Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ
Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν
Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς
Σχολῆς Α.Π.Θ.
Ψυχοσάββατο. Μνήμη πάντων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος
κεκοιμημένων ὀρθοδόξων χριστιανῶν, 2 Μαρτίου 2019,
(Αριθμ. 3)
Α. 1. Στο εορτολόγιο της
Εκκλησίας, σύμφωνα με το Συναξάριο, δύο
φορές το έτος αναφέρεται ότι κατά τα καθιερωθέντα από τους Αγίους Πατέρες η
Εκκλησία ποιεί «μνείαν πάντων τῶν ἀπ᾽
αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ᾽ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου, οἱ θειότατοι
Πατέρες ἐθέσπισαν». Πρόκειται για το Σάββατο προ της Κυριακής των Απόκρεω
και το Σάββατο προ της Κυριακής της Πεντηκοστής, που για φέτος πέφτουν στις 2
Μαρτίου και 15 Ιουνίου. Πρέπει να σημειωθεί ότι μετάθεση της Ακολουθίας των
Ψυχών το Σάββατο του Ασώτου, δηλαδή ένα Σάββατο ενωρίτερα, γίνεται μόνο στην
περίπτωση που συμπίπτει η εορτή της Υπαπαντής, ή η Απόδοσή της, με το
Ψυχοσάββατο, πράγμα που σημαίνει ότι το Ψυχοσάββατο συνάπτεται με την Κυριακή
των Απόκρεω, ή της Κρίσεως, και το δεύτερο οπωσδήποτε με την Κυριακή της
Πεντηκοστής.
2. Όπως έχουμε ήδη
σημειώσει κατά την ερμηνεία της Κυριακής του Τελώνου και Φαρισαίου, στην έναρξη
του Τριωδίου, η περίοδος από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι την
Κυριακή των Αγίων Πάντων, και κατ᾽ ακρίβειαν μέχρι το Σάββατο των Αγίων Πάντων,
που είναι η Απόδοση της Πεντηκοστής, συνιστά μία ενότητα θεολογική κατά την
ερμηνεία του Συναξαρίου του Τριωδίου
από τον Άγιο Νικηφόρο- Κάλλιστο Ξανθόπουλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως
(Αριθμ. 1). Αυτή η ενότητα υπογραμμίζεται με τα δύο Ψυχοσάββατα, τα οποία
παρουσιάζουν κοινή λειτουργική ταξη με επιπλέον στοιχείο την προσθήκη, όπως
είναι φυσικό, της τάξης του Πεντηκοσταρίου κατά το δεύτερο Ψυχοσάββατο προ της
Πεντηκπστής. Πιθανότατα πρόκειται για δευτέρωση του Ψυχοσάββατου του Τριωδίου
κατ᾽ αναλογία της ερμηνευτικής γραμμής για την αποκάλυψη του Λόγου ασάρκως, ενσάρκως
και Πνευματικώς ορωμένου και μετεχομένου, ως Προφητική προδήλωση,
εξαγγελία, ανακεφαλαίωση και δοξασμός, όπως καταγράφεται στο κοινό Θεοτοκίο των
Στιχηρών Προσομοίων, ἦχος πλ. β´: «Σὺ εἶ
ὁ Θεὸς ἡμῶν ὁ ἐν σοφίᾳ δημιουργήσας τὸ πᾶν, ὁ
καὶ τοὺς Προφήτας ἐξαποστείλας ἡμῖν προφητεῦσαί σου τὴν
παρουσίαν, καὶ Ἀποστόλους κηρῦξαι σου τὰ μεγαλεῖα·
καὶ οἱ μέν, προεφήτευον τὴν ἔλευσίν σου, οἱ δέ, τῷ βαπτίσματι ἐφώτισαν τὰ ἔθνη, Μάρτυρες δὲ ἔτυχον δόξης ἐκ τούτων, καὶ πρεσβεύουσιν
ἐκτενῶς σοι τῷ Δεσπότῃ, σὺν τῇ τεκούσῃ σε Μητρί. Ἀνάπαυσον ὁ Θεὸς ψυχάς, ἃς
προσελάβου,
καὶ ἡμᾶς καταξίωσον τῆς βασιλείας σου, ὁ
Σταυρὸν ὑπομείνας δι᾽ ἐμὲ τὸν κατάκριτον, ὁ λυτρωτής μου καὶ Θεός». Η
κατ᾽ αναλογία του πρώτου τέλεση του δευτέρου Ψυχοσάββατου προ της Πεντηκοστής δικαιολογεί
την ύπαρξη των εἱρμών των Ὠδῶν γ´, στ´, η´ και θ´, λόγω Σαββάτου, εκ των
Καταβασιών της πρώτης Κυριακής του Τριωδίου, ἦχος πλ.
