HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

ΤΟΜΟΣ ΟΥΚΡΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΙΑΣ ΩΣ ΤΟΜΟΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

 

Η υπό της Μητρός Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας Ένθεος Δωρεά τοις Ορθοδόξοις Ουκρανοίς

Γράφει ο Ιωάννης Ελ. Σιδηράς*

Σε αποκαλυπτικούς καιρούς και χρόνους όταν το πατριαρχικό αξίωμα και κύρος πλήττονται βάναυσα, όπως συμβαίνει εν τω προσώπω του αμετανοήτου εκκολαπτομένου «πάπα της Ορθοδοξίας» Μόσχας Κυρίλλου και ενίων άλλων πειθηνίων και άβουλων δορυφορίσκων αυτού, ένεκα είτε μωροφιλόδοξων, μετέωρων, αβάσιμων και αθεμελίωτων θεωριών περί δήθεν «τρίτης ρώμης» είτε λόγω της επαισχύντου εξαγοράς συνειδήσεων με τα ως άλλα «τριάκοντα αργύρια» μοσχοβίτικα ρούβλια, αναδύεται εκ του βάθους της εκκλησιαστικής ιστορίας ως κριτήριο ανοθεύτου και γνησίου εκκλησιαστικού φρονήματος για τους Ορθοδόξους Πατριάρχες κάθε εποχής ανά τους αιώνες η θεοκίνητη φωνή του αοιδίμου εν πατριαρχικοίς ιεράρχαις, Μητροπολίτου Σμύρνης Μητροφάνους, ο οποίος ως συνοδικό μέλος της περι του εκκλησιαστικού ζητήματος Ιγνατίου – Μεγάλου Φωτίου συγκληθείσης εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου (869 μ.Χ) συγκρίνοντας ή μάλλον παρομοιάζοντας τους της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας Πατριάρχες προς τους ουρανίους φωστήρες (αστέρες) οριοθετεί την μεγάτιμη και βαρύτιμη ευθύνη των πατριαρχικών κεφαλών των κατά τόπους Αγίων Ορθοδόξων Εκκλησιών έναντι του Θεού, της Αγίας Του Εκκλησίας και του Χριστωνύμου πληρώματος Αυτής, διακηρύττων θεοφράστως τα εξής: «Ο Θεός έθετο εν τω στερεώματι της Εκκλησίας, οίον τινάς μεγάλους φωστήρας, τας πατριαρχικάς κεφαλάς εις φαύσιν πάσης της γης, ώστε άρχειν της ημέρας και της νυκτός και διαχωρίζειν αναμέσον του φωτός και αναμέσον του σκότους».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχοντας σε απόλυτο βαθμό πλήρη συνείδηση της πρωτευθύνου εν Ορθοδόξοις αποστολής και αρχιδιακονίας του για την ευταξία , ευστάθεια και ειρήνευση των κατά τόπους Αγίων Ορθοδόξων Εκκλησιών ως επόμενος τοις θεοπνεύστοις και θεοκινήτοις ρήμασι του αοιδίμου Μητροπολίτου Σμύρνης Μητροφάνους αλλά και κατά πιστοτάτη εκκλησιαστική και ιεροκανονική ιχνηλασία του συνετού παραδείγματος των αοιδίμων προκατόχων αυτού ανά τους αιώνες Οικουμενικών Πατριαρχών αναλαμβάνοντας επί των ώμων αυτού το «ιερώτατο σταυρικό χρέος» της Πρωτοκλήτου, Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας έναντι των εαυτής ανά τους αιώνες προσφιλεστάτων τέκνων, ήτοι των Ορθοδόξων Χριστιαών Ουκρανών, ακολούθησε την οδό του φωτός και ουχί την οδό του σκότους με έργα φωτός και ουχί σκότους.

