Β. Ι. Φειδᾶ
Ὁ ρόλος τοῦ αὐτοκράτορα στή σύγκληση, τή συγκρότηση, τή λειτουργία, τή λήψη καί τήν ἐπικύρωση τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν συνόδων καθορίσθηκε μέ γνώμονα ἀφ'ἑνός μέν τήν ἀποστολική παράδοση γιά τήν ἱερότητα ὅλων τῶν ἐξουσιῶν, οἱ ὁποῖες ἀσκοῦνται στόν κόσμο (Ρωμ., 13,1-9), ἀφ'ἑτέρου δέ τόν τρόπο τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες. Βεβαίως, ἡ Ἐκκλησία δέν συνέχεε τήν ἱερότητα τῆς αὐτοκρατορικῆς ἐξουσίας πρός τόν φορέα της ρωμαῖο αὐτοκράτορα, γι'αὐτό, καίτοι μποροῦσε νά ἀμφισβητήση τόν ἐξέχοντα θεσμικό του ρόλο στήν ὅλη ζωή τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἐν τούτοιςἀρνήθηκε νά ἀποδεχθῆ ὄχι μόνο τίς ἀποφάσεις του ἐναντίον τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τῶν χριστιανῶν, ἀλλά καί τήν ἀποδιδόμενη ἀπό τή ρωμαϊκή θρησκεία ἐξαιρετική τιμητική λατρεία στό πρόσωπό του (divus) καί στό ὑψηλό ἀξίωμα τοῦ (pontifex maximus), παρά τίς γνωστές βίαιες πιέσεις τῶν ρωμαϊκῶν ἀρχῶν ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.