HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2019

ΓΙΑ ΤO ΑYΤΟΚEΦΑΛΟΝ ΤHΣ EΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤHΣ ΟYΚΡΑΝΙΑΣ (Β' Μέρος)


 Tου Γρηγορίου Λαρεντζάκη, Ομότ. Καθηγητού του Πανεπιστημίου του Graz, Άρχων μέγας πρωτονοτάριος του Οικουμενικού Πατρειαρχείου. Ηaniotika-nea.gr
Β’ Μέρος

Τά ἀκούραστα καί πολλαπλά ταξίδια τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου Βολοκολάμσκ Ἰλαρίωνος γιά «ἀντικειμενική» πληροφόρηση ὅλων τῶν Ἀδελφῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί οἱ πάμπολλες συνεντεύξεις καί πληθωρικές δηλώσεις του προδίδουν ἀμηχανία καί ἀποδοχή καί συνειδητοποίηση, ὅτι ἡ πείσμονα ἀπόρριψη τοῦ δικαιώματος τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας νά ἀποκτήσει καί ἐκείνη δικαιωματικά τήν Αὐτοκεφαλία καί τῆς ἐλευθερία της δέν εἶναι ὀρθή, οὔτε καί πειστική. Τά χρησιμοποιούμενα ἐπιχείρήματα δέν βασίζονται ὁπωσδήποτε οὔτε στήν πνευματικότητα, οὔτε στήν Ἐκκλησιολογία, οὔτε καί στήν νομοκανονική Βάση καί Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας διαχρονικά ἀπό τήν ἐποχή τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ο  Σεβασμ. Μητροπολίτης Ἰλαρίων δέν ἐδίστασε μάλιστα νά ζητήσει κατεπειγόντως εἰδική ἀκρόαση καί ἀπό τόν Πάπα Ρώμης Φραγκῖσκο, γιά νά τόν «ἐνημερώσει» καί γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀδικαιολόγητη στάση τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας! Ἡ διγλωσσία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἰλαρίωνα εἶναι προφανής, ἀλλά ἀπαράδεκτη καί ἐπιζήμια γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τελικά καί γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας. Συνεχῶς πηγαίνει στό Βατικανό καί ἀπαιτεῖ καί προσωπικές συναντήσεις μέ τόν Πάπα, τοῦ δωρίζει ἱερά Λείψανα Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας του, δίδει μουσικά Κοντσέρτα στό Βατικανό, τονίζει μαζί μέ τόν Μακαρ. Πατριάρχη Κύριλλο στό Κοινό Ἀνακοινωθέν τῆς Συναντήσεως Πάπα καί  Πατριάρχη στήν Ἀβάνα τῆς Κούβας (12-2-2016), ὅτι μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς «δέν εἴμαστε ἀντίπαλοι ἀλλά ἀδελφοί» καί, ὅπως τονίζεται στό ἴδιο Ἀνακοινωθέν, ὅτι. Διότι πρέπει
Ἀπό τό ἄλλο προσπαθεῖ ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱλαρίων νά μειώσει τήν ἀξιοπρέπεια καί ἀξιοπιστία τῶν Οὐνιτῶν, καί νά τούς παρουσιάσει ὡς ἐπικίνδυνους γιά τήν Ὀρθοδοξία, ἱσχυριζὀμενος, ὅτι οἱ Οὐνῖτες ἐνδιαφέρονται  γιά τήν Αὐτοκεφαλία , «γιατί ἐπιδιώκουν τήν ἀποδυνάμωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πιέζοντας κατ΄ αὐτό τόν τρόπο τούς Ὀρθοδόξους νά ἀσπαστοῦν τήν Οὐνία» (Romfea 27 Ἰουνίου 2018) καί ἀκόμη ὅτι: «Πίσω ἀπό τήν προσπάθεια δημιουργίας τῆς λεγομένης «ἑνιαίας τοπικῆς ἐκκλησίας» στήν Οὐκρανία κρύβεται ἀκόμη μιά ἄλλη ἀπειλή. Καά τόσο οἱ ὑπέρμαχοι αὐτοῦ τοῦ σχεδίου, ὅσο καί οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Οὐκρανικῆς Ἑλληνοκαθολικῆς (Οὐνιτικῆς) Ἐκκλησίας ἀρχίζουν  νά ὁμιλοῦν  συνένωση τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Οὐκρανίας καί ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ συνένωσή τους μέ τήν Ἑλληνοκαθολική οὐνία.
Δέν πρέπει να ὑποτιμήσουμε τήν ἐπίδραση τῆς Ἑλληνοκαθολικῆς (Οὐνιτικῆς)  Ἐκκλησίας στήν κατάσταση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Οὐκρανία, παρά τόν κρυφό χαρακτήρα της…. Ὁλοι ὅσοι ἀνέλαβαν τήν πρωτοβουλία ὑποβολῆς τοῦ ἐν λόγῳ αἰτήματος εἶναι γνωστοί καί περισσότεροι ἐξ αὐτῶν εἶναι οὐνίτες..» (Romfea, 25 Ἰανουαρίου 2018). Καί ἀλλοῦ ἰσχυριζόταν ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἰλαρίων: «Γιά τούς οὐνῖτες ἡ ἑνοποίηση τῶν σχισματικῶν καί ἡ ἀπόκτηση ἀπό αὐτούς τῆς κανονικῆς ὑποστάσεως στήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνα ἀπό τά σχέδια ὑποταγῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στή Ρώμη.
Τό πρῶτο αἴτημα τοῦ Κοινοβουλίου τῆς Οὐκρανίας πρός τόν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο τό 2016 εἶχε πρωτεργάτες τούς βουλευτές, πλειοψηφία τῶν ὁποίων ἦταν οἱ οὐνῖτες.
Τό παρόν ἐγχείρημα ἐπίσης ὑλοποιεῖται μέ ἐνεργό ὑποστήριξη τῶν ἀξιωματούχων τοῦ κράτους καί βουλευτῶν, οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν στήν οὐνιτική Ἐκκλησία….. Μήπως θέλουν και οἱ οὐνῖτες τό αὐτοκέφαλο; Ὄχι, θέλουν τούς Ὀρθοδόξους νά ἐπανενταχθοῦν στούς κόλπους τής Ρώμης (!)». (Romfea 30 Ἀπριλίου 2018).
Αὐτά καί ἄλλα πολλά διαδίδει ὁ Σεβασμιώτατος, νομίζοντας ὅτι θά κερδίσει ὀπαδούς καί ἀντιπάλους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Ποιόν ὠφελεῖ ὅμως αὐτή ἡ κινδυνολογία τοῦ Σεβασμ. Μητροπολίτου Ἰλαρίωνος κατά τῶν Οὐνιτῶν καί τελικά καί κατά τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δῆθεν σκοπεύει νά ὑποτάξει τήν Ὀρθοδοξία; Γιατί αὐτή ἡ ἀδόκιμη ἐπανάληψη παλαιοτέρων ἰσχυρισμῶν τῆς ἐποχῆς τῶν ἐχθροπραξιῶν καί τῆς πολεμικῆς; Ποιούς ἐπιθυμει νά ἐντυπωσιάσει καί νά δημιουργήσει αἰσθήματα ἀγῶνος καί ἀμύνης γιά τήν ὑπεράσπιση καί προστασία τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία δῆθεν κινδυνεύει ἄμεσα ἀπό τόν Καθολικισμό; Προωθοῦνται μέ αὐτήν τήν κινδυνολογία οἱ ἀγαθές σχέσεις μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου καί τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας  γιά τό ἱερόν αἴτημα τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ἤ ἡ δημιουργία μιᾶς διμεροῦς «Συμμαχίας» μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, τήν ὁποία κατά τῶν Προτεσταντῶν ἐπιδιώκει καί διακηρύσσει παντοῦ ὁ Σεβασμιώτατος Ἱλαρίων; Προξενεῖ ἄλγος αὐτή ἡ φτηνή ἐπιχειρηματολογία σέ ὅλους ὅσους ἀγωνίζονται γιά τήν πραγματοποίηση τῆς ἐπιθυμίας τοῦ Χριστοῦ «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν». Αὐτά καί ἄλλες πρωτοβουλίες καί παρεμβάσεις του, καταστρατηγοῦν καί τόν ἐπίσημο δύσκολο Θεολογικό Διάλογο τῶν δύο ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν μας, στόν ὁποῖο εἶναι (ἦταν;) μέλος ὡς ἕνας Ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας του.
Τά εἶπε αὐτά ὅλα ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Ἰλαρίων καί στόν Πάπα Ρώμης Φραγκῖσκο κατά τήν τελευταία προσωπική των συνάντηση; Ἀναφέρει τόν «κίνδυνο» αὐτό ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδόξου καί στήν Καθολική Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Φριβούργου τῆς Ἑλβετίας, στήν ὁποία ὑπέβαλε Διατριβή καί ἔγινε Ὑφηγητής (2005) καί τιτουλάριος καθηγητής (2011); (Γεγονός, τό ὁποῖο θεωρῶ πολύ θετικό, ὅμως μέ εἰλικρινεῖς συνέπειες).
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά ἐπιθυμῶ να τονίσω, ὅτι καλῶς το Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖον καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἀνταποκρινόμενος στην ἐπιθυμία καί  κατεπανάληψη αἴτηση τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθοδοξίας τόσον προς το Πατριαρχεῖον Μόσχας ὅσον καί προς το Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖον, ἀποφάσισεν ὡς ἁρμόδια Ἐκκλησιαστική Ἀρχή για την παραχώρηση τῆς ἐλευθερίας καί τῆς Αὐτοκεφαλίας στην Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας. Ὄχι προς ἰδιο συμφέρον, ἐφόσον μετά την χειραφέτηση καί την παραχώρηση τοῦ Αὐτοκεφάλου θα ὑπάρξει πλήρης διοικητική καί ἐκκλησιαστική ἀνεξαρτησία, ὅπως καί σε ὅλες τις Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες, δηλ. χωρίς να ἀναμυγνύεται αὐθαίρετα στα ἐσωτερικά προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς. Αὐτό δεν εἶναι Παπισμός εἶναι ὑπεύθυνη καί  χρήσιμη διακονία. Καί ὡς ποιά ἐκκλησιαστική Αὐθεντία δηλώνει ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἰλαρίων ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ἡ νέα Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας θά εἶναι ὁπωσδήποτε σχισματική;  Διότι ἀμφισβητεῖ τό δικαίωμα τοῦ ἐκκλήτου καί ὡς ἐκ τούτου καί διότι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖον κατόπιν ἐκκλήσεως τῶν ἀπό τήν Μόσχα καταδικασθέντων ἦρε τήν καταδίκην; Το «έκκλητο», διαπιστώνει καί ὁ π. Γεώργιος Τσέτσης σέ ἄλλη περίπτωση, οὔτε Φαναριωτικῆς ἐμπνεύσεως «κατασκεύασμα» εἶναι, οὔτε δέ ἀσκεῖται προκειμένου νά προβληθεῖ τό γόητρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί ἐπεκταθοῦν τά «λεγόμενα κυριαρχικά του δικαιώματα». Τό «ἔκκλητο» εἶναι ἕνα θεσμικό προνόμιο, τό ὁποῖο παρεχώρησε στήν Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ἡ Δ΄ Οἰκουμενκή Σύνοδος (451), μέ τούς 9ον  καί 17ο κανόνας της, προκειμένου ἡ Πρώτη τῆς Ορθοδοξίας Καθέδρα νά ἀποφαίνεται τελεσίδικα ὁσάκις ἀναφύονται διαφορές μεταξύ Ἑπισκόπων καί τῆς προϊσταμένης ἐκκλησιαστικῆς τους Ἀρχῆς (τήν ἐποχή ἐκείνη τῶν Ἐξάρχων καί τῶν Μητροπολιτῶν), καί  νά ρυθμίζει ἔκτακτες ἀνάγκες καί καταστάσεις. Καθώς