Ο
χαιρετισμός του Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής στην τελετή αναγόρευσης
του Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ. Θεοδώρου Β΄ σε
Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Θεολογίας ΑΠΘ
Έρχονται μέρες που ο Κύριος θα
εκδηλώσει τη δύναμή του … Εκείνη την εποχή τα πόδια του θα πατούν πάνω
στο Όρος των Ελαιών, που βρίσκεται απέναντι στην Ιερουσαλήμ, ανατολικά …
Τρεχούμενα νερά θα πηγάζουν την εποχή εκείνη από την Ιερουσαλήμ· τα
μισά απ’ αυτά θα χύνονται στη Νεκρά Θάλασσα και τ’ άλλα μισά στη
Μεσόγειο, κι αυτό θα συμβαίνει ακόμα και το καλοκαίρι και την άνοιξη.
Τότε ο Κύριος θα γίνει βασιλιάς ολόκληρης της χώρας· την εποχή εκείνη ο
Κύριος θα αναγνωρίζεται ως ο ένας και μοναδικός, σε όλα τα μήκη και τα
πλάτη της χώρας και της ερήμου … (Ζαχ ιδ΄ 1,4,8-10).
Η σύντομη αυτή προφητεία από το τελευταίο
κεφάλαιο του βιβλίου του προφήτη Ζαχαρία αποτελεί, σύμφωνα με τη
λειτουργική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το δεύτερο ανάγνωσμα του
Εσπερινού της γιορτής που πανηγυρίσαμε σήμερα, της γιορτής της
Αναλήψεως. Η ανάληψη του Χριστού σηματοδοτεί το τέλος της επίγειας
δράσης του, όχι όμως και της παρουσίας του στον κόσμο. Το σωτηριώδες
έργο του αναλαμβάνει να συνεχίσει τώρα η Εκκλησία με την καθοδήγηση του
Αγίου Πνεύματος, το οποίο ο ίδιος ο Χριστός είχε υποσχεθεί να στείλει
στους μαθητές του, και γι’ αυτόν τον λόγο ώς τον δ΄ μ.Χ. αιώνα τα δύο
γεγονότα συνεορτάζονταν σε μία γιορτή.
Με ζωηρές εικόνες και αποκαλυπτικό λόγο ο
προφήτης εξαγγέλλει το επικείμενο της έναρξης της εποχής των εσχάτων,
κατά την οποία ο Κύριος θα εκδηλώσει τη δύναμή του. Την εκδήλωση της
δύναμης του Θεού περιγράφει ο προφήτης σαν τρεχούμενα νερά που θα
πηγάζουν από την Ιερουσαλήμ και θα διαχέονται σε ολόκληρη τη γη, χωρίς η
ροή τους να ανακόπτεται από την εναλλαγή των εποχών.
Σ’ αυτήν την περιγραφή στηρίζεται η
σύνδεση της προφητείας με τη γιορτή της Αναλήψεως, καθώς στην τελευταία
πράξη της επίγειας δράσης του Ιησού Χριστού βλέπει η Εκκλησία και την
έναρξη της εποχής των εσχάτων, την οποία προαναγγέλλει ο προφήτης. Πάνω
στο Όρος των Ελαιών, στο σημείο από όπου αναλήφθηκε ο Χριστός, θα
πατήσουν και πάλι τα πόδια του, για να εκδηλώσει τη δύναμή του,
εγκαθιδρύοντας την παγκόσμια βασιλεία του. Η αδιάκοπη ροή των υδάτων
προς τα ανατολικά και προς τα δυτικά, για την οποία γίνεται λόγος στην
προφητεία, κατανοήθηκε ως πρόρρηση της έναρξης της διάδοσης του
ευαγγελίου, που ξεκινάει από την Ιερουσαλήμ αμέσως μετά την ανάληψη του
Χριστού και φτάνει ως τα πέρατα της οικουμένης.
Όμως το όραμα του προφήτη δεν θα
πραγματοποιηθεί αυτόματα. Η προφητεία αποκαλύπτει το σχέδιο του Θεού για
τον κόσμο, αλλά δεν το επιβάλει. Προσφέρει ελπίδα, προοπτικές, γίνεται
πηγή έμπνευσης, αλλά απαιτεί διαρκή αγώνα και συνεργασία του ανθρώπου με
τον Θεό για να καταστεί πραγματικότητα. Η ανάληψη του Χριστού
σηματοδοτεί την έναρξη της εποχής των εσχάτων, η ολοκλήρωσή τους όμως
προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή των ανθρώπων. Τις δυσκολίες αυτής της
συμμετοχής περιγράφει με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο το αποστολικό ανάγνωσμα
της γιορτής της Ορθοδοξίας, όταν αναφέρεται στα κατορθώματα ανθρώπων
που με την πίστη τους:
… αντιμετώπισαν λιοντάρια πεινασμένα,
έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι
ισχυροί, … βασανίστηκαν ως τον θάνατο, χωρίς να δεχτούν την απελευθέρωσή
τους, … δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και
φυλακίσεις, λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες,
σφαγιάστηκαν, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα,
υπέμειναν στερήσεις, καταπιέσεις, κακουχίες … πλανήθηκαν σε ερημιές και
σε βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης (Εβρ ια΄ 33-38).
Από τότε μέχρι σήμερα τα πράγματα δεν
άλλαξαν και πολύ. Το Ευαγγέλιο, βέβαια, διαδόθηκε στο μεγαλύτερο μέρος
της οικουμένης, όμως μένουν ακόμα πολλά να γίνουν. Ιδιαίτερα σήμερα που ο
κόσμος ολόκληρος έχει αποδυθεί σε μια εναγώνια αναζήτηση νέων αξιών και
προσανατολισμών, η ανάγκη για ιεραποστολή γίνεται περισσότερο από ποτέ
επιτακτική. Μόνον φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα άνθρωποι και κατάλληλα
προετοιμασμένοι για αυτό το έργο, μπορούν να το φέρουν σε πέρας. Και ο
Πατριάρχης Αλεξανδρείας ανήκει αναμφίβολα στη χορεία αυτών των ανθρώπων,
όπως προκύπτει από το πλούσιο έργο του στην Αφρική και την ικανότητά
του να καλλιεργεί σχέσεις κοινωνίας και ειρήνης με ευαισθησία και
αλληλεγγύη.
Τιμώντας σήμερα το Τμήμα Θεολογίας του
Α.Π.Θ. έναν τέτοιο αγωνιστή και ταυτόχρονα πνευματικό άνθρωπο καταφάσκει
στην ιδέα της ανάπτυξης μιας θεολογίας ανοιχτής σε όλους τους
πολιτισμούς με κέντρο τον άνθρωπο και την πραγματική σχέση του με τον
Θεό. Με αυτές τις σκέψεις συγχαίρω την απόφαση του Τμήματος και
καλωσορίζω τον απόφοιτο της Σχολής μας Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας
και πάσης Αφρικής Θεόδωρο τον Β΄ στις τάξεις των επιτίμων διδακτόρων
του!
Καθηγητής Μιλτιάδης Κωνσταντίνου
Τῆς τῶν Θεολόγων περισέμνου Σχολῆς Κοσμήτωρ
Ἄρχων Διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου
τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας