ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος με
καινούργια του επιστολή θέτει προ των ιστορικών του ευθυνών τον
Πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεόφιλο, ο οποίος, όπως έγραψε χτες Τετάρτη ο
«Ε.Κ.», συγκαλεί «Σύναξη» Προκαθημένων στο Αμμάν της Ιορδανίας
καταλύοντας τα θέσμια και την παράδοση πολλών αιώνων και υποσκάπτοντας
απροσχημάτιστα το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Στη «Σύναξη» την οποία υπό το βάρος της γενικής κατακραυγής σε βάρος του μετονόμασε «αδελφική οικογενειακή συνάντηση» συμμετείχαν μόνο έξι από τις δέκα πέντε συνολικά Ορθόδοξες Εκκλησίες ανά τον κόσμο. Συγκεκριμένα, οι εξής: Πατριάρχες Ιεροσολύμων Θεόφιλος ο οποίος την συγκαλεί, Μόσχας Κύριλλος ο οποίος την επεδίωξε, Βελιγραδίου Ειρηναίος ο οποίος καθοδηγείται από μερίδα Ρωσόφιλων ιεραρχών του. Επίσης, θα συμμετάσχει ο Αρχιεπίσκοπος Τσεχίας και Σλοβακίας Ραντισλάβ, ο οποίος είναι «υποτακτικός» του Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, ενώ το Πατριαρχείο Ρουμανίας και η Εκκλησία Πολωνίας με αντιπροσώπους.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος λέγει στον Ιεροσολύμων Θεόφιλο ότι δυναμιτίζει τα εκκλησιολογικά θεμέλια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, του επισημαίνει πως «τυγχάνει εμφανής, καίτοι ανομολόγητος και εν τοις δυσίν Υμετέροις Γράμμασι, τόσον η ουχί αυτοπροαίρετος διάθεσις Υμών διά την σύγκλησιν μιας, κατά το δυνατόν, πανορθοδόξου συσκέψεως εν Αμμάν της Ιορδανίας, όσον και ο σκοπός αυτής, παρ’ όλην την προσπάθειαν εμφανίσεώς της μετ’ ευρυτέρου δήθεν θεματολογίου. Πέραν του ανιστορήτου και ιεροκανονικώς αμαρτύρου πλαισίου της, μακράν της ευχαριστιακής, αφετηρίας μιας τοιαύτης προσπαθείας, τυγχάνει, ως και προεσημειώσαμεν, όλως προβληματική η εκκίνησις τηλικαύτης διαδικασίας άνευ της στοιχειώδους εξετάσεως του κόστους και του οφέλους του εγχειρήματος εις το Σώμα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».
Σε άλλο σημείο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος λέγει στον Θεόφιλο ότι ανατρέπει τα θέσμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας γράφοντάς του πως «αδυνατούμεν να κατανοήσωμεν ότι η Υμετέρα Μακαριότης παραθεωρεί, ή και αγνοεί, το μέγεθος των αρνητικών απορροιών της εν λόγω πρωτοβουλίας, εμμένουσα εις την αρχικήν σκέψιν περί πραγματοποιήσεως ‘μιας οικογενειακής συναντήσεως’, ήτις μοναδικόν στόχον έχει την ανατροπήν των καλώς εχόντων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία και την αλλοτρίωσιν των Εκκλησιολογικών θεμελίων αυτής».
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος αποκαλύπτει τα κρυπτόμενα πίσω από την «πρωτοβουλία» του Θεόφιλου γράφοντας πως «εν τη προκειμένη ιστορική συγκυρία το επιδιωκόμενον, εάν θέλωμεν να είμεθα αληθείς καθ’ εαυτούς και συνεπείς προς την από Θεού δεδομένην Υμίν τε και ημίν διακονίαν, τυγχάνει η εξυπηρέτησις της πείσμονος αρνήσεως τοπικής τινος Εκκλησίας να συνταυτισθή και να εναρμονισθή προς τα απ’ αιώνος εν τη Ορθοδοξία αποδεκτά, συνεπικουρουμένη, αν μη και ωθουμένη, εις τούτο υπό της πολιτείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Οσον και εάν φαινώμεθα εκ της προχείρου θεωρήσεως του θέματος αυστηροί, ή μετ’ εμμονών, είμεθα απολύτως βέβαιοι ότι κατανοείτε τι το επιδιωκόμενον και ποίαι αι αρνητικαί συνέπειαι διά την καθόλου Εκκλησίαν. Εάν η κατ’ Ανατολάς Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία ενδώση εις τας πιέσεις, τας απειλάς, αλλά και την πραγματιστικήν θεώρησιν των εκκλησιαστικών πραγμάτων, μακράν του ασφαλούς υποβάθρου αυτής, ήτοι της ιεράς και αγίας παραδόσεώς της, τότε η Ορθόδοξος Εκκλησία θα έχη απολέσει την αλήθειαν, καθώς θα έχη εκτραπή εις περιφερειακήν συνιστώσαν του Χριστιανισμού, ήτις θα προσαρμόζηται εις τας καιρικάς απαιτήσεις, άνευ εσχατολογικής προοπτικής».
