Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ - ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ


 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Θεολόγου, 25 Ἰανουαρίου 2024, και Ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, 27 Ἰανουαρίου 2024 (Αριθμ. 65Α- 66Α)

 

Ι. Α. 1. Η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου τιμάται σε μία σημαντική περίοδο του εορτολογίου της Εκκλησίας μαζί με μία σειρά εγκρίτων Πατέρων και ασκητών και Μαρτύρων της Εκκλησίας της περιόδου των Οικουμενικών Συνόδων, οι οποίοι ερμήνευσαν τη βαπτισματική ομολογία στον Τριαδικό Θεό και την ένσαρκη οικονομία του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός, με συμμετοχή στις Οικουμενικές Συνόδους, ή με ερμηνευτική χρήση των υπομνημάτων τους από τη συνοδική πράξη της Εκκλησίας, πολλές φορές εν είδει Ανθολογίου πατερικών χρήσεων. Μεταξύ αυτών ο Άγιος Γρηγόριος είναι ο μόνος που φέρει το όνομα Θεολόγος. Είναι ένα επιθετικό ουσιαστικό, αφού μόνο τρεις Άγιοι της Εκκλησίας φέρουν αυτό το προσωνύμιο, ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, του οποίου το Ευαγγέλιο ονομάζεται και θεολογικό Ευαγγέλιο, που διαβάζεται από το βράδυ της Αναστάσεως μέχρι την Πεντηκοστή, ο Άγιος Γρηγόριος και ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ενώ πολύ αργότερα, το 14ο αιώνα, προβάλλεται συγκαταριθμούμενος ως τέταρτος από την ησυχαστική πράξη της Εκκλησίας και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

2. Για το βίο του Αγίου Γρηγορίου έχουμε μία βιογραφία, γραμμένη από το Γρηγόριο τον Πρεσβύτερο, τον 7ο αι., ενώ εκτενή σχόλια έχουν γίνει από τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή στο έργο του «Περὶ διαφόρων ἀποριῶν Διονυσίου καὶ Γρηγορίου πρὸς Θωμᾶν τὸν ἡγιασμένον». Μεγάλη επίδραση δέχτηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όπως αποτυπώνεται στο ερμηνευτικό της πίστεως έργο του Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, όπως και στους Κανόνες του, ενώ ο Άγιος Φώτιος έχει ως θεμέλιο της ερμηνείας του περί της εκ του Πατρός εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος τους Πέντε Θεολογικοὺς Λόγους του Αγίου Γρηγορίου. Με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τις συζητήσεις μερί αποκαλύψεως του Θεού στους απ᾽ αιώνος Αγίους Προφήτες, Αποστόλους, Μάρτυρες και Οσίους επανέρχονται οι ερμηνευτικές προτάσεις του Αγίου Γρηγορίου περί της ενότητος Παλαιάς και Καινής Διαθήκης ως καταγραφής των θεοφανικών γεγονότων του αυτού ασάρκου, ενσάρκου και Πνευματικώς ορωμένου Λόγου προς απόδειξη ότι η παρεχόμενη υπό του Θεού σωτηρία είναι άκτιστη χάρη και όχι κτιστή προκοπή μιας ατομικής εγωπαθούς προσπάθειας του ανθρώπου με κέντρο τη διάνοιά του. Αυτή η νηπτική πρόσληψη του έργου του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου καταγράφεται και στη νεότερη πατερική παραγωγή μετά την κορυφαία ησυχαστική περίοδο του 14ου-15ου αι. και μέχρις τις αρχές του 19ου αι.

Β. 1. Η υμνολογία της εορτής του Αγίου απηχεί την κηρυγματική του ερμηνευτική, που εκκινεί από την ποιμαντική φροντίδα ερμηνείας της Αγίας Γραφής ως κεντρικού αναγνώσματος στη λατρευτική πράξη της Εκκλησίας σε συνδυασμό με ανταπάντηση στην πρόκληση εκείνων των μελών της Εκκλησίας που επηρεάζονταν είτε από την ιουδαϊκή τους προέλευση και υποτιμούσαν το Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός, πολύ δε περισσότερο το Άγιο Πνεύμα, αφού γι᾽ αυτούς ένας είναι Κύριος ο Θεός κατά το Δεκάλογο του Μωϋσέως, που είναι ο Νόμος, είτε από την εθνική τους καταγωγή, με προεξέχουσα την Ελληνική σκέψη, κατά την οποία η συμπαντική πραγματικότητα διαιρείται στο νοητό και τον αισθητό κόσμο, εκ των οποίων ο νοητός είναι ανώτερος, ταυτίζεται μεν με το Θεό, αλλά συγχρόνως δεν δικαιολογεί την ετερότητα των προσώπων, και, επομένως, ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα, που δρουν, κατά το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, στην ιστορία, όπως καταγράφεται στην Αγία Γραφή, πρέπει μετά τη δράση τους να απορροφηθούν από το πρόσωπο του Θεού Πατέρα, για να υπάρξει ενότητα στο νοητό κόσμο, τον κόσμο πέραν της αισθητής πραγματικότητος.

2. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, Καππαδόκης στην καταγωγή (329-390), ανήκε σε οικογένεια γαιοκτημόνων, ένα είδος ακριτών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και γι᾽ αυτό η παιδεία που έλαβε, όπως και ο αδελφός του Καισάριος, αργότερα έπαρχος της Βιθυνίας, ήταν παιδεία που εξασφάλιζε μια θέση στη διοικητική μηχανή της αυτοκρατορίας. Η στροφή του στην εκκλησιαστική ζωή οφείλεται στην οικογένειά του αλλά και στο φίλο του Μέγα Βασίλειο, με τον οποίο συνέπεσαν για σπουδές Σοφιστικής στην Αθήνα, που στις μέρες τους ήταν ακόμη κέντρο της Ελληνικής παιδείας αλλά και της θεουργίας της θρησκείας του δωδεκάθεου. Γνωρίζοντας καλά την Αγία Γραφή αλλά και την Ελληνική κλασική σκέψη και έχοντας ως βάση τη βαπτισματική ομολογία  και τη συνοδική ερμηνεία της Α´ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια ο Άγιος Γρηγόριος προβαίνει σε μία ενοποιητική ερμηνεία της συμπαντικής πραγματικότητος, διακρίνοντας τον Τριαδικό Θεό από την κτίση, τη δημιουργία του κόσμου, και την πορεία του ανθρώπινου γένους. Ωστόσο, κτίση και ιστορία κατά το λόγο της δημιουργίας και της εκρηκτικής πορείας εν χρόνω είναι σημεία της μεγαλειότητος και δυνάμεως του Τριαδικού Θεού, καθώς τα πάντα έχουν λόγο υπάρξεως, λογοποιούνται από τον εν αρχή Λόγο, που παραδεικνύει τη θεότητά του με τη δημιουργία του κόσμου, καθώς Αυτός είπε και εγένετο, με την άσαρκη αποκάλυψή του στους θεόπτες Προφήτες, με την ένσαρκη παρουσία του και τη διαρκή του φανέρωση Πνευματικώς, με τη διαρκή του κλήση για εκκλησιασμό των πάντων σε μία πορεία αναβαθμών και τελειώσεως, παρά τις παλινδρομήσεις του ανθρώπινου γένους, που επιφέρει πόνους ακόμη και στην άλογη κτίση.