Απεδείχθη εν τοις πράγμασιν, έργοις και ουχί λόγοις, ότι η αληθής, μία και μόνη, ανά τους αιώνες Μήτηρ των Ορθοδόξων Ουκρανών Εκκλησία είναι η Μεγάλη Αγία του Χριστού Κωνσταντινουπολίτις Εκκλησία, η οποία ως όντως φιλόστοργος Μήτηρ και ουχί ως άλλη ρωσική μοσχοβίτικη εκκλησιαστική μητρυιά «έτεινε ευήκοον ους» προς την κραυγή ψυχικής αγωνίας και πόνου των εαυτής πιστών Ορθοδόξων τέκνων στην ευλογημένη θυγατέρα εν Ουκρανία ποίμνη του Χριστού και άνευ φόβου και πάθους αλλά εντός του φιλόστοργου κηδεμονικού ιεροκανονικού εν Ορθοδόξοις απαραμειώτως και αδιαπραγματεύτως ισχύοντος δικαιώματος και υψίστου προνομίου αυτής «του χορηγειν το αυτοκέφαλον και αυτόνομον καθεστώς» στις ανά την οικουμένη τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, προέβη στην «εκ του μη όντος» και «ex nihil» (εκ του μηδενός) επί υγιών εκκλησιολογικών και ιεροκανονικών βάσεων ανίδρυση της Μίας, Ενιαίας, Αδιαιρέτου και Μόνης κανονικής Αυτοκεφάλου Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας ως μίας εν Χριστώ ποίμνης υπό ένα και μόνο κανονικό, θεοπρόβλητο και λαοπρόβλητο Προκαθήμενο αυτής , τον νεοεκλεγέντα Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο.

Ο Τόμος της εν Χριστώ Ιησού Αυτοκεφαλίας της Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας αποτελεί Τόμο εν Χριστώ Αληθείας και Δικαιοσύνης, διότι πρωτίστως είναι Τόμος ευλογητού έργου φωτός και όχι πράξη δυσεβούς ψεύδους και σκότους, θεοειδούς αγάπης και όχι αφιλαδέλφου τυραννίας, ελευθερίας και όχι υποταγής, εν Χριστώ σωτηρίας και όχι πνευματικής απωλείας, απαύγασμα αδιαλείπτου νοεράς και εναγωνίου προσευχής και όχι αργυρώνητης με ρούβλια απάτης.

Η κραταιά μετά πάσης σοφίας και συνέσεως, μέτρου και πνευματικής διακρίσεως χείρ του Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου εν Ορθοδόξοις Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου απέκοψε εφάπαξ και διαπαντός τον μέχρι τούδε «άλυτο γόρδιο δεσμό» των σχισματικων παρεκκλησιαστικών παραφυάδων και φατριών στο πολύπαθο και πολυμαρτυρικό από πολλών ετών εκκλησιαστικό σώμα της Ορθοδόξου Ουκρανίας, έχοντας ως γνώμονα το περί της εν Χριστώ πατριαρχικής και δη της Πρωτοθρόνου και Πανορθδόξου μεγατίμου και βαρυτίμου ευθύνης και ευθυνοφόρου σταυρικής αποστολής και αρχιδιακονίας του εκάστοτε Κωνσταντινουπόλεως, πάλαι ποτέ ιστορικώς και ιεροκανονικώς στην εν έτει 869 μ.Χ συγκληθείσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως λεχθέν: «Γινώσκετε πάντες ότι διά τούτο τας πατριαρχικάς κεφαλάς εν τω κόσμω έθετο το Πνεύμα το Άγιον, ίνα τα εν τη Εκκλησία του Θεού αναφυόμενα σκάνδαλα δι’ αυτών αφανίζονται».

Εάν λοιπόν η ύπαρξη σχισματικών παρεκκλησιαστικών παραφυάδων και φατριών ήταν μέχρι τούδε σκάνδαλο ενώπιον Θεού και ανθρώπων, άλλο τόσο και έτι μεγαλύτερο σκάνδαλο υπήρξε επί μακρά σειρά ετών το γεγονός ότι η θυγάτηρ εν Ρωσία Ορθοδοξη Εκκλησία ένεκα εθνοφυλετικών, ιμπεριαλιστικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων και ανίερων ανομολόγητων άνωθεν επιβληθέντων σχεδιασμών και τακτικισμών δεν επέλυε το λεγόμενο εκκλησιαστικό ουκρανικό ζήτημα. Το Πρωτόκλητο και Πρωτεύθυνο Οικουμενικό Πατριαρχείο «ίνα μη το εκ Μόσχας κακόν μείζον γένηται» προέβη εν αυτεξουσίω ιεροκανονική αυθεντία και πρωτοθρόνω προνομιακή δικαιωματική δυνάμει και εξουσία στην ριζική εφάπαξ καθαίρεση των εκκλησιαστικών σκανδάλων, τα οποία ως προερχόμενα ή μάλλον αναφυόμενα και τρεφόμενα λόγω της πολυσχισματικώς πολυδιηρημένης Ορθοδόξου εν Ουκρανία ποίμνης, αναιρούσαν το της Αγίας Εκκλησίας του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού σωτηριώδες και απολυτρωτικό έργο αυτής υπέρ του Χριστεπωνύμου πληρώματος.

