.
Η Ορθόδοξη μας παράδοσή ενσωματώνει τα παραπάνω λόγια του Μεγάλου Βασιλείου, επικυρώνοντας ότι οι γυναίκες και οι άνδρες είναι ίσοι. Μια αλήθεια την οποία κατέδειξε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Όπως διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο, η στάση του Κύριου έναντι στις γυναίκες ήταν μια σεβασμού και αξιοπρέπειας, ακόμη και στις πιο απρόοπτες περιστάσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει σαφέστερη ένδειξη αυτού του σεβασμού, της αξιοπρέπειας, και της ισότητας των γυναικών απο το γεγονός ότι ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις μαθήτριές του, κι όχι στους μαθητές του.
Για να εκτιμήσουμε πλήρως το ενδεχόμενο της γυναικείας διακονίας στην σημερινή Εκκλησία, πρέπει να καταλάβουμε ακόμη ένα πράγμα: η εκκλησία πιστεύει απόλυτα στην ουσιώδη ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως θεωρεί τις γυναίκες και τους άνδρες απόλυτα ισοδύναμους. Απο τα πρώτα κιόλας χρονιά αναγνώρισε πως οι δυνάμεις και τα χαρίσματα τους διαφέρουν, και εκτιμούσε το γεγονός ότι η ανθρώπινη εμπειρία βιώνεται διαφορετικά από άνδρες και διαφορετικά από γυναίκες, και πως η ενσαρκωτική ύπαρξη γυναικών και ανδρών δεν είναι η ίδια. Αυτό αντικατοπτρίζεται στη ζωή των αγίων, στην ακολουθία του γάμου, στην εικονογραφία και την υμνογραφία της εκκλησίας, κτλ.
Όταν μπορούμε να εκτιμήσουμε σωστά την ουσιαστική ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών, τότε θα μπορέσουμε να δούμε ξεκάθαρα πως οποιαδήποτε αντίρρηση ενάντια στην γυναικεία διακονία που βασίζεται στην ιδέα ότι οι γυναίκες πρέπει να υποτάσσονται στους άνδρες είναι άτοπη, και δεν ανήκει στο πλαίσιο της Ορθοδοξίας. Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η εκκλησία σέβεται τόσο την ισότητα όσο και την διαφορά μεταξύ των φύλων. Από τα πρώτα της χρονιά μέχρι σήμερα, έχει αναγνωρίσει πως οι γυναίκες και οι άνδρες βιώνουν διαφορετικές εμπειρίες, και σχηματίζουν διαφορετικές απόψεις, βασισμένες στις μοναδικές ενσαρκωτικής τους υπάρξεις, κι έτσι οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν διαφορετικά χαρίσματα για να προσφέρουν στην Εκκλησία.
Έτσι, η σταδιακή εξαφάνιση της γυναικείας διακονίας στην ύστερη βυζαντινή εποχή, όποιοι κι αν ήταν οι πολύπλοκοι ιστορικοί λόγοι, πρέπει να εκληφθεί ως τραγωδία. Με λίγες εξαιρέσεις, κι αυτές σε μεμονωμένες περιστάσεις, για τα τελευταία οκτακόσια χρόνια, η Εκκλησία δεν έχει επωφεληθεί από γυναικεία χαρίσματα σε μορφή διακονίας. Φυσικά, οι γυναίκες έχουν συμβάλλει στην ζωή της Εκκλησίας με αμέτρητους τρόπους, σε κάθε ιστορικό και χρονικό πλαίσιο, αλλά η απουσία αυτής της χειροτονηθείσης λειτουργίας -που έχει την υποστήριξη, την προστασία, την εποπτεία, και την εξουσία της Εκκλησίας- έχει στερήσει την Εκκλησία από τις εμπειρίες, τις απόψεις, και τα μοναδικά ταλέντα των πιστών γυναικών της για γενεές.
