Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ ΛΟΥΚΑ: Μνήμη τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος Ἀναστασίας τῆς Ῥωμαίας καὶ τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀβραμίου

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ. 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ ΛΟΥΚΑ, 29 Οκτωβρίου 2023, Μνήμη τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος Ἀναστασίας τῆς Ῥωμαίας καὶ τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀβραμίου, (Αριθμ. 49Α)

1. Α. 1. Σύμφωνα με το Τυπικὸ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας την 29 Οκτωβρίου είναι η μνήμη των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστή, Στεφάνου του Πρωτομάρτυρος, Βαρνάβα του Αποστόλου, Ιωσήφ του Πατριάρχου και Κλεώπα, Τροφίμου, Δορυμέδοντος, Κοσμά, Δαμιανού, Βάσσης και της συνοδείας αυτών. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι η σημείωση: «Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ ἀποστολείῳ τοῦ ἁγίου καὶ πανευφήμου ἀποστόλου Παύλου τῷ ὄντι ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ. Ἅμα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ». Σημειώνεται επίσης η μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Σάββα, του Οσίου Παύλου του Θηβαίου και των Αγίων Μαρτύρων Μήνη και Μηναίου, με τη σύναξη αυτών στο Έβδομο, χωρίς να προσδιορίζεται ο ναός ή το μοναστήρι. Αναφέρεται και η μνήμη του Αγίου Αβραμίου, χωρίς παραπέρα αναφορά. Εικάζεται ότι και η μνήμη του Αγίου Αβραμίου ετελείτο στο Αποστόλειο του Αγίου Παύλου στο Ορφανοτροφείο, το οποίο έκειτο βόρεια του Κίονος των Γότθων, στην ευθεία από το Μίλι προς την Πύλη της Αγίας Βαρβάρας, αν γίνει σύνδεση με το βίο του, καθώς ο Άγιος Αβράμιος είχε ποιμαντικό του πρότυπο τον Απόστολο Παύλο ως προς τη διαχείριση ανθρώπων που είτε έχασαν την πίστη, είτε προέρχονταν από τον εθνικό κόσμο. Η αναφορά για τη σύναξη όλων των προαναφερθέντων Αγίων μάλλον συνδέεται με τα εγκαίνια του Αποστολείου, παρά ως μνήμη της κυριώνυμης ημέρας τους.

2. Το βέβαιο είναι ότι η υμνολογία της εορτής κυριαρχείται από τα στιχηρά και τους δύο Κανόνες στην Αγία Οσιομάρτυρα Αναστασία τη Ρωμαία, που μαρτύρησε επί Δεκίου στη Ρώμη, και στον Όσιο Αβράμιο, που έζησε ως μοναχός, εγκαταλείψας τη συζυγία, επίσκοπος Ταινίας, πλησίον της Λαμψάκου περί το 360 και εντέλει αναχωρητής. Οι δύο Κανόνες είναι έργο του Αγίου Ιωσήφ του Υμνογράφου, η φρασεολογία τους είναι κοινή και πλημμυρίζονται από τη φωτοείδεια και την ορολογία περί θεώσεως κατά την εικονόφιλη θεολογική ερμηνεία του ένθεου βίου των Αγίων.

Β. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα προέρχεται από την Επιστολή προς Γαλάτας. Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, η εκκλησιαστική κοινότητα της Γαλατίας, μια περιοχή πέριξ της σημερινής Άγκυρας, βασανιζόταν από τις εσωτερικές αντιθέσεις και διακρίσεις μεταξύ των χριστιανών της, των προερχομένων εξ Ιουδαίων και εξ εθνών. Το θέμα της περικοπής είναι, αν σώζεται ο άνθρωπος, αν είναι δίκαιος με άλλα λόγια κατενώπιον του Θεού, με τήρηση και των τυπικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου, κατά την παράδοση της Συναγωγής, ή αρκεί το Ευαγγέλιο, δηλαδή η πίστη στο Χριστό. Aυτή η συζήτηση βασανίζει ακόμη και σήμερα τη χριστιανοσύνη με μία μετατόπιση του θέματος σε συνδυασμό και με την Προς Ρωμαίους Επιστολή και τη δικαιοσύνη του Θεού, καθώς η δικαιοσύνη του Θεού και η δικαίωση του ανθρώπου συνδέθηκε στους νεότερους χρόνους της δυτικής χριστιανοσύνης με μία μεμονωμένη ερμηνευτική προσέγγιση, η οποία ξεπήδησε από το ερώτημα για το, αν η σωτηρία πηγάζει μόνο από τη χάρη του Θεού, οπότε ο άνθρωπος έχει προδιαγεγραμμένο τον προορισμό του, ή είναι αποτέλεσμα των «καλών έργων», με εκπλήρωση των θεϊκών επιταγών, νοουμένων ως ανταπόκρισης στη θεία δικαιοσύνη. Οι δύο εκδοχές οδήγησαν τη δυτική χριστιανοσύνη στον απόλυτο προορισμό και, κατά συνέπεια, το σύγχρονο αποχριστιανισμό των δυτικών κοινωνιών ως επανάσταση απέναντι στη θρησκευτική τους «καταπίεση». Από την άλλη, η εισαγωγή μιας υστερογενούς παραγωγής σκέψης, που προήλθε από αυτές τις κοινωνίες, σε μία αδύναμη Θεολογία, που αλλοιώθηκε από την κατεπιταγήν εκπλήρωση «θρησκευτικών» καθηκόντων, μετέτρεψε τη σχετική θεματολογία σε κοινωνιολογική ανάλυση και πολιτική διαμεσολάβηση παρασκηνιακής άσκησης εξουσίας, ή μοιράσματος της πολιτικής εξουσίας, ανεξαρτήτως του γεγονότος της εκκλησιαστικής συνέχειας, ακόμα και σε περιπτώσεις που γίνεται μία δραματική επίκληση του εκκλησιαστικού γεγονότος, ή ακόμη κι αν πρόκειται για ένα αφελή κοινωνικό προφητισμό με φιλανθρώπους που πετούν νομίσματα στις κερκίδες του ιπποδρόμου.

2. Στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, χωρίς να αναιρεί την παράδοση του Νόμου, όπου ως δικαίωση νοείται η σωτηρία ως τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου κατά τη μαρτυρία των Δικαίων του Ισραήλ, όπως ήταν κι ο ίδιος Ισραηλίτης, κάνει τη μετάβαση στον κάθε άνθρωπο. Ουσιαστικά αναιρεί, «θάπτει» την Ιουδαϊκή αποκλειστικότητα και μεταβαίνει στο «πᾶσα σάρξ», στον κάθε άνθρωπο, θεμελιώνοντας το λόγο του όχι στις τυπικές διατάξεις, δια των οποίων οι ἐκ τοῦ νόμου οδήγησαν το Χριστό στο Σταυρό, αλλά στο Χριστό, που ο Ισραήλ σταύρωσε, που αναίρεσε, δηλαδή, με αυτήν την πράξη του τον ίδιο τον εαυτό του, ανοίγοντας στον κάθε άνθρωπο τη συσταύρωση με το Χριστό, δηλαδή, στην αναίρεση της αμαρτίας ως αρχέγονης παραβάσεως. Τελικώς, ο Απόστολος Παύλος από την αντίθεση Νόμος ή πίστη στο Χριστό μεταβαίνει στο Σταυρωθέντα Χριστό, και ασφαλώς καλεί τους Γαλάτες χριστιανούς, να υπερβούν την αμαρτητική κατάσταση, στην οποία υπόκεινται όλοι οι άνθρωποι, κάνοντας ως ζωή τους τη ζωή του Χριστού, του Υιού του Θεού. Έτσι, από το επιμέρους μεταβαίνει ο Απόστολος Παύλος στο όλο του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, καλώντας τους Γαλάτες να αρνηθούν όλη τη μεταπατορική αμαρτητική κατάσταση και να συσσωματωθούν στο Χριστό.

Γ. 1. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι η κατακλείδα από το όγδοο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου και αποτελεί τη συνέχεια του Ευαγγελικού Αναγνώσματος της προηγούμενης Κυριακής. Μετά τη θεραπεία του δαιμονιζόμενου στη χώρα των Γαδαρηνών ο Χριστός επέστρεψε στην άλλη όχθη της λίμνης της Γεννησαρέτ, αφού οι Γαδαρηνοί τον είχαν παρακαλέσει να φύγει από τα μέρη τους. Εκεί, λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, τον περίμενε με αγωνία ο ὄχλος. Όπως έχω ήδη σημειώσει επανειλημμένα, ο Χριστός κηρύττει και ενεργεί τις θεοσημίες δημόσια προς όλους τους ανθρώπους, στον πολυεθνικό όχλο της Γαλιλαίας, σε Ισραηλίτες, και ποικίλους εθνικούς, γιατί ο Ενανθρωπήσας Λόγος ανακαίνισε αδιακρίτως όλο το ανθρώπινο γένος, ως Δημιουργός, Κύριος και Βασιλεύς πάσης της κτίσεως, όπως λέμε στο Σύμβολο της Πίστεως: Καὶ εἰς ἕνα Κύριον, Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ... οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος». Εξάλλου, στον πρώτο στίχο του κεφαλαίου λέγεται ότι ο Χριστός γυρνούσε σε πόλεις και χωριά κομίζοντας το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς καὶ αὐτὸς διώδευεν κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ».

2. Περνώντας, λοιπόν, και πάλι στην αντίπερα όχθη, στο σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα διαβάζουμε ότι προσήλθε για βοήθεια στο Χριστό ο Αρχισυνάγωγος Ιάειρος, πέφτοντας στα πόδια του και παρακαλώντας τον να σώσει τη δωδεκαετή κόρη του, που ήταν ετοιμοθάνατη. Η στάση του Ιάειρου, δεδομένης και της θέσεώς του, με τις ιάσεις να επιτελούνται στους ιερούς τόπους του Ισραήλ, ήταν μία στάση μετανοίας και ουσιαστικής ομολογίας ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Καθοδόν προς το σπίτι του Ιαείρου, κι ενώ οι όχλοι, πλήθος ανθρώπων ασυγκράτητο κόντευε να τους συνθλίψει, έχουμε τη θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας, που άγγιξε με ακατανίκητη πίστη και μόνο το ιμάτιο του Χριστού. Ο Χριστός παριστάνει άγνοια για την εξελθούσα από αυτόν δύναμη, για να δείξει στους ανθρώπους ότι είναι τέλειος άνθρωπος και όχι κάποιο εξωπραγματικό όν, ενώ συγχρόνως επαινεί πατρικώς, ως ο Δημιουργός, (θύγατερ), την αιμορροούσα για την πίστη της: «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Και, ενώ μιλούσε με την αιμορρούσα, έρχεται η πληροφορία ότι η κόρη του Αρχισυνάγωγου πέθανε. Ο Χριστός λέγει ότι δεν πέθανε, αλλά ότι κοιμάται. Εν συνεχεία εισέρχεται στο σπίτι, έχοντας μαζί του τους τρεις Μαθητές, οι οποίοι εν συνεχεία ήταν παρόντες και στη Μεταμόρφωση, Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Ο Χριστός πιάνει το χέρι της κόρης και με το λόγο του καλεί το κορίτσι να σηκωθεί. Το κορίτσι επανέρχεται στη ζωή, και ο Χριστός ζητάει να φάει, για να καταδειχθεί ότι η επάνοδος στη ζωή ήταν πραγματικό γεγονός. Στους αυτόπτες του γεγονότος δίνει την εντολή, να μην πουν σε κανέναν τίποτα, γιατί ο Χριστός δεν ενεργούσε τις θεοσημίες και τα θαύματα, για να εντυπωσιάσει τους ανθρώπους, να τους επιβληθεί καταδυναστευτικά με τη θεϊκή του δύναμη, καταργώντας την ελευθερία τους, αλλά παιδαγωγώντας τους, και πρώτους απ᾽ όλους τους Μαθητές του, να τους κάνει δεκτικούς ότι ήγγικε η βασιλεία του Θεού, διενεργούμενη από το Χριστό κατά τις επαγγελίες των Προφητών, να αναγνωρίσουν από τις επιτελούμενες θεοσημίες ότι είναι ο Υιός του Θεού, ο Κύριος και Δημιουργός παντός του ανθρώπινου γένους, που αίρει το μεσότοιχο μεταξύ της ζωής και του θανάτου, οδηγώντας τον άνθρωπο στη βασιλεία του Θεού, που δεν έχει τέλος, αναιρώντας ουσιαστικά το φόβο της απώλειας. Έτσι θεραπεύει μια γυναίκα από τον όχλο, ανασταίνει και την κόρη του Ιάειρου, και, μάλιστα, εκτός Συναγωγής, αναιρώντας συγχρόνως και την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα των ιερών τόπων.

3. Στην Πατερική ερμηνευτική, όπως ενσωματώθηκε στις συνοδικές ερμηνευτικές διατυπώσεις για το μέγα μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Λόγου, η καταγραφή του γεγονότος της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου μας οδηγεί στην ομολογία ότι ο Χριστός είναι ο Θεάνθρωπος, δρα τις θεοσημίες ως ο Θεός, όμως χρησιμοποιώντας ταυτοχρόνως το χέρι και την ανθρώπινή του φωνή, είναι ο ένας και ο αυτός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, γι᾽ αυτό και είναι για το ανθρώπινο γένος ο εγγυητής όχι μόνο του ανακαινισμού αλλά και της εισαγωγής μας κατά χάρη στην άκτιστη ζωή της Αγίας Τριάδος, στη βασιλεία του Τριαδικού Θεού.

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. β´, 16-20: «16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ».

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. η´, 41-56: «41 καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνήρ, ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ' οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾽ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾽ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.