3. Εκκινώντας, λοιπόν, από την ενοποιητική ερμηνεία της συμπαντικής πραγματικότητας ο Άγιος Γρηγόριος επιμένει στην οικουμενικότητα της Προφητικής μαρτυρίας και εξαγγελίας για την επανάκαμψη του ανθρώπινου γένους στην κατά χάρη θεοείδειά του με την πρόσληψή του από τον ίδιο το Δημιουργό του, ως ένα διαρκές κτίσιμο, μία διαρκή ζωοποίηση στο βαπτιστήριο της Εκκλησίας και συναγωγή των πάντων, ζώντων και τεθνεώτων και ερχομένων κατά την ευδοκία του Πατρός, τη λογοποίηση των πάντων υπό του Υιού και τη ζωοποίησή των υπό του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με τη βαπτισματική ομολογία και τη συνόψιση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας στο μυστήριο της αναίμακτης θυσίας στη Θεία Ευχαριστία. Ενώ, λοιπόν, ο Άγιος Γρηγόριος γνωρίζει την τέχνη του ανθρώπινου λόγου κατά το κατάκτημα της Ελληνικής παιδείας, η ερμηνευτική του θέαση απλώνεται στους ανοιχτούς ορίζοντες της οικουμενικής θέασης της Προφητικής μαρτυρίας μιας συγχρονικής συμπτώσεως ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, που διακρατείται από την παντουργό παρουσία της δυνάμεως του Θεού, όπως αποκαλύφθηκε στην κτίση και την ιστορία την πρώτη στιγμή της δημιουργίας ως φως απρόσιτο, πέραν και πάνω από την κτιστή πραγματικότητα. Γι᾽ αυτό η ομολογία της ομοουσιότητος των προσώπων της Αγίας Τριάδος υπερβαίνει την τεχνολογία του ανθρώπινου λογισμού μιας στενής επιχειρηματολογίας της ανθρώπινης γνώσεως, εγωϊστικής, μερικής και αλληλοαναιρούμενης θέασης του κόσμου, των κοινωνικών συμβατικοτήτων και της καταδυναστεύσεως. Το Απολυτίκιο του Αγίου τού ανταποδίδει ακριβώς αυτή την οικουμενική θέαση: «Ὁ ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς θεολογίας σου, τὰς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας· ὡς γὰρ τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καὶ τὰ κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι», όπου με τον όρο θεολογία αποδίδεται η ομολογία του Τριαδικού Θεού, ως ομοουσίων υποστάσεων, ως Μονάδος κατά τη φύση και την ουσία και Τριάδος προσώπων, κατά τη βαπτισματική ομολογία, την προσκύνηση και το δοξασμό, όπως λέγεται, εξάλλου, και στο Κάθισμα μετά τον Πολυέλαιον: «Στηλιτεύων τὴν πλάνην τῶν δυσσεβῶν, τὰς Γραφὰς διανοίγων θεοπρεπῶς, ἐξέπεμψας δόγματα, ὑπὲρ μέλι ἡδύνοντα, τῶν πιστῶν τὰς καρδίας, σαφῶς ἀξιάγαστε, τῇ Τριάδι λατρεύειν, ἐν Μονάδι Θεότητος· ὅθεν τοῦ Σωτῆρος, τὴν μορφὴν ἐν εἰκόνι προέστησας ἀσπάζεσθαι, σχετικῶς τὸ ἀνθρώπινον. Θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου».

4. Θα πρέπει να υπογραμμίζεται πάντα αυτή η οικουμενική θέαση του σύμπαντος κόσμου ως η ερμηνευτική πρόταση της Αγίας Γραφής υπό του Αγίου Γρηγορίου, κατά την οποία η λειτουργική πράξη αποτελεί συμπερίληψη της αποκαλύψεως του Τριαδικού Θεού μετά πάντων των απ᾽ αιώνος Αγίων και όλου του πληρώματος της δημιουργίας. Αυτό αποδίδεται με το Κάθισμα, ἦχος πλ. δ´, ως μία ανάκληση στη πρώτη στιγμή της δημιουργίας: «Ἐξανοίξας τὸ στόμα λόγῳ Θεοῦ, ἐξηρεύξω σοφίαν Κήρυξ φωτός, καὶ φρόνημα ἔνθεον, τῇ οἰκουμένῃ κατέσπειρας, τῶν Πατέρων ὄντως, κυρώσας τὰ δόγματα, κατὰ Παῦλον ὤφθης, τῆς Πίστεως πρόμαχος· ὅθεν καὶ Ἀγγέλων, συμπολίτης ὑπάρχεις, καὶ τούτων συνόμιλος, ἀνεδείχθης μακάριε, Θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου».

 