Παρεμπιπτόντως: πρέπει να λάβουμε υπόψιν ότι η γυναικεία διακονία έχει τόσο ιστορικές όσο και θεολογικές βάσεις, ενώ η γυναικεία ιεροσύνη δεν έχει ούτε την μια ούτε την άλλη. Επίσης, δεν υπάρχει κανένα κίνημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα που θέλει να επανεξετάσει την ιδέα της γυναικείας ιεροσύνης, η να δημιουργήσει μια θηλυκή τάξη κληρικών. Άρα, η γυναικεία διακονία πρέπει να εξεταστεί αμερόληπτα και αυτοτελώς.
Γιατί όμως γυναικεία διακονία;
Γιατί η εκκλησία χρειάζεται τα γυναικεία χαρίσματα. Τα χρειάζεται διότι στο βάπτισμα τους, δίδονται μοναδικά δώρα για να προσφέρουν. Τα χρειάζεται επειδή οι γυναίκες έχουν διαφορετική εμπειρία ζωής από τους άντρες, έχουν μια ιδιότυπη ενσαρκωτική ύπαρξη, και ως εκ τούτου έχουν διαφορετικά χαρίσματα να προσφέρουν την Εκκλησία ως γυναίκες. Γυναίκες και άνδρες μπορούν να προσφέρουν την εμπειρία τους ως ιεροκήρυκες, ως διαχειριστές, ως ποιμαντικοί σύμβουλοι, κτλ., αλλά μόνο οι γυναίκες μπορούν να προσφέρουν τα χαρίσματα που τους παραχωρεί η ενσαρκωτική γυναικεία τους ύπαρξη.
Οποιαδήποτε αντίσταση στη γυναικεία διακονία βασισμένη στην ανησυχία ότι το αποτέλεσμά θα ήταν η εξάλειψη των διαφορών μεταξύ γυναικών και ανδρών είναι αβάσιμη. Αντιθέτως, η γυναικεία διακονία θα τιμούσε τις διαφορές της ενσαρκωτικής ύπαρξης των γυναικών, και θα επέτρεπε την εκκλησία να επωφεληθεί από αυτές τις διαφορές. Ομολογουμένως, η τάση της ευρύτερης κοινωνίας είναι να επιδιώκει να αποφύγει τις διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών. Αλλά εάν απορρίπτουμε την γυναικεία διακονία, η αρνούμαστε να την επανεξετάσουμε, από φόβο πως η εκκλησία θα υποκύψει στις κοσμικές αυτές τάσεις, αυτό είναι, ειρωνικά, μια υποχώρηση σε αυτές τις ίδιες τις κοινωνικές τάσεις.
Οι γυναίκες χρειάζονται τα χαρίσματα των γυναικών. Χρειαζόμαστε γυναίκες να υπηρετούν γυναίκες. Αυτή δεν είναι μια απαρχαιωμένη ιδέα που εμείς εδώ στην “διαφωτισμένη” Αμερική έχουμε ξεπεράσει. Υπάρχει λόγος που ανήκω σε μια γυναικεία λέσχη βιβλίων. Είμαι εθελόντρια σε ένα άσυλο ανιάτων, στο οποίο οι γυναίκες ασθενείς φροντίζονται από νοσηλεύτριες και οι άνδρες ασθενείς από νοσηλευτές. Υπάρχει σοφία στο σύστημα αυτό. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες μια γυναίκα χρειάζεται να βοηθηθεί από μια άλλη γυναίκα, κι ενώ αυτό συμβαίνει ανεπίσημα σε ενορίες (και σε λέσχες βιβλίων), το καλό θα μπορούσε να εκατονταπλασιαστεί εάν υπήρχαν γυναίκες, θεολογικά και ποιμενικά εκπαιδευμένες, χειροτονημένες ως διακόνισσες, έτοιμες να υπηρετήσουν άλλες γυναίκες, υπό την εποπτεία, και με την υποστήριξη και την εξουσία της εκκλησίας.