β´: «Ὡς ἐν ἠπείρῳ πεζεύσας ὁ
Ἰσραήλ, ἐν ἀβύσσῳ ἴχνεσι, τὸν διώκτην Φαραώ, καθορῶν ποντούμενον, Θεῷ ἐπινίκιον
ᾠδήν, ἐβόα, ᾄσωμεν»(1), ενώ κατά το Ψυχοσάββατο προ των Απόκρεω λέγονται πάντοτε
εἱρμοί- Ὠδές από τις Καταβασίες «ᾎσμα
ἀναπέμψωμεν λαοί...» και συγκεκριμένα οι εἱρμοί της η´ Ὠδῆς, ἦχος πλ. δ´: «Τὸν ἐν ὄρει, ἁγίῳ δοξασθέντα, καὶ ἐν βάτῳ, πυρὶ τὸ τῆς Ἀειπαρθένου, τῷ Μωϋσῇ μυστήριον
γνωρίσαντα, Κύριον ὑμνεῖτε, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας» ,και
της θ´ Ὠδῆς «Τὸν προδηλωθέντα ἐν ὄρει τῷ Νομοθέτῃ,
ἐν πυρὶ καὶ βάτῳ, τόκον τὸν τῆς Ἀειπαρθένου, εἰς
ἡμῶν τῶν πιστῶν σωτηρίαν, ὕμνοις ἀσιγήτοις μεγαλύνομεν», πιθανόν εν είδει
προχειρισμού του Ευαγγελισμού και της εορτής της Μεταμορφώσεως, η οποία
εορτάζετο προ των μεγάλων γεγονότων της ησυχαστικῆς περιόδου κατά τη Β´ Κυριακή
των Νηστειών, ή και ως κατακλείδος της Υπαπαντής. Ως εκ τούτου κατά τη
δευτέρωση του Ψυχοσάββατου προ της Πεντηκοστής μεταγενέστερα φαίνεται λογικός ο
θησαυρισμός των εἱρμῶν από τις Καταβασίες της πρώτης Κυριακής του Τριωδίου «Ὡς ἐν ἠπείρῳ πεζεύσας...»,
καθώς υπάρχει διακύμανση των Καταβασιών κατά τις τρεις πρώτες Κυριακές του
Τριωδίου, οι οποίες εξαρτώνται από τη σύμπτωση με την Απόδοση της εορτής της
Υπαπαντής, οπότε κυριαρχεί το «Χέρσον
ἀβυσσοτόκον» αντί των «Ὡς ἐν ἠπείρῳ πεζεύσας...», «Τὴν Μωσέως ᾠδήν...», «Βοηθὸς καὶ σκεπαστής...».
3. Οι Καταβασίες του
Ψυχοσάββατου είναι μοναδικές, γιατί αναφέρονται όλοι οι εἱρμοί- Ὠδές στις Θεοφάνειες
του Λόγου στους Προφήτες(2) και δεν ακολουθούν την τυπική διάταξη των εννέα
᾽Ωδῶν των άλλων εορτών του ενιαυτού. Ακόμη και η θ´ Ὠδή, της Παναγίας, η μόνη
κατά περιεχόμενο που αντιστοιχεί σε Ευαγγελική καταγραφή, στην περίπτωση του
Ψυχοσάββατου αναφέρεται στο θεοφανικό γεγονός της Παλαιάς Διαθήκης της
φλεγόμενης και μη κατακαιόμενης βάτου, μιας εκ των πλέον γνωστών προτυπώσεων
της Παναγίας, ή της Παναγίας ως κατασκίου όρους, εκ του οποίου απεκολλήθη ως λίθος ο
Χριστός, μία σταθερή προτύπωση της Θεοφάνειας
στον Προφήτη Αββακούμ σε όλες τις Καταβασίες του ενιαυτού. Εκτός του ευθέος
κατονομασμού του Μωϋσέως και του υποβάθρου των Ψαλμών η φρασεολογία των εννέα οδών περιλαμβάνει την ομολογία στο
Θεό Λόγο «ἐγώ
εἰμι ὁ Θεὸς ὑμῶν», ως το Δημιουργό του Σύμπαντος κόσμου «Ὁ στερεώσας ἐν τῇ
χειρί σου, Λόγε Θεοῦ, τους οὐρανοὺς ἐν τῷ φωτισμῷ». Η
παράσταση του φωτός και του πυρός ως υποβάθρου της αναδύσεως της δημιουργίας
αλλά και της αποκαλύψεως του Λόγου στην ιστορία του Ισραήλ με ενταυτώ την
προδήλωση της Ενανθρωπήσεως παρέχει την ενοποίηση του σύμπαντος κόσμου ως
φωτοειδούς αποτελέσματος της φωτοειδούς προσταγής του αεί κτίζοντος τον κόσμο,
προαπελθόντων και ζώντων τέκνων του προπάτορος Αδάμ, ενώ με τους δύο όρους Θεοτόκος
και Ἀειπάρθενος
για την Παναγία ομολογείται η πραγματική Ενανθρώπηση. Όπως έχει ήδη σημειωθεί,
με τον Άγιο Ιωάννη τον Προφήτη και Πρόδρομο και το Άγιο Συμών το Θεοδόχο κατά
την Υπαπαντή η απόλυση αμφοτέρων των αυτοπτών μαρτύρων του Ενανθρωπήσαντος
Λόγου είναι συγχρόνως και έλευση των δύο θεοπτών Αγίων προς τους προαπελθόντας
από Αδάμ και μέχρις Ιησού Χριστού, για να φέρουν και στους εν Άδη το άγγελμα
ότι ο Θεός, ο προδηλούμενος υπό των Προφητών, ήδη σεσάρκωται. Η φωτοχυσία,
επομένως, των εννέα Ὠδῶν του Ψυχοσάββατου συνάδει με τα εόρτια γεγονότα που
προηγήθηκαν αλλά και με το φωτοειδές γεγονός της Μεταμορφώσεως, που έπεται κατά
την πρώτη μορφή του Τριωδίου, όπως έχει σημειωθεί παραπάνω, κατά την οποία όλο
το ανθρώπινο γένος είναι παρόν, λουσμένοι μέσα στην αυτή φωτοείδεια του
Μεταμορφωθέντος Χριστού και παραδείξαντος τη θεότητά του, ζώντες και
κεκοιμημένοι θεόπτες Άγιοι, Μωϋσής, Ηλίας και οι τρεις Μαθητές, εκπρόσωποι
ζώντων και κεκοιμημένων. Δεν είναι, μάλιστα, τυχαίο ότι στην υμνολογία του
Ψυχοσάββατου οι ευχές της Εκκλησίας θυμίζουν το αίτημα του Αποστόλου Πέτρου
περί κατασκηνώσεως(3) (Ματθ. ιζ´, 4:« 4 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε τῷ Ἰησοῦ·
Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν
Ἠλίᾳ »), χωρίς να παραλείπεται η
σύνδεση με το Ευαγγέλιο της Κυριακής, ήτοι της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού
και της κρίσεως του κόσμου: «Ἐν τῇ
φρικτῇ, ἐλεύσει σου Οἰκτίρμον, ἐκ δεξιῶν τῶν προβάτων
σου στῆσον, τοὺς ὀρθοδόξως σοι ἐν βίῳ λειτουργήσαντας, Χριστέ, καὶ
μεταστάντας πρὸς σέ», Κανών α´, Ὠδὴ ζ´, ἦχος πλ. δ´.
B. 1. Και ενώ πρωταρχικά
τα αιτήματα της ακολουθίας είναι υπέρ των εὐσεβῶς
θανέντων, οι επανειλημμένες αναφορές στη δημιουργία του κόσμου και του
ανθρώπου συνιστά αίτημα που αφορά σε όλους τους προαπελθόντας, κάτι που
αντικατοπτρίζεται στο Αποστολικό Ανάγνωσμα, το οποίο είναι το αυτό με το
δεύτερο Ψυχοσάββατο προ της Πεντηκοστής και το Μυστήριον ἐπὶ τῶν ἱερῶς κεκοιμημένων. Τιθέμενη, λοιπόν, η Μνήμη πάντων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένων
ὀρθοδόξων χριστιανῶν προ της Κυριακής της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού,
πέραν της παραμυθίας των συγγενών όσων έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους και
δεν βρέθηκαν, για να συνοδευτούν με την προσευχή της Εκκλησίας, επαγγέλλεται την
πίστη της Εκκλησίας για την ενότητα του ανθρώπινου γένους κατά το λόγο της
δημιουργίας, της ιστορίας και των εσχάτων, όπου κυριαρχεί ο συνοχέας
του παντός Χριστός, κατά την έκφραση του Θεοτοκίου της θ´ Ὠδῆς, ἦχος πλ. δ´: «Ὑπὲρ νοῦν ὁ τόκος σου· γεννᾷς γὰρ τὸν προόντα, καὶ γαλουχεῖς
ἀφράστως, τὸν τροφοδότην τοῦ κόσμου, ἀνακλίνεις
τὸν τοῦ παντὸς συνοχέα, Χριστὸν μόνον λυτρωτήν ἡμῶν Πανάμωμε».
2. Κατά την αυτήν
ερμηνευτική γραμμή, με την επανάληψη της μνήμης «πάντων τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένων ὀρθοδόξων χριστιανῶν» προ της
Πεντηκοστής, η Εκκλησία συγκεντρώνει τα τέκνα της, ζώντες και κεκοιμημένους ἀπ᾽ αἰῶνος,
ως το σώμα του Πνευματικώς ορωμένου Λόγου στην κοινή Θεία Λειτουργία της
Βασιλείας του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος με αναμονή και εγρήγορση του αυτού
και Ερχομένου για όλο το ανθρώπινο γένος δυνάμει και ενεργείᾳ ως η Εκκλησία των
εθνών, που λειτουργεί για τα τέκνα της και προσεύχεται για όλο τον κόσμο!
{ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1). Ἦχος πλ. β´, Ὠδὴ γ´: «Οὔκ ἐστιν ἅγιος ὡς σὺ, Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ ὑψώσας τὸ κέρας, τῶν πιστῶν
σου Ἀγαθέ, καὶ στερεώσας αὐτούς, ἐν τῇ πέτρᾳ τῆς ὁμολογίας σου», Ὠδὴ στ´: «Τοῦ
βίου τὴν θάλασσαν, ὑψουμένην καθορῶν, τῶν πειρασμῶν τῷ κλύδωνι, ἐν εὐδίῳ λιμένι
σου προσδραμών, βοῶ σοι· Ἀνάγαγε ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν μου Πολυέλεε», Ὠδὴ η´: «Αἰνοῦμεν,
εὐλογοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν τὸν Κύριον. Ἐκ φλογὸς τοῖς Ὁσίοις, δρόσον ἐπήγασας,
καὶ δικαίου θυσίαν, ὕδατι ἔφλεξας· ἅπαντα γὰρ δρὰς Χριστέ, μόνῳ τῷ βούλεσθαι·
σὲ ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας». Ὠδὴ θ´:
«Θεὸν ἀνθρώποις ἰδεῖν ἀδύνατον, ὂν οὐ
τολμᾶ Ἀγγέλων ἀτενίσαι τὰ τάγματα, διὰ σοῦ δὲ Πάναγνε ὡράθη βροτοῖς, Λόγος
σεσαρκωμένος, ὃν μεγαλύνοντες, σὺν ταῖς οὐρανίαις Στρατιαῖς, σὲ μακαρίζομεν».
(2). Ὠδὴ α´, «ᾎσμα ἀναπέμψωμεν λαοί, τῷ θαυμαστῷ Θεῷ τῷ ἡμῶν, ἀπαλλάξαντι τὸν Ἰσραὴλ ἐκ δουλείας, ᾠδὴν ἐπινίκιον
ᾄδοντες καὶ βοῶντες· ᾌσωμέν σοι, τῷ μόνῳ Δεσπότῃ».
Ὠδὴ β´, «Ἴδετε, ἴδετε, ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς ὑμῶν, ὁ πρὸ τῶν αἰώνων γεννηθεὶς ἐκ
τοῦ Πατρός, καὶ ἐκ τῆς Παρθένου ἐπ᾽ ἐσχάτων, πλὴν ἀνδρὸς κυηθείς, καὶ λύσας τὴν
ἁμαρτίαν, τοῦ προπάτορος Ἀδάμ, ὡς φιλάνθρωπος».
Ὠδὴ
γ´, «Ὁ στερεώσας ἐν τῇ χειρί σου, Λόγε Θεοῦ τους οὐρανοὺς ἐν τῷ
φωτισμῷ, τῆς σῆς ἀληθοῦς ἐπιγνώσεως, στερέωσον καὶ ἡμῶν, τῶν ἐπὶ σοὶ
πεποιθότων τὰς καρδίας».
Ὠδὴ δ´, «Ἐξ ὄρους
κατασκίου, Λόγε ὁ Προφήτης, τῆς μόνης Θεοτόκου, μέλλοντος σαρκοῦσθαι, θεοπτικῶς κατενόει, καὶ τῷ φόβω,
ἐδοξολόγει σου τὴν δύναμιν».