ΙΙ. Α. 1. Η ανακομιδή του Λειψάνου του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου από τα Κόμανα του Πόντου στην Κωνσταντινούπολη έγινε από το μαθητή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Άγιο Πρόκλο στις 27 Ιανουαρίου 438. Όπως έχει ήδη σημειωθεί στην εορτή των Εισοδίων: «Η Εκκλησία εορτάζει κατά τα Προεόρτια των Εισοδίων τη μνήμη του Αγίου Πρόκλου, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (434-446). Υπήρξε μαθητής του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου και έκανε την ανακομιδή του Λειψάνου του και την εναπόθεσή του στο Ιερό Βήμα της εκκλησίας των Δώδεκα Αποστόλων. Μετά την κλοπή από τους Σταυροφόρους τα λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου επεστράφησαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το 2004 και φυλάσσονται προς προσκύνηση στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι. Ο Άγιος Πρόκλος υπήρξε ένας από τους υπερασπιστές των αποφάσεων της Τρίτης Οικουμενικής Συνόδου και των ερμηνευτικών διατυπώσεων της Εκθέσεως των Διαλλαγών, ενός Συνοδικού Κειμένου διαλλαγής μεταξύ των τοπικών εκκλησιών Αλεξάνδρειας και Αντιόχειας μετά την Τρίτη Οικουμενική, διά του οποίου επαναβεβαιώθηκε η καταδίκη του Νεστορίου, ο οποίος δεν δεχόταν τον όρο Θεοτόκος για την Παναγία, και γι᾽ αυτό η Εκκλησία ενσωμάτωσε τις διατυπώσεις του μαζί με αυτές του Αγίου Κυρίλλου στον Όρο και τις ερμηνευτικές διασαφηνίσεις κατά την Τέταρτη Οικουμενική Σύνοδο, ενέταξε δε τη μνήμη του στο πλαίσιο των εόρτιων γεγονότων αποδόσεως της εξαίρετης τιμής της Παναγίας ως Θεοτόκου. Η παρουσία του Αγίου Πρόκλου στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης δημιούργησε κλίμα συμφιλιώσεως μεταξύ των χριστιανών, καθώς πολλοί ήσαν εκείνοι που δεν είχαν αποδεχθεί την απομάκρυνση του Αγίου Ιωάννου από το θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Επιπλέον, παρά τις παλινδρομήσεις της αυτοκρατορικής αυλής και τη διαφορετική πρόσληψη των ερμηνευτικών προτάσεων του Αγίου Κυρίλλου και της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου, κατ᾽ αυτήν την περίοδο αναδύθηκαν οι εορτές προς τη Θεοτόκο, ενώ η λεπτομερής μελέτη των Προφητικών εξαγγελιών και της ανακεφαλαιώσεώς των στα γεγονότα της ένσαρκης παρουσίας του Λόγου εν πολλοίς και με αναιρετικό στόχο θα έχει ως αποτέλεσμα τον εορτολογικό πλουτισμό και την ιδιαίτερη αρχιτεκτόνηση ναών προς τιμήν της Θεοτόκου και του Χριστού».

