HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019

ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΚΥΝΙΚΟ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΒΙΚΕΝΤΙΟ ΤΣΕΚΑΛΙΝ


Του Πρωθιερέα Νικολάου Ντανίλεβιτς, Romfea.gr
Αν. Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Σχέσεων της Ουκρανικής Εκκλησίας (Πατριαρχείο Μόσχας)



Ανασκευή πληροφοριών περί του δήθεν εγκύρου των χειροτονιών των σχισματικών
Τις τελευταίες ημέρες στο προσκήνιο επανήλθε η συζήτηση σχετικά με το δήθεν έγκυρο των εἰς Επίσκοπον χειροτονιών, πού τελέσθηκαν στη λεγόμενη Ουκρανική Αυτοκέφαλο Ορθόδοξο Εκκλησία (ΟΑΟΕ), η οποία μαζί με τους άλλους Ουκρανούς σχισματικούς πρόσφατα έγινε αποδεκτή στην κοινωνία από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ειδικότερα δε πρόκειται περί τυχοδιώκτη Βικεντίου Τσεκάλιν, ο οποίος ευρίσκεται στις καταβολές της ιεραρχίας της σχισματικής ΟΑΟΕ.
Νωρίτερα η ιστοσελίδα «Φως Φαναρίου» ανάρτησε την ιστορία για τη δήθεν μυστική «αναχειροτονία» από τον Μητροπολίτη Ιεραπόλεως Αντώνιο (Σέρμπα) όλης της αντικανονικής ιεραρχίας της ΟΑΟΕ, την οποία «είχε χειροτονήσει» ο σκανδαλώδης και αφορισθείς διάκονος της Ρωσικής Εκκλησίας Βικέντιος Τσεκάλιν.
Δεν έπεισε όμως αυτή η εκδοχή τους αναγνώστες, διότι δεν παρουσιάσθηκε οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο.
Τώρα πλέον η ίδια ιστοσελίδα επιχειρεί να αποδείξει ότι οι «χειροτονίες του Τσεκάλιν» της ΟΑΟΕ ήταν έγκυρες.
Στο αναδημοσιευθέν όμως άρθρο του Ουκρανού δημοσιογράφου Δ. Γκορεβοϊ, όπως και στα προηγούμενα δημοσιεύματα με το ίδιο θέμα, διαπιστώθηκε ολόκληρη σειρά από αντιφάσεις.
Αναγκάσθηκα να εμβαθύνω στο ἐν λόγῳ ζήτημα και να διενεργήσω μια μικρή ανάλυση, γι‘αυτό να επιστήσω την προσοχή των αναγνωστών στα ακόλουθα μερικά σημεία του άρθρου του Δ. Γκορεβοϊ.
1. Το προαναφερθέν άρθρο, επικαλούμενο ένα ελαχίστου κύρους διαδικτυακό πόρο, ισχυρίζεται ότι ο Βικέντιος Τσεκάλιν δήθεν έλαβε έγκυρη εἰς Επίσκοπον χειροτονία το 1986 από τον Μητροπολίτη Καλίνιν και Κάσιν Αλέξιο Κονοπλιόφ, τον Επίσκοπο Ιωάννη Μποντναρτσούκ και τον φερόμενο ως «επίσκοπο της Εκκλησίας Κατακομβών» Βλαδίμηρο Αμπράμοφ.
Εντούτοις γνωστό τυγχάνει ότι το 1983 ο Βικέντιος Τσεκάλιν είχε ήδη καθαιρεθεί από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εξαιτίας κλοπής, ιεροσυλίας, συνάψεως γάμου εργαζόμενος ως δάσκαλος σε σχολείο.
Το 1987 καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 3,5 ετών σύμφωνα με το άρθρο 120 του Ποινικού Κώδικα της Ρωσικής Ομοσπονδίας «σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων».
Είναι αδύνατο να φαντασθούμε ότι στο διάστημα μεταξύ αυτών των δύο γεγονότων ένας από τους πλέον σεβαστούς και με κύρος μητροπολίτες της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας να χειροτονήσει κρυφά σε επίσκοπο ένα καθηρημένο με και κακή φήμη διάκονο! Οίκοθεν νοείται ότι ουδεμία γραπτή επιβεβαίωση τέτοιας χειροτονίας παρουσιάσθηκε.
