Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 2023

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 

Ι.Μ. ΔΑΦΝΙΟΥ, Αττική

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

Τὸ Γενέθλιον τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, 
 8 Σεπτεμβρίου 2023 (Αριθμ. 39Ν)

Α. Όπως έχω ήδη επισημάνει, με την εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου και της Υψώσεως του Σταυρού βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο μεταξύ των Κυριακών του Ματθαίου και των Κυριακών του Λουκά, που καλύπτουν τη περίοδο μέχρι τις παραμονές των Χριστουγέννων.

Β. Τα Αναγνώσματα της εορτής του Γενεθλίου της Θεοτόκου είναι τα αυτά με εκείνα της Κοιμήσεως, και, όπως, στην εορτή της Κοιμήσεως, έχουμε και κατ᾽ αυτήν Προεόρτια και την επομένη εν είδει συνάξεως την εορτή της μνήμης των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης. Βασικά στοιχεία της εορτής επαναλαμβάνονται και κατά την Απόδοση του Γενεσίου στις 12 Σεπτεμβρίου, η οποία κλείνει με το Κοντάκιο «Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα». Συγχρόνως η Εκκλησία μαζί με την εορτή των Θεοπατόρων ποιεί τη μνήμη της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου στην Έφεσο το 431, της οποίας ο δογματικός ορισμός είναι ο όρος Θεοτόκος, ο κατεξοχήν όρος ομολογίας και προσκυνήσεως του ίδιου του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός ως ενανθρωπήσαντος. Και δεν είναι τυχαίο ότι στις ημέρες μας βάλλεται και πάλι σφόδρα το πρόσωπο της Παναγίας από διάφορες ομάδες που θέλουν να επιβάλλουν στην πίστη της Εκκλησίας μία κοινωνιολογική προτεσταντική αισθητική κατά τη λατρεία της και την ερμηνευτική της με πρώτο θύμα και πάλι το πρόσωπο της Παναγίας ως Θεοτόκου.

Γ. Γι᾽ αυτό πρέπει να υπογραμισθεί και πάλι ότι η τιμή στη Θεοτόκο έχει ως κέντρο τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, γι᾽ αυτό όλη η υμνολογία της εορτής και τα Αναγνώσματα δομούνται με τις οράσεις και τις επαγγελίες των Προφητών για τον εν σαρκί ερχόμενο εκ παρθένου. Παράλληλα, η υμνολογία της εορτής αντιστοιχεί ερμηνευτικά, κυρίως, α. στα τρία Προφητικά Αναγνώσματα, β. τις σύντομες ερμηνευτικές προτάσεις της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου του 431, με την ομολογία ότι η Παναγία είναι η όντως Θεοτόκος, ένα γεγονός που συνεορτάζεται σταθερά την επόμενη μέρα, στις 9 Σεπτεμβρίου, μαζί με τη μνήμη των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης και γ. στη δοξολογική αναφορά του ύμνου των Τριών Παίδων εν καμίνω, μία Θεοφάνεια κατενώπιον του βασιλέως Βαβυλώνος από το τελευταίο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, του Δανιήλ, όπου συντελείται το άνοιγμα του Ισραήλ προς όλα τα έθνη, αλλά και προκαταγγέλλεται και η κοινή Ανάσταση[1]. Εξάλλου, ψάλλονται οι Καταβασίες της Ὑψώσεως του Σταυρού, που συνοψίζουν την κραταιά παρουσία του Θού στον Ισραήλ από τη διάβαση της Ερυθράς Θαλάσσης μέχρι και την ομολογία του Τριαδικού Θεού: «Εὐλογεῖτε Παῖδες, τῆς Τριάδος ἰσάριθμοι, δημιουργὸν Πατέρα Θεόν, ὑμνεῖτε τὸν συγκαταβάντα Λόγον, καὶ τὸ πῦρ εἰς δρόσον μεταποιήσαντα· καὶ ὑπερυψοῦτε τὸ πᾶσι ζωὴν παρέχον, Πνεῦμα πανάγιον εἰς τοὺς αἰῶνας». ( Καταβασία, ᾠδὴ η´).