Όλη η Εκκλησία, όχι μόνο οι γυναίκες, χρειάζεται τα χαρίσματα που κατέχουν οι γυναίκες. Οι γυναίκες βιώνουν διαφορετικά την σεξουαλική κακοποίηση και την βία, και η εμπειρία τους θα ωφελούσε την όλη Εκκλησία. Οι γυναίκες έχουν διαφορετική αντίληψη όσον αφορά την εξουσία, την συνετή της χρήση, την σπατάλη της, την εκμετάλλευση και την κατάχρησή της, και η απόψεις τους θα ωφελούσαν την όλη Εκκλησία. Οι γυναίκες έχουν διαφορετικές εμπειρίες όσον αφορά την ανατροφή παιδιών, τον γάμο, και την οικογενειακή ζωή, από τις οποίες εμπειρίες θα επωφελούνταν η όλη Εκκλησία. Και ούτω καθεξής. Φυσικά, τώρα, στον 21ο αιώνα, πολλά από αυτά τα χαρίσματα διατίθενται ήδη στην Εκκλησία. Οι γυναίκες τώρα υπηρετούν στα ενοριακά συμβούλια, διδάσκουν σε εκκλησιαστικές σχολές, κλπ. Αλλά οι παρούσα λειτουργία τους δεν μπορεί να συγκριθεί με τους τρόπους τους οποίους τα χαρίσματα τους θα εκχυνόταν στην ζωή της Εκκλησίας εάν χειροτονούνταν ως διακόνισσες κι έτσι είχαν την μυστηριακή ευλογία αυτής της τάξης. Κατά την γνώμη μου, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής αναγνώρισε αυτήν την ανάγκη για γυναίκες να υπηρετούν γυναίκες, και αποδέχθηκε τους τρόπους με τους οποίους τα χαρίσματα των γυναικών θα ωφελούσαν την όλη Εκκλησία, και αυτό τους ώθησε να επαναφέρουν πέρυσι την τάξη των διακονισσών.
Πιστεύω πραγματικά πως η επαναφορά της χειροτονηθείσας γυναικείας διακονίας στις υπόλοιπες αυτοκέφαλες Ορθόδοξες εκκλησίες δεν θα υπονόμευε τις διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών. Το αντίθετο, μάλιστα. Θα επέτρεπε τα χαρίσματα των γυναικών να δοθούν ολοκληρωτικά στην Εκκλησία και τον κόσμο. Πιστεύω πως τα χαρίσματα αυτά θα αναγνωρίζονται, θα εκτιμώνται, και θα υλοποιούνται με νέους, υπέροχους, και απρόβλεπτους τρόπους. Και πιστεύω ότι μια γυναικεία διακονία θα βοηθήσει την Ορθόδοξη εκκλησία, που τόσο αγαπώ, να ανθίσει και να ακμάσει με μια θεραπευτική, ελπιδοφόρα ευημερία.

Trans.: Katherine Chaffee
[1] ΟΜΙΛΙΑ Α’ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΓΕΝΕΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤ’ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ’ ΟΜΟΙΩΣΙΝ. 34.

H Κάρι Φρέντερικ Φρόστ σπουδάζει Ορθόδοξη Θεολογία, και είναι καθηγήτρια Θεολογίας στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Σχολή της Αγίας Σοφίας, και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Διακονισσών Αγία Φοίβη.
To ιστολόγιο Δημόσια Ορθοδοξία επιδιώκει να προωθήσει συζήτηση και συνδιάλεξη, παρέχοντας ένα φόρουμ για διαφορετικές απόψεις σε σχέση με σύγχρονα ζητήματα που αφορούν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι απόψεις που εκφράζονται σ’ αυτό το άρθρο είναι αποκλειστικά του συγγραφέως και δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις των εκδοτών, των μεταφραστών, ή του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδώ.