Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ


Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ. 

Κυριακὴ Μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν, Μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ δικαίων Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, Δαυῒδ τοῦ Προφητάνακτος καὶ Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, 31 Δεκεμβρίου 2023, (Αριθμ. 60Α)

Α. 1. Η Κυριακή μετά τη Γέννηση του Χριστού προσδιορίζεται μεταξύ 26-31 Δεκεμβρίου, εντός, δηλαδή, της εβδομάδος Αποδόσεως της εορτής της Γεννήσεως του Χριστού και μία ημέρα πριν από την εορτή Τῆς κατὰ σάρκα Περιτομῆς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Συγχρόνως κατ᾽ αυτήν την Κυριακή η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη τριών Αγίων, του Προφητάνακτος και Θεοπάτορος Δαυΐδ, του Ιωσήφ του Μνήστορος και του Ιακώβου του Αδελφοθέου. Με αυτόν τον εορτασμό η Εκκλησία καταφάσκει στο γεγονός της πραγματικής ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, προβάλλουσα με το Δαυΐδ τη γενεαλογία και εξαγγελτικά την εκούσια σάρκωση του Λόγου, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως επανειλημμένα λέγεται αυτήν την περίοδο στα αγιογραφικά αναγνώσματα των ημερών, τα οποία διερμηνεύονται σε μία αντιστοιχία με τα υμνολογικά κείμενα καταβασιών, στιχηρών, ιδιόμελων, κανόνων, αντιφώνων και μεγαλυναρίων. Στο ίδιο πλαίσιο των προφητικών προρρήσεων και της πληρώσεώς τους ο γηραιός Μνήστωρ Ιωσήφ και ο υιός του εκ προτέρου γάμου Ιάκωβος, ο χαρισματικά αποκαλούμενος Αδελφόθεος, τιμώνται από την Εκκλησία, ως οι αυτόπτες μάρτυρες του υπερφυούς γεγονότος της Γεννήσεως του Χριστού και της κατά σάρκα «αυξήσεώς» του, αποτελέσαντες το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον των αυτοπτών μαρτύρων και την πρώτη κοιτίδα της Εκκλησίας των πιστευόντων, διακονώντας εν υπακοή στο θεοφανικό έργο του ενσάρκου Λόγου, ενώ ο Ιάκωβος θα αναδειχθεί πρώτος Ιεράρχης της Εκκλησίας, Πρωτεπίσκοπος της πρώτης αποστολικής εκκλησίας των Ιεροσολύμων.

2. Με τη σημερινή εορτή η Εκκλησία συνοψίζει την πορεία των θεοπτών Αγίων του Θεού σε μία ενότητα παλαιού και νέου Ισραήλ υπό την κραταιά παρουσία και αποκάλυψη του ενός και του αυτού Λόγου του Θεού Πατρός, σε μία ενότητα θεοφανικών γεγονότων από το Δαυΐδ μέχρι τον πρώτο Επίσκοπο της Εκκλησίας, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται με το Δοξαστικό Στιχηρό του Εσπερινού: «Μνήμην ἐπιτελοῦμεν, Δαυῒδ καὶ Ἰακώβου, εὐσεβοῦς Βασιλέως Προφήτου, καὶ Ἀποστόλου πρώτου Ἐπισκόπου· αὐτῶν γὰρ τοῖς διδάγμασι, πλάνης ἀπαλλαγέντες, Χριστόν δοξολογοῦμεν, τὸν ἐκ Παρθένου ἀνατείλαντα, τὸν καὶ σαρκωθέντα, σῶσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν». Εξάλλου, Θεοτόκος και Ιωσήφ κατάγονται αμφότεροι από τον Προπάτορα Δαυΐδ, όντες το άγιο λῆμμα του Ισραήλ. Ο ίδιος ο Δαυΐδ, ως Προπάτωρ, θεωρείται προφητικός τύπος του Χριστού, ο οποίος ονομάζεται και Νέος Δαυΐδ, με κοινό σημείο αναφοράς τη Βηθλεέμ και το βασιλικό αξίωμα του Λόγου ως δημιουργού και αναδημιουργού του σύμπαντος κόσμου[1]. Ο Ιωσήφ είναι ο δίκαιος κατὰ πάντα καὶ ἀληθής, θεωρὸς τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου, ἰδὼν τὸν καθ᾽ ἡμᾶς ὁραθέντα Θεόν, μάκαρ, διάκονος μυστηρίου ὑπὲρ κατάληψιν, πανεύφημος και πανάγιος, καθώς «Τῶν Προφητῶν τὰς προρρήσεις εἶδεν ἐν γήρᾳ σαφῶς, ὁ Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ, ἐμφανῶς πληρουμένας, μνηστείας λαχὼν ξένης, χρηματισμούς τῶν Ἀγγέλων δεξάμενος, Δόξα Θεῷ ἐκβοώντων, ὅτι ἐν γῇ, τὴν εἰρήνην ἐδωρήσατο» (Στιχηρό των Αγίων, ἦχος α´).

