HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2022

ὉΜΙΛΙΑ ΤΟY ΟIΚΟΥΜΕΝΙΚΟY ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ AΝΑΚΗΡΥΞΙΝ ΤΟΥ ΕIΣ ἘΠΙΤΙΜΟΝ ΔΙΔΑΚΤΟΡΑ ΤΟY ΔΙΕΘΝΟYΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤHΣ ἙΛΛΑΔΟΣ

 

 Οικουμενικόν Πατριαρχείον

Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἀνακήρυξίν Του εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τοῦ Διεθνοῦς Πανεπιστημίου τῆς Ἑλλάδος (Καβάλα, 6 Σεπτεμβρίου 2022)

Μακαριώτατε Μητροπολῖτα Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας κύριε Ἐπιφάνιε,

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου κ. Δαμασκηνέ, ἐκπρόσωπε τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου,

Τιμιώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς, 

Ἐντιμολογιώτατε κύριε Πρόεδρε τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τοῦ Διεθνοῦς Πανεπιστημίου τῆς Ἑλλάδος,

Ἐλλογιμώτατε κύριε Κοσμῆτορ,

Ἐλλογιμώτατοι Καθηγηταί,

Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι,

Ἀξιότιμοι καί ἀγαπητοί φίλοι,

Κυρίαι καί κύριοι,

Προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ φοιτηταί καί φοιτήτριαι, 

Μετά πολλῆς χαρᾶς καί μετ᾿ αἰσθημάτων εὐγνωμοσύνης ἀποδεχό-μεθα τήν προσγινομένην πρός τήν ἡμῶν Μετριότητα τιμήν τῆς Ἀνακηρύξεως εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τοῦ Τμήματος Δασολογίας καί Φυσικοῦ Περιβάλλοντος τῆς Σχολῆς Γεωτεχνικῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Διεθνοῦς Πανεπιστημίου τῆς Ἑλλάδος. Ἡ τιμή αὐτή διαβαίνει, ἐν τῷ προσώπῳ ἡμῶν, πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, τήν Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν, τήν «ἄρχουσαν καί πάσχουσαν» καί διακονοῦσαν ἀδιαπτώτως καί θυσιαστικῶς τόν λαόν τοῦ Θεοῦ ἐπί δεκαεπτά αἰῶνας καί φυλάσσουσαν ἀμετακινήτως τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Γένους.

Παγκοσμίως γνωσταί εἶναι σήμερον αἱ πρωτοβουλίαι τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας διά τήν προστασίαν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, τό ὁποῖον ἀπειλεῖται εἰς τήν ἐποχήν μας ὅσον ποτέ κατά τό παρελθόν. Αἱ οἰκολογικαί αὗται δράσεις ἡμῶν εἶχον ἐντυπωσιακόν εὖρος καί δαψιλῆ καρποφορίαν. Ὠργανώθησαν διεθνῆ συνέδρια, θεολογικά καί περιβαλλοντικά σεμινάρια, ἐννέα διεθνῆ οἰκολογικά διεπιστημονικά καί διαθρησκειακά συμπόσια ἐν πλῷ μέ τήν συμμετοχήν πολιτικῶν προσωπικοτήτων, ἐκπροσώπων Ἐκκλησιῶν καί θρησκειῶν, θεολόγων, περιβαλλοντολόγων καί ἄλλων ἐπιστημόνων, ὑπεγράφησαν κοιναί διακηρύξεις διά τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος καί ἐπραγματοποιήθησαν ποικίλαι δράσεις μέ μεγάλην ἐπιτυχίαν καί ἀπήχησιν. Δέν ἀπηυθύνθημεν μόνον πρός τούς ὀρθοδόξους πιστούς, οὔτε μόνον πρός τούς χριστιανούς ἤ τούς πιστούς ἄλλων θρησκειῶν, ἀλλά πρός κάθε ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως, ἐκφράζοντες τήν ἐμπιστοσύνην ἡμῶν εἰς τήν ὑπευθυνότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί ἐπιζητοῦντες τήν συμβολήν του. Θεωροῦμεν ἰδιαιτέρως σημαντικόν, ὅτι εὕρομεν ἀνταπόκρισιν εἰς τήν νέαν γενεάν, ἡ ὁποία προσδοκᾷ ἕνα κόσμον, πού θά λειτουργῇ ὡς πραγματικός «οἶκος» τοῦ ἀνθρώπου, καί ἔμαθε νά ἀγωνίζεται διά τόν σκοπόν αὐτόν.

Εἴμεθα ὑπερήφανοι διά τό γεγονός ὅτι τό Οἰκουμενικόν Πατριαρ-χεῖον εἶναι ἡ πρώτη χριστιανική Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἔδωκε τοιαύτην ἔμφασιν εἰς τό οἰκοφιλικόν μήνυμα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί ἀνέδειξε τάς οἰκολογικάς διαστάσεις τοῦ εὐχαριστιακοῦ καί ἀσκητικοῦ ἤθους τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἔμπρακτος σεβασμός καί μέριμνα διά τήν δημιουργίαν καί πηγή τῶν οἰκολογικῶν δραστηριοτήτων της. Ἡ ἐκκλησιαστική ζωή εἶναι ἐφηρμοσμένη οἰκολογία. Ἡ προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἶναι προέκτασις τῶν ὅσων βιοῦνται ἐν τῇ Ἐκκλησία. Οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως, ἡ λειτουργική ζωή, ὁ ἀσκητισμός καί ὁ μοναχισμός, ἡ ποιμαντική διακονία, ἡ σταυροαναστάσιμος βιοτή τῶν πιστῶν, ὁ ἄσβεστος πόθος τῆς αἰωνιότητος, συγκροτοῦν μίαν κοινωνίαν προσώπων, διά τήν ὁποίαν ἡ φυσική πραγματικότης δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποτελῇ ἀντικείμενον πρός ἐκμετάλλευσιν, χρηστικόν ὑλικόν διά τάς ἀνθρωπίνας ἀνάγκας, ἀλλά εἶναι «καλή λίαν» δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, τό ἐνδιαφέρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διά τό περιβάλλον δέν ὑπῆρξε μία περιστασιακή ἀντίδρασις εἰς τήν σύγχρονον οἰκολογικήν κρίσιν. Αὐτή ἦτο μόνον ἡ ἀφορμή διά νά ἀναπτύξῃ ἐπικαίρως καί νά ἀναδείξῃ τάς οἰκοφιλικάς του ἀρχάς καί παραδόσεις.

Ἐξ ἀρχῆς, ἡ ἡμετέρα Μετριότης προσήγγιζε τήν περιβαλλοντικήν κρίσιν ὡς κοινωνικόν πρόβλημα καί ἀνεφέρετο εἰς τήν συνάφειαν περιβαλλοντικῶν καί κοινωνικῶν προβλημάτων. Προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί σεβασμός τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας εἶναι δύο ὄψεις τοῦ ἰδίου νομίσματος. Εἰς τά Πατριαρχικά μηνύματα διά τήν 1ην Σεπτεμβρίου, Ἑορτήν τῆς Ἰνδίκτου καί «Ἡμέραν Προστασίας τοῦ Περιβάλλοντος», καί εἰς ὅλας τάς σχετικάς παρεμβάσεις μας, τονίζομεν ὅτι ἡ ρίζα τῶν περιβαλλοντικῶν καί τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων εἶναι κοινή, ὅτι αὐτά μαρτυροῦν μίαν κρίσιν τῆς ἐλευθερίας μας, μίαν πνευματικήν ἀνατροπήν, ἡ ὁποία ἀπαιτεῖ ἀνάλογον ἀντιμετώπισιν.

Ἡ κλιματική ἀλλαγή, ἡ ὁποία δέν εἶναι «μελλοντικό σενάριο», ἀλλά ἁπτή καί σκληρά πραγματικότης, ἀποδεικνύει τοῦ λόγου τό ἀληθές. Αἱ κοινωνικαί ἐπιπτώσεις τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς εἶναι ὁραταί καί μετρήσιμοι, μεταξύ αὐτῶν, ἐμφανέστατα, αἱ μεταναστευτικαί ροαί διά κλιματικούς λόγους. Εἶναι γνωστόν ὅτι αἱ κλιματικαί μεταβολαί ὑπῆρξαν πάντοτε αἰτία μετακινήσεων πληθυσμῶν, αἱ ὁποῖαι ἤλλαξαν τόν ροῦν τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας. Σήμερον, ὁ ἀριθμός τῶν κλιματικῶν μεταναστῶν αὐξάνεται ταχύτατα καί ἐπηρεάζει ἄμεσα τήν ζωήν ἀναριθμήτων ἀνθρώπων. Τό γεγονός ὅτι ἀνέκαθεν ὑπῆρξε κλιματική ἀλλαγή εἰς τόν πλανήτην μας δέν εἶναι λόγος ἐφησυχασμοῦ, διότι εἶναι βέβαιον ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος συμβάλλει καθοριστικῶς εἰς τήν ἀλλαγήν αὐτήν, ἡ ὁποία ἐκτυλίσσεται πλέον μέ μεγαλυτέραν ταχύτητα καί ἔντασιν. Ἐπείγει ἡ ἀποτελεσματική ἐνασχόλησις μέ τό φαινόμενον αὐτό καί ἡ ὠργανωμένη παγκόσμιος κινητοποίησις, συνεργασία, ἀλλαγή πλεύσεως, μία ἐνασχόλησις ὄχι μόνον μέ τά ἀποτελέσματα ἀλλά καί μέ τά αἴτια τῆς κρίσεως. Τά «μικρά βήματα» εἶναι σημαντικά, ἀλλά δέν λύουν τό πρόβλημα.

Πάντες εἰς πολλά πταίομεν. Εἶναι βέβαιον, ὅτι ἡ προϊοῦσα ἐπιβάρυνσις τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ἡ ραγδαία μείωσις τῆς βιοποικιλότητος, ἡ ἀποψίλωσις τῶν δασῶν, ἡ μόλυνσις τῆς ἀτμοσφαίρας καί τῶν θαλασσῶν, εἶναι συνέπεια ἑνός συγκεκριμένου προτύπου οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως, τό ὁποῖον ἀδιαφορεῖ διά τάς οἰκοκαταστροφικάς ἐπιπτώσεις του. Εἶναι ἀπαράδεκτον νά καταστρέφωμεν τούς ὅρους ἐπιβιώσεως καί συμβιώσεώς μας εἰς τό ὄνομα τοῦ κέρδους, νά γίνεται ἡ οἰκολογία θῦμα τῆς οἰκονομίας. Ὡς εἴπομεν πρό ἐτῶν, ἡ οἰκονομική δραστηριότης, ἡ ὁποία δέν σέβεται τόν οἶκον τῆς ζωῆς, τόν πλανήτην μας, δέν εἶναι «οἰκονομία», ἀλλά «οἰκο-ανομία». Τό μέλλον ἀνήκει εἰς τήν «οἰκολογικήν οἰκονομίαν», ἡ ὁποία διακονεῖ τάς πραγματικάς ἀνάγκας τοῦ ἀνθρώπου καί γνωρίζει ὅτι αὐταί ὑπηρετοῦνται μόνον ἐντός ἑνός ἀκεραίου φυσικοῦ περιβάλλοντος.

Ἡ ἁλματώδης ἀνάπτυξις τῆς ἐπιστήμης καί τῆς τεχνολογίας, παρά τά ἀσύλληπτα εὐεργετήματά των διά τόν ἄνθρωπον, φαίνεται ὅτι τροφοδοτεῖ μίαν ἔπαρσιν τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῆς φύσεως καί ὁδηγεῖ εἰς ποικίλας ἀντικειμενοποιήσεις της. Διά πρώτην φοράν εἰς τήν ἱστορίαν του, ὁ ἄνθρωπος δύναται, διά τῶν πυρηνικῶν ὅπλων, νά ἀφανίσῃ τήν ζωήν ἐπί τῆς γῆς. 

Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, (Κρήτη, 2016) σοφῶς καί σαφῶς κατωνόμασε τούς κινδύνους τῆς «ἰδιονομίας τῆς οἰκονομίας» καί προέτεινε μίαν οἰκονομίαν «τεθεμελιωμένην εἰς τάς ἀρχάς τοῦ Εὐαγγελίου» (Ἐγκύκλιος, § 15) καί τήν ἀντιμετώπισιν τοῦ συγχρόνου οἰκολογικοῦ προβλήματος «ἐπί τῇ βάσει τῶν ἀρχῶν τῆς χριστιανικῆς παραδόσεως» (ὅ. π., § 15). Ἡ Σύνοδος, ἡ ὁποία, σημειωτέον, ἐχαρακτήρισε «τήν ἱκανότητα πρός ἐπιστημονικήν ἔρευναν τοῦ κόσμου» ὡς «θεόσδοτον δῶρον εἰς τόν ἄνθρωπον» (Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον, ΣΤ’, 11), ἀνεφέρθη ἐπίσης εἰς τούς κινδύνους τοῦ ἐπιστημονισμοῦ διά τόν ἄνθρωπον καί τό φυσικόν περιβάλλον: «Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος χειραγωγήσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἐλευθερίας, χρήσεως τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἁπλοῦ μέσου, σταδιακῆς ἀπωλείας πολυτίμων παραδόσεων, ἀπειλῆς ἤ καί καταστροφῆς τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος… Ἡ ἐπιστημονική γνῶσις δέν κινητοποιεῖ τήν ἠθικήν βούλησιν τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, καίτοι γνωρίζει τούς κινδύνους, συνεχίζει νά δρᾷ ὡς ἐάν δέν ἐγνώριζεν. Ἡ ἀπάντησις εἰς τά σοβαρά ὑπαρξιακά καί ἠθικά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου καί εἰς τό αἰώνιον νόημα τῆς ζωῆς αὐτοῦ καί τοῦ κόσμου, δέν εἶναι δυνατόν νά δοθῇ χωρίς μίαν πνευματικήν προσέγγισιν» (Ἐγκύκλιος, § 11). Ὄντως, ὁ ἄνθρωπος καί ἡ φύσις εἶναι πάντοτε περισσότερον ἀπό αὐτό πού δύναται νά συλλάβῃ ἡ ἐπιστήμη. Αὐτό ἀποκαλύπτεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι τό ἀνθρώπινον πρόσωπον ἀνθίσταται σθεναρῶς εἰς κάθε προσπάθειαν ἀντικειμενοποιή-σεώς του καί μετατροπῆς του εἰς μετρήσιμον μέγεθος.  

