Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ´ ΛΟΥΚΑ


Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ´ ΛΟΥΚΑ, Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, 28 Ἰανουαρίου 2024, (Αριθμ. 66b1)

Α. 1. Ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος (305-373), μοναχός και διάκονος, από τη Νίσιβη, με ένα πέρασμα από τη σχολή της Νίσιβης, μετά την κατάληψη της πόλης από τους Πέρσες εγκαταστάθηκε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας και εκεί ασκήτεψε. Φαίνεται ότι είχε επαφές με τους Καππαδόκες πατέρες και τους ασκητές της Αιγύπτου. Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός ότι το έργο του είναι έμμετρο αρχικά στα συριακά και με μεταφράσεις στα ελληνικά. Περιλαμβάνει κυρίως ερμηνεία της Αγίας Γραφής και ύμνους με την ομολογία της Αγίας Τριάδος, του Αγίου Πνεύματος και της Παναγίας και αναιρετική θεματολογία κατά των Γνωστικών, των Αρειανών και του Απολιναρίου, ο οποίος Απολινάριος είχε κάνει έμμετρη παράφραση της Αγίας Γραφής, για να ξεγελά τους πιστούς, (όπως σημειώνει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος), ενώ για την Παναγία ομιλεί άκρως υποτιμητικά ότι χρησίμευσε σαν «σωλήνας», που διήλθε δι᾽ αυτής ο Χριστός, όπως ο σύγχρονος έμμισθος και μισθοφόρος και ενεργούμενος νεο-Απολινάριος, που διεκήρυξε επιτιθέμενος κατά των Αγιορειτών πατέρων πριν κοντά δύο χρόνια ότι η Παναγία ήταν κι αυτή μια άγαμη μητέρα, περίπου σαν μια σύγχρονη παρένθετη (ώς εκεί φτάνει ο μισογυνισμός και η εκμετάλλευση των γυναικών, η οποία είναι και ποικίλων μορφών...), και όπου εν συνόλω είναι πολλά τα λεφτά για όλα τα ξεπουλήματα της πίστης και μεγαλύτερη η θεολογική και κοινωνική άγνοια, που αγγίζει τα όρια του κωμικού, αν όχι του τραγικού, όπως διακωμώδησε την κατάσταση με τον Απολινάριο αναλόγως ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.

2. Κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας η σύναξη του Οσίου Εφραίμ τελείται «ἐν τῷ μαρτυρίῳ τῆς ἁγίας Ἀκυλίνης ἐν τῆς Φιλοξένου πλησίον τοῦ Φόρου», εννοείται του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ενώ ο Κανόνας του Οσίου είναι ποίημα τοῦ Αγίου Θεοφάνους του Γραπτού. Κατά περιεχόμενο και εκφραστικό τρόπο διακρίνονται τρία χαρακτηριστικά: α) η υμνολόγηση πλημμυρίζεται από την εικονόφιλη εκφραστική φωτοείδεια και θεολογική ερμηνεία του Θεοφάνους, β) εξαίρεται η φιλησυχία και η νηπτική άσκηση του Οσίου στο Κοντάκιο και το Δοξαστικό, κατά το παράδειγμα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, και γ) με τον Κανόνα εξαίρεται επιπλέον η ορθή πίστη του στην Αγία Τριάδα, την ενανθρώπηση του Λόγου και τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος έναντι των παρεκκλίσεων των αιρέσεων.

 

Β. 1. Ως προς το Αποστολικό Ανάγνωσμα αυτό προέρχεται από την πρώτη Επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς τον Απόστολο Τιμόθεο, ο οποίος μαζί με τον Ευαγγελιστή Λουκά είναι από τους πιο πιστούς μαθητές του, όχι στα λόγια και τις απολαβές αλλά στη διακονία, τις επικίνδυνες αποστολές και εντέλει το μαρτύριο. Ο Τιμόθεος, εκ Λύστρων Λυκαονίας, που είχε διπλή καταγωγή, εκ πατρός εθνικού και μητρός Ιουδαίας χριστιανής, υπήρξε το κατάλληλο πρόσωπο που διεκπεραίωνε πρακτικά θέματα κατά τις περιοδείες του Απόστολου Παύλου, καθώς εκινείτο με ευκολία στην επικράτεια του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Αυτός είναι ο λόγος που ο Απόστολος Παύλος τον κατέστησε επίσκοπο Εφέσου, περίφημου κέντρου του εθνισμού με το ναό της Εφέσιας Αρτέμιδος και μικτό ιερατείο εξ ανδρών ιερέων και παρθένων γυναικών, οι οποίες κατέληγαν ως αντικείμενο «ιεράς» πορνείας και εορταστικών οργίων. Ο Απόστολος Τιμόθεος μαρτύρησε από το εξαγριωμένο πλήθος, όταν κατέκρινε αυτά τα ειδωλικά εορταστικά όργια, το δε Λείψανό του αργότερα μεταφέρθηκε και κατατέθηκε κάτω από την Αγία Τράπεζα στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης στον τέταρτο λόφο, μαζί με τα Λείψανα των Αγίων Ανδρέα και Λουκά. Και να σημειώσω εκ νέου, κατά την επικαιρότητα, την προσπάθεια καταλύσεως της τάξεως της Εκκλησίας για τη θέση των γυναικών στη λειτουργική πράξη με το προκάλυμμα τάχα συμμετοχής, πέραν της διαχρονικής εμπειρίας της Εκκλησίας, από κύκλους που δεν ορρωδούν να προβαίνουν μάλιστα σε σοκαριστικές δηλώσεις ότι η Εκκλησία δεν εξετάζει πώς έρχεται ένα παιδί στον κόσμο. Όταν έχουμε τέτοιες αμοραλιστικές δηλώσεις, νομιμοποιήσεως του κυησιακού trafficking, είναι σίγουρο ότι η θέση των γυναικών καθίσταται καθ᾽ έξιν εκμετάλλευση τέτοιων αδίστακτων εκκλησιαστικών τσαρλατάνων σε όλα τα επίπεδα, που θυμίζουν ακόμη και την Έφεσο του μαρτυρίου του Αποστόλου Τιμοθέου, εκείνου του ειδωλικού θεατρινίστικου κόσμου που θεωρούσε σαφέστατα τη γυναίκα και το παιδί πράγμα (res) και άβουλο εξάρτημα του άνδρα, όπως σήμερα του κάθε αδίστακτου απατεώνα της εξουσιομανίας, της εκμετάλλευσης, της καταδυνάστευσης και συγχρόνως παντελώς απαίδευτου στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Πριν από το παιδί, το οποίο χρησιμοποιούν ως αμυντική ασπίδα της υποκρισίας τους όλοι οι εγκληματίες, υπάρχει η γυναίκα που κυοφορεί τη νέα ζωή, και κανείς τσαρλατάνος δεν μπορεί να την εκμεταλλεύεται και να την κακοποιεί με το φανταγμένο του μυαλό.

2. Τέσσερα σημεία του Αποστολικού Αναγνώσματος πρέπει να υπογραμμισθούν, καθώς αποτελούν το υπόβαθρο όχι μόνο της αποστολικής κλήσης του Απόστολου Τιμόθεου, αλλά τίθενται ως μαρτυρία και κριτήρια της εκκλησιαστικής ζωής ως κλήσης όλων των πιστών, ανταπόκρισης στην κλήση να έχουν ως θεμέλιο τον Ζώντα Θεό, εναποθέτοντας σ᾽ Αυτόν την ελπίδα της υπάρξεώς των.

α. Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί την έκφραση «πιστὸς ὁ λόγος» και σε άλλες περιπτώσεις, πάντα με τη σημασία της ακλόνητης βεβαιότητας στο Ζώντα Θεό, π. χ. ότι πράγματι ο Λόγος ενηνθρώπησε για τη σωτηρία των ανθρώπων, για την απαλλαγή τους από τα αποστατικά πνεύματα, ή ότι η κλήση τους να εναποθέσουν την ελπίδα τους σ᾽ αυτόν το Ζώντα Θεό, ότι αυτή η επαγγελία αφορά στον άνθρωπο τώρα και στο μέλλοντα αιώνα, στη βασιλεία του Θεού.

β. Η επισήμανση περί της ηλικίας του Τιμοθέου, «τῆς νεότητος», είναι ένας λόγος ενθαρρυντικός για τον ίδιο τον Τιμόθεο, καθώς είχε επιφορτισθεί αρκούντως είτε ως βοηθός του Απόστολου Παύλου, είτε ως επίσκοπος της πολύ δύσκολης πόλεως της Εφέσου, κέντρου ειδωλολατρίας, όπως εξάγεται και από την προτροπή «τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ», που ουσιαστικά είναι μία περιγραφή της χαρισματικής ζωής όλων των χριστιανών και δεν αφορά μόνο στον επίσκοπο Τιμόθεο, γιατί ο τύπος αφορά στην αντίστοιχη ζωή όλων των πιστών. Τα προαναφερθέντα χαρίσματα είναι το ακριβώς αντίθετο από ό,τι χαρακτήριζε το πλήθος που συνέρρεε  στην Έφεσο κατά τη λατρεία της Αρτέμιδος.

γ. Η προτροπή «πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ» αφορά ακραιφνώς στη συνεχή προετοιμασία του Τιμοθέου ως επισκόπου περί καταρτισμού, μία διαρκή ευθύνη του επισκοπικού χαρίσματος, ή και κάθε ποιμένα, και φαίνεται να υπήρξε πηγή αυτός ο στίχος του β´ κανόνα  της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια το 787, με τον οποίο κανόνα είναι ως και να επαναλαμβάνεται ο λόγος του Αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο με ενδιάμεσο τα Αρεοπαγιτικά κείμενα. Ουσιαστικά συνιστά την προϋπόθεση και το τεκμήριο ευθύνης και καταρτισμού των ποιμένων της Εκκλησίας, καθώς προσδιορίζει με ένα τρόπο άκρως αυστηρό τα κριτήρια της ιερατικής, έτι δε πλέον και της μητροπολιτικής αξίας, για να μην αυτοσχεδιάζουν ανοήτως οι ποιμένες περί τη νουθεσία των χριστιανών και τη συνοδική συνέχεια: «Ὅθεν ὁρίζομεν, πάντα τὸν προάγεσθαι μέλλοντα εἰς τὸν τῆς ἐπισκοπῆς βαθμόν, πάντως τὸν Ψαλτῆρα γινώσκειν, ἵνα, ὡς ἐκ τούτου, καὶ πάντα τὸν κατ᾽ αὐτὸν κλῆρον οὕτω νουθετῇ μυεῖσθαι. Ἀνακρίνεσθαι δὲ ἀσφαλῶς ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου, εἰ προθύμως ἔχει ἀναγινώσκειν ἐρευνητικῶς, καὶ οὐ παροδευτικῶς, τούς τε ἱεροὺς κανόνας, καὶ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον, τήν τε τοῦ θείου Ἀποστόλου βίβλον, καὶ πᾶσαν τὴν θείαν Γραφήν· καὶ κατὰ τὰ θεῖα ἐντάλματα ἀναστρέφεσθαι, καὶ διδάσκειν τὸν κατ᾽ αὐτὸν λαόν. Οὐσία γὰρ τῆς καθ’ ἡμᾶς ἱεραρχίας ἐστὶ τὰ θεοπαράδοτα λόγια, ἤγουν ἡ τῶν θείων Γραφῶν ἀληθινὴ ἐπιστήμη, καθὼς ὁ μέγας ἀπεφήνατο Διονύσιος. Εἰ δὲ ἀμφισβητοίη, καὶ μὴ ἀσμενίζοι οὕτω ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν, μὴ χειροτονείσθω. Ἔφη γὰρ προφητικῶς ὁ Θεός· Σὺ ἐπίγνωσιν ἀπώσω, κἀγὼ ἀπώσομαί σε τοῦ μὴ ἱερατεύειν μοι». Γι᾽ αυτό, εξάλλου, στην Πατριαρχική Σχολή, ήδη από το 12ο αι., υπήρχαν τρεις διδάσκαλοι, του Ευαγγελίου, του Αποστόλου και του Ψαλτήρος, ενώ σήμερα περί άλλα τυρβάζονται ιερείς και θεολόγοι, αποδομούντες με αυτοσχεδιασμούς την εκκλησιαστική συνέχεια με μία οίηση μεγαλύτερη και του Αρείου και του Απολιναρίου, που αυτοί έγραφαν, τουλάχιστον, και ποιήματα!

δ. Η προτροπή «μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου» είναι μία ύψιστη προτροπή περί χαρισματικής και όχι εξουσιαστικής ασκήσεως του επισκοπικού χαρίσματος, που σημαίνει ότι είναι χάρισμα για το κοινό σώμα και όχι ατομικό δικαίωμα. Εξάλλου, και η σωτηρία όλων των πιστών δεν είναι ατομικό κατόρθωμα αλλά καρπός του κοινού σώματος της Εκκλησίας.