ἀποφαίνεται ὁ σχολιαστής τῶν Ἱ. Κανόνων Ματθαῖος Βλάσταρις, «τῷ Κωνσταντινουπόλεως προέδρῳ, ἔξεστι καί τάς ἐν τοῖς ἄλλοις θρόνοις γινομένας ἀμφισβητήσεις ἐπιτηρείν καί διορθοῦσθαι καί πέρας ἐπιτιθέναι ταῖς κρίσεσιν». (βλ. Ράλλη Ποτλή, Σύνταγμα, Τόμος Στ΄, σελ. 429). Καί ὁ Ἀριστηνός ἑρμηνεύων τον 9ο  Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου διαπιστώνει: «Ἀλλά καί ἐπίσκοπος ἤ κληρικός, ἤ κατά μητροπολίτου ἔχει τινά ὑπόθεσιν, ἤ παρά τῷ ἐξάρχῳ τῆς διοικήσεως, ἤτοι τῷ πατριάρχῃ, ὑφ’ ὅν τελοῦσιν οἱ τῶν ἐπαρχιῶν ἐκείνων μητροπολῖται, δικάζεσθαι, ἤ παρά τῷ πατριάρχῃ Κωνσταντινουπόλεως, ὅπερ προοίμιον οὐδενί τῶν ἄλλων πατριαρχῶν ἐδόθη, οὔτε ἀπό τῶν κανόνων, οὔτε ἀπό τῶν νόμων, τό δικάζεσθαι μητροπολίτην τελοῦντα ὑφ’ ἕτερον πατριάρχην παρά πατριάρχῃ ἑτέρῳ, εἰ μή μόνῳ τῷ Κωνσταντινουπόλεως.» (Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα… Τόμος Β΄, σελ.240). Γιά τά δικαιώματα αὐτά ἀνάφερε ὁ γνωστός καθηγητής Ἰωάνης Μέγεντορφ τά ἑξῆς: «Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἔχει τό δικαίωμα τῶν πρωτοβουλιῶν, τό ὁποῖον τοῦ ἀναγνωρίζουν καί οἱ ἄλλοι Πατριάρχες γιά τά κοινά θέματα. Ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος παρεχώρησε στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό ἐξαιρετικό δικαίωμα (Κανών 17) νά δέχεται καί ἐκκλήσεις γιά περιπτώσεις πού ἔχουν δικασθῆ στίς διάφορες τοπικές Ἐκκλησίες». (J. Mayendorf, Die Orthodoxe Kirche gestern und heute, Salzburg 1963, 165)  Καί ὁ ρωμαιοκαθολικός θεολόγος Carl Joseph von Hefele, ὁ ὁποῖος συνέγραψε την μνημειώδη Ἱστορία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διαπιστώνει, ὅτι «οἱ Κανόνες 9 καί 17 τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι παραχωροῦν στόν ἐπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τελείως ἰδιαίτερα δικαιώματα, πρέπει νά θεωροῦνται ὡς εἰσαγωγή καί προετοιμασία καί γιά τόν 28ο Κανόνα. Οἱ Κανόνες αὐτοί γίνονται κατανοητοί, ἐφ’ ὅσον εἶναι γνωστόν, ὅτι ἡ Ἐνδημοῦσα Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη ἀποτελοῦσε ἤδη στήν πράξη πρό πολλοῦ μία δικαστική Ἀρχή, ἡ ὁποία ἐκδίκαζε ὑποθέσεις καί ἐπισκόπων καί ἐκτός τῆς δικαιοδοσίας τῶν Ἐξάρχων των». (Carl Josef Hefele, Conciliengeschichte nach den Quellen bearbeitet, Bd II, Freiburg in Br. 1875, 535.)
Για τον  ρόλο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στην καθόλου Ὀρθοδοξία ἴδε: Grigorios Larentzakis, Das Ökumenische Patriarchat von Konstantinopel. Seine gesamtorthodoxen Aufgaben, Kathpress Sonderpublikation Nr. 2/2007. Τοῦ Ἰδίου, Die Strukturen der Orthodoxen Kirche und das Ökumenische Patriarchat von Konstantinopel. Seine gesamtorthodoxen Aufgaben, in: Una Sancta 2008, 207-224.