Δ. Το θεολογικό ερμηνευτικό πλαίσιο της εορτής ιστορεί το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας από κτίσεως κόσμου, με αναφορές στον Αδάμ και την Εύα, γεναρχών του ανθρώπινου γένους, τη δραματική πορεία του περιούσιου λαού με τα κορυφαία προφητικά θεοφανικά γεγονότα, όπου καταγράφεται η επαγγελία του εν σαρκί ερχόμενου, ο οποίος θα επισυναγάγει ἐν ἑαυτῷ και πάλι το ανθρώπινο γένος στο κοινό δείπνο, του ασάρκου, ενσάρκου και Πνευματικώς ορωμένου Λόγου της βασιλείας του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όχι ως μιας μελλοντικής καταστάσεως, μιας εσχατολογικής προβολής, αλλά ως ανακαινισμού και ανακεφαλαιώσεως «σήμερον». Η κτίση ανακαινίζεται κι ο χρόνος συμπυκνώνεται στη νέα Ζωή της χάριτος: «Σήμερον ἡ στεῖρα Ἄννα τίκτει θεόπαιδα, τὴν ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν προεκλεχθεῖσαν, εἰς κατοίκησιν τῷ παμβασιλεῖ, καὶ Κτίστῃ Χριστῷ τῷ Θεῷ, εἰς ἐκπλήρωσιν τῆς θείας οἰκονομίας· δι᾽ ἧς ἀνεπλάσθημεν οἱ γηγενεῖς, καὶ ἀνεκαινίσθημεν ἐκ τῆς φθορᾶς, πρὸς ζωὴν τὴν ἄληκτον».

Ε. 1. α. Κατά ταύτα, στο πρώτο Προφητικό Ανάγνωσμα προτυπώνεται η Θεοτόκος ως κλίμαξ και πύλη του ουρανού. Επ᾽ αυτής ο άσαρκος Λόγος, ως Κύριος της Δόξης, αποκαλύπτεται στον Ιακώβ, βεβαιώνοντάς τον ότι είναι ο Θεός Αβραάμ και Ισαάκ. Είναι μία Θεοφάνεια που αφορᾶ σε όλο το ανθρώπινο γένος: «Καὶ ἔσται τὸ σπέρμα σου ὡσεὶ ἄμμος τῆς γῆς καὶ πλατυνθήσεται ἐπὶ Θάλασσαν, καὶ Λίβα, καὶ Βορρᾶν, καὶ ἐπὶ Ἀνατολάς· καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς, καὶ ἐν τῷ σπέρματί σου» (Γεν. 28, 14).

β. Το δεύτερο Προφητικό Ανάγνωσμα προέρχεται από το όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ, κατά το οποίο ο Προφήτης βρίσκεται κατενώπιον του Κυρίου της Δόξης και θεωρεί το Μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως με την κεκλεισμένη κατά ανατολάς πύλη, την Παναγία, και ετοιμαζομένη τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας: «Καὶ ἐπέστρεψέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς ἐξωτέρας τῆς βλεπούσης κατὰ ἀνατολάς, καὶ αὕτη ἦν κεκλεισμένη. Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς με· Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός, Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη. Διότι ὁ Ἡγούμενος οὗτος κάθηται ἐπ᾿ αὐτὴν τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐνώπιον Κυρίου» (Ἰεζ. 44, 1-3), ενώ δηλώνει στην αρχή του Αναγνώσματος ότι πρόκειται για γεγονότα της ὀγδόης ἡμέρας του νῦν καὶ ἐπέκεινα, πέραν, δηλαδή, του όποιου χρόνου, γιατί η δόξα και η βασιλεία του Κυρίου είναι άκτιστη και ατελεύτητη.

γ. Με το τρίτο Προφητικό Ανάγνωσμα από το Βιβλίο των Παροιμιών παρέχεται η προτύπωση περί των Παθών του Χριστού αλλά και του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Η Σοφία, δηλαδή, ο Χριστός οικοδομεί οίκο για τον εαυτό του, μία ευθεία αναφορά ότι δημιούργησε την ανθρώπινή του φύση στη μήτρα της Παναγίας, «ἑαυτῷ», όπως λέγει ο μέγας Πατήρ της Εκκλησίας Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ενώ με όλο το έργο του της ένσαρκης Οικονομίας καλεί τον πεπτωκότα άνθρωπο στο κοινό ευχαριστιακό δείπνο, τον άφρονα και τον ενδεή, τον καλεί να αποκτήσει το φρόνημα των Προφητών, κατά τους επτά στύλους του οίκου της Σοφίας, τα επτά πνεύματα, για τα οποία μας ομιλεί ο Προφήτης Ησαΐας Καὶ ἀναπαύσεται ἐπ’ αὐτὸν Πνεῦμα Κυρίου· Πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως· Πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχῦος· Πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· καὶ ἐμπλήσει αὐτὸν Πνεῦμα φόβου Θεοῦ», Ἡσ. 11, 2), ώστε να επανέλθει ο πεπτωκώς άνθρωπος στη γνώση του Θεού, την οποία απέρριψε κατά την αρχαία αποστασία: «Ἔλθετε φάγετε τὸν ἐμὸν ἄρτον, καὶ πίετε οἶνον, ὃν κεκέρακα ὑμῖν, ἀπολίπετε ἀφροσύνην, καὶ ζήσεσθε· καὶ ζητήσατε φρόνησιν, ἵνα βιώσητε, καὶ κατορθώσητε σύνεσιν ἐν γνώσει» (Παροιμ. 9, 5-7). Είναι κλήση οικουμενική, κλήση, δηλαδή, για τον κάθε άνθρωπο, πάντα κατά την ιδία προαίρεση και δεκτικότητα εκάστου. Αυτή η κλήση αίρει όλες τις συμβάσεις της μεταπατορικής ιστορίας.

2. Αμέσως μετά από τα Προφητικά Αναγνώσματα με το πρώτο Στιχηρό Ιδιόμελο στη Λιτή συνοψίζεται η διακονία της Θεοτόκου στο Μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Λόγου κατά την επαγγελία και την πραγματοποίηση της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ως νέας ζωής: «Ἡ ἀπαρχὴ τῆς ἡμῶν σωτηρίας, λαοὶ σήμερον γέγονεν· ἰδοὺ γὰρ ἡ προορισθεῖσα ἀπὸ γενεῶν ἀρχαίων, Μήτηρ καὶ Παρθένος, καὶ δοχεῖον Θεοῦ, ἐκ στείρας γεννηθῆναι προέρχεται· ἄνθος ἐκ τοῦ Ἰεσσαί, καὶ ἐκ τῆς ῥίζης αὐτοῦ ῥάβδος ἐβλάστησεν. Εὐφραινέσθω Ἀδὰμ ὁ προπάτωρ, καὶ ἡ Εὔα ἀγαλλιάσθω χαίρουσα· ἰδοὺ γὰρ ἡ οἰκοδομηθεῖσα ἐκ πλευρᾶς τοῦ Ἀδάμ, τὴν θυγατέρα καὶ ἀπόγονον, μακαρίζει ἐμφανῶς· Ἐτέχθη μοι γάρ φησι λύτρωσις, δι᾿ ἧς ἐκ τῶν δεσμῶν τοῦ ᾍδου ἐλευθερωθήσομαι. Ἀγαλλιάσθω ὁ Δαυΐδ κρούων τὴν κινύραν, καὶ εὐλογείτω τὸν Θεόν· ἰδοὺ γὰρ ἡ Παρθένος πρόεισιν ἐκ πέτρας ἀγόνου, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

3. Το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας αφορά σε όλο το ανθρώπινο γένος. Η υμνολογία της σημερινής εορτής είναι γεμάτη από διατυπώσεις με χρήση της αόριστης επιμεριστικής αντωνυμίας πᾶς, όπως πᾶσι, πάντες. Συγχρόνως ο χρόνος ακινητίζεται από τη φωτοδοσία του Κυρίου της Δόξης, ο οποίος κενούται ενανθρωπήσας, κατά το Αποστολικό Ανάγνωσμα, για να χαρίσει τη μακαριότητα στον καθένα που με απλότητα αναφωνεί: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας».

ΣΤ. 1.α. Ο εορτασμός της μνήμης της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου είναι μεταγενέστερος. Εντάχθηκε στο εορτολόγιο στο πλαίσιο υπογραμμίσεως των σημαντικών γεγονότων, κατά τα οποία η Εκκλησία, με κορυφαίες συνοδικές αποφάσεις, ερμήνευσε το Σύμβολο της Πίστεως, όταν πλέον είχε να αντιμετωπίσει αφενός την παραχάραξή του, αφετέρου την αμφισβήτηση για την ίδια της την πίστη ως προς την υπό του Θεού παρεχόμενη δωρεά, εάν, δηλαδή, η σωτηρία μας είναι άκτιστη, ή είναι κατορθωτή από τον ίδιο τον άνθρωπο διά των ιδίων του δυνάμεων μέσω μιας ηθικής τελειώσεως, υπακούοντας αυτός σε εντολές και τσιτάτα από την Καινή Διαθήκη και εξωτερικούς κανόνες, αν είναι εν τέλει η Εκκλησία η φανέρωση των γεγονότων της Θείας Οικονομίας, ή είναι μία οργάνωση χρήσιμη για την κοινωνία, όπως στους νεότερους χρόνους ο στρατός και η αστυνομία, της οποίας, μάλιστα, τα μέλη είναι νόμιμοι και ηθικοί πολίτες, όπως όλες οι ομαδούλες. Βέβαιο είναι ότι πολύ νωρίς η Εκκλησία ποιούσε μνήμη των Αγίων Πατέρων της Συνόδου της Νικαίας (Ζ´ Κυριακή από του Πάσχα) και βαθμιαία, λόγω του σχίσματος με τους αντιχαλκηδόνιους, της Συνόδου της Χαλκηδόνος και, βέβαια, αργότερα με την Κυριακή της Ορθοδοξίας, κατά την οποία ανακεφαλαιώνεται πανηγυρικά η κατάφασή της στη λειτουργική χρήση των αγίων εικόνων ως τύπων και σημείων της αληθούς Ενανθρωπήσεως του Λόγου κατά τις αποδείξεις των Προφητών και τη μαρτυρία των Αποστόλων και την ερμηνεία των Αγίων και εγκρίτων Πατέρων συνοδικά. Το εορτολόγιο συγκροτείται με τη μνήμη των προσώπων και έπεται η ιδιαίτερη μνήμη γεγονότων καθεαυτών, γιατί το κατεξοχήν θεοφανικό γεγονός είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο πληρώσας πάσαν την Οικονομίαν.

