HOLY AND GREAT COUNCIL DOCUMENT

Draft Synodical Document

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Η ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΗ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ («ΔΙΠΤΥΧΑ») ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2020



Κατά τον μήνα Ιανουάριο 2020 κυκλοφορήθηκε και διατίθεται ήδη από το Ίδρυμα Υποστηρίξεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου η «ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΕΤΟΥΣ 2020», δηλαδή η ετήσια έκδοση, αντίστοιχη με τα «Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδος», στην οποία περιλαμβάνονται κυρίως το Τυπικόν των Ακολουθιών του έτους καθώς και πληροφοριακά στοιχεία για τις Επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου αλλά και όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.

Η εφετινή έκδοση, εξ αφορμής της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, αφιερώνεται «εἰς τά ἀπό αἰώνων ἱερά προνόμια τῆς Μητρός Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τά θεσπισθέντα δι’ ἀποφάσεων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί καθαγιασθέντα διά τῆς κανονικῆς παραδόσεως καί πράξεως τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».

Σπουδαίο από απόψεως Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας είναι το Σεπτό Προλογικό Σημείωμα του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, το οποίο με ιεροκανονική αρτιότητα και ιστορική τεκμηρίωση περιγράφει εν ολίγοις τη σύσταση των προνομίων του Πρώτου στην Εκκλησία, όπως αυτά διαμορφώθηκαν από τις Οικουμενικές Συνόδους και την Καθηγιασμένη Πράξη της Εκκλησίας διά των αιώνων. Παρατίθενται αποσπάσματα (μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο στις παρακάτω εικόνες):

«Ἡ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ θέσις τοῦ Κωνσταντινουπόλεως, ὡς Πρώτου, ἀποδίδει εἰς αὐτόν εἰδικάς καί σημαντικάς εὐθύνας πρός λυσιτελεστέραν διακονίαν τῶν προκυπτόντων και ἀναφυομένων ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων, καί μάλιστα τῶν μή διευθετηθέντων ἐντός τῶν δικαιοδοσιῶν τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν. Μεταξύ τῶν εὐθυνῶν τούτων, μεγίστην κρίνομεν τήν τῆς Ἐκκλήτου, ἤτοι τῆς ἀποδοχῆς προσφυγῶν κληρικῶν παντός βαθμοῦ, θεωρούντων καθ’ οἱονδήποτε τρόπον ὅτι ἡ ἔναντι αὐτῶν τελεσίδικος ἐντός τῶν κόλπων τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας των ἀπόφασιν ἀδικεῖ αὐτούς.
Ἐπικαλούμεθα συχνάκις καί μνημονεύομεν τούς θ΄ καί ιζ΄ Κανόνας τῶν ἐν Χαλκηδόνι συνελθόντων Ἁγίων Πατέρων, τούς ἐπισήμῳ φωνῇ διαγράφοντας τάς διαστάσεις τῆς Ἐκκλήτου, οὐ μήν ἀλλά πρός τοῦτο συνεκβοᾷ ἡμῖν καί ἡ τῆς Ἐκκλησίας καθηγιασμένη πρᾶξις διά τῶν πολλῶν καί γνωστῶν τοῖς μελετηταῖς παραδειγμάτων, ἀλλά καί διά τῆς τιμίας γραφίδος, τόσον τῶν προκατόχων ἡμῶν, ὅσον καί τῶν Ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, οἵτινες καί ἐξ ἅπαντος ἀπηυθύνοντο πρός τόν τῆς Κωνσταντινουπόλεως Θρόνον διά τήν ἐπίλυσιν τῶν παρ’ αὐτοῖς ἐκκρεμῶν ζητημάτων, εἰς τύπον ἐσχάτου κριτηρίου.
Ἐξ ἄλλου, καί τό τῆς Ἐκκλήτου δικαίωμα συνεδέθη μετά τοῦ πηγνύειν πανταχῆ Σταυροπήγια. Κατά τόν Καθηγητήν κ. Βλάσιον Φειδᾶν, «Τό ὑπερόριον κανονικόν δικαίωμα τοῦ ἐκκλήτου ἐξηγεῖ καί τήν ἰδιαιτέραν προβολήν τῆς σχέσεως ἐκκλήτου καί πατριαρχικῶν σταυροπηγίων εἰς τό κεφάλαιον 10 τοῦ τρίτου τίτλου τῆς Ἐπαναγωγῆς: “Τῷ δέ Κωνσταντινουπόλεως προέδρῳ ἔξεστι καί ἐν ταῖς τῶν ἄλλων θρόνων ἐνορίαις, ἐν οἷς οὐκ ἔστι προκαθιέρωσις ναοῦ, σταυροπήγια διδόναι, οὐ μήν ἀλλά καί τάς ἐν τοῖς ἄλλοις θρόνοις γινομένας ἀμφισβητήσεις ἐπιτηρεῖν καί διορθοῦσθαι καί πέρας ἐπιτιθέναι ταῖς κρίσεσιν” (τίτλ. ΙΙΙ, 10)» [Βλασίου Φειδᾶ, Ὁ θεσμός τῆς Πενταρχίας τῶν Πατριαρχῶν - Ἀπό τήν Ε΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον μέχρι σήμερον (553-2012) (Ἀθῆναι, 2012), 231].
Αἱ προαναφερθεῖσαι λοιπόν εὐθῦναι, συνδεδεμέναι ἀλλήλαις, ἀποσκοποῦν εἰς τήν ἀνάδειξιν τοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς φανεροῦ σημείου ἑνότητος τοῦ Κυριακοῦ σώματος, διό καί τόν ρόλον αὐτόν ἀναδεικνύει ἐπίσης ὁ καθαγιασμός τοῦ Ἁγίου Μύρου μόνον ὑπό τοῦ Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ἀποστολική τῶν χειρῶν ἐπίθεσις ἀντικατεστάθη διά τοῦ Ἁγίου Μύρου καί τοῦτο, οὐχί διά λόγους δόγματος, ἀλλ’ ὡς συμβολίζον τά ἐκ τοῦ ἑνός Ἁγίου Πνεύματος πηγάζοντα ποικίλα χαρίσματα, διό καί καθιερώθη ὅπως εὐλογῆται ἐν τῇ καθ’ ἡμᾶς Μητρί Ἐκκλησίᾳ καί διανέμηται ἐντεῦθεν εἰς τάς κατά τόπους ἐκκλησίας. (...)
Ἔκφρασιν τῆς ἰδιαιτέρας θέσεως τοῦ Ἁγιωτάτου Ἀποστολικοῦ καί Πατριαρχικοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἀποτελεῖ καί ἡ εὐθύνη αὐτοῦ διά τήν χορήγησιν Αὐτοκεφάλου καθεστῶτος εἰς κατά τόπους Ἐκκλησίας. Τό Αὐτοκέφαλον καθεστώς σημαίνει ὅτι ἐντός συγκεκριμένων γεωγραφικῶν ὁρίων μία τοπική Ἐκκλησία δύναται πλέον νά διαχειρίζηται τά ἑαυτῆς καί ἐπί μέρους ζητήματα ἐν ἐσωτερικῇ διοικητικῇ αὐτοτελείᾳ. Εἴδομεν δέ πολλάκις τάς Αὐτοκεφαλίας καί τά περί αὐτάς σχήματα νά μεταβάλλωνται ἐξ αἰτίας ἱστορικῶν συγκυριῶν, μόνον δέ τό σύστημα τῶν πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων ἔμενε καί παραμένει ἀμετάβλητον εἰς τούς αἰῶνας, ὡς παγέν ὑπό Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ἤδη, ἐπειδή διεπιστώσαμεν μετ’ ὀδύνης οὐ τῆς τυχούσης, ὅτι τά προμνημονευθέντα πάντα ἤρξαντο, ἐν τῷ πλαισίῳ ὑπερβαλλούσης ἀβροφροσύνης, ἐπιδειχθείσης ποιμαντικῶς ἀπό μέρους ἡμῶν, νά παραθεωρῶνται καί νά παραβιάζωνται ὑπό θυγατέρων Αὐτοκεφάλων Εκκλησιῶν, ἐνίοτε δέ καί ὑπό ἀδελφῶν Πρεσβυγενῶν, καί, ἀντιληφθέντες ἐμπόνως τοῦτο, εὐχαρίστως ἀπεδεξάμεθα, ὁμοῦ μετά τῶν ἁγίων Συνοδικῶν παρέδρων, τήν εἰσήγησιν τῆς ἐπί τῆς ἐκδόσεως τῆς μετά χεῖρας Ἐπετηρίδος τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Ἐπιτροπῆς, ὅπως ἀφιερώσωμεν ταύτην εἰς τάς ἐν λόγῳ προνομίας».