3. Στο Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καταγράφεται ότι: «Γίνεται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῇ Μεγάλῃ Ἐκκλησίᾳ καὶ ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου ἔνδον τοῦ σεβασμίου οἴκου τῆς ἁγίας Θεοτόκου τῶν Χαλκοπρατείων, τῆς λιτῆς ἀπὸ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἐκεῖσε παραγενομένης», και επιπλέον σημειώνεται ότι, εάν μεσολαβεί μόνο μία Κυριακή μεταξύ των εορτών της Γέννησης του Χριστού και των Φώτων, διαβάζεται το Μαρκ. α´, 1-8, δηλαδή η αρχή του Ευαγγελίου του Μάρκου και Αποστολικό Ανάγνωσμα το Β´ Τιμ. δ´, 5-8, που είναι ουσιαστικά η κατακλείδα αυτής της τελευταίας Επιστολής του Απόστολου Παύλου προ των καταληκτήριων χαιρετισμών, εάν μεσολαβούν δύο Κυριακές, τότε διαβάζεται στην πρώτη η περικοπή από το Κατά Ματθαίον για τη φυγή στην Αίγυπτο. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει σχέση με την Αίγυπτο των Εβδομήκοντα, του Ευαγγελιστή Μάρκου, των Εθνών και εν συνεχεία των μεγάλων Πατριαρχών! Ας σημειωθεί ότι η αρχική κατάθεση των καταπιστευμάτων των Αγίων της Παλαιάς Διαθήκης πρέπει να είχε γίνει στο Προφητείο του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου «τῷ ὄντι πλησίον τῆς κινστέρνης Μωκησίας ἐν τοῖς Δανιήλ», κοντά στο ναό του Αγίου Μωκίου, όπου είχαν μεταφερθεί από τον Άγιο Κωνσταντίνο τα πρώτα τίμια λείψανα Αγίων Μαρτύρων από όλη την αυτοκρατορία, καθότι η νέα πρωτεύουσα τέθηκε από την προστασία «νέων ηρώων», και δεν είναι τυχαίο ότι τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης συνέπεσαν με τη μνήμη του Αγίου Μωκίου. Τίθεται αυτή η παρένθεση, καθώς πλανάται το ερώτημα, για το πότε κατέφθασαν τα λείψανα των Αγίων της Παλαιάς Διαθήκης στην Κωνσταντινούπολη, όπως και τα καταπιστεύματα της Θεοτόκου. Σημειωτέον ότι το Απολυτίκιο Ἡ Γέννησίς σου... ψαλλόταν στη Μεγάλη Εκκλησία μέχρι την παραμονή των Φώτων, ενώ στις άλλες εκκλησίες μόνο επτά ημέρες.

 

Β. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα προέρχεται από τη δεύτερη Επιστολή Προς Τιμόθεον. Η Επιστολή Β´ Προς Τιμόθεον είναι χρονικά η τελευταία Επιστολή του Αποστόλου Παύλου και γράφτηκε από τη φυλακή του στη Ρώμη εν αναμονή της εκτελέσεώς του: «ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος». Η σημερινή περικοπή είναι μέρος των παραινέσεων του Αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο, ο οποίος υπήρξε από τους πλέον έμπιστους μαθητές του Απόστολου Παύλου, από τα Λύστρα της Λυκαονίας με μητέρα Ιουδαία χριστιανή και πατέρα Έλληνα. Μολονότι ήταν ασθενικός ανέλαβε αποστολές στη διάρκεια των περιοδιών του Αποστόλου Παύλου σχεδόν σε όλες τις Ελληνικές πόλεις, ενώ έδρασε ως επίσκοπος της Εφέσου, που σήμερα είναι μία από τις Γεροντικές Μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Φαίνεται ότι ο Τιμόθεος βρέθηκε στη Ρώμη κοντά στο φυλακισμένο Παύλο και μετά το μαρτύριό του επέστρεψε στην Έφεσο, όπου μαρτύρησε και ο ίδιος από τους ειδωλολάτρεις που είχαν κέντρο τους το ναό, «καταγώγιον», της θεάς Αρτέμιδος. Λόγω της διπλής καταγωγής του ο Απόστολος Τιμόθεος φαίνεται ότι εκινείτο με άνεση ανάμεσα στους δύο κόσμους, εθνικό και ιουδαϊκό, και οι παραινέσεις του Αποστόλου Παύλου προς αυτόν φέρουν τον εκφραστικό- παραδειγματικό τρόπο των δύο κόσμων σε αντιστοίχιση με το κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον της Εφέσου και του Ελληνορωμαϊκού κόσμου της Μεσογείου, όπου αναδύθηκαν οι πρώτες Αποστολικές κοινότητες. Πάντως κέντρο των παραινέσεων είναι ο Ιησούς Χριστός κατά τις επαγγελίες, όμως, των Προφητών («ἐκ σπέρματος Δαυίδ») και, βέβαια, ο καινούργιος κόσμος των πιστών της χάριτος και της σωτηρίας εν Χριστώ Αναστάντι, που συνιστά το Ευαγγέλιο, το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου. Αυτό το τελευταίο απόσπασμα έχει ένα οραματικό χαρακτήρα, καθώς ο Απόστολος Παύλος αναμένει την εκτέλεσή του ζώντας μία συγκινησιακά μεθόρια κατάσταση προς την έσχατη κρίση, που καταυγάζεται, όμως, από το ευαγγελικό του έργο και τη φωτοείδεια της «ἐπιφάνειας» του Χριστού, κάτι σαν το όραμα της κλήσης του καθοδόν προς Δαμασκό.

 

Γ. 1. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι η αρχή του Ευαγγελίου του Ευαγγελιστή Μάρκου. Ο Ευαγγελιστής Μάρκος κατονομάζεται στις Επιστολές του Απόστολου Παύλου και φαίνεται πως κήρυξε στη Ρώμη και στην Αίγυπτο, είναι μάλιστα ο πολιούχος του αποστολικού θρόνου της Αλεξανδρείας και ο προστάτης του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, έχων ως σύμβολο, κατ᾽ αναγωγή προς το όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ, το λιοντάρι. Το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο είναι το Ευαγγέλιο των Εθνών και, μολονότι το αρχαιότερο όλων, διαβάζεται στον ενιαύσιο κύκλο μετά το Κατά Λουκάν, αρχής γενομένης την εβδομάδα προ των Φώτων, μία περίοδο που η Εκκλησία προετοίμαζε τους κατηχούμενους για το βάπτισμά τους.

