HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2022

Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ

Δέσπω Λιάλιου, Professor emeritus of Aristotle University of Thessaloniki,
Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019 (Αριθμ. 8Ν)

Α. 1. Η εορτή του Ευαγγελισμού είναι από εκείνες τις εορτές με Προεόρτια, κυρίως εορτή και μεθέορτη την επόμενη μέρα, κατά την οποία εορτάζεται η Σύναξη του συνεργούντος αγίου προσώπου, ή των συνεργούντων αγίων προσώπων. Στην περίπτωση του Ευαγγελισμού, μετά τη διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου το 1923, έχουμε Απόδοση της εορτής κατά τον Εσπερινό της κύριας ημέρας και την επομένη τη Σύναξη του Αρχάγγελου Γαβριήλ, καθώς πάντοτε πέφτουν, με όποια διακύμανση της εορτής του Πάσχα, μετά την Κυριακή των Απόκρεω. Ως εκ τούτου τα Προεόρτια και η Σύναξη του Αρχάγγελου Γαβριήλ συνθέτουν και στοιχεία από τα προβλεπόμενα στα καθέκαστα του Τριωδίου, όπως εφέτος που στα Προεόρτια αντί τις Καταβασίες «Θαλάσσης τὸ ἐρυθραῖον πέλαγος...», λέγονται οι Καταβασίες της Θεοτόκου «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου...», ή για τη Σύναξη του Αρχάγγελου Γαβριήλ ακολουθείται η τάξη των καθημερινών της Μεγάλης Τεσσαρακοσρτής, ενώ η ακολουθία της κύριας εορτής γίνεται μόνο κατά τα προβλεπόμενα από το Μηναίο με τη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
2. α. Η εορτή του Ευαγγελισμού αποτελεί τη λειτουργική και ερμηνευτική συνέχεια της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Ναό. Εξάλλου, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου ενεργείται εν εαυτή ως του παλατίου του νέου Ισραήλ, κατά τη μνηστεία της Θεοτόκου με τον Ιωσήφ, γι᾽ αυτό ο Ευαγγελιστής Ματθαίος σημειώνει: Ματθ. α´, 18-24: «18 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γένεσις οὕτως ἦν· μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ἁγίου. 19 Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾽ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου, τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ πνεύματός ἐστιν ἁγίου· 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν, αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23 Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Μεθ᾽ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱόν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν».
β. Στην Ορθόδοξη εικονογραφία η παράσταση του Ευαγγελισμού με την Παναγία ένθρονη έμπροσθεν μόνου βημοθύρου, ή σε όρθια στάση κατά νηπτική κλίση του σώματος και της κεφαλής, με όπισθεν αυτής και άνω της καταπετάσματος, παραπέμπει στο Προφητικό Ανάγνωσμα εκ του Ιεζεκιήλ περί του καταπετάσματος και της αδιοδεύτου ανατολικής πύλης. Το Θεοφανικό γεγονός επισημαίνεται με την παράσταση του Προφητικού δακτύλου του Θεού, φυσικού συμβόλου, που αποδίδεται με ακτίνα προδηλουμένου φωτός επί της κεφαλής της, ενώ η ενασχόλησή της με τον πόκο, σαφώς παραπέμπει στην προτύπωσή της ως πόκου (βλέπε Υποσημείωση). Κατά ταύτα, και πάλι και εν παρενθέσει επαναλαμβάνω αυτολεξεί ό, τι επεσήμανα κατά την ερμηνεία της εορτής των Εισοδίων (Αριθμ. 53, 21 Νοεμβρίου 2018), προς απαλοιφή διανοητικών μυθευμάτων και κοινωνιολογικών τερατουργημάτων: «Για να αντιληφθούμε ένα βασικό στοιχείο της υμνολογίας, η οποία δίνει μία εικόνα της ζωής της Παναγίας, ιδίως κατά την Είσοδό της στο Ναό, πρέπει να λάβουμε ως προϋπόθεση όλη την ερμηνευτική που ακολούθησε στη μεταποστολική περίοδο, την κυρηγματική πράξη των Πατέρων της Εκκλησίας, που επέμειναν στην ενότητα των θεοφανικών γεγονότων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, στην ερμηνεία των εξαγγελιών και των εκπληρώσεων, σ᾽ αυτό που λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα τύπος, παραστατικές εικόνες, σκιά, δηλαδή μία εικόνα παραβολική, και αλήθεια, εκπληρουμένη στο πρόσωπο του Χριστού, αποκαλυφθέντος καταρχάς στο στενό