β. Στην Γ´ Οικουμενική Σύνοδο η ομολογία του όρου Θεοτόκος, ως ερμηνευτικού θεολογικού ορισμού επί των άρθρων του Συμβόλου Πίστεως της Νικαίας «τὸν δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα καὶ σαρκωθέντα, ἐνανθρωπήσαντα» βαθμιαία και με τις ερμηνευτικές προτάσεις στη Δ´ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος, απετέλεσε την ιερή καταφυγή μιας λειτουργικής και ερμηνευτικής παραγωγής που καλύπτει χίλια χρόνια. Ο όρος Θεοτόκος, ως ευσύνοπτο κριτήριο της Ορθοδόξου πίστεως είναι ό,τι και ο όρος ὁμοούσιος για το Σύμβολο της Πίστεως, που ακούμε σε κάθε Θεία Λειτουργία. Θέλω να πω, λοιπόν, με πέντε λόγια ότι από την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο μέχρι και την Έβδομη, και ανακεφαλαιωτικά με την τελευταία Γενική Σύνοδο της ενωμένης Εκκλησίας του 879-80, η Εκκλησία έχει ερμηνεύσει διά μακρών το Μυστήριο της ένσαρκης Οικονομίας του Υιού και Λόγου του Θεού κατά το Σύμβολο της Πίστεως. Αυτό που λέμε Όροι των Οικουμενιών Συνόδων, είναι ερμηνευτικές προτάσεις, διατυπώσεις, επί του Συμβόλου Πίστεως, είναι ερμηνεία του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας από κτίσεως κόσμου και μέχρις αιώνος, όπως ακούμε στο Πιστεύω, δεν είναι ούτε διαμόρφωση δογμάτων ούτε έννοιες, πολύ δε περισσότερο ανάπτυξη δογμάτων και γενικώς αλήθειες της πίστεως. Η μόνη αλήθεια είναι ο Λόγος, ο ἐν ἀρχῇ, ὁ δι᾽ οὗ τὰ πάντα, αυτός δημιουργεί το σύμπαν και τον άνθρωπο, αποκαλύπτεται ασάρκως στους Προφήτες, που τον επαγγέλλονται και ένσαρκο, ένσαρκο δια της Ενανθρωπήσεως τον ακολουθούν οι Απόστολοι, τον αυτόν και Πνευματικώς ορώμενο κατά την Πεντηκοστή και σε κάθε Θεία Λειτουργία με την Ἐπίκληση του Αγίου Πνεύματος και Πνευματικώς μετεχόμενο και διαδιδόμενο, γενόμενοι μέλη και οι χριστιανοί του Σώματός του μυστικώς, ήτοι Πνευματικώς. Η Θεοτόκος διακονεί στο μυστήριο της έναρκης Οικονομίας του Λόγου, είναι η πιστοποίηση ότι ο Υιός του Θεού ενηνθρώπησε πραγματικά και όχι φαινομενικά, είναι ο Ζων Θεός της δημιουργίας, της ιστορίας και ο Ερχόμενος, ο αεί ερχόμενος, δεν είναι κάποια έννοια, κάποια θεωρητική κατασκευή.

