Γεώργιος Ι. Ανδρουτσόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής του Εκκλησιαστικού
Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δικηγόρος. Η Καθημερινή
Στις 22 Οκτωβρίου 1991 στον πάνσεπτο πατριαρχικό Ναό του Αγίου
Γεωργίου στο Φανάρι εκλέγεται στον πατριαρχικό θώκο, σε διαδοχή του
ταπεινού Δημητρίου Α΄, «ψήφοις κανονικαίς», από την Ενδημούσα Σύνοδο του
Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο από Χαλκηδόνος Βαρθολομαίος [Αρχοντώνης], ο
οποίος ενθρονίζεται με κάθε επισημότητα στον ίδιο ως άνω ναό λίγες
ημέρες αργότερα, στις 2 Νοεμβρίου. Το πανορθόδοξο πλήρωμα στήριξε στην
εκλογή αυτή χρηστές ελπίδες τόσο για την αναγκαία ανασυγκρότηση της
τοπικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως όσο και για την επανατοποθέτηση
σύνολης της Ορθοδοξίας στον σύγχρονο κόσμο και την επικαιροποίηση του
λυτρωτικού μηνύματός της. Η συμπλήρωση το έτος 2021 τριάντα ετών από την
ανάληψη εκ μέρους του Ιμβριου Πατριάρχη της πηδαλιουχίας της
πρωτόθρονης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως αποτελεί ιδανική ευκαιρία
για μία πρόχειρη αποτίμηση της πατριαρχίας του.
Δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι η πατριαρχία Βαρθολομαίου είναι γεμάτη σε εμπειρίες και
πλούσια σε πεπραγμένα. Μια πρόχειρη σταχυολόγηση περιλαμβάνει τα
ακόλουθα: τις ανά διετία συνάξεις της Ιεραρχίας του Θρόνου· την οργάνωση
ποικίλων εκδηλώσεων σχετικών με την προστασία του φυσικού
περιβάλλοντος· την αναδιοργάνωση της Πατριαρχικής Συνόδου με τη
συμμετοχή ιεραρχών εκτός Τουρκίας, όπως επιβάλλουν τα θέσμια και οι
κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σε συνδυασμό με την απόδοση της
τουρκικής ιθαγένειας σε όσους ιεράρχες δεν την κατείχαν ήδη· η σύγκληση
στην Κρήτη τον Ιούνιο 2016 της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, έπειτα από
μακροχρόνιες και εργώδεις διεργασίες· την παραχώρηση αυτοκεφαλίας σε
εθνικές Εκκλησίες· τις αναρίθμητες προσπάθειες για την επαναλειτουργία
της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, που παραμένει σιωπηλή εδώ και πενήντα
χρόνια, από το 1971.
Ωστόσο, θα ήθελα να επικεντρωθώ σε ένα
επίτευγμα, λιγότερο ίσως προβεβλημένο, με νομικές όμως συνεπαγωγές και
παραμέτρους. Πρόκειται για την απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη
Βαρθολομαίου να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου για τη διεκδίκηση της περιουσίας του Πατριαρχείου, η οποία είχε
σταδιακά απαλλοτριωθεί με βάση βακουφικό νόμο του έτους 1935,
υπογράφοντας σημειολογικά ο ίδιος το αρχικό δικόγραφο της προσφυγής στις
19.4.2005. Μείζονος σημασίας υπήρξε στο πλαίσιο αυτό η απόφαση του ΕΔΔΑ
στις 8.7.2008, με την οποία διατάχθηκε, με τη σύμφωνη γνώμη και του
Τούρκου δικαστή, η επιστροφή του ακινήτου του Ορφανοτροφείου στη νήσο
Πρίγκηπο στην κυριότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η παραδοχή
μάλιστα της απόφασης ότι το Πατριαρχείο μπορεί να είναι κύριος ακίνητης
περιουσίας εντός της Τουρκίας επιλύει εμμέσως το περίπυστο ζήτημα της
νομικής προσωπικότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο
αναγνωρίζεται ως νομικό πρόσωπο, ενώ για την Τουρκία θεωρείται απλώς ως
το «Πατριαρχείο των Ρωμιών» (Rum Patrikhanesi).
Από την άλλη,
είναι προφανές ότι η πατριαρχία Βαρθολομαίου είναι μια δυναμική
κατάσταση, καθώς βρίσκεται ακόμα «εν εξελίξει». Στο πλαίσιο αυτό
υπάρχουν, ευλόγως, περιθώρια για πρόσθετες πρωτοβουλίες σε διάφορα
επίπεδα. Για παράδειγμα, η σφυρηλάτηση και η ενίσχυση της πανορθόδοξης
ενότητας αποτελεί ένα διαρκές ζητούμενο. Επίσης, αναγκαίο είναι να
αναληφθεί από την πρωτόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, που έχει
τον συντονιστικό και ενοποιητικό ρόλο σε όλη την Ορθοδοξία, μία
πρωτοβουλία για την κωδικοποίηση του κανονικού δικαίου της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, ζήτημα το οποίο απασχολεί τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο ήδη από
το 1970, όταν έλαβε από το Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης το
διδακτορικό του με αυτό το θέμα.
Είναι γεγονός ότι η Ορθόδοξη
Εκκλησία, σε αντίθεση με τη Ρωμαιοκαθολική, δεν έχει κωδικοποιήσει το
δίκαιό της. Ετσι, παρατηρείται το φαινόμενο είτε το ίδιο ζήτημα να
διακανονίζεται σε περισσότερες, ενίοτε αντιφατικές κανονικές ρυθμίσεις
είτε το δίκαιο να μην έχει αποκαθαρθεί από διάφορους «καιρικούς»
κανόνες, η θέσπιση των οποίων υπαγορεύθηκε μεν από την ανάγκη της
στιγμής, αλλά η εξακολούθηση της ισχύος τους δύσκολα συμβαδίζει με το
πλαίσιο της σύγχρονης εποχής. Ασφαλώς, το αίτημα είναι παλαιό. Οπως,
μάλιστα, αποκαλύπτει ο καθηγητής Ι. Μ. Κονιδάρης («Το Βήμα»,
24.11.2008), με πρωτοβουλία του διαπρεπούς κανονολόγου Αμίλκα Σ.
Αλιβιζάτου, η Ακαδημία Αθηνών επισήμως ανακοίνωσε το έτος 1965 την
απόφασή της να προχωρήσει στην κωδικοποίηση όλων των ιερών κανόνων της
Ορθοδόξου Εκκλησίας και συνέστησε προς τούτο ειδική υπηρεσία, η οποία,
πάντως, ουδέποτε στελεχώθηκε… Ιδού, λοιπόν, πεδίον δόξης λαμπρόν…
Αποτελεί,
άλλωστε, η πρωτοβουλία αυτή έκφανση της οικουμενικής μαρτυρίας του
Πατριαρχείου, το οποίο εκεί στο ταπεινό Φανάρι συνεχίζει να ζει «για να
ζωντανεύει την ακοίμητη συνείδηση του γένους μας»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.