Ουδόλως λοιπόν αποτελεί εκκλησιαστικών η πνευματικών διαστάσεων σκάνδαλο ή αιτία σκανδαλισμού και πειρασμικού λογισμού, όπως υποκριτικώς διακηρύττουν οι εν Μόσχα ρασοφόροι ηγήτορες συν τοις πειθηνίοις οργάνοις και δορυφόροις αυτών παντός βαθμού ρωσοϋπαγομένοις κληρικοίς εν Ουκρανία και ένιοι άλλοι αλλαχού εξωνημένοι ρασοφόροι και δη μεγαλόσχημοι, το γεγονός ότι η Πρωτόκλητος και Πρωτόθρονος εν Ορθοδόξοις Μήτηρ και των πολύπαθων Ορθόδοξων Ουκρανών Αγία Μεγάλη του Χριστού Κωνσταντινουπολίτις Εκκλησία επετέλεσε στο ακέραιο το φιλόστοργο κηδεμονικό ιεροκανονικό σταυρικό χρέος αυτής διά της χορηγήσεως του Τόμου της Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία «ίνα δοξάζηται το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομα του Τρισαγίου Θεού» εν εκκλησιαστική, κανονική, διοικητική και μυστηριακή ενότητι και αρμονική ειρηνεύσει ευταξίας και ευστάθειας.

Τουναντίον μέγιστο εκκλησιαστικό και πνευματικό πανορθοδόξου διαστάσεως σκάνδαλο θα ήταν εάν το Πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο εκώφευε στις από πολλών ετών υιϊκές εκκλήσεις των εαυτού πιστών τέκνων, ήτοι των Ορθοδόξων Ουκρανών Χριστιανών, και προκλητικώς αμελούσε, χάριν του κακώς λεγομένου και νοουμένου υπό τινων κατευνασμού των εθνοφυλετιστών ιμπεριαλιστών εκκοσμικευμένων εν Μόσχα εκκλησιαστικών ηγητόρων, να ενώσει τα διεστώτα, όπερ και οφειλετικώς και αυτοθυσιαστικώς έπραξε.

Κατά την κοσμοσωτήρια μεγαλέορτο ημέρα των Θεοφανείων ή της Θείας Επιφανείας του Σωτηρίου έτους της χρηστότητος του Κυρίου 2019, η οποία κατεγράφη πλέον στις λαμπρές σελίδες της αδεκάστου και απροσωπόληπτου εκκλησιαστικής ιστορίας ως ημέρα σωτήριος, ως όντως κοσμοϊστορική ημέρα αληθείας, ελευθερίας, δικαιοσύνης και αναστάσεως της θυγατρός Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας, υπό την ακοίμητη κανδήλα του αειφώτου και αειζώου Φαναρίου ως «Θεοστήρικτου κεντρου» των Πανορθοδόξων, υπεγράφη και παρεδόθη ο Τόμος της εν Ουκρανία ενιαίας και αδιαιρέτου, μίας και μόνης, κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας από τον Πρωτόθρονο και Πρωτεύθυνο εν Πατριάρχαις Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στον θεία εμπνεύσει εν Αγίω Πνεύματι νεοεκλεγέντα Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο ως υψίστη και μεγίστη ιεροκανονική πράξη της Πρωτοκλήτου, Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, «ίνα οι Ορθόδοξοι Ουκρανοί ώσιν εν».