Καί κάτι  για τους Οὐνῖτες τῆς Οὐκρανίας: Ἐδῶ θέλω να ἐπαναλάβω καίτην εὐχήν μου ὅπως την εἶχα διατυπώσει καί παλαιότερα ὅτι θά ἦτανπράγματι ἕνα τεράστιο οἰκουμενικό βῆμα καί θα ἀποδείκνυε καί  τόλμη τοῦΠάπα Ρώμης Φραγκίσκουγια μια δυναμική προώθηση καί οὐσιαστικήπρόοδο τοῦ οἰκουμενικοῦ αἰτήματος προς ἀποκατάσταση τῆς πλήρουςἐκκλησιαστικῆς Κοινωνίας, ἐάν ἐχειραφετοῦντο καί οἱ «Ἑλληνο-καθολικοί», δηλ. οἱ Οὐνῖτες τῆς Οὐκρανίας, ὅπως ἄλλωστε τό ἔχουνζητήσει οἱ ἴδιοι καί παλαιότερον γραπτῶς ἀπό το Βατικανόν, καί ὅλοι μαζίμε την ἀνατολική πνευματικότητα καί παράδοση καί ἀποτελοῦσανπράγματι την μία καί ἑνιαία Αὐτοκέφαλη Ἀδελφή Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆςΟὐκρανίας. Τό γεγονός αὐτό θά ἀποτελοῦσε τεράστιον ἱστορικό γεγονός. Γιατί ὄχι;
Πρός τό παρόν θά ἦτο ἐπίσης εὐχῆς ἔργον, ἐάν τό Πατριαρχεῖον Μόσχας συναινοῦσε γιά τήν Αὐτοκεφαλία τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας καί μέ σύμφωνο γνώμη ἀποδεχόταν τήν πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς παραχωρήσεως τῆς Αὐτοκεφαλίας αὐτῆς μέ τήν ἔκδοση τοῦ σχετικοῦ Τόμου, ὅπως ἔπραξε καί παλαιότερα γιά τήν δική του Αὐτοκεφαλία. Θά ἦταν ἐπίσης εὐχῆς ἔργον νά ἐνθαρρυνθοῦν καί οἱ Ἀρχιερεῖς ὑπό τόν Μητροπολίτην Ὀνούφριον γιά νά στηριχθεῖ καί ἐκεῖνος ἐλεύθερος γιά νά μπορέσουν ὅλοι μαζί ἀπό κοινοῦ συνεργαζόμενοι μέ ὁλόκληρη τήν Ἱεραρχία τῆς Οὐκρανίας νά ὁριμάσει ἡ σκέψη καί ἡ πεποίθηση τῆς δημιουργίας μιᾶς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μέ τόν σχετικό Τόμο καί κατόπιν μέ τήν εὐλογία καί ἐπιδοκιμασία ὁλοκλήρου τῆς Ὀρθοδοξίας γιά νά ἀποτελέσουν πράγματι μία ἑνιαία, ἐλεύθερη, ἀνεξάρτητη διοικητικά Αὐτοκέφαλη Ἀδελφή Ἐκκλησία, ὅπως ἄλλωστε τό εἶχαν ζητήσει καί οἱ ἴδιοι παλαιότερα γραπτῶς. Χαρά μετά χαιρόντων. Ὄχι 14, ἀλλά 15 Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἀδελφές Ἐκκλησίες σέ πλήρη ἐκκλησιαστική καί μυστηριακή Κοινωνία καί πλήρη ἑνότητα στήν αὐτή πίστη. Ὁ Τόμος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου δέν διεκδικεῖ, ἀλλά διακονεῖ. Τό κέρδος καί ἡ ὑπόληψη γιά τήν καθόλου Ὀρθοδοξία ὅτι δύναται νά ἐπιλύει καί τά δυσκολώτερα τῶν προβλημάτων της, ἀλλά καί γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας θά ἦσαν ἀνυπολόγιστα, διότι θεμέλιο καί βάση τῆς θετικῆς αὐτῆς ἐξελίξεως θά ἦταν ἡ ἀγάπη, ἡ κατανόηση καί ἡ ἀδελφωσύνη καί ὄχι οἱ ἀπαιτήσεις ἐπικυριαρχίας καί κατοχυρώσεως δυνάμεως.
Ἡ ἐπαναφορά στήν μνήμη ὅλων, ἀσφαλῶς καί στό Πατριαρχεῖο Μόσχας, ὅσων ἐλέχθησαν καί ἔγιναν κατά τήν ἐπίσκεψη τοῦ Πατριάρχου Μόσχας Ἀλεξίου τοῦ Α΄ τά Χριστούγεννα τοῦ1960 στήν Κωνσταντινούπολη, τήν ἕδρα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, καί ἡ προσφορά τοῦ δώρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου καί τοῦ Δίσκου πρός συμβολική ἔκφραση τῆς μυστηριακῆς καί τῆς εὐχαριστιακῆς Κοινωνίας τῶν δύο Ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν, θά ἄνοιγε καί πάλι τόν δρόμο πρός καταλλαγή καί ἑνότητα στούς κόλπους τῆς Καθόλου Ὀρθοδοξίας, πρός ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί μυστηριακῆς ἑνότητος καί πρός Δόξαν Θεοῦ.Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά ἐστί παρά τῷ Θεῷ. Ἐλπίδα καί εὐχή μας.