Το ἐν λόγῳ δημοσίευμα κάνει λόγο ότι στην «εἰς Επίσκοπον χειροτονία» του Βικεντίου Τσεκάλιν το 1986 συμμετείχε κανονικός Επίσκοπος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας Ιωάννης Μποντναρτσούκ, ο οποίος αργότερα προσχώρησε στο σχίσμα.
Όμως αυτό ήταν αδύνατο, διότι το 1986 ο Ιωάννης ήταν κανονικός Επίσκοπος Ζιτομίρ και Όβρουτς (Εξαρχία Ουκρανίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας) και δεν επεδίωκε να αγωνισθεί υπέρ του Ουκρανικού αυτοκεφάλου.
Η προσχώρησή του στο σχίσμα το 1989 οφείλεται στην προσωπική σύγκρουση με τον τότε Κιέβου Φιλάρετο Ντενισένκο.
Σύμφωνα με μαρτυρίες ο Ιωάννης Μποντναρτσούκ γνώρισε τον Τσεκάλιν μόλις το 1990, όταν ο τελευταίος, κατόπιν αποφυλακίσεως αυτού προσήλθε στη Λεόπολη, αυτοσυνιστώμενος ως «Επίσκοπος Γιάσναγια Πολιάνα της Εκκλησίας Κατακομβών».
Ένα χρόνο αργότερα ο Τσεκάλιν προσχώρησε στην ουνία και αυτοπαρουσιαζόταν στη Ρωσία ως «Πρωθιεράρχης της Ρωσικής Καθολικής Εκκλησίας».
Μεταγενέστερα στην Αυστραλία αυτοσυστήθηκε ως «κρυφός Επίσκοπος της Αγγλικανικής Εκκλησίας» και «ψυχίατρος του μυστικού σχολείου του KGB».
Στην Αυστραλία καταδικάσθηκε σε κάθειρξη για απάτη και πλαστογραφία. Τώρα αποφυλακίσθηκε και συνταξιοδοτήθηκε για λόγους υγείας (ψυχική αναπηρία).
Είναι προφανές ότι δεν έχει νόημα να αναζητήσουμε το «Χειροτονητήριο Γράμμα» του στα «αρχεία του KGB»: με την ίδια επιτυχία θα μπορούσαμε να το ζητήσουμε από τις αστυνομικές αρχές της Αυστραλίας.
Όσο δε αφορά ένα Βλαδίμηρο Αμπράμοφ, ο οποίος δήθεν συμμετείχε και αυτός στη «χειροτονία» του Βικεντίου Τσεκάλιν, το μόνο που γνωρίζουμε και είναι αξιόπιστες πληροφορίες: ο «μητροπολίτης» Γεννάδιος Σεκάτς, ο οποίος «χειροτόνησε» τον Βλαδίμηρο ο ίδιος ήταν «χειροτονία» ενός διαβόητου απατεώνα και τυχοδιώκτη Μ. Α. Ποζντέγιεφ, ο οποίος αυτοπαρουσιαζόταν ως ο Αρχιεπίσκοπος Σμολένσκ και Ντοργκομπούζ Σεραφείμ Οστροούμοφ, ο οποίος εκτελέσθηκε διά τουφεκισμού το 1937.
Οι «χειροτονίες» του Σεκάτς δεν αναγνωρίζονται πουθενά στην Ορθοδοξία. Συνεπώς, συμπέρασμα πρώτο: ο Βικέντιος Τσεκάλιν δεν είχε έγκυρη εἰς Επίσκοπον χειροτονία, άρα και την αποστολική διαδοχή. Ακόμη περισσότερο, δεν είχε καν εἰς πρεσβύτερον έγκυρη χειροτονία. Παρά ταύτα εκείνος ακριβώς ευρίσκεται στις καταβολές της «ιεραρχίας» της ΟΑΟΕ.
