HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

ΣΥΝΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ


Μ. Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗΣ
Καθηγητής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης
Άρχων Προστάτης των Γραμμάτων της Μ.τ.Χ.Ε.

               Να ξεκινήσω από δύο παραδοχές: πρώτον, ότι έπρεπε να λυθεί το χρονίζον εκκλησιαστικό πρόβλημα της Ουκρανίας, και ότι μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε το δικαίωμα, την δικαιοδοσία και την υποχρέωση να το λύσει. Και δεύτερον ότι η λύση που δόθηκε και όπως δόθηκε ήταν η καλύτερη δυνατή θεραπεία μις οξύτατης πνευματικής ασθένειας. Μπορεί να υπάρχουν αντιδράσεις, και είναι φυσικό επειδή το όλο θέμα είχε συνδεθεί με ευρύτερα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά παιχνίδια, ως μη όφειλε. Όμως οι αντιδράσεις αυτές είναι πρόσκαιρες και συνδεμένες με ανθρώπους και συμφέροντα, που συνήθως σαρώνονται από τον ωκεανό της ιστορίας, γι’ αυτό και δεν θα έχουν διάρκεια ή σθένος, ενώ η πράξη της αυτοκεφαλίας, και οι εξ αυτής κανονικές εκκλησιαστικές συνέπειες, θα ίστανται εις τον αιώνα.
               Ας θυμηθούμε ένα απολύτως χαρακτηριστικό παράδειγμα, που λησμονούν ορισμένοι λάβροι τιμητές των πράξεων του Οικουμενικού Θρόνου: λίγο πριν το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης, το 1917, η τσαρική τότε Ρωσία είχε εξαπολύσει την επίθεση του πανσλαβισμού και στο εκκλησιαστικό επίπεδο, ζητώντας να καταπιεί και να αφομοιώσει μονές του Αγίου Όρους και Πατριαρχεία της Ορθόδοξης Ανατολής. Κόντευε να το καταφέρει, τότε όμως ήρθε η παιδαγωγική επίσκεψη του Κυρίου, και η ρωσική Εκκλησία έφτασε σταδιακά στο έσχατο σημείο ταπεινώσεως και κατάπτωσης. Και ως τέτοιο δεν θεωρώ φυσικά το μαρτύριο και το διωγμό, αφού το μαρτύριο αποτελεί το στέμμα της Εκκλησίας και διότι αυτά την ζωντανεύουν και την αναβαπτίζουν στις αρχές τις πίστεως, καθώς η Εκκλησία ως θεανθρώπινο ίδρυμα είναι ακατάλυτη εις τους αιώνας, αλλά την συνεργασία μελών της με τις τότε κρατικές και μυστικές υπηρεσίες για να επιβιώσουν, γεγονός που τους απαξίωσε στη συνείδηση τόσο των Ορθοδόξων, όσο και των χριστιανών όπου γης.
               Και ενώ η χάρη του Θεού και η πίστη και η εμμονή των λαϊκών και κληρικών νεομαρτύρων της Ρωσίας επέτρεψαν την αναγέννηση της Εκκλησίας αυτής, οι ταγοί της ακάθεκτοι προσπαθούν να συνεχίσουν από το σημείο που σταμάτησαν το 1917. Κι αυτό είναι βέβαια ιστορικό λάθος, κατά το ότι δεν μπόρεσαν να διδαχθούν από τα λάθη του παρελθόντος, λάθος που ελπίζω και εύχομαι να μην το πληρώσει αναλόγως με τότε στο εγγύς μέλλον η Ορθοδοξία στη Ρωσία. Γιατί θα είναι «η έσχατη πλάνη χείρων της πρώτης».