Η διά των πρωθιεραρχικών χειρών του Πρωτευθύνου εν Ορθοδόξοις Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου παράδοση του Τόμου της Αυτοκεφαλίας στον Προκαθήμενο της Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας, Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο ως υψίστη και μεγίστη προνομιακή ιεροκανονική εκκλησιαστική πράξη της Πρωτοθρόνου Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας προς την νεωτέρα θυγατέρα αυτής Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία ως άλλη θεία επιφάνεια ή θεοφάνεια εν ημέρα μεγάλη της Θείας Επιφανείας «Φως Χριστού επέλαμψε τοις πάσι», φως αληθείας, δικαιοσύνης και κυρίως ελευθερίας τόσο στον πολυμαρτυρικό ευσεβή Ορθόδοξο Ουκρανικό λαό όσο και στους απανταχού Ορθοδόξους και τους Προκαθημένους των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Απεδείχθη ακραδάντως και περιτράνως ότι η Πρωτόκλητη, Πρωτόθρονη και Πρωτεύθυνη, πολυμαρτυρικώς καθηγιασμένη Μήτηρ Αγία Μεγάλη του Χριστού Κωνσταντινουπολίτις Εκκλησία δεν απειλείται και δεν απειλεί ουδένα, ούτε εκβιάζεται και δεν εκβιάζει ουδένα, μήτε ανέχεται συκοφαντίες και ουδόλως συκοφαντεί ψευδομένη, απορρίπτουσα τα βδελυρά ψεύδη, ωσαύτως ούτε εξαγοράζεται αλλά και δεν εξαγοράζει συνειδήσεις Προκαθημένων ή απλών κληρικών παντός βαθμού και λαϊκών με δολάρια ή ρούβλια. Έτι περισσότερο δεν θέτει σε διαπραγμάτευση ουδέ υπό έγκριση οιουδήποτε πληθυσμιακώς υπερέχοντος, ήτοι εωσφορικώς αλαζονικού αριθμολάγνου ή αριθμοπλήκτου, τα αδιαπραγμάτευτα, αδιαμφισβήτητα και απαραμειώτως απαράγραπτα αυτεξουσίω δικαιώματι εκκλησιαστικά ιεροκανονικά προνόμια αυτής, τα οποία οι Οικουμενικές Σύνοδοι και η αδέκαστη ιστορία ανέθεσαν στο Πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο ως το «θεοστήρικτον κέντρον» των ανά την οικουμένη Ορθοδόξων, υπέρ της ευταξίας, ευστάθειας και ειρηνεύσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Ο χορηγηθείς Τόμος της Αυτοκεφαλίας στην εκ των μητρικών σπλάχνων της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως γεννηθείσα Ορθοδοξία εν Ουκρανία Εκκλησία ως Τόμος αληθείας, δικαιοσύνης και ελευθερίας έναντι παντός εωσφορικώς κινουμένου τυράννου χρήματος και κοσμικής εξουσίας, αποτελεί την πλέον ασφαλή και βεβαία, ακλόνητη και άσειστη, ακατάλυτη και αμεταθέτως αστασίαστη ιεροκανονική βάση και θεμελιώδη αρχή ότι όρια «ά έθεντο οι Πατέρες ημών», ουδείς, απολύτως ουδείς, δύνανται να καθαιρέσει, καθώς επίσης ότι στην Ορθόδοξη κατ’ Ανατολάς Εκκλησία του Χριστού δεν υπήρξε και ουδέποτε θα υπάρξει ή θα γίνει ανεκτός ή αποδεκτός οιασδήποτε κακόγουστης παραλλαγής και τερατώδους μεταμορφώσεως «ορθόδοξος πάπας», εμφανής ή αφανής, ένεκα αργυρίων, κοσμικής δυνάμεως και εξουσίας, καθώς και νοσηράς αριθμολάγνου ή αριθμοπλήκτου πληθυσμιακής υπεροχής.

Φωνή αληθείας, δικαιοσύνης και ελευθερίας από της Πρώτης των Ορθοδόξων ιερωτάτης καθέδρας, ήτοι της Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου, αυτοθυσιαστικώς και κενωτικώς εσταυρωμένης Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, του ονόματος του νεοεκλεγέντος συγκλονίζει απόμπεράτων έως περάτων γης και τις λοιπές κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες και τους Προκαθημένους αυτών, οι οποίοι οφείλουν, άνευ φόβου, πάθους, συστολής ή άλλων τινών σκοπιμοτήτων και συμφερόντων, να λαλήσουν λόγο αληθείας, δικαιοσύνης και ελευθερίας αναγνωρίζοντες την νέα, μία και μόνη, ενιαία, αδιαίρετη και κανονική αυτοκέφαλη Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία δια της μνημονεύσεως εν τοις Ιεροίς των Ορθοδόξων Διπτύχοις του ονόματος του νεοεκλεγέντος κανονικού Προκαθημένου αυτής, Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφανίου, αλλά και αποστέλλοντες αδελφικά συγχαρητήρια κανονικής αναγνωρίσεως γράμματα προς αυτόν, αποδεικνύοντας ότι οι των Ορθοδόξων κατά τόπους Εκκλησιών Προκαθήμενοι αληθεύουν εν αγάπη και αγαπούν εν αληθεία, είναι του δικαίου αμύντορες και της δικαιοσύνης υπέρμαχοι, διακονούν αυτοθυσιαστικώς την εν Χριστώ ελευθερία, αρνούνται πάσα μορφή και εκδοχή τυραννίας, φόβου, εκβιασμού, απειλής, συναλλαγής, εξαγοράς συνειδήσεων, υποταγής και δουλείας όσο ολιγάριθμο κα αν είναι το Χριστεπώνυμο πλήρωμά τους, όσο πτωχές χρήμασι και ενδεείς κοσμικής εξουσίας και αν είναι οι αδούλωτες Ορθόδοξες Εκκλησίες τις οποίες μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης πρωθιεραρχικώς διακονούν.