οικογενειακό του κύκλο, με εξαίρετη θέση αυτή της Υπεραγίας Θεοτόκου, των γονέων της, της Ελισάβετ και του Ζαχαρία και του υιού αυτών Ιωάννη του Προδρόμου, οι οποίοι ήσαν οι φορείς της Προφητικής παραδόσεως του Ισραήλ. Μόνο, αν έχουμε υπόψη μας όλη αυτήν την ενότητα της παραδόσεως, αντιστοιχίας θεοφανικών γεγονότων Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, καθίσταται κατανοητή η υμνολογική ερμηνευτική της Εκκλησίας για γεγονότα της αγίας ζωής της Υπεραγίας Θεοτόκου, που δεν καταγράφονται λεπτομερειακά στην Καινή Διαθήκη, αλλά συμπληρώνονται διά των εξαγγελιών υπό των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και εν συνεχεία αντιστοίχησης στα πρόσωπα της Καινής Διαθήκης, μία μέθοδο που την εφήρμοσε στό κήρυγμά του ο Χριστός, ώστε να τον αναγνωρίσει ο Ισραήλ και ο ὄχλος, όλοι οι άνθρωποι αδιακρίτως φυλετικής καταγωγής, ότι είναι ο ίδιος ο Θεός Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ, ως Νέος Αδάμ και η Παναγία ως Νέα Εύα. Σημειώνω όλα αυτά, για να μην παγιδευόμαστε από την παραφιλολογία της λεγόμενης απόκρυφης γραμματείας, η οποία προβάλλεται προς αμφισβήτηση της παρουσίας της Θεοτόκου στο μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως. Η απόκρυφη γραμματεία προήλθε από αποκλίνοντες χριστιανούς, που ήθελαν να ερμηνεύσουν την παράδοση της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης κατά τη δική τους γνώμη και κατά τις προσωπικές τους πεποιθήσεις, στο περιθώριο της εκκλησιαστικής κοινότητας».
γ. Η λειτουργική ενότητα Ευαγγελισμού και Εισοδίων εκφαίνεται με τα Απολυτίκια των δύο εορτών, κατά τα οποία σε μία συνέχεια των Προφητικών εξαγγελιών τα Εισόδια είναι το προοίμιο, η προκήρυξη, η εξαγγελία της ανακεφαλαιώσεως του Μυστηρίου της υπέρ ημών Θείας Οικονομίας, ενώ ο Ευαγγελισμός είναι το κεφάλαιο, η φανέρωση (ἦχος δ´: «Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον, καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ, τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται, καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις», ἦχος δ´: «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον, καί τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται, καί Γαβριήλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ»). Εξάλλου, οι δύο εορτές συνέχονται από το αυτό Προφητικό Ανάγνωσμα από τον Ιεζεκιήλ, κεφ. 43, 27-44,14, τρίτο στη σειρά στον Εσπερινό των Εισοδίων, δεύτερο στη σειρά στον Εσπερινό του Ευαγγελισμού, καθώς το τρίτο Προφητικό Ανάγνωσμα του Ευαγγελισμού από το βιβλίο των Παροιμιών, κεφ. 9, 1-11, «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά... τούτῳ γὰρ τῷ τρόπῳ πολὺν ζήσεις χρόνον, καὶ προστεθήσεταί σοι ἔτη ζωῆς», προκαταγγέλλει τον άληκτο χρόνο της ημέρας της «ὀγδόης καὶ ἐπέκεινα», θέτοντας την προδήλως ευχαριστιακή προτροπή «Ἔλθετε, φάγετε τὸν ἐμὸν ἄρτον, καὶ πίετε οἶνον, ὃν κεκέρακα ὑμῖν», που συνιστά ευθύ προχειρισμό των Παθών και του Μυστικού Δείπνου.
δ. Ως προς το τρήμερο της εορτής του Ευαγγελισμού επισημαίνεται ότι με την υμνολογία και τον Προεόρτιο Κανόνα σχεδόν καταγράφονται όλες οι προτυπώσεις και εξαγγελίες της Παρθένου Μαρίας ως της μόνης Θεοτόκου, στην κυρίως εορτή οι εξαγγελίες επικεντρώνονται στον Προφητικώς εξαγγελθέντα καί ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού Πατρός, ενώ ο Κανών της Συνάξεως καταγράφει το έργο του Αρχάγγελου Γαβριήλ, προς διάκριση του άκτιστου και απερινόητου έργου του Λόγου του Θεού Πατρός εν ευδοκία Πατρός και συμπαρομαρτούντος του Αγίου Πνεύματος, από το έργο και τις ενέργειες των κτιστών όντων. Ο δια της Ενανθρωπήσεως του Λόγου δωρηθείς ανακαινισμός αφορά σε όλο το ανθρώπινο γένος, από Αδάμ και Εύας, ενώ η άρση του προπατορικού αμαρτήματος διενεργείται εξ άκρας συλλήψεως στην Παναγία, και δεν τίθεται περαιτέρω θέμα συζητήσεως, καθώς γι᾽ αυτό, εξάλλου, είναι Θεοτόκος και αναφέρεται λειτουργικά «εξαιρέτως».
