Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας
κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν
Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς
Σχολῆς Α.Π.Θ.
Ἠλιοῦ Προφήτου τοῦ Θεσβίτου (940 π. Χ.), 20 Ἰουλίου
2018, (Αριθμ. 29)
Όπως έχω ήδη σημειώσει, ο
μήνας Ιούλιος είναι ο μήνας των Αγίων Μεγαλομαρτύρων, και ότι η Εκκλησία, μετά
την εορτή των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων, εκδιπλώνει εορτολογικά το μυστήριο της
φανέρωσης του Υιού στην ιστορία του κόσμου, στον παλαιό και το νέο Ισραήλ.
Α. Με τα λεγόμενα
Προφητικά Αναγνώσματα στον Εσπερινό της εορτής των Αγίων Πατέρων της περασμένης
Κυριακής εισερχόμαστε στην περίοδο κατά την οποία τα γεγονότα της ένσαρκης
παρουσίας του Υιού εκφαίνονται ως η συγκεφαλαίωση των Θεοφανειών της προφητικής
αναμονής. Τα τρία Αναγνώσματα από τη Γένεση και το Δευτερονόμιο (α. Γεν. Κεφ. 14, 14-20, β. Δευτ. Κεφ. 1, 8-11, 15-17 και γ. Δευτ. Κεφ. 10, 14-21) μας εισάγουν στις
απαρχές του αρχαίου Ισραήλ με τον Αβραάμ και τους «τριακοσίους δέκα καὶ ὀκτώ οἰκογενεῖς» του (εις τύπον των Πατέρων
της Α´ Οικουμενικής Συνόδου) και τον αγενεαλόγητο βασιλέα Σαλήμ Μελχισεδέκ,
ιερέα του Υψίστου, προφητικό τύπο του Χριστού, αφού ο Μελχισεδέκ στο πρόσωπό
του συγκεντρώνει τα δύο αξιώματα του βασιλέα και του ιερέα της πόλεως Σαλήμ
(ειρήνη), που ήταν το πρώτο όνομα της Ιερουσαλήμ, ενώ ο Αβραάμ, ως Πατριάρχης,
δέχεται την ευλογία του Μελχισεδέκ. (Ο ένσαρκος Λόγος συγκεφαλαιώνει στο
πρόσωπό του και το προφητικό αξίωμα, ως η αλήθεια του σύμπαντος κόσμου, παλαιού
και νέου Ισραήλ, όπως έχουμε δει κατά το Μυστικό Δείπνο της Μ. Πέμπτης). Στα
άλλα δύο Αναγνώσματα από το Δευτερονόμιο
παρουσιάζεται ο θεόπτης Μωϋσής ομιλών για τη Διαθήκη μεταξύ Θεού και Ισραήλ και
την πίστη των πατέρων Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ, όπως και για την εκλογή του
λαού του Ισραήλ με αναφορά στην ύπαρξη των προσηλύτων,
οι οποίοι απετέλεσαν την απαρχή της οικουμενικότητος της Εκκλησίας, το σπάσιμο
της ιουδαϊκής αποκλειστικότητος. (Δευτ.
κεφ. 10, 7: «ὁ γὰρ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν
οὗτος Θεὸς τῶν θεῶν καὶ Κύριος τῶν κυρίων, ὁ Θεὸς ὁ μέγας· καὶ ἰσχυρὸς καὶ
φοβερός, ὅστις οὐ θαυμάζει πρόσωπον, οὐδ᾿ οὐ μὴ λάβῃ δῶρον, 18 ποιῶν κρίσιν
προσηλύτῳ καὶ ὀρφανῷ καὶ χήρᾳ, καὶ ἀγαπᾷ τὸν προσήλυτον δοῦναι αὐτῷ ἄρτον καὶ
ἱμάτιον»).
Β. Επειδή, λοιπόν,
πορευόμεθα προς το γεγονός της Μεταμορφώσεως του Χριστού με την παράδειξη της
θεότητός του, η Εκκλησία ήδη με τα δύο από τα τρία Προφητικά Αναγνώσματα
προβάλλει το πρόσωπο του Μωϋσέως, επιμαρτυρούντος περί του Θεού και Κυρίου του
αρχαίου Ισραήλ, ενώ, προετοιμάζοντάς μας, έρχεται με την εορτή του Προφήτη
Ηλία, ως του νέου Μωϋσέως, να προβάλλει και το δεύτερο πρόσωπο που εμφανίζεται
κατά τη Μεταμόρφωση του Χριστού, ενώ συγχρόνως ο λαβών το διπλό χάρισμα, από το
μη γευσάμενο θάνατο Ηλία, Ελισαίος είναι το πρόσωπο που δρα ως συνεχιστής του
Προφήτη Ηλία και νέος Μωϋσής, που επίσης «Ἰορδάνου
τὰ ῥεῖθρα ἐπέζευσε» (Εἰς τὴν Λιτήν, γ´ Στχηρό Ἰδιόμελο, ἦχος β´, και κατά
το Γ´ Προφητικό Ανάγνωσμα της σημερινής εορτής), ο οποίος με τη δράση του, όπως
και ο Ηλίας, θα προσπαθήσει να καταργήσει τους βασιλείς του Ισραήλ
επαναφέροντάς τον στον αναμενόμενο μόνο βασιλέα Χριστό με θεοσημείες που σπάζουν την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα, όπως στην
περίπτωση της θεραπείας του σύρου ειδωλολάτρη Νεεμάν, και όπως και ο Ηλίας με
τη Σαραφθία χήρα, σύμφωνα με το πρώτο Προφητικό Ανάγνωσμα και τη μαρτυρία του
σημερινού Ευαγγελικού Αναγνώσματος. Μάλιστα δρα τη θεοσημεία της πάταξης των υδάτων του Ιορδάνη με το μισό της
σχισμένης στα δύο μηλωτής του Προφήτη Ηλία κατά τη δεύτερη προσταγή. Ο Άγ.
Ιωάννης ο Χρυσόστομος στη δεύτερη Ομιλία του Ἐν τῷ μαρτυρίῳ λέγει ότι το διπλό χάρισμα του προφήτου Ελισαίου
είναι ότι η χάρη του Θεού επενεργούσε τόσο στον ίδιο όσο και με το ιμάτιό του,
δηλαδή, τη μηλωτή, ενώ ο ίδιος ζήτησε από τον Ηλία «Γενηθήτω δὴ τὸ πνεῦμα τὸ ἐπὶ σοὶ δισσῶς ἐπ' ἐμέ».
Γ. Επαναλαμβάνω ότι με
την εορτή του Προφήτη Ηλία μάς κατευθύνει η Εκκλησία προς την εορτή της
Μεταμορφώσεως του Χριστού, και γι᾽ αυτό τίθεται υμνολογικά από σήμερα σε μία
ενότητα η όραση Μωϋσέως και Ηλία, ως ακολούθως:
1. Κανών α', ᾨδὴ ζ´, Ἦχος
β', τροπάριο γ´: «Θεοφανείας ἠξίωσαι, καὶ προφητείας ὥσπερ ὁ μέγας Μωσῆς, προφήτας χρίων διὰ Πνεύματος, Ἠλιοὺ θεσπέσιε
καὶ βασιλεῖς, καὶ τῆς δόξης ἐν Θαβώρ,
Χριστοῦ θεατὴς γενόμενος βοᾷς· Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν».
2. Κανών β', ᾨδὴ ζ', Ἦχος
πλ. δ', τροπάριο β´: «Ἰδεῖν κατηξίωσαι, Θαβὼρ ἐν ὄρει, Θεοῦ τὸ πρόσωπον, ὃν
δυσώπει Προφῆτα, τοῦ παραβλέψαι τὰς ἁμαρτίας μου, καὶ ἐν ἡμέρᾳ τῆς δίκης
θεάσασθαι, ἀκαταγνώστῳ ψυχῇ, αὐτοῦ τὸ πρόσωπον».
3. Κανών α', ᾨδὴ θ' ,
Ἦχος β', τροπάριο γ´: «Ἀποδεδειγμένος θεόπτης, ὁ Θεσβίτης σὺν Μωσῇ καθορᾷ, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε,
καὶ οὓς οὐκ ἤκουσε, καὶ ἀνθρώπων τῶν γηγενῶν, καρδία οὐ λελόγισται,
σεσαρκωμένον Κύριον, ἐν τῷ Θαβὼρ τὸν
παντοκράτορα».
4. Κανών α', ᾨδὴ η', Ἦχος
β', Θεοτοκίον: «Μύστην σε ἔδειξε Χριστός,
ὡς ἁγνείας φυτουργὸν ὁ τῆς Παρθένου, ὑπέρθεος βλαστός, ἐν Θαβὼρ τῆς θείας σαρκώσεως, τῆς Θεότητος τὸ ἀκατάληπτον φῶς, ἐν
τῇ αὐτοῦ σαρκὶ δεικνύς σοι κράζοντι· Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε
εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».
Δ. 1. Στο Απολυτίκιο της
εορτής ο Προφήτης Ηλίας ονομάζεται ἔνσαρκος
ἄγγελος για την ένσαρκη μετάθεση στους ουρανούς, κρηπὶς τῶν Προφητῶν, αφού
μετά την εξόντωση των ιερέων της ασεβείας του Βάαλ και την καταφυγή του στο
όρος Χωρήβ, όπου και ο Μωϋσής έγινε έμπειρος της Θεοφάνειας του άσαρκου Λόγου
εν τη φλεγομένη και μη κατακαιομένη βάτω,
γίνεται έμπειρος της θεωρίας του Θεού για σαράντα μέρες, όπως και ο Μωϋσής πριν
λάβει το Νόμο, ο οποίος παρέρχεται εμπρός του ως αύρα λεπτή, μία περιγραφή των
αποτελεσμάτων της ενέργειας του Θεού αντίστοιχης των θεοπτών Πατέρων της
ησυχαστικής παράδοσης αλλά και ολόκληρης της νηπτικής πράξης της Εκκλησίας, που
βλέπει σε μία ενότητα τα γεγονότα των Θεοφανειών του προαιωνίου Λόγου του Θεού
Πατρός στους Προφήτες ασάρκως και τους Απόστολους ενσάρκως. Αυτήν την ενότητα
προφητικής και αποστολικής μαρτυρίας ερμηνεύει η Εκκλησία είτε με το Σύμβολο
της πίστεως, είτε με τους Όρους και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων,
είτε με τις αποφάσεις των λεγομένων ησυχαστικών συνόδων του 14ου αι., γιατί ο
Χριστός με τη γέννησή του δεν είναι ο «από μηχανής» Θεός, που βάζει σε σειρά
την ηθική τάξη στον κόσμο, όπως μας τον παρουσιάζουν τα οργανωσιακά παράσιτα,
που τον κάνουν ακόμα και κομματάρχη, αλλά είναι ο Παλαιός των ημερών, η αρχή, η μέση και το τέλος πάσης της κτίσης,
και οι Θεοφάνειές του αφορούν σε όλη την ανθρωπότητα, όπως με τον Προφήτη Ηλία
που η θεοπτία του αφορά όχι μόνο στα δύο βασίλεια του Ισραήλ και του Ιούδα αλλά
και το βασίλειο της Συρίας.