Στην Επετηρίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου του έτους 2020 περιλαμβάνονται ακόμη, μεταξύ άλλων, εικόνες σχετικές με το κορυφαίο εκκλησιαστικό γεγονός της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, όπως φωτογραφία του Τόμου, καθώς και άλλα συναφή στιγμιότυπα.

Φυσικά, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας αποτυπώνεται και μνημειώνεται πλέον στην οικεία θέση, ως η 15η Αυτοκέφαλη Εκκλησία, αμέσως μετά την Εκκλησία Τσεχίας και Σλοβακίας, με την παράθεση των μέχρι στιγμής πληροφοριακών στοιχείων που αφορούν στις Επαρχίες και τα Καθιδρύματά της.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, ως συνέπεια των εκκλησιαστικών γεγονότων του περασμένου έτους και της χορηγήσεως καθεστώτος Αυτοκεφαλίας στην εν Ουκρανία Ορθόδοξο Εκκλησία, οι επίσκοποι του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία, μη όντες πλέον κυρίαρχοι επίσκοποι των πόλεων και των επαρχιών που ανήκουν στην Τοπική Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας, αναγράφονται με τον ορθό εκκλησιολογικώς προσδιορισμό τους: π.χ. Ὀνούφριος, Μητροπολίτης ἐν Κιέβῳ - Ἀγαθάγγελος, Μητροπολίτης ἐν Ὀδησσῷ καί Ἰσμαηλίᾳ - Λουκᾶς, Μητροπολίτης ἐν Ζαπορίζιε καί Μελιτουπόλει - Ἀντώνιος, Μητροπολίτης ἐν Μπορίσπολ καί Μπροβάρυ, κ.ο.κ.