2. Γι᾽ αυτό στη Θεία Ευχαριστία, που είναι η σύνοψη του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, δηλαδή, ό,τι κάνει ο Θεός απακαλυπτόμενος με το πρώτο γενηθήτω της δημιουργίας και εις τους αιώνας των αιώνων, κατά την Ἐπίκληση για τη μεταβολή των Τιμίων Δώρων σε Σώμα και Αίμα Χριστού η Παναγία αναφέρεται με το ἐξαιρέτως, πάνω απ᾽ όλους, δηλαδή, τους απ᾽ αιώνος Αγίους, Πατριάρχες και Αποστόλους, έτσι: «Ἔτι προσφέρομέν σοι τὴν λογικὴν ταύτην λατρείαν ὑπέρ τῶν ἐν πίστει ἀναπαυσαμένων Προπατόρων, Πατέρων, Πατριαρχῶν, Προφητῶν, Ἀποστόλων, Κηρύκων, Εὐαγγελιστῶν, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Ἐγκρατευτῶν, Διδασκάλων, καὶ παντὸς πνεύματος δικαίου ἐν πίστει τετελειωμένου. Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας». Και ομολογεί μεγαλόφωνα ο λειτουργός την Παναγία Θεοτόκο και Αειπάρθενο, ενώ οι ψάλτες απαντούν για όλο το εκκλησιαστικό πλήρωμα: «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν».

3. Ομολογεί, λοιπόν, η Εκκλησία την Παναγία ως ἀληθῶς Θεοτόκο, ως την κατεξοχήν αυτόπτη μάρτυρα και διάκονο του Ενανθρωπήσαντος Θεού και αποδίδοντάς την εξαίρετο τιμή, ομολογεί τον εξ αυτής γεννηθέντα Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός, τον ένα και τον αυτόν.

Ζ. Εξάλλου, οι γεννήτορες της Θεοτόκου, και ως εκ τούτου Θεοπάτορες, που ανήκαν στη γενεά Ιεσσαί και Δαυΐδ, μακαρίζονται για τη Θεοτόκο, και η τιμή ανάγεται στον Ενανθρωπήσαντα Λόγο. Προτυπώσεις και προφητικές επαγγελίες ερμηνεύονται ως ανακεφαλαίωση της ένσαρκης Θεοφάνειας του προ των αιώνων Λόγου. Εξάλλου, και οι ίδιοι οι Άγοι Προπάτορες, Ιωακείμ και Άννα, δέχθηκαν την Θεοφάνεια του άσαρκου Λόγου, ως Αγγέλου, για το γεγονός της συλλήψεως της Θεοτόκου και σήμερον οι Προπάτορες: «Οἱ ἐξ ἀκάρπων λαγόνων, ῥάβδον ἁγίαν τὴν Θεοτόκον βλαστήσαντες, ἐξ ἧς ἡ σωτηρία τῷ κόσμῳ ἀνέτειλε, Χριστὸς ὁ Θεός, τὸ ζεῦγος τὸ ἅγιον, ἡ ξυνωρὶς ἡ ἁγία, Ἰωακεὶμ καί, Ἄννα· οὗτοι μεταστάντες πρὸς οὐρανίους σκηνάς, σὺν τῇ αὐτῶν θυγατρὶ ὑπεραχράντῳ Παρθένῳ, μετ᾿ Ἀγγέλων χορεύουσιν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου πρεσβείας ποιούμενοι· οἷς καὶ ἡμεῖς συνελθότες εὐσεβῶς, ὑμνοῦντες λέγομεν· οἱ διὰ τῆς θεόπαιδος καὶ πανάγνου Μαρίας, προπάτορες Χριστοῦ χρηματίσαντες, πρεσβεύσατε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν»,  και γι᾽ αυτό προέχει το Απολυτίκιο της χθεσινής εορτής του Γενεθλίου: «Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον».

Η. (Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, όπως ερμηνεύθηκαν για την εορτή της Κοιμήσεως: 35Ν1)

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Φιλιπ. β´, 5-11: «5 τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, 6 ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, 7 ἀλλ' ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, 8 καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. 9 διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, 10 ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, 11 καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός».

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ι´, 38-42-ια´, 27-28: «38 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἴκον αὐτῆς. 39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς.- 27 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν».



[1]. Κανών α´, ᾠδὴ η´, ἦχος β´: «Ἐν τῇ καμίνῳ τῇ τῶν Παίδων, προαπεικόνισας ποτέ, τὴν σὴν Μητέρα Κύριε· ὁ γὰρ τύπος τούτους πυρὸς ἐξείλετο, ἀφλέκτως ἐμβατεύοντας· ἣν ὑμνοῦμεν ἐμφανισθεῖσαν, διὰ σοῦ τοῖς πέρασι σήμερον, καὶ ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.