Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Η´ ΛΟΥΚΑ:Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος και τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Νείλου


 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.


ΚΥΡΙΑΚΗ Η´ ΛΟΥΚΑ, 12 Νοεμβρίου 2023, Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος. Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Νείλου. (Αριθμ. 51Α)

 

Α. 1. Η Η´ Κυριακή του Λουκά πέφτει φέτος στο διάστημα μεταξύ της εορτής της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων και των Προεορτίων της Εισόδου της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Ναό. Υπενθυμίζω ότι η περίοδος χαρακτηρίζεται από τους Εἱρμούς του Κανόνος των Εισοδίων της Θεοτόκου «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου», που ψάλλονται ως Καταβασίες, με τις συνήθεις διαφοροποιήσεις και την κατάληξη «ταύτης τὴν εἴσοδον» στις Ὠδές, και το Κοντάκιον «Ὁ καθαρώτατος ναός», ως προχειρισμό επίσης της εορτής των Εισοδίων.

2. Στο Τυπικό τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας η μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχη Αλεξανδρείας, καταγράφεται κατά την ενδεκάτη Νοεμβρίου, μαζί με τη μνήμη του Οσίου Θεοδώρου «ὁμολογητοῦ τοῦ Στουδίου», ωστόσο οι Κανόνες της δωδεκάτης Νοεμβρίου είναι για τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα και τον Όσιο Νείλο το Μεγάλο, στον οποίο αποδίδονται αρκετά φιλοκαλικά κείμενα, ασκητικά, ομιλίες και επιστολές. Οι δύο Κανόνες, του Ιεράρχου και του Οσίου, είναι ποιήματα του Αγίου Ιωσήφ του Υμνογράφου, Μητροπολίτη Νικαίας και του Οσίου Θεοφάνους του Γραπτού αντιστοίχως. Οι δύο υμνογράφοι μεταπλάθουν το βίο των δύο εξεχόντων Αγίων ερμηνεύοντες τον ένθεο βίο τους αξιοποιούντες τη μακρά συνοδική ερμηνευτική του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Κατά ταύτα, ο Άγιος Ιωσήφ αποτυπώνει το βίο του Ιεράρχου με τη φωτοείδεια της εικονόφιλης ερμηνευτικής, που θυμίζει το περίφημο φωτοειδές ψηφιδωτό του Χριστού στην κόγχη της Μονής Λατόμου, όπου πέρασε τα νεανικά του χρόνια υπό την καθοδήγηση του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτη, ή το διάκοσμο της Αγίας Σοφίας, μετά την τελική λύση της εικονομαχίας, όπου υπήρξε σκευοφύλαξ, πλουτίζοντας το λόγο του με μία νηπτική γλώσσα φωτός, ενώ ο Όσιος Θεοφάνης εξαίρει τη λογιοσύνη του Οσίου Νείλου με όρους καθάρσεως των λογισμών με τη νήψη και την προσευχή των ασκητών.


 Β. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της σημερινής Κυριακής είναι ένα απόσπασμα που αφορά στο θέμα της συγκέντρωσης χρημάτων (λογείας) ως βοήθειας για την Αποστολική Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Με ένα πολύ προσωπικό τόνο ο Απόστολος Παύλος προσπαθεί να φιλοτιμήσει τους χριστιανούς της Αχαΐας με κέντρο την Κόρινθο, που φαίνεται ότι είχαν αργοπορήσει, να συνεισφέρουν από καρδίας. Μάλιστα, φέρει ως παράδειγμα τις εκκλησίες της Μακεδονίας, που, παρά την πτωχεία τους, πρόσφεραν με το παραπάνω και ζητά στην αρχή του ένατου κεφαλαίου να τον βγάλουν ασπροπρόσωπο απέναντι στους Μακεδόνες, γιατί τους έχει επαινέσει ότι αυτοί, οι Κορίνθιοι, θα εισφέρουν πολλά, γιατί έχουν ετοιμασθεί από την προηγούμενη χρονιά με ζήλο.

2. Η λογεία του Αποστόλου Παύλου αποτέλεσε πρότυπο για την ενίσχυση των πτωχών και εν κινδύνω χριστιανών, αλλά συγχρόνως και ένα ισχυρό παράδειγμα οργανώσεως του κοινωνικού βίου της Εκκλησίας, που, μετά τη δημόσια αναγνώριση της θρησκευτικής της οντότητας από το Μ. Κωνσταντίνο, απετέλεσε καταφυγή των αδυνάτων, ένα κοινό αγαθό προς τον άνθρωπο. Η φιλανθρωπία της Εκκλησίας, ως όρος, σκανδαλίζει σήμερα πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι νομίζουν ότι αποτελεί πρόοδο μόνο η νομοθέτηση των λεγομένων ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών και του κράτους δικαίου, που πολλές φορές πόρρω απέχει από το να είναι δίκαιο και κράτος ισοπολιτείας, καθώς το κράτος νομοθετεί και συγχρόνως εξουθενώνει τον πολίτη στην απροσωπία του και τη γραφειοκρατική διαμεσολάβηση. Ο όρος φιλανθρωπία δεν υπάρχει, βέβαια, στην Εκκλησία ως μία αυτονομημένη ατομική, ή ακόμη συλλογική ενέργεια, αλλά ενεργείται ως ανταπόκριση στη φιλανθρωπία του Θεού, του πτωχεύσαντος και ενανθρωπήσαντος Λόγου, ο οποίος δωρείται την κοινότητα των αγαθών και της ζωής. Γι᾽ αυτό ο Απόστολος ομιλεί περί της δικαιοσύνης και της απλότητος βίου και της παροχής ως ευχαριστίας προς το Θεό, που σημαίνει ανάκληση του ανθρώπου στην κατάσταση της αγάπης που δεν ζητεί τα εαυτής, γιατί ο αγαθός δότης είναι ο ίδιος Θεός, που συγκαταβαίνει, αγαπά και δίδει ανεξαιρέτως σε όλους τους ανθρώπους χωρίς διακρίσεις και νομοθετικά πλαίσια υποκρισίας!

3. Εξάλλου, το ίδιο το μυστήριο της Θείας Οικονομίας είναι το μυστήριο της φιλανθρώπου συγκαταβάσεως του Υιού και Λόγου, η θεία και άφατος οικονομία και η «ζώωση» του ανθρώπου. Τούτο, ασφαλώς, δεν σημαίνει ότι δεν παρατηρήθηκαν και δεν παρατηρούνται, ιδίως στις ημέρες μας, παραδείγματα ποιμένων που οικειοποιούνται τη λογεία των χριστιανών, επαιρόμενοι, μάλιστα, ενίοτε άνευ αισχύνης και αιδούς για την αρπαγή προς ίδιον όφελος είτε των έργων των χριστιανών, είτε των περιουσιών τους.


Γ. 1. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, γνωστό και ως η παραβολή του Καλού Σαμαρείτη, προέρχεται από το δέκατο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Στην αρχή του κεφαλαίου ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς πληροφορεί ότι ο Χριστός είχε επιλέξει (ἀνέδειξεν ὁ Κύριος) ακόμη εβδομήντα Μαθητές «καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι». Στο πλαίσιο αυτής της προετοιμασίας, που όπως φαίνεται γινόταν δημόσια, όπως, άλλωστε, και το κήρυγμα του Χριστού γινόταν δημόσια, κατενώπιον του ὄχλου, χωρίς να γίνεται, δηλαδή, φυλετική διάκριση στο ακροατήριο, σηκώθηκε ένας νομικός και ρώτησε πειρακτικά το Χριστό: «Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;». Ο νομικός της περικοπήςς είναι σπουδαστής του Μωσαϊκού Νόμου, προετοιμαζόταν, δηλαδή, ή να εισέλθει στη τάξη των Φαρισαίων, ή ανήκε στη φυλή Λευΐ, και γι᾽ αυτό και η προσφώνηση Διδάσκαλε προς το Χριστό είναι ειρωνική.

2. Έχουμε ήδη σημειώσει ότι ο Χριστός κήρυττε τη βασιλεία του Θεού και την αιώνια ζωή ως γεγονός που άρχισε να πραγματοποιείται με τις θεοσημίες, η ερώτηση, όμως, του νομικού είναι μία ερώτηση που, ουσιαστικά αναιρεί το κήρυγμα του Χριστού ως του διενεργούντος την ανακεφαλαίωση των προφητικών επαγγελιών, καθώς ο νομικός μεταφέρει τη συζήτηση προς μία ανιστορική εσχατολογία, υπερβαίνει κατά ταύτα ακόμη και τη φαρισαϊκή υποκρισία, των οποίων Φαρισαίων οι ερωτήσεις προς το Χριστό κινούνταν επί του πρακτέου στην ιστορία. Η απάντηση- ερώτηση του Χριστού μεταφέρει τη συζήτηση στο πεδίο του νομικού: Τί λέει ο Νόμος επ᾽ αυτού; O νομικός απαντά με βάση το Λευιτικό και το Δευτερονόμιο: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Η απάντηση του Χριστού επαναφέρει το νομικό επί του πρακτέου: «τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ». Ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει ότι η επιπλέον ερώτηση του νομικού περί του ποιός είναι ο πλησίον έγινε: «θέλων δικαιοῦν ἑαυτόν», που σημαίνει ή ότι ο ίδιος θέλησε να πει στο Χριστό ότι τηρεί το νόμο, γιατί τηρεί τις εντολές για τον πλησίον, που για το νομικό είναι μόνο οι ομόφυλοί του του Ισραήλ, πράγμα που δεν τηρούσε ο Χριστός κηρύσσων στους όχλους και διενεργών τις θεοσημίες σε ανθρώπους αδιακρίτως φυλής, ή ακόμη ότι ο ίδιος ο Χριστός δεν ήταν γνήσιος Ιουδαίος, καθώς είχε προσφέρει το κήρυγμά του ακόμη και στους Σαμαρείτες. Εξάλλου, στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο διαβάζουμε ότι οι Ιουδαίοι είχαν αμφισβητήσει την Ισραηλιτική καταγωγή του Χριστού υβρίζοντάς τον: «Οὐ καλῶς λέγομεν ἡμεῖς ὅτι Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις;» (Ἰω. η´, 48). Η δεύτερη εκδοχή συνάγεται και από την εν συνεχεία παραβολή του Χριστού, σύμφωνα με την οποία ο ποιήσας το έλεος δεν ήταν ούτε ο ιερεύς, ούτε ο Λεϋίτης αλλά ένας άγνωστος Σαμαρείτης. Ο Χριστός καλεί το νομικό να πράττει, όπως και ο Σαμαρείτης: «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως», χωρίς να επαναλάβει τα παραπειστικά λόγια του νομικού περί αιωνίου ζωής. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας πληροφορεί ότι μετά από την εντολή του Χριστού να ενεργεί στο βίο, όπως ο καλός Σαμαρείτης, ο νομικός κατά την πορεία τους εισήλθε σε ένα χωριό, για να εξαφανισθεί: «Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά» (Λουκ. η´, 38).

3. Με την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη, ουσιαστικώς ο Χριστός ευθέως ομιλεί ότι είναι αυτός ο Σαμαρείτης, ο ποιών το μέγα έλεος, παίρνοντας τη θέση του πλησίον προς τον κάθε άνθρωπο και καλώντας τον άνθρωπο όχι να βρει τον πλησίον αλλά να γίνει ο πλησίον για τον κάθε συνάνθρωπό του, σπάζοντας τις ποικίλες αποκλειστικότητες και συμβάσεις της ζωής.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: B´ Κορινθ. θ´, 6-11: «6 Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ' εὐλογίαις ἐπ' εὐλογίαις καὶ θερίσει. 7 ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. 8 δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, 9 καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. 10 Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· 11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι᾽ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ι´, 25-37: «25 Καὶ ἰδοὺ νομικός τις ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; 26 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; 27 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· 28 εἶπε δὲ αὐτῷ· Ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. 29 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· Καὶ τίς ἐστί μου πλησίον; 30 ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἰεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. 31 κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 32 ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε. 33 Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾽ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, 34 καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 35 καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. 36 τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 37 ὁ δὲ εἶπεν· Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾽ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.