2. Το δημοσίευμα ισχυρίζεται παρακάτω ότι στις «χειροτονίες» του Τσεκάλιν της ΟΑΟΕ (Μάρτιος-Απρίλιος 1990) μαζί με τον Επίσκοπο Ιωάννη Μποντναρτσούκ και τον Βικέντιο Τσεκάλιν συμμετείχε και ο κανονικός Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας Βαρλαάμ Ιλγιούσενκο, ο οποίος κοιμήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1990. Προς επιβεβαίωση των παραπάνω αναρτώνται αντίγραφα δύο κειμένων.
1) Δημοσιεύθηκε το εἰς «Επίσκοπον Τερνουπόλεως» «Χειροτονητήριο Γράμμα» του Βασιλείου, αδελφού Ιωάννη Μποντναρτσούκ, το υπογεγραμμένο από τον Βικέντιο Τσεκάλιν (ο προεξάρχων της χειροτονίας), τον ίδιο Ιωάννη Μποντναρτσούκ και ένα ανώνυμο Αρχιερέα, περί του οποίου λέγεται: «Ὁ ἐλάχιστος…τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας…ἐξ οὗ καὶ κωλύεται νὰ φανερώσῃ τὸ ὄνομα αὐτοῦ». Από το κείμενο δεν προκύπτει με σαφήνεια εκείνος ο λόγος «ἐξ οὗ» κωλύθηκε να υπογράψει.
Αργότερα όμως στο έντυπο προστέθηκε η υπογραφή «+ Варлаам» για να συμπληρωθεί Ελληνιστί με το «ἄξιος».
Είναι ευρέως γνωστό ότι ο Σεβασμιώτατος Βαρλαάμ καταγόταν από Ρωσικό χωριό της περιφέρειας Μπριάνσκ της Ρωσίας και ήταν πρώην εργαζόμενος μεταλλουργείου, κάτοχος μόνον σχολικού απολυτηρίου και πτυχιούχος της Ιερατικής Σχολής, χωρίς τις γνώσεις των Ελληνικών, άνθρωπος ταπεινός και απλώς στους τρόπους του.
Επίσης γνωστό είναι ότι ο Επίσκοπος Ιωάννης Μποντναρτσούκ, ο οποίος αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία Λένινγκραντ και είχε τίτλο “candidatus theologiae”, ἠρέσκετο να καμαρώνει για τις γνώσεις του ορισμένων Ελληνικών λέξεων και διατυπώσεων, συχνά εκφωνώντας Ελληνιστί στις ακολουθίες και χρησιμοποιώντας Ελληνικές λέξεις στην κοινωνία και την αλληλογραφία του.
Η υπογραφή του Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ στο κείμενο είναι πλαστή πέραν πάσης αμφιβολίας και πιθανώς ανήκει στον ίδιο τον Ιωάννη Μποντναρτσούκ.
Η λέξη «ἄξιος» τοποθετήθηκε από τον ίδιο, προκειμένου να συμπληρώσει τη δεύτερη γραμμή, όπου κανονικά θα έπρεπε να μπει ο τίτλος του επισκόπου (η με το χέρι πλαστογράφηση του μακροσκελούς τίτλου Επισκόπου καθίσταται δυσκολότερη από την υπογραφή του).
Ίσως το αρχικό κενό για να μπει ο τίτλος αφέθηκε επειδή οι αδελφοί Μποντναρτσούκ υπολόγιζαν να εξασφαλίσουν αργότερα την υπογραφή ενός εκ των κανονικών Επισκόπων.
Με την αποτυχία του εγχειρήματος έθεσαν μια πλαστή υπογραφή.
Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ ήταν γόνος της περιφέρειας Μπριάνσκ, Ρωσικής καταγωγής, ο οποίος ουδέποτε συμπαθούσε το αυτοκέφαλο. Ήταν μάλιστα ένας από τα μέλη της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας οι οποίοι καθαίρεσαν τον Ιωάννη Μποντναρτσούκ στις 14 Νοεμβρίου 1989.