2. Ένα είναι το θέμα του Ευαγγελικού Αναγνώσματος, ήτοι η παραβολή μεταξύ του βαπτίσματος του Ιωάννη του βαπτιστή στον Ιορδάνη, το οποίο αφορούσε στη μετάνοια του Ισραήλ και του βαπτίσματος των χριστιανών ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ, που αφορά σε όλα τα Έθνη, σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, η μικρή αυτή εισαγωγική τοποθέτηση του Ευαγγελιστή Μάρκου μάς θυμίζει το διάλογο του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα περί της «ἐν Πνεύματι» λατρείας πέραν της Ιουδαίας, όπως και στο παρόν Ανάγνωσμα πέραν του Ιορδάνη. Και είναι χαρακτηριστικό ένα απόσπασμα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου από το Λόγο του 40, Εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα, όπου απορρίπτει την προσωποληψία για την τέλεση του βαπτίσματος και κατ᾽ ακολουθίαν και τη μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας με τρόπο «οπαδικό», όπως έκαναν οι αιρετικοί και κάνουν οι καταχραστές των κοινών αγαθών της Εκκλησίας διαχρονικά, που είναι και πολύ «πνευματικοί»: «Μὴ εἴπης· Ἐπίσκοπος βαπτισάτω με, καὶ οὗτος μητροπολίτης, ἢ Ἱεροσολυμίτης (οὐ γὰρ τόπων ἡ χάρις, ἀλλὰ τοῦ Πνεύματος), καὶ οὗτος τῶν εὖ γεγονότων. Δεινὸν γάρ, εἰ τῷ βαπτιστῇ τὸ εὐγενές μου καθυβρισθήσεται· ἢ πρεσβύτερος μέν, ἀλλὰ καὶ οὗτος τῶν ἀγάμων, καὶ οὗτος τῶν ἐγκρατῶν καὶ ἀγγελικῶν τὴν πολιτείαν· δεινὸν γάρ, εἰ ἐν καιρῷ καθάρσεως ῥυπωθήσομαι. Μὴ ζήτει ἀξιοπιστίαν τοῦ κηρύσσοντος, μηδὲ τοῦ βαπτίζοντος. Ἄλλος ὁ τούτων κριτής, καὶ τῶν ἀφανεστέρων δοκιμαστής· ἐπειδή, ἄνθρωπος μὲν εἰς πρόσωπον, Θεὸς δὲ εἰς καρδίαν. Σοὶ δὲ πᾶς ἀξιόπιστος εἰς τὴν κάθαρσιν· μόνον ἔστω τις τῶν ἐγκρίτων, καὶ μὴ τῶν προδήλως κατεγνωσμένων, μηδὲ τῆς Ἐκκλησίας ἀλλότριος».

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Β´ Τιμ. δ´, 5-8: «5 σὺ δὲ νῆφε ἐν πᾶσι, κακοπάθησον, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τὴν διακονίαν σου πληροφόρησον. 6 ἐγὼ γὰρ ἤδη σπένδομαι, καὶ ὁ καιρὸς τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε. 7 τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα· 8 λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Μαρκ. α´, 1-8: «Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 2 ῾Ως γέγραπται ἐν τοῖς προφήταις, ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου· 3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ, 4 ἐγένετο ᾿Ιωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. 5 καὶ ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πᾶσα ἡ ᾿Ιουδαία χώρα καὶ οἱ ῾Ιεροσολυμῖται, καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ ποταμῷ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν. 6 ἦν δὲ ὁ ᾿Ιωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον. 7 καὶ ἐκήρυσσε λέγων· ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ.8 ἐγὼ μὲν ἐβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτὸς δὲ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ».



[1]. «Βηθλεὲμ νῦν εὐφραίνου, Πόλις γενομένη τοῦ Νέου Δαυΐδ, καὶ Σιὼν ἐπαγάλλου, τῶν Ἐκκλησιῶν ἡ ἀκρόπολις, κοινὴν εὐωχίαν τοῦ Παμβασιλέως, καὶ τῶν αὐτοῦ θεραπόντων νῦν δεξάμεναι», Καν. β´, Ὠδή β´, τροπάριο γ´, ἦχος δ´).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.