Β. 1. Πρέπει πάντα να έχουμε κατά νουν ότι και κατά τις Θεομητορικές εορτές το κεντρικό πρόσωπο είναι ο Ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μία αυτονομημένη εορτή, αφού στο πρόσωπο της Παναγίας συνοψίζεται η κατάφαση του ανθρωπίνου γένους στην αποδοχή της φιλανθρωπίας του Θεού. Αυτός που προσφέρει, όμως, τον ανακαινισμό είναι ο ίδιος ο Θεός, αποκαλυπτόμενος στη δημιουργία και σ᾽ όλη την πορεία, την ιστορία, του ανθρώπου. Γι᾽ αυτό, εξάλλου, εάν ο Ευαγγελισμός «πέφτει» καθημερινή κατά τη Σαρακοστή τελείται Θεία Λειτουργία και όχι Προηγιασμένη. Η εορτή του Ευαγγελισμού συνδέεται επιπλέον με τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου (Ἀκάθιστος Ὕμνος), που είναι μέρος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ως απτή απόδειξη και ομολογία της Θείας Οικονομίας του Υιού. Η παρουσία, δηλαδή, της Παναγίας πιστοποιεί, βεβαιώνει, το γεγονός της Ενανθρωπήσεως, γι᾽ αυτό δύο θέματα της ερμηνείας των άρθρων του Συμβόλου της Πίστεως είναι η αποδοχή του όρου Θεοτόκος και η δυνατότητα εξεικονισμού του προσώπου του Χριστού ως Ενανθρωπήσαντος Λόγου, ως του ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ, ομολογουμένου ως του προαιωνίου Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός, ασάρκου φανερωθέντος στους Προφήτες, ενσάκου διά της Ενανθρωπήσεως στους Αποστόλους, του αυτού και Πνευματικώς ορωμένου εν τη Πεντηκοστή και Πνευματικώς μετεχομένου εν τη Θεία Λειτουργία, ως συμπαρεκτεινόμενη Πεντηκοστή, του αυτού δε και αναμενομένου εν τη κρίσει. Πρόκειται για τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων Γ´- Ζ´, μιας μακράς ερμηνευτικής περιόδου της Εκκλησίας, κατά την οποία ανθοφόρησε παράλληλα και η υμνολογική λατρευτική ερμηνευτική της Εκκλησίας.
Γ. Και πάλι τα Αναγνώσματα του Ευαγγελισμού βρίσκονται σε νοηματική ενότητα με αναφορὰ στη μαρτυρία του Πατριάρχη Αβραάμ στο Αποστολικό Ανάγνωσμα («ἀλλὰ σπέρματος Ἀβραὰμ ἐπιλαμβάνεται»), και την αναφορά του «οἴκου» Δαυῒδ και Ιακώβ στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, δηλαδή, παρέχεται η κοινή μαρτυρία των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, στους οποίους ο Λόγος αποκαλύπτεται άσαρκος. Η αναφορά του Αβραάμ στο Αποστολικό Ανάγνωσμα καταδεικνύει ότι η προσφερόμενη δωρεά αφορά σ᾽ όλον τον παλαιό Ισραήλ, αφού ο Αβραάμ είναι ο δεξάμενος πρώτος την αποκάλυψη του άσαρκου Λόγου (έξοδος από τη γη και τη συγγένειά του, η θυσία και η φιλοξενία ως τύποι της Θ. Ευχαριστίας), ενώ οι Προφήτες της Ευαγγελικής Περικοπής πιστοποιούν τη διαρκή παρουσία του Λόγου στο λαό του Ισραήλ από τον Ιακώβ μέχρι το Δαυΐδ, που είναι ο προφητάναξ που συγκρότησε τον Ισραήλ με κέντρο την Ιερουσαλήμ και γι᾽ αυτό φέρεται ως προφητικός τύπος του Χριστού. Εξάλλου στο τέλος της Αποκαλύψεως λέγεται στον Ευαγγελιστή Ιωάννη: «Ἐγὼ Ἰησοῦς ἔπεμψα τὸν ἄγγελόν μου μαρτυρῆσαι ὑμῖν ταῦτα ἐπὶ ταῖς ἐκκλησίαις. ἐγώ εἰμι ἡ ῥίζα καὶ τὸ γένος Δαυΐδ, ὁ ἀστὴρ ὁ λαμπρὸς ὁ πρωϊνός». Ένας, λοιπόν, και ο αυτός είναι ο άσαρκος και ο ένσαρκος Λόγος, στην αποκάλυψη του οποίου η Παναγία καταφάσκει, ως Νέα Εύα και Ζωοδόχος Πηγή, να διακονήσει το μυστήριο της Θείας ενσάρκου Οικονομίας, αποδεχόμενη μετά από προετοιμασία να καρποφορήσει Πνευματικώς το Δημιουργό και ανακαινιστή του σύμπαντος κόσμου, πορευόμενο στο Πάθος και την Ανάσταση, «δι᾽ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν», όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως.
Δ. Η μετάφραση της Βιβλικής Εταιρείας ως προς την έκφραση: «ἐν ᾧ γὰρ πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς»= «Ἔτσι, ἐπειδή ὁ ἴδιος ὑπέφερε καί δοκιμάσθηκε», είναι μάλλον ανακριβής, γιατί η δατύπωση «ἐν ᾧ» δεν μου φαίνεται συμπερασματική, «έτσι», το «ἐν ᾧ» είναι εμπρόθετη δοτική χαριστική, που σημαίνει: Επειδή για χάρη αυτού του λαού έχει πάθει δοκιμαζόμενος, γίνεται νά βοηθήσει αὐτούς πού δοκιμάζονται, πράγμα που συνάδει με τη διατύπωση του Συμβόλου της Πίστεως «δι᾽ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν» και με όλη την ερμηνευτική πατερική παράδοση του «ἑκουσίως» της Θείας Ενανθρωπήσεως.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ περί πόκου: Κανὼν α´ Προεόρτιος, ὠδὴ γ´, ἦχος δ´: «Ὁ θεῖος πόκος, ἑτοιμάζου, Παρθένε ἀμόλυντε· ἐπὶ σὲ γὰρ ὁ Θεός, ὡς ὑετὸς καταβήσεται, ξηρᾶναι τὰ ῥεύματα, τῆς παραβάσεως». Πρβλ. Κανόνα α´, ὠδὴ θ´, ἦχος δ´, τροπάριο ε´, της εορτής: « Δανιὴλ σε ὄρος καλεῖ νοητόν· Γεννήτριαν Θεοῦ ὁ Ἡσαΐας· Βλέπει δὲ ὡς πόκον Γεδεών, ὁ Δαυῒδ δέ, Ἁγίασμα φάσκει, πύλην δὲ σε ἄλλος· ὁ δὲ Γαβριὴλ σοι κραυγάζει· Χαῖρε κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ».
Αποστολικό Ανάγνωσμα (Ἑβρ. β΄, 11–18): «11 [Ἀδελφοί], ὅ τε γὰρ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς πάντες· δι᾽ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν, 12 λέγων· ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε· 13 καὶ πάλιν· ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ᾽ αὐτῷ· καὶ πάλιν· ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός. 14 ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκε σαρκός καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾽ ἔστι τὸν διάβολον, 15 καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας. 16 οὐ γὰρ δήπου ἀγγέλων ἐπιλαμβάνεται, ἀλλὰ σπέρματος Ἀβραὰμ ἐπιλαμβάνεται. 17 ὅθεν ὤφειλε κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ. 18 ἐν ᾧ γὰρ πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι».
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: (Λουκ. α΄, 24-38): «24 Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις συνέλαβεν Ἐλισὰβετ ἡ γυνὴ Ζαχαρίου˙ καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, 25 λέγουσα ὅτι Οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τό ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. 26 Ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρέτ, 27 πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ὄνομα Ἰωσὴφ, ἐξ οἴκου Δαυΐδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. 28 καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε· Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. 29 ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. 30 καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· Μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. 31 καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. 32 οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, 33 καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. 34 εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; 35 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. 36 καὶ ἰδοὺ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνεληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ· 37 ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα. 38 εἶπεν δὲ Μαριάμ· Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ' αὐτῆς ὁ ἄγγελος».