«Νυν καιρός επέστη» και αυτός κατά πάντα «ευπρόσδεκτός εστι» να διακηρύξουν οι Ορθόδοξοι Προκαθήμενοι ότι «φως Χριστού επέλαμψε τοις πάσι», φως αληθείας, δικαιοσύνης και ελευθερίας από τα αργύρια της εξαγοράς και της υποδουλώσεως, από τα τυραννικά δεσμά της κοσμικής ισχύος και εξουσίας ενίων, από τα ψευδεπίγραφα και ψευδάδελφα μεγαλόσχημα μειδιάματα της εωσφορικής υποκρισίας και των ψυχρών προσωπείων, τα οποία κατέπεσαν παταγωδώς και εφάνη πανορθοδόξως και διορθοδόξως γυμνή η αλήθεια αφού πλέον δεν μπορούν να καλύψουν ή μάλλον να αποκρύψουν τον μωροφιλόδοξο, ανίερο κα άνομο εθνοφυλετισμό, τον εκκοσμικευμένης νοοτροπίας ιμπεριαλισμό, τον καταδικαστέο και απορριπτέο παποκαισαρικό καιροσκοπισμό και τυχοδιωκτισμό ενίων σε βάρος και προς βλάβη του παντίμου και καθηγιασμένου σώματος της Αγίας Ορθοδοξίας.

Στο σεπτό και ενίοτε αδίκως πανταχόθεν βαλλόμενο πρόσωπο του Πρωτοθρόνου εν Ορθοδόξοις Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ο οποίος λευκανθείς στην πρωθιεραρχική αρχιδιακονία του σταυρικού χρέους υπέρ της των πασών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών ευταξίας, ευστάθειας και εν Χριστώ ειρηνεύσεως έσωσε την πρωθιεραρχική τιμή και το κύρος του θεοτιμήτου πατριαρχικού αξιώματος πάντων των Ορθοδόξων Προκαθημένων, διακηρύσσοντας διά της αμεταθέτου και αμετακινήτου ουδέ κατ’ ελάχιστον αποφάσεως αυτού να χορηγήσει τον Τόμο της Αυτοκεφαλίας στην κανονική Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία ως Τόμου αληθείας, δικαιοσύνης και ελευθερίας, ότι στο πάντιμο και άσπιλο σώμα της Αγίας Ορθοδοξίας οι εθνοφυλετισμοί, οι εκκλησιαστικοί ιμπεριαλισμοί, το βατικάνειο παποκαισαρικό φρόνημα, το αντιεκκλησιολογικό εκκοσμικευμένο πνεύμα, η ισχύς του χρήματος και της κοσμικής-πολιτικής εξουσίας ουδεμία θέση έχουν, αλλά οριστικώς και τελεσιδίκως, είναι καταδικαστέα και αποβλητέα καινοφανή και κενοφανή, βδελυρά και δυσεβέστατα, νοσηρά και πολυμεταστατικά καρκινώματα, όλως αλλότρια και επιβλαβή, αντιευαγγελικά, αντιεκκλησιολογικά, αντικανονικά και εν τέλει αντορθόδοξα συμπτώματα μεγίστης και εσχάτου εωσφορικής πλάνης, πτώσεως και καταπτώσεως των ασπαζομένων και διακονούντων αυτά.

Η υπό της Πρωτοκλήτου, Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου Μητρός και του Ορθοδόξου Ουκρανικού λαού Αγία Μεγάλη του Χριστού Κωνσταντινουπολίτις Εκκλησία χορήγηση του Τόμου της Αυτοκεφαλίας στην κατέχουσα πλέον την δεκάτη και πέμπτη θέση στα Ιερά Δίπτυχα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, θυγατέρα Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία αποδεικνύει και επαληθεύει το πατριαρχικώς και συνοδικώς κατά το πάλαι γραφέν, ότι «ακλόνητον την βάσιν της κανονικής τάξεως έχουσα και διαφυλάττουσα η Αγία του Χριστού Εκκλησία εν τη της εκκλησιαστικής διοικήσεως οικονομία, οίδε και είωθεν εν τη εμμελεί αυτής περί της απανταχού ιεράς ευταξίας και καταστάσεως φροντίδι ευθετίζειν και διέπειν τα επί μέρους κατά τας ανάγκας και τους καιρούς, εναρμόνιον πάντοτε στοχαζομένη αποφαίνειν πανταχού κατά την χρείαν των καιρών και των πραγμάτων την ιεράν τάξιν, ήπερ η εκκλησιαστική κατάστασις καθωραϊζεται».