2. Έτσι, μετά τη θεοπτία
στο όρος Χωρήβ ο Ηλίας χρίει ως βασιλιά της Συρίας τον Αζαήλ, τον Ιού ως
βασιλιά στον Ισραήλ και τον Ελισαίο προφήτη (Γ´
Βασιλειῶν 19, 8-17), όπως ακούμε στο τέλος του δευτέρου Προφητικού
Αναγνώσματος της εορτής, όπου ο μονώτατος Ηλίας (μην παρασέρνεστε από τη
διαπλοκή και την απάτη των πολλών που παρουσιάζονται ως η αλήθεια) έχει την
όραση του Θεού και συζητά μαζί του: «Καὶ
ἰδοὺ ῥῆμα Κυρίου πρὸς αὐτόν, καὶ εἶπε· Τὶ σὺ ἐνταῦθα; Καὶ εἶπεν Ἠλιού· Ζηλῶν
ἐζήλωσα τῷ Κυρίῳ παντοκράτορι, ὅτι ἐγκατέλιπον τὴν διαθήκην σου οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ,
τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καὶ τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ῥομφαίᾳ, καὶ
ὑπολέλειμμαι ἐγὼ μονώτατος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου λαβεῖν αὐτήν. Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς αὐτόν· Πορεύου καὶ ἀνάστρεφε εἰς τὴν ὁδόν σου, καὶ ἥξεις εἰς ὁδὸν
ἐρήμου Δαμασκοῦ, καὶ χρίσεις τὸν Ἐλισαιὲ υἱὸν Σαφάτ, ἀντὶ σοῦ, εἰς προφήτην».
Ας θυμηθούμε εδώ και το θεόπτη Απόστολο Παύλο πορευόμενο προς Δαμασκό και
δεχόμενο την κλήση από το Θεό.
3. Επανερχόμενη, λοιπόν,
στο Απολυτίκιο της εορτής, ο Προφήτης Ηλίας ονομάζεται δεύτερος Πρόδρομος, γιατί είναι μάρτυρας της Θεοφάνειας της
Μεταμορφώσεως του Χριστού, δηλαδή, της παράδειξης της θεότητάς του, όπως ο
Ιωάννης κατά τη βάπτιση. Και γι᾽ αυτό λέμε ότι η προφητική και η αποστολική
μαρτυρία και εμπειρία είναι μία και η αυτή, γιατί είναι η εμπειρία των αυτοπτών
του Λόγου και όχι κάποιο ατομικό βίωμα πνευματικότητος σαν όλα τα «εμπειρικά»
που διαβάζουμε στις μέρες μας. Εξάλλου, με τον όρο δεύτερος Πρόδρομος συνάδει η
όλη εκδίπλωση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, όπως την εκθέτει η Εκκλησία
μας από την εορτή του Προφήτη και Προδρόμου Ιωάννη προς την εορτή της
Μεταμορφώσεως, γιατί κέντρο της λειτουργικής πράξης της Εκκλησίας και της
ερμηνευτικής των Αγίων Πατέρων της Πεντηκοστής είναι ο Λόγος του Θεού και ό,τι
ενεργεί φιλανθρώπως «δι᾽ ημάς και διά την ημετέραν σωτηρίαν» κατά τη μαρτυρία
των Προφητών και των Αποστόλων. Και, όταν αναφέρω το «δι᾽ ἡμᾶς» αυτό αφορά σ᾽ όλο τον κόσμο, σ᾽ όλο το ανθρώπινο γένος,
γι᾽ αυτό ακούμε σήμερα στη Λιτή, στο πρώτο Στιχηρό Ἰδιόμελο, ἦχος α´: «Ἠλίας ὁ ζηλωτής, καὶ τῶν παθῶν αὐτοκράτωρ,
ἀεροβάτης ἐδέρκετο σήμερον, τῆς παγκοσμίου μυητὴς σωτηρίας προχειριζόμενος».