Ὠδὴ ε´, «Ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου, πρὸς σὲ ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματα, τῆς παρουσίας σου·
ἐν αὐτοῖς οὖν καταύγασον, τὸν νοῦν ἡμῶν Δέσποτα, καὶ ὁδήγησον, ἐν τρίβῳ ζωῆς».
Ὠδὴ στ´, «Συνεχόμενον δέξαι με φιλάνθρωπε, ἐκ
πταισμάτων πολλῶν, προσπίπτοντα τοῖς οἰκτιρμοῖς σου, ὡς
τὸν Προφήτην, Κύριε, καὶ σῶσόν με».
[Συναξάριο: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνείαν πάντων τῶν ἀπ' αἰῶνος
κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ᾽ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου, οἱ θειότατοι Πατέρες
ἐθέσπισαν»].
Ὠδὴ ζ´, «Ὁ ἐν ἀρχῇ,
τὴν γῆν θεμελιώσας, καὶ οὐρανοὺς τῷ λόγῳ, στερεώσας, εὐλογητὸς εἶ εἰς
τοὺς αἰῶνας Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν».
Ὠδὴ η´, «Τὸν ἐν
ὄρει, ἁγίῳ δοξασθέντα, καὶ ἐν βάτῳ, πυρὶ τὸ τῆς Ἀειπαρθένου, τῷ Μωϋσῇ
μυστήριον γνωρίσαντα, Κύριον ὑμνεῖτε, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς
αἰῶνας».
Ὠδὴ θ´, «Τὸν
προδηλωθέντα ἐν ὄρει τῷ Νομοθέτῃ, ἐν πυρὶ καὶ βάτῳ, τόκον τὸν τῆς Ἀειπαρθένου, εἰς ἡμῶν τῶν πιστῶν σωτηρίαν, ὕμνοις
ἀσιγήτοις μεγαλύνομεν».
(3). Στιχηρό Εσπερινού
στο Δόξα, ἦχος πλ. β´: «Ἀρχή μοι καὶ ὑπόστασις, τὸ πλαστουργόν σου γέγονε πρόσταγμα· βουληθεὶς
γὰρ ἐξ ἀοράτου τε καὶ ὁρατῆς με ζῷον συμπῆξαι φύσεως, γῆθέν μου τὸ σῶμα
διέπλασας, δέδωκας δέ μοι ψυχήν, τῇ θείᾳ σου καὶ ζωοποιῷ ἐμπνεύσει· διὸ Σωτὴρ
τοὺς δούλους σου ἐν χώρᾳ ζώντων, ἐν σκηναῖς
Δικαίων ἀνάπαυσον», Ἐξαποστειλάριο, ἦχος γ´: «Ὁ καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων, ἐξουσιάζων ὡς Θεός, ἀνάπαυσον τοὺς σοὺς
δούλους, ἐν ταῖς σκηναῖς τῶν ἐκλεκτῶν· εἰ
γὰρ καὶ ἥμαρτον Σῶτερ, ἀλλ' οὐκ ἀπέστησαν ἐκ σοῦ».
Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α´ Θεσσ.
δ´, 13-17: «13 Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς
ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κοιμωμένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε
καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι
Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς
κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ
Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν
παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας· 16 ὅτι αὐτὸς ὁ
Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν
σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ᾽ οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ
ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ
Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ
ἐσόμεθα».
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ.
κα´, 8-9, 25-27, 35-36: «8 καὶ ὁ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτοῖς· Οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα
ποιῶ. 9 Ἤρξατο δὲ πρὸς τὸν λαὸν λέγειν τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωπός
τις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα, καὶ ἐξέδετο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ
ἀπεδήμησε χρόνους ἱκανούς- 25 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἀπόδοτε τοίνυν τὰ
Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ. 26 καὶ οὐκ ἴσχυσαν ἐπιλαβέσθαι αὐτοῦ
ῥήματος ἐναντίον τοῦ λαοῦ, καὶ θαυμάσαντες ἐπὶ τῇ
ἀποκρίσει αὐτοῦ ἐσίγησαν. 27 Προσελθόντες δέ τινες τῶν Σαδδουκαίων, οἱ λέγοντες μὴ εἶναι ἀνάστασιν,
ἐπηρώτησαν αὐτὸν.- 35 οἱ δὲ καταξιωθέντες τοῦ αἰῶνος ἐκείνου τυχεῖν καὶ τῆς
ἀναστάσεως τῆς ἐκ νεκρῶν οὔτε γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται· 36 οὔτε γὰρ ἀποθανεῖν ἔτι δύνανται· ἰσάγγελοι γάρ εἰσι, καὶ υἱοί εἰσι τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀναστάσεως
υἱοὶ ὄντες».