Προς δε την θυγατέρα Ορθόδοξη εν Ρωσία Εκκλησία και τους εν Μόσχα εκκλησιαστικούς ηγήτορες αυτής μνείαν ποιούμεθα της ως εν κατακλείδι πνευματικής προτροπής και νουθεσίας παραγράφου της βαρυσημάντου ιστορικής επιστολής, την οποία υπό ημερομηνία 5 Αυγούστου 1919 απέστειλε άλλοτε, πλην όμως υπό κατά το «αναλογικώς συναμφότερον» ιστορικές συνθήκες, ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Γεωργίας Λεωνίδας προς την Ιερά Σύνοδο της Ορθοδόξου εν Ρωσία Εκκλησίας, όταν αυτή διεμαρτύρετο για την κατόπιν ομοφώνου αποφάσεως κλήρου και λαού ανακήρυξη της από τα εκκλησιαστικά δεσμά της Μόσχας Αυτοκεφαλίας της Ορθοδόξου εν Γεωργία Εκκλησίας, όπως διασώζεται στην μεγίστης ιστορικής σημασίας και αξίας «Έκθεση περί της Εκκλησίας της Γεωργίας» του λογιωτάτου Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρυσάνθου, αναφέροντας: «και τέλος παρακαλεί και ο Αρχιεπίσκοπος Γεωργίας νυν, οπότε τα αρχαία παρήλθε και γέγονε τα πάντα καινά, υπό το ανακαινισθέν εκκλησιαστικόν και πολιτικόν καθεστώς ανακαινισθώσι και αυτοί εις τα προς αλλήλους αισθήματα ώστε και οι δύο ομόδοξοι λαοί πιστοί εις τας εκκλησιαστικάς των παραδόσεις να δυνηθούν να ζήσουν εν αμοιβαία ειρήνη εκτελών έκαστος τον προορισμόν αυτού προς κοινήν σωτηρίαν και δόξαν Θεού».

Εάν όμως παρ’ ελπίδα δεν επέλθει πνευματική ίαση των εν Μόσχα παντός βαθμού ρασοφόρων και των ομοφρονούντων αυτοίς λαϊκών εκ του πολυμεταστατικού καρκινώματος του επάρατου εθνοφυλετισμού και του βατικανείου κοσμικού παποκαισαρισμού, άμεση σύγκληση Μείζονος και Υπερτελούς Συνόδου εν Φαναρίω υπό του Πρωτοκλήτου και Πρωτοθρόνου εν Ορθοδόξοις Οικουμενικού Πατριαρχείου με την συμμετοχή και άλλων Ορθοδόξων Προκαθημένων, εάν και εφόσον κριθεί αναγκαίον, για την απερίφραστη και άνευ της αναγνωρίσεως ουδενός κανονικού ελαφρυντικού, εφάπαξ, οριστικώς και τελεσιδίκως, καταδίκη της ήδη αυτοβούλως, αυτοπροαιρέτως και αυτομονομερώς, ιδία υπαιτιότητι, de facto «αυτοαποκεκομμένης» και «αυτοσχισματιζομένης» τοπικής Ορθοδόξου εν Ρωσία Εκκλησίας και των υπαγομένων σε αυτή παντός βαθμού ρασοφόρων και των ομοφρονούντων αυτοίς λαϊκών ως σχισματικών αντικανονικών παρεκκλησιαστικών παραφυάδων και φατριών διά την αποτροπή μείζονος κακού στο σώμα της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας, όπως ακριβώς συνέβη διά της εν έτει 1872 συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου, η οποία κατεδίκασε ως αίρεση και καινοφανή ετεροδιδασκαλία τον εθνοφυλετισμό και τους βουλγαροεξαρχικούς εθνοφυλετιστές ως σχισματικούς, διότι ουδείς, ουδείς δικαιούται και δύναται -πόσο μάλλον οι εθνοφυλετιστές και βατικανειοφρονούντες παποκαισαριστές εν Μόσχα ρασοφόροι- να αναιρέσει ένεκα κοσμικής κρατικής δυνάμεως και μοσχοβίτικων ρουβλίων , όρια « ά έθεντο οι Πατέρες ημών εν ταις Αγίαις Οικουμενικαίς Συνόδοις» περί των πανορθοδόξως αναγνωριζομένων ιερωτάτων εκκλησιαστικών προνομίων της Πρωτοκλήτου, Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου εν Ορθοδόξοις Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας ως Προκαθεζομένης Εκκλησίας της Νέας Ρώμης. «Τρίτη Ρώμη» ούτε υπήρξε, ούτε υπάρχει και φυσικά ουδέποτε θα υπάρξει, διότι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει τον εκάστοτε Κωνσταντινουπόλεως ως εν τιμή, διακονία και ευθύνη «Πρώτο» και ουδεμία χρείαν έχει να αποδεχθεί έναν εξουσιαστή κοσμικού φρονήματος τύραννο και δυνάστη Ρώσο Πάπα.