 

Γ. 1. Η Κυριακή ΙΕ´του Λουκά ονομάζεται του Ζακχαίου, από το κύριο πρόσωπο της περικοπής. Ο Χριστός με τους Μαθητές του πορεύεται προς τα Ιεροσόλυμα, όπως πληροφορούμαστε στο προηγούμενο κεφάλαιο: «Παραλαβὼν δὲ τοὺς δώδεκα εἶπε πρὸς αὐτούς· Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἰερουσόλυμα, καὶ τελειωθήσεται πάντα τὰ γεγραμμένα διὰ τῶν προφητῶν τῷ υἱῷ τοῦ ἀνθρώπου», Λουκ. ιη´, 31, κατά την τελευταία επίσκεψη και περνάει μέσα από την Ιεριχώ, μια πόλη που είναι γνωστή από τον ιδιαίτερο τρόπο που καταλήφθηκε από τον Ισραήλ, οδηγούμενο από τον Ιησού του Ναυή, μετά την επιστροφή από την Αίγυπτο. Πιθανόν οι κάτοικοί της να διέσωζαν την ιστορία των προγόνων τους, ή να επηρεάζονταν περισσότερο από το κλίμα της Ιουδαίας και των νομικών διατάξεων, πράγμα που αφήνεται να εννοηθεί και στην παραβολή του Καλού Σαμαρείτη. Βρισκόμαστε στο τέλος της τριετούς δράσης του Χριστού, και ο μικρόσωμος Ζακχαίος, που ήταν ο αρχιτελώνης της πόλης, επόπτευε, δηλαδή, την είσπραξη των φόρων, καθώς η Ιουδαία είχε κατακτηθεί από τους Ρωμαίους, ανεβαίνει πάνω στη συκομουριά, για να δει το Χριστό, περί του οποίου είχε ακούσει πολλά. Ακολουθεί ο διάλογος με το Χριστό, ο οποίος τον καλεί με το όνομά του. Αυτό ήταν αρκετό, για να αντιληφθεί ποιός ήταν αυτός που εισήλθε στον οίκο του. Ακολουθεί η έμπρακτη μετάνοια και η αποκατάσταση των οικονομικών αδικιών σε αντίστιξη προς το νέο που ήταν κι αυτός πλούσιος και έγινε περίλυπος, όταν του είπε ο Χριστός να αποχωρισθεί από τα πλούτη του. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει ότι «καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι», καθώς ο πλουτισμός του μάλλον ήταν και προϊόν αδικιών. Ωστόσο, στη μετάνοια του Ζακχαίου ο Χριστός απαντά ως ο Θεάνθρωπος, παρέχων τη σωτηρία ως ανταπόκριση στην πίστη του Ζακχαίου κατά την Προφητική μαρτυρία, καθώς ο Χριστός συνδέει την έμπρακτη μετάνοιά του με την πίστη του Πατριάρχη Αβραάμ και το έργο του ως του Ενανθρωπήσαντος Λόγου, αφού ο τίτλος ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου είναι ένα από τα ονόματα του αναμενόμενου Μεσσία: «ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν· ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός».

2. Στο σκανδαλισμό όλων, που, ίσως, είχαν ακούσει το κήρυγμα και περί μετανοίας και βασιλείας των ουρανών, ο Χριστός, καθώς δεν ενεργεί καταδυναστευτικά, όπως οι άρχοντες και οι εν δυνάμει ευρισκόμενοι, ή όπως τον περίμενε βασιλέα εξουσιαστή ο Ισραήλ, αντιτείνει το λόγο της θεραπείας από τα πάθη, και αυτό της φιλοχρηματίας είναι μέγιστο, αφού επισωρεύει δυστυχία στο συνάνθρωπο με την εκμετάλλευση και την ιδιοποίηση των κοινών αγαθών, ενώ δωρείται επίσης στο μετανοήσαντα Ζακχαίο και τη χάρη της υιοθεσίας.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α´ Τιμόθ. δ´, 9-15: «9 πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος· 10 εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν.11 Παράγγελλε ταῦτα καὶ δίδασκε. 12 μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πνεύματι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ. 13 ἕως ἔρχομαι πρόσεχε τῇ ἀναγνώσει, τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ. 14 μὴ ἀμέλει τοῦ ἐν σοὶ χαρίσματος, ὃ ἐδόθη σοι διὰ προφητείας μετὰ ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου. 15 ταῦτα μελέτα, ἐν τούτοις ἴσθι, ἵνα σου ἡ προκοπὴ φανερὰ ᾖ ἐν πᾶσιν. 16 ἔπεχε σεαυτῷ καὶ τῇ διδασκαλίᾳ, ἐπίμενε αὐτοῖς· τοῦτο γὰρ ποιῶν καὶ σεαυτὸν σώσεις καὶ τοὺς ἀκούοντάς σου».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ιθ´, 1-10: «1 Καὶ εἰσελθὼν διήρχετο τὴν Ἰεριχώ· 2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, 3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. 4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι δι᾽ ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτόν καὶ εἶπεν πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. 6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. 7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. 8 σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· Ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 9 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν· 10 ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.