                Όπως έχουμε άλλωστε ξαναγράψει, κάποιοι από εκείνους που συμπαρατάσσονται με την θέση της σε σχίσμα τώρα ευρισκόμενης Εκκλησίας της Ρωσίας – αφού διέκοψε εκκλησιαστική κοινωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τον πρωτοκορυφαίο θρόνο της Ορθοδοξίας – δεν το κάνουν από αίσθηση δικαίου ή παραδόσεως, αλλά γιατί με την αφορμή αυτή θέλουν να αντιπαρατεθούν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο για άλλους λόγους. Κυρίως για λόγους επαφών με άλλα δόγματα, με τους Ρωμαιοκαθολικούς κυρίως, και άλλων αναγκαίων διαλόγων και επαφών, που τις θεωρούν ολέθριες και αποφευκτέες. Κι έτσι άλλο τους ενοχλεί, και αλλού κτυπούν, χωρίς να συνειδητοποιούν πόσο κακό προκαλείται από μια τέτοια στάση, και ότι αυτό που εκλαμβάνουν ως εμμονή στην παράδοση στην ουσία είναι άκρατος συντηρητισμός που κάποτε εγγίζει τα όρια του θρησκευτικού φανατισμού.
                Κάποιοι άλλοι πάλι είναι για διαφόρους λόγους δέσμιοι, ή εξυπηρετούν συμφέροντα και βλέψεις. Κάποιοι που έχουν ταυτίσει την επαγγελματική τους ζωή και υπόσταση από τα κέρδη της στάσης που κάθε φορά θα κρατήσουν σε δύσκολα ζητήματα, και οι οποίοι προσπαθούν να επιδρούν στην κοινή γνώμη τεχνηέντως. Δυστυχώς στον εκκλησιαστικό χώρο υπάρχουν και αυτά, είναι όμως ορατά και δια γυμνού οφθαλμού, και οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται. Γι’ αυτό άλλωστε και ο λόγος που αρθρώνουν δεν είναι πειστικός, ούτε από τους στενότερους «αδελφούς» τους, κι έτσι οι ισχυρισμοί τους πέφτουν στο κενό. Το κακό είναι ότι επί του εδάφους των αξιωμάτων τους παρασύρουν και ορισμένους άλλους φωνασκούντες, που μόνον θόρυβο προκαλούν, καθώς κατά κανόνα μιλούν με φανατισμό για πράγματα που δεν γνωρίζουν, και μάλιστα χωρίς να έχουν τα οφέλη όσων τους ποδηγέτησαν.
                Οι περισσότεροι όμως είναι άνθρωποι καλής θελήσεως και πίστεως, που για διάφορους λόγους έχουν παρασυρθεί, αφιλοκερδώς και με αγνά αισθήματα. Και σε αυτούς αξίζει να απευθυνθούμε, καθώς οι άλλοι έχουν ήδη επιλέξει πορεία, και δεν πρόκειται να μεταστραφούν. Σε αυτούς τους ανθρώπους, κληρικούς και λαϊκούς, πρέπει να πούμε ότι χρειάζεται μελέτη και ενημέρωση με ανοιχτή καρδιά και ευρύ πνεύμα, για να γίνει κατανοητή η κατάσταση και να βγει κάποιο συμπέρασμα. Και κυρίως χρειάζεται να υιοθετήσουμε την προοπτική της μακράς κλίμακας, πέρα από τόπους, εθνικά ή άλλα συμφέρονται και ανθρώπους, για να δούμε καθαρά τα πράγματα.
                 Αν το κάνουμε αυτό, θα διαπιστώσουμε ότι η μόνη πραγματικά και επί της ουσίας ορθόδοξη φωνή είναι αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που δεν έχει ποτέ αλλοιώσει το πραγματικό οικουμενικό πνεύμα της Ορθοδοξίας. Κι αν δεν το καταλαβαίνουμε, είναι γιατί προσπαθούμε να εγγράψουμε την Ορθόδοξη Εκκλησία στα όρια των εθνικών σχηματισμών και υπάρξεων, και γι’ αυτό αποτυγχάνουμε να δούμε την πραγματικότητα, πέρα από εθνοφυλετισμούς – έναν όρο που συχνά χρησιμοποιούμε, χωρίς να ξέρουμε ή να αντιλαμβανόμαστε πλήρως.