Ε. Η ταυτότητα της
θεωτικής εμπειρίας Προφητών και Αποστόλων είναι επίσης ένα από τα θέματα της
νηπτικής παραδόσεως, που αποτέλεσε κεντρικό επιχείρημα των Ησυχαστών Πατέρων με
κέντρο τον άκτιστο χαρακτήρα της χάριτος του Θεού, ως άκτιστης δωρεάς της
φιλανθρωπίας και του ελέους του Θεού προς τον άνθρωπο, που σώζεται όχι γιατί το
αξίζουμε αλλά από το έλεος του Θεού, όπως έχω σημειώσει και στο μάθημα της
προηγούμενης Κυριακής. Και επειδή ακούτε θεωρίες περί των ακτίστων ενεργειών,
εμείς λέμε για την παρεχόμενη άκτιστη σωτηρία μας ως δωρεάς του υπέρ ημών
φιλανθρωπεύσαντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός. Εξάλλου, μία και η αυτή είναι
η άκτιστη ενέργεια του Θεού στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Αγίους,
γι᾽ αυτό και στην ερμηνευτική της Εκκλησίας, Πατερική και υμνολογική, τα πύρινα
άλογα, που άρπαξαν τον προφήτη Ηλία στους ουρανούς είναι μία παραστατική εικόνα
των ακτίστων ενεργειών του Θεού.
ΣΤ. Σήμερα, λοιπόν, η
Εκκλησία προβάλλει με το Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα το παράδειγμα του
Ηλία, του ζώντος Προφήτη που συνοψίζει την προφητική μαρτυρία και αναμονή του
Ισραήλ τόσο έντονα που, όταν ο Χριστός ρώτησε τους μαθητές του για το ποιός
θεωρείται από τους ανθρώπους, αυτοί του απάντησαν: «Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, καὶ ἄλλοι Ἠλίαν, ἄλλοι δὲ ἕνα τῶν προφητῶν» (Μάρκ. η´, 28). Το παράδειγμα του Ηλία
προβάλλεται στο Αποστολικό Ανάγνωσμα ως παράδειγμα προσευχομένου ανθρώπου:«καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν
κάμνοντα», ενώ στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ο ίδιος ο Χριστός, μετά τους
πειρασμούς, στην πρώτη παρουσία του στη Συναγωγή, όταν του δόθηκε το βιβλίο του
Ησαΐα, όπως διαβάζουμε στην αρχή του τέταρτου κεφαλαίου, που προηγείται της
σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, παραδεικνύει τη θεότητά του, κι ενώ όλοι
θαύμαζαν κι απορούσαν λέγοντες «Οὐχ οὗτός
ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσήφ;», όταν ανέφερε τα σχετικά με τον Ηλία και τον Ελισαίο
για τις θεοσημείες σε αλλόφυλους, οι
συμπατριώτες του το πέταξαν έξω από τη Συναγωγή και τον έφτασαν μέχρι την
παρυφή του βουνού, που ήταν κτισμένη η πόλη τους, «εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν». Και ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει «αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν
ἐπορεύετο».
Οι συμπατριώτες του
Χριστού, μη όντες μέτοχοι της προφητικής μαρτυρίας και του οικουμενικού
ανοίγματος των Προφητών και μάλιστα του κορυφαίου εξ αυτών Ηλία, όχι απλώς δεν
αναγνώρισαν τη θεότητα του Χριστού, όσο κι αν είχαν ακούσει ότι έκανε θαύματα
στην Καπερναούμ, αλλά θεώρησαν το Χριστό δημόσιο κίνδυνο απωλείας της
μοναδικότητός τους, αφού μάλιστα δεν έκανε και θαύματα κατά παραγγελία τους,
ενώ τους υπενθύμισε τις προφητικές θεοσημείες
στους αλλόφυλους.