Τον Μάρτιο 1990, όταν ο Τσεκάλιν και ο Ιωάννης Μποντναρτσούκ «χειροτονούσαν» στη Λεόπολη τον Βασίλειο Μποντναρτσούκ, ο Αρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ ευρίσκετο ήδη βαριά ασθενής στην εκκλησιαστική αυτού επαρχία στη Νοτιοανατολική Ουκρανία και για λόγους υγείας θα εκωλύετο να προσέλθει στη Λεόπολη.
Φήμες για τη συμμετοχή του στις «χειροτονίες» του Τσεκάλιν ο Μποντναρτσούκ διέδωσε μόνο μετά τον θάνατο του Βαρλαάμ τον Σεπτέμβριο 1990, όταν ο τελευταίος αδυνατούσε να διαψεύσει κάτι.
Έχοντας επίγνωση ότι κανείς δεν θα πίστευε στη συμμετοχή του Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ Ιλγιούσενκο στην τυχοδιωκτική περιπέτεια, οι αδελφοί Μποντναρτσούκ, όσο ζούσαν, διέδωσαν τη φήμη ότι στις «χειροτονίες» της ΟΑΟΕ του 1990 δήθεν συμμετείχε ένας Βαρλαάμ, «Επίσκοπος της Εκκλησίας Κατακομβών».
Ειρήσθω ἐν παρόδῳ ότι στο προηγούμενο άρθρο στον ιστότοπο «Φως Φαναρίου» αναφέρεται ένας Βαρλαάμ Ιλγιένκο (;), «Επίσκοπος της Εκκλησίας Κατακομβών».
Κρίνοντας από όλα αυτά, και αυτή η εκδοχή επινοήθηκε από την ΟΑΟΕ και διαδόθηκε τη δεκαετία του 1990. Συμπέρασμα δεύτερο: ο Αρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ Ιλγιούσενκο δεν μπορούσε να συμμετάσχει στη χειροτονία του Βασιλείου Μποντναρτσούκ, ενώ η υπογραφή του ήταν μάλλον πλαστή.
2) Επίσης προς επιβεβαίωση της συμμετοχής του Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ Ιλγιούσενκο στη «χειροτονία» του Βασιλείου Μποντναρτσούκ δημοσιεύθηκε μια μαρτυρία ενός Ιγκόρ Σας-Ζουρακόφσκι και των δύο μετασχόντων στη χειροτονία, δηλαδή του Ιωάννη και του Βασιλείου Μποντναρτσούκ. Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές του κανονικού δικαίου, η υπέρ εαυτού μαρτυρία δεν ισχύει όπως δεν επαρκούν και οι μαρτυρίες ενός μόνο μάρτυρα.
Η μαρτυρία κάνει λόγο για μια βιντεοσκόπηση η οποία δήθεν γυρίσθηκε από συνοδό του Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ, η οποία η βιντεοσκόπηση εννοείται ότι λείπει.
Ο μάρτυς μπέρδευσε ακόμη και τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου Βαρλαάμ, προσφωνώντας αυτόν «Βολύν και Ρόβνο» (το 1990 ο Αρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ έφερε ήδη τον τίτλο Συμφερουπόλεως και Κριμαίας). Προφανώς, τέτοια μαρτυρία στερείται αποδεικτικής αξίας.
Μάλιστα, από το δημοσιευθέν «Γράμμα» καταδεικνύεται ότι ο Βικέντιος Τσεκάλιν ήταν εκείνος ο οποίος προέστη της χειροτονίας και η υπογραφή του τοποθετείται στην πρώτη θέση.
Τούτο έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Μακαρίου Μαλέτιτς από την πρόσφατη συνέντευξή του (η οποία αναδημοσιεύθηκε) ότι ο Βικέντιος δήθεν «ουδέποτε υπήρξε ο κορυφαίος πνευματικός ηγέτης της ΟΑΟΕ» και συμμετείχε στη «χειροτονία» ως «τρίτος στη σειρά Επίσκοπος».
Προφανώς ο Βικέντιος Τσεκάλιν, ο οποίος ουδόλως είχε το βαθμό του επισκόπου και προεξήρχε των «χειροτονιών» της ΟΑΟΕ τον Μάρτιο και τον Μάιο 1990, υπέγραψε πρώτος, ενώ ο Μποντναρτσούκ ήταν «δεύτερος στη σειρά επίσκοπος».