2. Παρακολουθώντας την υμνολογία της εορτής της ανακομιδής του Λειψάνου του Αγίου πρέπει να ξεχωρίσουμε το Στιχηρό, ἦχος δ´, του Εσπερινού, όπου περιγράφεται το γεγονός: «Ἱερωτάτην στησώμεθα χορείαν· στέφος γὰρ χρυσόμορφον, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, βασιλικῇ δόξῃ σήμερον, ἀπὸ Κομάνων, πρὸς πόλιν ἥκει τὴν Βασιλεύουσαν, λάμπει στίλβον ἄνωθεν, τῇ ἐπανόδῳ αὐτοῦ, πρὸς βασιλείαν τὴν ἄϋλον, πιστοὺς εἰσάγει, καὶ τῷ τῶν ὅλων προσοικειοῖ Βασιλεῖ· διὸ βοῶμεν· Χρυσεπώνυμε, Πάτερ θεῖε Χρυσόστομε πάγχρυσε, καθικέτευε σῶσαι, καὶ φωτίσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν», όπως και το Κοντάκιο, όπου επίσης δίδεται η καταγραφή του γεγονότος: «Ἐφράνθη μυστικῶς, ἡ σεπτὴ Ἐκκλησία, τῇ ἀνακομιδῇ, τοῦ σεπτοῦ σου λειψάνου καὶ τοῦτο κατακρύψασα, ὡς χρυσίον πολύτιμον, τοῖς ὑμνοῦσί σε, ἀδιαλείπτως παρέχει, ταῖς πρεσβείαις σου, τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, Ἰωάννη Χρυσόστομε», ἦχος α´. Η υμνολογία της εορτής έχει την ίδια διάρθωση με την πρώτη εορτή του Αγίου με τον Κανόνα στον Άγιο και τη Θεοτόκο, καθώς και εκεί η περίοδος αποτελεί προχειρισμό των Εισοδίων, όπως και στη δεύτερη η περίοδος σημαίνεται με τις Καταβασίες της Υπαπαντής, και γι᾽ αυτό οι Κανόνες είναι του Αγίου και της Θεοτόκου. Χωρίς να υπάρχουν Ειρμοί των Καταβασιών των Χριστουγέννων, όπως στην εορτή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, εν τούτοις οι Προφητικοί τύποι είναι πολυπληθείς στον Κανόνα της Θεοτόκου, ενώ ο ίδιος ο Άγιος με το ερμηνευτικό- κηρυγματικό του έργο και την οσιακή μαρτυρική βιωτή παραβάλλεται με τους Απόστολους και τους Πατριάρχες του Ισραήλ, τον Αβραάμ, τον Ιακώβ και το Μωϋσή, ενώ η προσωπογραφία του κοσμείται με ένα πλήθος ονομάτων και επιθέτων που αποτελούν μετάπλαση του κύριου προσωνυμίου του Χρυσόστομος Στρατὸς Ἀγγέλων, δῆμος Προφητῶν, Ἀποστόλων τε καὶ τῶν Μαρτύρων θεῖος χορός, ἡμῖν συναγάλλονται φαιδρῶς κοινωνοῦντες, τῆς Ἑορτῆς Παμμάκαρ, καὶ τὸν ὕμνον τῶν σῶν, οἰκείαν ἡγούμενοι τὴν χάριν πάντων γὰρ ἔσχες, ἐν σοὶ τὸν βίον ἀποματτόμενος», Κανών γ´, Ὠδὴ θ´. «Ὁ ἐπίγειος Ἄγγελος, καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος, χελιδὼν ἡ εὔλαλος καὶ πολύφωνος, τῶν ἀρετῶν τὸ θησαύρισμα, ἡ πέτρα ἡ ἄρρηκτος τῶν πιστῶν ὑπογραμμός, τῶν Μαρτύρων ἐφάμιλλος, ἰσοστάσιος τῶν ἁγίων Ἀγγέλων, Ἀποστόλων ὁ ὁμότροπος ἐν ὕμνοις, μεγαλυνέσθω Χρυσόστομος», γ´ Στιχηρό Προσόμοιο. «Νέος Ἀβραάμ, ἐδείχθης Ἱεράρχα, ἄλλον Ἰσαάκ, τὸν βίον θυσιάσας, καὶ μυστικὴν ὁλοκάρπωσιν ἀνενέγκας, ἐν τῷ πυρὶ τῆς συνειδήσεως./ Σὺ τὸν Ἰακώβ, ζηλώσας θεοφόρε, κλῖμαξ πρακτικῆς, ἐδείχθης πολιτείας, τὰς ἀναβάσεις τῶν θείων σου νοημάτων, ἐν τῇ καρδίᾳ σου τιθέμενος./ Ράβδῳ μυστικῇ, τῇ γλώττῃ διασχίσας, ὅλην τῆς Γραφῆς, τὴν ἄβυσσον, Τρισμάκαρ, ὡς Μωϋσῆς διεβίβασας τοὺς ἀνθρώπους, πρὸς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς πίστεως», Κανών β´ του Αγίου, Ὠδὴ δ´).

 

ΙΙΙ. 1. Σύμφωνα με το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας η σύναξη του Αγίου Γρηγορίου ετελείτο στην Αγιότατη Μεγάλη Εκκλησία, στο Μαρτύριο της Αγίας Αναστασίας «ἐν τοῖς Δομνίνου Ἐμβόλοις καὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῶν μεγάλων», όπου ο φιλόχριστος και πανευσεβής βασιλεύς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος έφερε το Λείψανο του Αγίου από την Αριανζό της Καππαδοκίας και το κατέθεσε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Σημειώνεται ότι η λιτή «ἕωθεν» ξεκινούσε από τη Μεγάλη Εκκλησία και έφτανε στο Φόρο, προφανώς του Θεοδοσίου, ή διά της Μέσης Οδού, ή μέ στάση πιο πριν και στο Μαρτύριο της Αγίας Αναστασίας, το οποίο έκειτο περί το Μακρό Έμβολο προς τη θάλασσα, ή νοτιότερα από το Τετράπυλο και βορείως του λιμένα της Αγίας Σοφίας, και μετά το Φόρο του Θεοδοσίου η λιτή συνέχιζε την τέμνουσα Μέση προς την Πύλη του Χαρισίου. Ένα δεύτερο στοιχείο που πρέπει να σημειωθεί για τον Άγιο Γρηγόριο είναι η πληροφορία του Συναξαρίου Κωνσταντινουπόλεως ότι «Οὗτος ὁ ἅγιος πατριαρχεῖον ὁρίζει εἶναι τὴν ἐκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως, ἧς καὶ προέστη ἔτη δώδεκα μέχρι τῆς δευτέρας συνόδου, καὶ δευτέραν εἶναι τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ταύτην διεκελεύσατο». Το Συναξάριον υπενίσσεται το γ´ κανόνα της Β´ Οικουμενικής Συνόδου, κατά την οποία ο Άγιος Γρηγόριος ανέλαβε την προεδρεία της Συνόδου και εισηγήθηκε τον κανόνα μετά το θάνατο του Μελετίου Αντιοχείας, με προτροπή του οποίου, εξάλλου, είχε φθάσει στην Κωνσταντινούπολη το 379 και έμεινε έως το 381, και όχι δώδεκα έτη, εκτός και αν στην Κωνσταντινούπολη ατύπως εθεωρείτο επίσκοπός των μέχρι την κοίμησή του το 390. Το καίριο σημείο είναι η διατύπωση «Οὗτος ὁ ἅγιος πατριαρχεῖον ὁρίζει εἶναι τὴν ἐκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως», πάνω από τους θρόνους Αλεξανδρείας και Αντιοχείας. Υπήρξε, λοιπόν, αυτή η τομή που ο θρόνος της Κωνσταντινούπολης συνένωσε ως ενδημούσα σύνοδος τις τοπικές εκκλησίες του ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας παρέχοντας τη δυνατότητα μιας δυναμικής και ζώσας μαρτυρίας του εκκλησιαστικού βίου στο κέντρο της αυτοκρατορίας, μιας συνοδικότητας με τη συμμετοχή όλων, ως κοινής πράξης και θεωρίας, ως κοινής έκφρασης, καθώς όλα τα Πατριαρχεία είχαν αποκρισάριους, μετείχαν, δηλαδή, κατά πρεσβεία σε όποια διεργασία. Σημειώνεται τούτο, για να κατανοηθεί πώς λειτούργησε η συνοδικότητα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της πενταρχίας, αλλά και να υπογραμμισθεί ο οραματικός τρόπος διαχείρισης των εκκλησιαστικών πραγμάτων από ένα πατέρα της Εκκλησίας που κυρίως προκαλεί το θαυμασμό ως ο Θεολόγος υπερασπίσεως της αγιοτριαδικής ομολογίας και λιγότερο ως ποιμένας της εκκλησιαστικής πράξης, πράγμα που συνιστά μία λανθασμένη εκτίμηση ως προς το δεύτερο.

2. Και πάλι κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας το τίμιο Λείψανο του Αγίου Ιωάννου, ανακομισθέν μετά τριάντα τρία έτη από τα Κόμανα της Αρμενίας από τον Πατριάρχη Άγιο Πρόκλο, κατατέθηκε υπό το θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, ένθα ετελείτο έκτοτε και η σύναξη του Αγίου. Και πάλι σημειώνεται ότι η λιτή ξεκινούσε από τη Μεγάλη Εκκλησία, περνούσε από το ναό του Αποστόλου Θωμά «ἐν τοῖς Ἀμαντίου», πλάϊ, δηλαδή, από το λιμένα της Αγίας Σοφίας, έβγαινε στο Φόρο του Μεγάλου Κωνσταντίνου και από τη Μέση Οδό κατέληγε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στον τέταρτο λόφο. Και πάλι κατά καταγραφή του Συναξαρίου Κωνσταντινουπόλεως υποσημειώνεται ότι η τιμία σορός του Αγίου προσκομίσθηκε στο ναό της Αγίας Ειρήνης, που ήταν η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και τέθηκε στον πατριαρχικό θρόνο και το πλήθος έκραζε «Ἀπόλαβέ σου τὸν θρόνον, ἅγιε». Εν συνεχεία με «βασιλικό ὄχημα», δηλαδή, άμαξα, η τιμία σορός μεταφέρθηκε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων «ἔνθα δὴ καὶ καταλαβόντες ὁ μὲν ἅγιος εἰς τὴν ἱερὰν καθέδραν ἀνενεχθεὶς καὶ τῷ θείῳ θρόνῳ ἐνιδρυθεὶς καὶ μυστικῶς τὰ μεμυκότα χείλη κινήσας καὶ εἰρήνην ἐπειπὼν τῷ ποιμνίῳ τῇ ἑτοιμασθείσῃ σορῷ ἐναπετέθη...». Προφανώς αυτή η παράδοση του Συναξαρίου διασώζεται στη λειτουργική πράξη του Πατριαρχείου, και γι᾽ αυτό κατά τις εορτές του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στον πατριαρχικό θρόνο εναποτίθεται η εικόνα του Αγίου και ο Πατριάρχης ανέρχεται στο παραθρόνιο!

 

ΙV. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της εορτής του Αγίου Γρηγορίου είναι το αυτό με εκείνο της εορτής της μνήμης του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στις 13 Νοεμβρίου, όπως και της μεθαυριανής εορτής, 27 Ιανουαρίου, της ανακομιδής του Λειψάνου του από τα Κόμανα στην Κωνσταντινούπολη επί Πατριάρχου Αγίου Πρόκλου, ή, όπως άλλως λέγεται «των Αρχιερέων». Η περικοπή αναφέρεται στο αρχιερατικό αξίωμα του Χριστού, του τελείου Αρχιερέως, ο οποίος στο πρόσωπό του ενώνει, ασφαλώς, το τρισσό χαρισματικό αξίωμα των φορέων του Ισραήλ, που υπήρξε σε διαφορετικά πρόσωπα. Η έμφαση στο αξίωμα του Χριστού ως Αρχιερέως έχει ασφαλώς λειτουργική σημασία, γιατί αναφέρεται στο Μυστικό Δείπνο, την προσαγωγή του αρχαίου Ισραήλ, την ανακεφαλαίωση του ανθρωπίνου γένους εν Χριστώ και την προσαγωγή όλων στη δόξα της Αγίας Τριάδος με την ανάληψη και την εκ δεξιών καθέδρα του Ενανθρωπήσαντος Λόγου: «ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς», όπως ομολογείται, εξάλλου, και στο Σύμβολο της Πίστεως. Πάντως, φαίνεται ότι το παρόν Αποστολικό Ανάγνωσμα αποτέλεσε σταθερό ανάγνωσμα της εορτής των δύο μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι υπήρξαν Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως σε μία περίοδο που το κήρυγμα της Εκκλησίας, πλην του ερμηνευτικού κηρυγματικού χαρακτήρα, διευρύνεται θεματολογικά, καθώς συνδυάζει και τις αναιρετικές διασαφηνίσεις επί της ορθοδόξου πίστεως έναντι των αιρετικών προκλήσεων, όπως επίσης και έναντι της επεμβάσεως των πολιτικών αρχών στα πράγματα της Εκκλησίας, με επακόλουθο το μαρτύριο, ή τη βίαιη απομάκρυνση Πατριαρχών.

2. Κατά ταύτα, ως υπόδειγμα Αρχιερέως, κατά τον τύπο του Αρχιερέως Χριστού, άμα τε και θεολόγου της Αγίας Τριάδος, φέρεται ο Άγιος Γρηγόριος στο Θεοτοκίο του β´ ήχου μετά το Ἐξαποστειλάριο της εορτής: «Μετὰ τῆς Θεομήτορος, καὶ Παρθένου Μαρίας, καὶ Βασιλείου πάνσοφε, παρεστὼς τοῦ Μεγάλου, τῇ ἀπροσίτῳ Τριάδι, τὴν εἰρήνην τῷ κόσμῳ, τῷ Βασιλεῖ τὰ τρόπαια, καὶ ἡμῖν σωτηρίαν, πρέσβευε, νῦν τοῖς ἀνευφημοῦσί σε Θεολόγε, Ἀρχιερεῦ Γρηγόριε, Ῥῆτορ τῆς Ἐκκλησίας», ή στο ε´ Στιχηρό Προσόμοιο του Εσπερινού: «Ποίοις λόγοις Ἰσάγγελε, ἐγκωμίων σε στέψωμεν, τὸν ἐν γῇ βιώσαντᾳ, ὑπὲρ ἄνθρωπον, τοῦ Θεοῦ Λόγου τὸν κήρυκα, τὸν φίλον τὸν γνήσιον, τῆς Παρθένου καὶ Ἁγνῆς, Ἀποστόλων τὸν σύνθρονον, τῶν Μαρτύρων τε, καλλονὴν καὶ Ὁσίων, θεῖον λάτριν τῆς ἀνάρχου θεαρχίας, Ἀρχιερεῦ ἁγιώτατε».