Ο Μητροπολίτης Ονούφριος, ο οποίος ένεκα του Μόσχας ηρνήθη την κλήση της Μητρός αυτού Μεγάλης Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας να συμβάλει στην εκκλησιαστική ενότητα του Ουκρανικού λαού, ήτοι της ιδίας της πατρίδος αυτού, ουδόλως δικαιούται να αυτοτιτλοφορείται αυθαιρέτως και αντικανονικώς ”ως Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας”, αλλά ως ”πρώην Κιέβου”. Η Αυτοκέφαλος Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας έχει νέο κανονικό Προκαθήμενο, τον άρτι εκλεγέντα Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο. Εάν μάλιστα ο πρώην Κιέβου Ονούφριος συνεχίσει να ενεργεί αντικανονικώς και υπονομευτικώς κατά της μόνης κανονικής Αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, τότε, ιδία υπαιτιότητι, τόσο αυτός ούτος, όσο και οι λοιποί αντικανονικώς και υπονομευτικώς ενεργούντες και ομοφρονούντες αυτώ παντός βαθμού ρασοφόροι έρχονται αναποφεύκτως αντιμέτωποι με την καθαίρεση «ίνα μη το κακόν μείζον γένηται», διότι η Αυτοκέφαλη και μόνη εφεξής και διαπαντός κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας ουδεμία χρείαν έχει να αποδεχθεί έναν κατευθυνόμενο και ποδηγετούμενο ”Ουκρανό ρωσικής εμπνεύσεως Πάπα” στους κόλπους της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας αυτής.

Νυν και εφεξής ο λόγος περί σχισματικής παραφυάδος και φατρίας θα αφορά τους υπό τον Μόσχας ποδηγετουμένους παντός βαθμού ρασοφόρους στο έδαφος της απολύτου κανονικής εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας της μίας και μόνης, ενιαίας, αδιαιρέτου και κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας υπό τον νέο κανονικό Προκαθήμενο αυτής, Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο, επειδή πλέον δεν υφίσταται ιεροκανονικώς ”υπό τον Μόσχας Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας”, ως δήθεν εκπροσωπούσα άπαντα εν συνόλω τον Ορθόδοξο Ουκρανικό λαό, αλλά η υπό της Πρωτοκλήτου και Πρωτοθρόνου Μητρός και του Ουκρανικού λαού Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας, ”Κανονικώ Τόμω” ιδρυθείσα «ex nihil», μία και μόνη Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία, κατέχουσα την δεκάτη και πέμπτη θέση στα Δίπτυχα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 

Επιβεβαιούται μάλιστα περιτράνως η αθηναγόρειος σοφή ρήση, κατά τι υπό του γράφοντος παρηλλαγμένη, ότι η «Εκκλησία πορεύεται και πλήν Λακεδαιμονίων ή μάλλον και πλην εθνοφυλετιστών, ιμπεριαλιστών, παποκαισαρικοφρονούντων Ρώσων ρασοφόρων ή ένεκα των ατίμων ρουβλίων απανταχού εξωνημένων ρωσοπροσκυνημένων στα μωροφιλόδοξα κελεύσματα του Μόσχας και της συν αυτώ χορείας».

Ένεκα και περί πάντων των προειρημένων παραμένει λίαν και εξόχως επίκαιρη η πάλιν και πολλάκις επικαλουμένη υφ’ ημών, κατά πάντα εκκλησιολογικώς και κανονικώς τεκμηριωμένη απόφανση του λογιωτάτου εν λογίοις και περισπουδάστου Φαναριώτου Ιεράρχου, αοιδίμου Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου, ο οποίος διδάσκων, νουθετών, παιδαγωγών και ενίοτε ραπίζων ηχηρώς τους αποπειραμένους «μετά θρασύτητος και μωροφιλοδόξου φρονήματος και πνεύματος» να μεταθέσουν «όρια α έθεντο οι πατέρες ημών», γράφει: «Υπάρχει μία καθεστωκυία τάξις πραγμάτων, η οποία δεν ανέχεται φυλετικούς και εθνικούς ακροβολισμούς, θεωρίας και αντιλήψεις και επιδιώξεις μη στηριζομένας επί του κριτηρίου των θεμελιωδών εκκλησιολογικών αρχών περί οργανώσεως της Εκκλησίας, της ιστορίας, του εκκλησιαστικού δικαίου, των κανόνων και της μακραίωνος εκκλησιαστικής πράξεως και δεδοκιμασμένης εμπειρίας. Τάσεις και προσπάθειαι επεκτατισμού, προτεκτοράτα εκκλησιαστικά, δημιουργία εκκλησιαστικών συνασπισμών και παρατάξεων, αντιλήψεις ωθούσαι τας εκκλησίας εις αγώνας μεταβιβάσεως της σκυτάλης των πρεσβείων τιμής, της πρωτοκαθεδρίας και της ηγεμονίας μεταξύ εκκλησιών αδελφών και ίσων, επί των οποίων Ιστορία και Δίκαιον επέβαλον και καθιέρωσαν σειράν και τάξιν τιμής και πρωτοπορείας, αλλά και συνδρομής και συνεργασίας, περί την ιστορικήν πρώτην κατά Ανατολάς Ορθόδοξον Εκκλησίαν, την Αγίαν του Χριστού Μεγάλην Εκκλησίαν, ως περί έδραν πρεσβυγενή και πρωτόθρονον, μετουσιούσαν εν ταις προς τα έξω επαφαίς της Ορθοδοξίας το νόημα της ενότητος αυτής, θεωρίαι, τέλος, ανοίκειοι προς το πνεύμα και την ευρυτέραν προοπτικήν της Ορθοδοξίας περί αριθμητικής ή ποσοστικής υπεροχής και πρωτοπορείας εις τα εκκλησιαστικά πράγματα κ.τ.λ., είναι καταστάσεις νόθοι διά την Ορθοδοξίαν και ξέναι προς το βαθύτερον πνεύμα και την ουσίαν αυτής, επιβλαβείς δε και ολέθριοι διά την επιβίωσιν και το μέλλον αυτής».

Ιδού λοιπόν τα πάντα «καινά γέγονε» υπέρ του μείζονος αγαθού, ήτοι υπέρ της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας και ειρηνεύσεως του αδελφού Ορθοδόξου Ουκρανικού λαού. Νυν δε εναπόκειται στον νέο Προκαθήμενο της Μίας, Ενιαίας, Αδιαιρέτου Κανονικής Αυτοκεφάλου Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας, Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο να σταθεί μετά της περί αυτόν Αγίας και Ιεράς Συνόδου στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων και της βαρυτάτης πρωθιεραρχικής ευθύνης αυτού, ώστε να φανεί αντάξιος της εμπιστοσύνης της Πρωτοθρόνου και Πρωτευθύνου πολυμαρτυρικώς καθηγιασμένης Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας και του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, οποίος «εσταυρώθη» υπέρ του Ορθοδόξου Ουκρανικού λαού, γενόμενος κενωτικώς εξ αγάπης και αυτοθυσιαστικώς «τα πάντα εν πάσι».

Στην πανευφρόσυνη εκκλησιαστική ιστορική χαρά της κανονικώς ανακηρύξεως του Αυτοκεφάλου εκκλησιαστικού διοικητικού καθεστώτος της Ορθοδόξου εν Ουκρανία Εκκλησίας υπό της φιλοστόργου αυτής Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας προσήκει να λεχθεί το διακηρυχθέν στο «Συνοδικόν» της εν έτει 787 μ.Χ Εβδόμης Αγίας Οικουμενικής εν Νικαία Συνόδου: «… η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεκται, το ψεύδος ως απελήλαται, η σοφία ως επαρρησιάτο, ο Χριστός ως εβράβευσεν..».

Και ιδού ηκούσθη εφάπαξ πανορθοδόξως, «urbi et orbi erga omnes», η λυτρωτική και σωστική αυθεντική φωνή της Πρωτοκλήτου, Πρωτοθρόνου και φιλοστόργου Μητρός και του Ορθοδόξου Ουκρανικού λαού Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας ως φωνή εκ του υπερώου: «Ευ θύγατερ αγαθή, Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία, είσελθε εις την χαράν της χορείας των κανονικών θυγατέρων και αδελφών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών της Μητρός σου Εκκλησίας», διότι Η Εκκλησία είναι Ενότητα, η υπέρ πάσαν άλλην Ενότητα του Θεανδρικού Σώματος στο οποίο εγκεντρίζονται οι πιστοί, καθώς η Εκκλησία «ενώσεώς εστι και συμφωνίας και ομονοίας όνομα».

*O κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς είναι Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός, καθώς και υπεύθυνος διαχειριστής του ιστολογίου ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝ ΦΑΝΑΡΙΟΥ“.

vema.com.au 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.