Συμπέρασμα τρίτο: αποτελεί γεγονός η συγκρότηση της ιεραρχίας της ΟΑΟΕ από τον Βικέντιο Τσεκάλιν.
Οι οπαδοί της ούτως λεγόμενης Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας δεν έχουν άλλη επιλογή από το να αποδείξουν ότι ο καθηρημένος διάκονος -καταδικασμένος παιδόφιλος και απατεώνας – θα μπορούσε να καταστεί κανονικός επίσκοπος και η συγκροτηθείσα από αυτόν ιεραρχία της ΟΑΟΕ είναι έγκυρη.
Καίτοι σε όλη αυτή την ιστορία δεν είναι σημαντικό ποιος από σχισματικούς, πότε και από ποιόν έλαβε κρυφά την εἰς «Επίσκοπον χειροτονία». Σημαντικό είναι ότι οι υπέρμαχοι της «εγκυρότητας» των σχισματικών χειροτονιών διαστρέφουν την ίδια την έννοια και το νόημα της χειροτονίας.
Η εἰς Επίσκοπον χειροτονία δεν νοείται και δεν μπορεί να είναι έγκυρη εκτός του πλαισίου της Εκκλησίας, θεωρούμενη μόνο ως μια τυπική πράξη χορηγήσεως της εξουσίας.
Η εἰς Επίσκοπον χειροτονία τελείται κατόπιν αποφάσεως της Εκκλησίας, εντός της Εκκλησίας και για την Εκκλησία.
Η εἰς Επίσκοπον χειροτονία δεν μπορεί να θεωρείται έγκυρη εάν τελείται εκτός της Εκκλησίας ή εἰς βάρος της Εκκλησίας και ακόμη περισσότερο με σκοπό τη δημιουργία μιας παράλληλης δομής.
Σε αντίθετη περίπτωση προκύπτει μια κατάσταση απόλυτης αναρχίας όταν επιτρέπεται «ντουμπλάρισμα» της ιεραρχίας οιασδήποτε τοπικής Εκκλησίας.
Όλοι ενθυμούμαστε από την εποχή των Οικουμενικών Συνόδων την ιστορία της χειροτονίας του Μαξίμου του Κυνικού το 380 στο θρόνο Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίο κατείχε τότε ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Λοιπόν, η Β’ Οικουμενική Σύνοδος με τον 4ο κανόνα της δεν αποδέχθηκε την εγκυρότητα της χειροτονίας του Μαξίμου, η οποία τελέσθηκε στην Κωνσταντινούπολη κρυφά έστω και από κανονικούς Αλεξανδρινούς Επισκόπους.
Να τι γράφει για τον Μάξιμο τον Κυνικό ο κανονολόγος Ιωάννης Ζωναράς: «Ἀπεκηρύχθη οὖν διὰ τοῦ παρόντος κανόνος ὑπὸ τῶν ἐν τῇ δευτέρᾳ συνόδῳ συνελθόντων ἁγίων Πατέρων, ὁρισάντων, μήτε ἐπίσκοπον αὐτὸν γενέσθαι, ἤ εἶναι, διὰ τὸ ἐκθέσμως κεχειροτονῆσθαι, μήτε τοὺς παρ’αὐτοῦ χειροτονηθέντας κληρικοὺς ὑπάρχειν˙ ὕστερον δὲ γνώσθεὶς τὰ Ἀπολλιναρίου φρονεῖν, κὰι ἀναθεματίσθη».
Παρεμπιπτόντως, οι Οικουμενικές Σύνοδοι ήταν εκείνες οι οποίες επιλαμβάνονταν όλων αυτών των περίπλοκων ζητημάτων.
Ίσως και σήμερα καθώς βιώνουμε δυσχερείς εποχές στην Ορθόδοξη Εκκλησία καλό θα ήταν να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας εκείνη την πείρα της συνοδικής αντιμετωπίσεως των προβλημάτων εντός της Εκκλησίας.