Παράλληλα, τον εγκαλεί για την σύμπραξή του γράφοντας πως «μετ’ άλγους, όθεν, ου σμικρού διεξερχόμεθα το ζήτημα τούτο, και το άλγος ημών μεγενθύνει, έτι πλέον, η διαφαινομένη σύμπραξις της Υμετέρας Μακαριότητος μετά σκοπών και στόχων βλαπτικών, ουχί μόνον διά την εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν, αλλά και δι’ αυτήν ταύτην την Σιωνίτιδα Εκκλησίαν και συλλήβδην διά την καθόλου Ορθοδοξίαν. Ημείς επιταγήν ηγούμεθα από Κυρίου το ‘κράτει ο έχεις’ (Αποκ. 3, 11) και ου δυνάμεθα, ίνα απομειώσωμεν τας από των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων ανατεθείσας ημίν σταυροσχήμους ευθύνας».
Ο Οικουμενικός λέγει τον Θεόφιλο «μη εντρεπώμεθα να ομολογήσωμεν ότι αι αριθμητικαί υπεροχαί δεν απετέλεσαν ποτέ την πεμπτουσίαν του ορθοδόξου ήθους και ότι το τοιούτον υπάρχει ποιοτικόν, και ουχί ποσοτικόν μέγεθος. Βεβαίως και απασχολεί ημάς πλέον παντός ετέρου το ζήτημα της πανορθοδόξου ενότητος, αλλ’ η Εκκλησία δεν είναι αδόμητον και αθεσμοθέτητον σύνολον. Ενότης άνευ υγιούς βιώσεως του Μυστηρίου της Εκκλησίας καταλήγει εις βαθείαν διαίρεσιν εν τοις πράγμασι».
Εν κατακλείδι τον καλεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων γράφοντας «είμεθα ακλινώς βέβαιοι ότι Αύτη (η Μακαριότης) θέλει αρθή εις το ύψος των περιστάσεων προς αποφυγήν πάσης δυσαρέστου και αρνητικής συνεπείας, επί ζημία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και χαρά των νοερών και αισθητών εχθρών αυτής».
Τονίζεται ότι τα πορίσματα από τη συγκαλούμενη «αδελφική οικογενειακή συνάντηση» του Πατριάρχη Θεόφιλου δεν θα έχουν κανένα κύρος και ισχύ.
Στη «Σύναξη» την οποία υπό το βάρος της γενικής κατακραυγής σε βάρος του μετονόμασε «αδελφική οικογενειακή συνάντηση» συμμετείχαν μόνο έξι από τις δέκα πέντε συνολικά Ορθόδοξες Εκκλησίες ανά τον κόσμο. Συγκεκριμένα, οι εξής: Πατριάρχες Ιεροσολύμων Θεόφιλος ο οποίος την συγκαλεί, Μόσχας Κύριλλος ο οποίος την επεδίωξε, Βελιγραδίου Ειρηναίος ο οποίος καθοδηγείται από μερίδα Ρωσόφιλων ιεραρχών του. Επίσης, θα συμμετάσχει ο Αρχιεπίσκοπος Τσεχίας και Σλοβακίας Ραντισλάβ, ο οποίος είναι «υποτακτικός» του Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, ενώ το Πατριαρχείο Ρουμανίας και η Εκκλησία Πολωνίας με αντιπροσώπους.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος λέγει στον Ιεροσολύμων Θεόφιλο ότι δυναμιτίζει τα εκκλησιολογικά θεμέλια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Συγκεκριμένα, του επισημαίνει πως «τυγχάνει εμφανής, καίτοι ανομολόγητος και εν τοις δυσίν Υμετέροις Γράμμασι, τόσον η ουχί αυτοπροαίρετος διάθεσις Υμών διά την σύγκλησιν μιας, κατά το δυνατόν, πανορθοδόξου συσκέψεως εν Αμμάν της Ιορδανίας, όσον και ο σκοπός αυτής, παρ’ όλην την προσπάθειαν εμφανίσεώς της μετ’ ευρυτέρου δήθεν θεματολογίου. Πέραν του ανιστορήτου και ιεροκανονικώς αμαρτύρου πλαισίου της, μακράν της ευχαριστιακής, αφετηρίας μιας τοιαύτης προσπαθείας, τυγχάνει, ως και προεσημειώσαμεν, όλως προβληματική η εκκίνησις τηλικαύτης διαδικασίας άνευ της στοιχειώδους εξετάσεως του κόστους και του οφέλους του εγχειρήματος εις το Σώμα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».
Σε άλλο σημείο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος λέγει στον Θεόφιλο ότι ανατρέπει τα θέσμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας γράφοντάς του πως «αδυνατούμεν να κατανοήσωμεν ότι η Υμετέρα Μακαριότης παραθεωρεί, ή και αγνοεί, το μέγεθος των αρνητικών απορροιών της εν λόγω πρωτοβουλίας, εμμένουσα εις την αρχικήν σκέψιν περί πραγματοποιήσεως ‘μιας οικογενειακής συναντήσεως’, ήτις μοναδικόν στόχον έχει την ανατροπήν των καλώς εχόντων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία και την αλλοτρίωσιν των Εκκλησιολογικών θεμελίων αυτής».
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος αποκαλύπτει τα κρυπτόμενα πίσω από την «πρωτοβουλία» του Θεόφιλου γράφοντας πως «εν τη προκειμένη ιστορική συγκυρία το επιδιωκόμενον, εάν θέλωμεν να είμεθα αληθείς καθ’ εαυτούς και συνεπείς προς την από Θεού δεδομένην Υμίν τε και ημίν διακονίαν, τυγχάνει η εξυπηρέτησις της πείσμονος αρνήσεως τοπικής τινος Εκκλησίας να συνταυτισθή και να εναρμονισθή προς τα απ’ αιώνος εν τη Ορθοδοξία αποδεκτά, συνεπικουρουμένη, αν μη και ωθουμένη, εις τούτο υπό της πολιτείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Οσον και εάν φαινώμεθα εκ της προχείρου θεωρήσεως του θέματος αυστηροί, ή μετ’ εμμονών, είμεθα απολύτως βέβαιοι ότι κατανοείτε τι το επιδιωκόμενον και ποίαι αι αρνητικαί συνέπειαι διά την καθόλου Εκκλησίαν. Εάν η κατ’ Ανατολάς Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία ενδώση εις τας πιέσεις, τας απειλάς, αλλά και την πραγματιστικήν θεώρησιν των εκκλησιαστικών πραγμάτων, μακράν του ασφαλούς υποβάθρου αυτής, ήτοι της ιεράς και αγίας παραδόσεώς της, τότε η Ορθόδοξος Εκκλησία θα έχη απολέσει την αλήθειαν, καθώς θα έχη εκτραπή εις περιφερειακήν συνιστώσαν του Χριστιανισμού, ήτις θα προσαρμόζηται εις τας καιρικάς απαιτήσεις, άνευ εσχατολογικής προοπτικής».
Παράλληλα, τον εγκαλεί για την σύμπραξή του γράφοντας πως «μετ’ άλγους, όθεν, ου σμικρού διεξερχόμεθα το ζήτημα τούτο, και το άλγος ημών μεγενθύνει, έτι πλέον, η διαφαινομένη σύμπραξις της Υμετέρας Μακαριότητος μετά σκοπών και στόχων βλαπτικών, ουχί μόνον διά την εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν, αλλά και δι’ αυτήν ταύτην την Σιωνίτιδα Εκκλησίαν και συλλήβδην διά την καθόλου Ορθοδοξίαν. Ημείς επιταγήν ηγούμεθα από Κυρίου το ‘κράτει ο έχεις’ (Αποκ. 3, 11) και ου δυνάμεθα, ίνα απομειώσωμεν τας από των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων ανατεθείσας ημίν σταυροσχήμους ευθύνας».
Ο Οικουμενικός λέγει τον Θεόφιλο «μη εντρεπώμεθα να ομολογήσωμεν ότι αι αριθμητικαί υπεροχαί δεν απετέλεσαν ποτέ την πεμπτουσίαν του ορθοδόξου ήθους και ότι το τοιούτον υπάρχει ποιοτικόν, και ουχί ποσοτικόν μέγεθος. Βεβαίως και απασχολεί ημάς πλέον παντός ετέρου το ζήτημα της πανορθοδόξου ενότητος, αλλ’ η Εκκλησία δεν είναι αδόμητον και αθεσμοθέτητον σύνολον. Ενότης άνευ υγιούς βιώσεως του Μυστηρίου της Εκκλησίας καταλήγει εις βαθείαν διαίρεσιν εν τοις πράγμασι».
Εν κατακλείδι τον καλεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων γράφοντας «είμεθα ακλινώς βέβαιοι ότι Αύτη (η Μακαριότης) θέλει αρθή εις το ύψος των περιστάσεων προς αποφυγήν πάσης δυσαρέστου και αρνητικής συνεπείας, επί ζημία της Ορθοδόξου Εκκλησίας και χαρά των νοερών και αισθητών εχθρών αυτής».
Τονίζεται ότι τα πορίσματα από τη συγκαλούμενη «αδελφική οικογενειακή συνάντηση» του Πατριάρχη Θεόφιλου δεν θα έχουν κανένα κύρος και ισχύ.