 

V. 1. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα προέρχεται από την τελευταία περίοδο παρουσίας του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και της σφοδρής σύγκρουσής του με τους Φαρισαίους, που διεκδικούσαν ρόλο πνευματικών ποιμένων και διδασκάλων του Ισραήλ. Ο Χριστός αποκαλύπτει μετά τη θεοσημία που ενήργησε στον εκ γενετής τυφλό και τη νίψη στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, περί της οποίας έχει ήδη γίνει λόγος, ότι είναι ο Υιός του Θεού Πατρός και προκαταγγέλλει τη σταυρική θυσία («ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων»), η οποία αφορά όχι μόνο στον Ισραήλ, που τον νέμονταν οι Φαρισαίοι σαν μισθωτοί, αλλά σε όλο το ανθρώπινο γένος, καθώς επισημαίνει: «καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν, καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσι, καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν».

2. Το σταθερό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της εορτής διαποτίζει την υμνολογία της ημέρας των δύο Αγίων, σύμφωνα με την οποία ο Άγιος Γρηγόριος, κατά το πρότυπο του Χριστού, είναι ο «Ποιμενικός αὐλὸς τῆς θεολογίας», ο Ποιμὴν ποιμένων («Τὰς καρδίας τῶν πιστῶν, γεηπονῶν τῇ γλώσσῃ σου Γρηγόριε, εὐσεβείας ἐν αὐταῖς, ἀειθαλεῖς ἐβλάστησας καρποὺς τῷ Θεῷ, τὰς ἀκανθώδεις αἱρέσεις πρόρριζον ἐκτεμών, καὶ κοσμῶν τοὺς λογισμοὺς καθαρότητι. Διὸ δεχόμενος ἡμῶν τὰ ἐγκώμια, ἡ θεία λύρα, ὁ γρήγορος ὀφθαλμός, τῶν ποιμένων ὁ Ποιμήν, ὁ τῶν λύκων ἀγρευτής, πρέσβευε ἐκτενῶς, Θεολόγε τῷ Λόγῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν», Δοξαστικό των Προσομοίων, ἦχος πλ. δ´), με αναφορά στον Αρχιποίμενα Χριστό: «Ὅσιε τρισμάκαρ, ἁγιώτατε Πάτερ, ὁ Ποιμὴν ὁ καλός, καὶ τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ Μαθητής, ὁ τιθεὶς τὴν ψυχὴν ὑπὲρ τῶν προβάτων· αὐτὸς καὶ νῦν Πανεύφημε, Θεολόγε Γρηγόριε, αἴτησαι πρεσβείαις σου, δωρηθῆναι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος».

3. Η απόδοση του προσωνυμίου του Θεολόγου, επειδή ερμήνευσε σε μία ενότητα Παλαιάς και Καινής Διαθήκης τα θεοφανικά γεγονότα της Θείας Οικονομίας, ιδίως το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού και την ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος, αποτυπώνεται στους δύο Κανόνες του Αγίου και τον Κανόνα της Θεοτόκου (Μικρά Παράκληση), όπου μαζί με τις Καταβασίες της Υπαπαντής επαναλαμβάνονται ως Ειρμοί οι Καταβασίες των Χριστουγέννων.

 

Aποστολικό Ανάγνωσμα: Ἑβρ. ζ´, 26-η´, 2: «26 Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, 27 ὃς οὐκ ἔχει καθ᾽ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. 28 ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.- 1 Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, 2 τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ἰω. ι´, 9-16: «9 ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει. 10 ὁ κλέπτης οὐκ ἔρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπολέσῃ· ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν. 11 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων· 12 ὁ μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει· καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα. 13 ὁ δὲ μισθωτὸς φεύγει, ὅτι μισθωτός ἐστι καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων. 14 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν, 15 καθὼς γινώσκει με ὁ πατὴρ κἀγὼ γινώσκω τὸν πατέρα, καὶ τὴν ψυχήν μου τίθημι ὑπὲρ τῶν προβάτων. 16 καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν, καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσι, καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.