                Έτσι θα διαπιστώσουμε ότι οι ιεροί κανόνες έχουν πλαστεί για τους ανθρώπους και τη ζωή τους, που όμως εξελίσσεται ανά τους αιώνες και εντάσσεται σε νέα πλαίσια. Και είναι βέβαια γνωστό ότι δεν πλάστηκε ο άνθρωπος για το Σάββατο, αλλά το Σάββατο για τον άνθρωπο, ώστε η όποια στείρα εμμονή στον τύπο να φτάνει στην απώλεια της ουσίας. Διαβάζουμε για παράδειγμα πολλά για συλλειτουργίες και ακοινωνησίες, ωστόσο ας εφαρμόσουμε τον κανόνα «ο κοινωνών ακοινωνήτω ακοινώνητος έστω» σε όσες συλλειτουργίες είδαμε τους τελευταίους μήνες, για να καταλάβουμε πού οδηγεί η ρωσική εμμονή την Ορθοδοξία. Εν προκειμένω πρέπει να πω ότι τιμώ και σέβομαι τόσο τον ρωσικό λαό όσο και την εκκλησιαστική ηγεσία του, πιστεύω όμως ότι η υπερβολική αγάπη για την πατρίδα οδηγεί ενίοτε σε λανθασμένες κινήσεις, των οποίων οι πνευματικές συνέπειες είναι ανυπολόγιστες, καθώς ούτε το εκκλησιαστικό και το πνευματικό συμφέρον εξυπηρετούν, ούτε τους πατριωτικούς σκοπούς θεραπεύουν.
                Ας δούμε λοιπόν την ουκρανική εκκλησιαστική υπόθεση όλοι με ψυχραιμία και νηφαλιότητα και με κριτήρια πνευματικά, και όχι με το πείσμα του παιδιού, και τότε θα διαπιστώσουμε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο έδωσε μια ορθή και σοφή λύση, που αν ακολουθηθεί θα λύσει τα υπάρχοντα προβλήματα. Κι ας σημειωθεί ότι όσοι αντιδρούν, εντός και εκτός των τειχών, προσπαθούν να σχηματίσουν μια πλασματική αντίληψη για τη στήριξη των πιστών προς τις απόψεις τους, ακόμη και με τη μέθοδο της συλλογής υπογραφών.
                 Ας μην βαυκαλίζονται: την άποψη των πιστών για τον Οικουμενικό Θρόνο και τον Πατριάρχη του Γένους ας την αναζητήσουν στα πλήθη που συρρέουν για να πάρουν την ευχή του και στο βλέμμα των πιστών που τον καλωσορίζουν σε κάθε του επίσκεψη. Εκεί θα δουν τι πιστεύει ο κόσμος, και θα καταλάβουν ότι είναι και εκπροσωπούν μικρές μειοψηφίες που πιστεύουν κακώς ότι εκπροσωπούν την γνήσια παράδοση της Εκκλησίας. Για τι την γνήσια ορθόδοξη παράδοση την διαφυλάσσει ο Οικουμενικός Θρόνος, απαλλαγμένη από φανατισμούς και μισαλλοδοξίες, από κατάρες για γραφικές παρουσίες ή ενέργειες, που μόνο θυμηδία προκαλούν. Και είναι αυτή η παράδοση της συνδιαλλαγής, της καταλλαγής, της συνομιλίας και της επαφής, η παράδοση της προσαρμογής στις σύγχρονες συνθήκες, χωρίς ταυτοχρόνως να αλλάξει τίποτε από την ουσία του ευαγγελικού λόγου, από το μήνυμα και τη διδασκαλία του Θεανθρώπου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, του Υιού και Λόγου του Θεού του ζώντος.
             Αυτή την ισορροπία τηρεί ο Οικουμενικός Θρόνος, και στα πλαίσια αυτά δόθηκε και η λύση στο ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα. Και η λύση αυτή θα επιβιώσει των ανθρώπων και των συμφερόντων τους, θα αρθεί πάνω από μικρότητες και μικρονοϊκές θεωρήσεις και θα αποτελέσει την βάση για την εξομάλυνση των συνθηκών και για την μελλοντική ενιαία και αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Τούτο πρέπει να κατανοήσουν οι καλής θελήσεως άνθρωποι, και έτσι θα δικαιώσουν την στάση του Πατριάρχου μας και τις ενέργειές του.
              Και είναι αυτό ακριβώς που φοβούνται όσοι έχουν εξαρτήσει από την διαιώνιση του προβλήματος την παρουσία, την ευημερία, την επιβίωση αλλά και τη αυτοδικαίωσή τους.
Φως Φαναρίου