Ἐκλεκτοί παρόντες, 

Διά τήν ἀντιμετώπισιν τῆς συγχρόνου περιβαλλοντικῆς κρίσεως, ἡ ὁποία τείνει πλέον νά μετατραπῇ εἰς οἰκολογικήν καταστροφήν, εἶναι ἀναγκαία μία κοπερνίκεια στροφή εἰς τήν ἀξιολογίαν μας, μία ριζική ἀλλαγή νοοτροπίας. Εἰς τήν ζωτικήν αὐτήν στροφήν καλοῦνται νά συνεισφέρουν αἱ θρησκεῖαι, αἱ ἱστορικαί αὐταί δυνάμεις τοῦ πνεύματος, αἱ ὁποῖαι ἀπευθύνονται εἰς τόν βαθύτατον ὑπαρξιακόν πυρῆνα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ θρησκευτική πίστις εἶναι ἀντίστασις εἰς τόν τιτανισμόν τοῦ ἀνθρώπου, εἰς τήν μετατροπήν του εἰς «ἀνθρωποθεόν», ὁ ὁποῖος καταργεῖ ὅρους καί ὅρια, αὐτοαναγορεύεται εἰς «πάντων μέτρον» καί ἔχει μετατρέψει τήν φύσιν εἰς μέσον ἱκανοποιήσεως τῶν ἀκορέστων ἀναγκῶν του καί δημιουργίας νέων ἀναγκῶν καί νέων ἱκανοποιήσεων. Τό θέμα τῆς προστασίας τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος ὀφείλει νά καταστῇ κεντρικόν ἀντικείμενον τοῦ διαλόγου τῶν θρησκειῶν καί τῆς διαθρησκειακῆς συνεργασίας. 

Ἡ Ὀρθόδοξος Παράδοσις εἶναι ἀνεξάντλητος πηγή ζωτικῶν ἀληθειῶν διά τόν ἄνθρωπον, διά τήν σχέσιν του μέ τόν ἑαυτόν του, μέ τούς συνανθρώπους του καί μέ τόν κόσμον. Ἐπί τῇ βάσει τῶν χριστιανικῶν ἀρχῶν καί τῶν παραδόσεων κατανοοῦμεν τά βαθύτερα πνευματικά αἴτια καί ἀθεάτους διαστάσεις τῶν κοινωνικῶν καί τῶν περιβαλλοντικῶν προβλημάτων. Ἡ ἀλλοτρίωσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεόν ἔχει κοινωνικάς καί κοσμολογικάς ἐπιπτώσεις. Ἡ Ἐκκλησία καί ἡ εὐλογημένη ζωή της ἐνσαρκώνουν τόν τρόπον τῆς ὑπερβάσεως τῶν ἀλλοτριωτικῶν σχέσεων μέ τόν συνάνθρωπον καί τό περιβάλλον, πού εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀλλοτριώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεόν. Εἰς τήν ζωήν τοῦ πιστοῦ, ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφόν καί ἡ οἰκοφιλική συμπεριφορά εἶναι ἀδιαίρετοι. Ἡ ἰδία ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ νίκη ἐναντίον ὅλων τῶν δυνάμεων, αἱ ὁποῖαι προκαλοῦν καί τροφοδοτοῦν τήν διάρρηξιν τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων καί τήν καταστροφήν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ὅπως ὁ ἐγωκεντρισμός, ἡ πλεονεξία, ἡ ἀλαζονική αὐτοαποθέωσις τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀδικία, τό Ἔχειν τοῦ «ἄφρονος πλουσίου», ἡ αὐτοδικαίωσις τοῦ Φαρισαίου καί ἄλλα πολλά. 

Μέ αὐτά τά αἰσθήματα καί τούς προβληματισμούς, ἐκφράζομεν ἅπαξ ἔτι θερμάς εὐχαριστίας πρός τό Διεθνές Πανεπιστήμιον Ἑλλάδος καί πρός τό Τμῆμα Δασολογίας καί Φυσικοῦ Περιβάλλοντος διά τήν ἐξαιρετικήν τιμήν, καί πρός πάντας ὑμᾶς διά τήν πρόφρονα παρουσίαν σας, καί ἐπικαλούμεθα ἐφ᾿ ὑμᾶς καί ἐπί τούς ἠγαπημένους σας τήν ζείδωρον χάριν καί τό μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ τῆς σοφίας καί τῆς ἀγάπης. 

Εὐχαριστοῦμεν διά τήν προσοχήν σας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.