Ακριβώς, επειδή
πορευόμαστε προς την εορτή της Μεταμορφώσεως, το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα
δεν προέρχεται από το Κατά Ματθαίον
Ευαγγέλιο, αλλά είναι μία περικοπή που συνάπτεται με τις προφητικές
Θεοφάνειες.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η
προβαλλόμενη αντίθεση Αγίας Γραφής και Πατέρων είναι κόλπο ή αγράμματων ή
παρασίτων, που ουσιαστικά έχουν στο νου τους μόνο τα τσιτάτα από την Καινή
Διαθήκη. Ποτέ δεν τέθηκε θέμα στην Εκκλησία τί παραπάνω, τί παρακάτω, γιατί η
Αγία Γραφή δεν είναι ένα βιβλίο που το κρατούν στα γόνατα οι άνθρωποι, ή το
διαβάζουν στις αίθουσες των Κύκλων, αλλά είναι ένα βιβλίο ζωντανό σε μία
συνέχεια ζωντανής μαρτυρίας και ζωής των θεοπτών του Λόγου για χάρη όλων μας.
Αποστολικό Ανάγνωσμα: Ἰακ.
ε´, 10-20: «10
ὑπόδειγμα λάβετε, ἀδελφοί, τῆς κακοπαθείας καὶ τῆς μακροθυμίας τοὺς προφήτας,
οἳ ἐλάλησαν τῷ ὀνόματι Κυρίου. 11 ἰδοὺ μακαρίζομεν τοὺς ὑπομένοντας· τὴν
ὑπομονὴν Ἰὼβ ἠκούσατε, καὶ τὸ τέλος Κυρίου εἴδετε, ὅτι πολύσπλαγχνός ἐστιν ὁ
Κύριος καὶ οἰκτίρμων. 12 Πρὸ πάντων δέ, ἀδελφοί μου, μὴ ὀμνύετε, μήτε τὸν
οὐρανὸν μήτε τὴν γῆν μήτε ἄλλον τινὰ ὅρκον· ἤτω δὲ ὑμῶν
τὸ ναὶ ναὶ, καὶ τὸ οὒ οὔ, ἵνα μὴ εἰς ὑποκρίσιν πέσητε. 13 Κακοπαθεῖ τις
ἐν ὑμῖν; προσευχέσθω· εὐθυμεῖ τις; ψαλλέτω. 14 ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν;
προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ' αὐτὸν
ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· 15 καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως
σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος· κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς,
ἀφεθήσεται αὐτῷ. 16 ἐξομολογεῖσθε ἀλλήλοις τὰ παραπτώματα, καὶ εὔχεσθε ὑπὲρ
ἀλλήλων, ὅπως ἰαθῆτε· πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη. 17 Ἠλίας ἄνθρωπος ἦν ὁμοιοπαθὴς ἡμῖν, καὶ προσευχῇ
προσηύξατο τοῦ μὴ βρέξαι, καὶ οὐκ ἔβρεξεν ἐπὶ τῆς γῆς ἐνιαυτοὺς τρεῖς καὶ μῆνας
ἕξ· 18 καὶ πάλιν προσηύξατο, καὶ ὁ οὐρανὸς ὑετὸν ἔδωκε καὶ ἡ γῆ ἐβλάστησε τὸν
καρπὸν αὐτῆς. 19 Ἀδελφοί μου, ἐάν τις ἐν ὑμῖν πλανηθῇ ἀπὸ τῆς ἀληθείας, καὶ
ἐπιστρέψῃ τις αὐτόν, 20 γινωσκέτω ὅτι ὁ ἐπιστρέψας ἁμαρτωλὸν ἐκ πλάνης ὁδοῦ
αὐτοῦ σώσει ψυχὴν ἐκ θανάτου καὶ καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν».
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ.
δ´, 22-30: «22 καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ
καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος
αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσήφ;
23 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ,
θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν
τῇ πατρίδι σου. 24 εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν
τῇ πατρίδι αὐτοῦ. 25 ἐπ᾽ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς
ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ,
ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, 26 καὶ πρὸς
οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν.
27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ
οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. 28
καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες
ταῦτα, 29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως
ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ᾽ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν·
30 αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο».