Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

ΣΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΥΝΑΝΤΗΣΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ– Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ


Δρ Μαρία Χατζηαποστόλου, Επιστημονική Συνεργάτις, Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ)

Ταξιδεύοντας με το Νίκο Καζαντζάκη 
Στις θάλασσες του κόσμου συνάντησα τον άνθρωπο
Η ανθρωπολογική διάσταση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου
«Ἀνύπαρχτο εἶναι ὅ,τι δὲν πεθυμήσαμε ἀρκετά,
ὅ,τι δὲν ποτίσαμε ἀρκετὰ μὲ τὸ αἷμα μας,
γιὰ νὰ μπορέσει νὰ πάρει δύναμη νὰ δρασκελίσει
τὸ μυστικὸ κατασκότεινο κατώφλι τῆς ἀνυπαρξίας».


Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. Ἀγγλία. 
     Ο Καζαντζάκης αγάπησε τα ταξίδια και τα όνειρα. Τα ταξίδια –μετά τη δημιουργική γραφή– είναι η μεγάλη του διέξοδος και συμβολίζουν για εκείνον την ελευθερία, καθώς τον βοηθούν να δραπετεύσει από τον ασφυκτικό κλοιό της εποχής του. Όπως ο ίδιος μαρτυρά: «Στη ζωή μου, οι πιο μεγάλοι μου ευεργέτες στάθηκαν τα ταξίδια και τα ονείρατα˙».[1] Ακριβώς γι’ αυτή την ομορφιά του ταξιδιού μίλησε ο μέγας Κρητικός καθώς, «Το ταξίδι κ’ η εξοµολόγηση στάθηκαν οι δυο µεγαλύτερες χαρές της ζωής µου. Να γυρίζεις τη γης, να βλέπεις να βλέπεις και να µη χορταίνεις καινούρια χώµατα και θάλασσες και ανθρώπους κι ιδέες και να τα βλέπεις όλα σα για πρώτη φορά, να τα βλέπεις όλα σα για τελευταία φορά […]».[2]
     Γιατί, «Τούτη ἡ ἀνελεήμονη φωνὴ ἡ Τ ί γ ρ η  ἡ  σ υ ν τ α ξ ι δ ι ώ τ ι σ σ α μὲ συντρόφευε, κι ἂς μὲ μισοῦσε, σὲ ὅλα μου τὰ ταξίδια. Ὅλα τὰ εἴδαμε μαζί. Φάγαμε κι ἤπιαμεν οἱ δυό μας στὰ τραπέζια τῆς ξενιτιᾶς, πονέσαμε μαζί, χαρήκαμε μαζὶ βουνά, γυναῖκες, ἰδέες».[3] Έτσι, «Χαιρόμαστε κι οἱ δυό μας ποὺ ὅλος ὁ κόσμος τοῦτος, ὁρατὸς κι ἀόρατος, εἶναι ἕνα ἀξεδιάλυτο μυστικό˙ βαθύ, ἀκατανόητο, πέρα ἀπὸ τὸ νοῦ, ἀπὸ τὴν πεθυμιά, ἀπὸ τὴ βεβαιότητα. Κουβεντιάζουμε οἱ δυό μας ‒ἡ Τίγρη ἡ συνταξιδιώτισσα κι ἐγὼ‒ […] Τί χαρὰ εἶναι τούτη, Θέ μου, νὰ ζεῖς καὶ νὰ βλέπεις καὶ νὰ παίζεις μὲ τὴ μεγάλη Τίγρη καὶ νὰ μὴ φοβᾶσαι!».[4]
     Σαν τον πρόγονό του τον Θεοτοκόπουλο, που αναφώνησε «βαριέστησα!», «πλαντούσε» κι εκείνος και ο Θεός του.[5] Κι εκείνος μάχουνταν να μεταμορφώσει τη σάρκα σε πνεύμα και το σκοτάδι σε φως. Γι’ αυτό και ο Οδυσσέας του Καζαντζάκη είναι σαν τον δημιουργό του. Ένα ανήσυχο πνεύμα που αέναα ταξιδεύει. Ως αξεδίψαστος Οδυσσέας κίνησε από την Κρήτη και κατέκτησε ολάκερη την οικουμένη. Στην Κύπρο μαγεύεται από το «νησί της Αφροδίτης», στην Παλαιστίνη και στο όρος Σινά αναζητά τα χνάρια του Θεού του, στην Αίγυπτο συναντά τον μεγάλο Αλεξανδρινό ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη. Και πάλι πίσω, στην αγαπημένη του Κρήτη, όπου μελετά τα εγκλήματα των Γερμανών Ναζί. Ανοίγει και πάλι τα φτερά του και ταξιδεύει στην Αγγλία, όπου μιλά για το ιδεώδες του σύγχρονου ανθρώπου. Εκστασιασμένος στο Τολέδο συναντά τον «αγαπημένο του παππού», τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και στην Ιταλία τον άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης, τον οποίο συναντά και στη Γερμανία στο πρόσωπο του ιατρού Albert Schweitzer, του «Ἁγίου Φραγκίσκου τοῦ καιροῦ μας».[6]
     Όλο το έργο του Καζαντζάκη είναι ένα αέναο Ταξιδεύοντας. Όπως ο ίδιος φανερώνει μέσα από την αλληλογραφία του: «Ένα μονάχα μου λείπει κι αρχίζω να πλαντω: το ταξίδι».[7] Γιατί «Ὅσο ταξιδεύω, νιώθω πὼς τὸ ταξίδι γιὰ μένα δὲν εἶναι παρὰ ἀνάγκη ἐλευτερίας».[8] Και δεν ταξιδεύει μόνος, γιατί έχει πάντα μαζί του το μικρό αγαπημένο βυζαντινό κόνισμα, καθώς όπως ο ίδιος μαρτυρά: «Χαίρουμαι νὰ τὴ βλέπω δίπλα στὴ Μαύρη Παναγία, τὴ Συνταξιδιώτισσα».[9] Ένα διαρκές, ατέλειωτο ταξίδι, λοιπόν, η ζωή του Καζαντζάκη. Μία σταυροαναστάσιμη πορεία προς το θαύμα. Το θαύμα εκείνο που θα συμβεί μόνο όταν το πιστέψουμε βαθιά. Και ο δρόμος είναι πάντα ο ανήφορος. Γιατί εκείνος είναι ο άνθρωπος που πολύ πάλεψε, πολύ ταξίδεψε, πολύ αγωνίστηκε, πολύ αγάπησε.
     Τα βιβλία του ταξίδεψαν σαν κι εκείνον. Αναμφισβήτητα, είναι πλέον ο πιο μεταφρασμένος Έλληνας συγγραφέας. Ποτέ του δεν συμβιβάστηκε, ποτέ του δεν παρέδωσε τα όπλα, ποτέ του δεν πρόδωσε τη μάχη. Γιατί εκείνος είναι ένας σύγχρονος Οδυσσέας, ανυπότακτος και ανικανοποίητος, εκούσια ταγμένος σ’ ένα αέναο πνευματικό και γεωγραφικό ταξίδι, φλεγόμενος σαν ήρωας του Greco. Γι’ αυτό και το τέλος της δύσσειας του μένει στο τέλος ανοιχτό. Γιατί στον Καζαντζάκη το ταξίδι προς την Ιθάκη δεν τελειώνει ποτέ.
     Αναμφισβήτητα, λοιπόν, ο άνθρωπος στον Καζαντζάκη είναι εικόνα Θεού και γι’ αυτόν το λόγο κάθε μορφή ρατσιστικής διάκρισης εναντίον του, αποτελεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και ύβρη εναντίον του Θεού. Γιατί στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου, συναντά το πρόσωπο του Χριστού. Για αυτό, κάθε πληγή που ανοίγει στον άνθρωπο, έχει άμεσες συνέπειες σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, καθώς όλοι ανήκουν στην ίδια ανθρωπότητα και κοινωνούν την κοινή ανθρώπινη φύση. Γιατί στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου, συναντά το πρόσωπο του Χριστού, σε όλους τους ανθρώπους απ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης καθώς, «Χάρηκα. Εἶχα δεῖ τὸ Χριστὸ σὲ διάφορα γεωγραφικὰ κλίματα. Τὸν εἶχα δεῖ κουρελὴ φελάχο κοντὰ στὸ Σουδάν, καὶ μὲ γούνα λυκοπροβιὰ σὲ μιὰ λαπωνέζικη καλύβα κοντὰ στὸ Ἀρχαγγέλσκ. Καὶ κάποτε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μονὴ Γρηγορίου, εἶχα δεῖ μιὰν Παναγιὰ λοξομάτα, κίτρινη, μὲ χοντρὰ ζυγωματικά, σὰν Κινέζα».[10] Ή όπως θα έλεγε και ο Γέροντας Σωφρόνιος του Essex: «Δε γνωρίζω Χριστό Έλληνα, Ρώσο, Άγγλο, Άραβα […] Ο Χριστός είναι για μένα το παν, το υπερκόσμιο Είναι».[11]
     Πάντα πιστός στη θεανθρώπινη αυτή προοπτική ο Νίκος Καζαντζάκης, σ’ ένα από τα ταξιδιωτικά του βιβλία, μιλά με μεγάλη αγάπη για τον άγιο Φραγκίσκο, τον άγιο των φτωχών, αλλά ταυτοχρόνως με πίκρα και λεπτή ειρωνεία για την πολεμοχαρή κατάσταση της τότε φασιστικής Ιταλίας. Έτσι, αφηγείται τις εντυπώσεις του από την ιδιαίτερη πατρίδα του αγίου, την Ασίζη: «Ἡ πρώτη μορφὴ ποὺ μὲ περίμενε στὴ φασιστικήν Ἰταλία ἦταν γιομάτη ταπεινοσύνη κι ἀγάπη˙ ὁ Ἅγιος Φραγκίσκος τῆς Ἀσίζης. Εἶχα φύγει βιαστικὰ ἀπὸ τὴν Ἰσπανία γιὰ νὰ βρεθῶ στὴ μεγάλη ἐπέτειο τῆς ἕβδομης ἑκατονταετηρίδας του. Ὁ Μουσολίνι ἀνακήρυξε τὴ μέρα αὐτὴ ἐθνικὴ γιορτή, ὁ ἀφοσιωμένος τῆς φτώχειας, τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς παρθενίας κατατάχθηκε στὰ μαῦρα πουκάμισα, δημοσιογράφοι καὶ φιλόσοφοι ἀνάλαβαν ν’ ἀνακαλύψουν φραγκισκανικὲς ἀρετές στὰ νέα φασιστικὰ τάγματα».[12]
     Κάποια χρόνια αργότερα, το 1956 απονέμεται στον Καζαντζάκη το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης στη Βιέννη. Ο ραδιοσταθμός της Αγγλίας BBC, καλεί σε συνέντευξη τον Καζαντζάκη για το βιβλίο του, Ταξιδεύοντας. Ἀγγλία. Ο Καζαντζάκης αρνείται πεισματικά τη συνέντευξη και τούτη η άρνησή του μετατρέπεται σε έλλογη διαμαρτυρία, καθώς απαντά στους δημοσιογράφους του BBC με τηλεγράφημα από τη Γερμανία: «Όταν έγραφα το βιβλίο Ἀγγλία, οι Άγγλοι δεν σκότωναν Έλληνες στην Κύπρο;».
     Ένας τέτοιος συγγραφέας, λοιπόν, τι θα έλεγε σήμερα, που τα μάτια της ψυχής του θα πληγώνονταν από εικόνες μικρών παιδιών, που αντί να παίζουν αμέριμνα, κάποιοι τα μετέτρεψαν βίαια σε πρόσφυγες; Τι θα έλεγε ο συγγραφέας της ευθύνης που έσωσε χιλιάδες Έλληνες του Καυκάσου επαναπατρίζοντάς τους; Δεν θα έλεγε τίποτα. Θα έπραττε. Με το λόγο του, με τις πράξεις του, με τη στάση ζωής του. Και θα μας φώναζε: «Ν’ ἀγαπᾶς τὴν εὐθύνη. Νὰ λές: Ἐγώ, ἐγὼ μονάχος μου ἔχω χρέος νὰ σώσω τὴ γῆς. Ἂν δὲ σωθεῖ, ἐγὼ φταίω».[13] Γιατί, στο πρόσωπο του κάθε μετανάστη συναντά τον ίδιο τον Χριστό καθώς, «Οἱ τρεῖς σύντροφοι τινάχτηκαν˙ σὰ νὰ πρόβαλε ξάφνου ἀνάμεσά τους, μὲς στὸ σκοτάδι, θλιμμένος, φτωχοντυμένος, κατατρεμένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὰ πόδια αἱματωμένα ἀπὸ τη μεγάλη πορεία, πρόσφυγας, ὁ Χριστός».[14] Όμως, «Ο Λόγος γίνεται σάρκα. Τα λόγια γίνονται σάρκα. Η αγάπη γίνεται σάρκα, γίνεται σώμα οικουμενικό, υπόσταση όλων των ανυπόστατων, ύπαρξη όλων των ανύπαρκτων, παρουσία όλων των απόντων, καταφυγή όλων των κατατρεγμένων».[15]
     Μια ανθρωπιστική κρίση, λοιπόν, δεν αφορά μονάχα τους δοκιμαζόμενους πρόσφυγες, αλλά έχει άμεσες συνέπειες σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, καθώς όλοι ανήκουν στην ίδια ανθρωπότητα και κοινωνούν την κοινή ανθρώπινη υπόσταση. Γιατί, η αρχοντιά της αληθινής Ορθοδοξίας, γνωρίζει καλά να καταρρίπτει τα στερεότυπα και να γεφυρώνει το χάσμα. Και τούτο, διότι η ορθόδοξη θεολογία αποτελεί την κατεξοχήν θεολογία ολισμού και όχι διαιρέσεως, καθώς η ορθόδοξη αλήθεια και μαρτυρία αποτελεί δυναμικό και εξελισσόμενο μέγεθος στηριζόμενο στην οικουμενικότητα του Ευαγγελίου.[16] Γιατί ο Χριστός βρίσκεται πέρα και πάνω από κάθε ανθρώπινο πολιτισμό, μα και ταυτοχρόνως μέσα σε κάθε άνθρωπο. Έτσι, η Εκκλησία αποτελεί μία οικουμενική πραγματικότητα που χωρά τους πάντες και τα πάντα και η αληθινή θεολογία, η όντως θεολογία δεν επιζητά τη διάσπαση της υπάρξεως, μα το αντίθετο, όντας ανοιχτή προς τον κάθε άνθρωπο. 
     Ζώσα Ιστορία. Δέος και συγκίνηση. Αυτά αισθανθήκαμε όσοι είχαμε την ευλογία και την τιμή να ζήσουμε από κοντά τις εργασίες της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η οποία πραγματοποιήθηκε έπειτα από δεκατρείς ολόκληρους αιώνες, εδώ, στο σπίτι μας, στην Κρήτη. Γιατί με την τεράστια συμβολή της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ), έγινε πραγματικότητα μία Σύνοδος για την οποία εργάστηκαν τόσοι και τόσοι διάκονοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Σκοπός αυτής της Συνόδου, η Εκκλησία να δηλώσει δυναμικά το παρόν της στον σύγχρονο κόσμο, όντας δημοκρατική στη βάση της και έχοντας ως ανώτατο θεσμικό όργανο την Οικουμενική Σύνοδο. Αναμφισβήτητα με την πραγμάτωσή της, φανερώθηκε πως το ανθρώπινο πρόσωπο είναι εκείνο που προέχει πάντων όλων και πως, προς χάριν εκείνου, έρχονται σε Σύναξη από όλες τις άκρες της γης, οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Γιατί, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, όλος ο κόσμος είναι Εκκλησία και όλοι αποτελούμε το Σώμα του Σταυρωμένου και Αναστημένου Χριστού.
     Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος έθεσε γερές βάσεις για την επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν τον άνθρωπο, γκρέμισε τα στερεότυπα δίνοντας το παράδειγμα και καταδικάζοντας κάθε είδους φανατισμό, όπως τον αναδυόμενο εφιάλτη του φονταμενταλισμού καθώς κατά τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο: «Η μεγαλύτερη αίρεση, η  μητέρα των αιρέσεων, ο εγωκεντρισμός. Προσωπικός, ομαδικός, φυλετικός, τοπικιστικός, εκκλησιαστικός κ.λπ, που δηλητηριάζει τις ανθρώπινες σχέσεις και κάθε μορφή  αρμονικής και δημιουργικής συνύπαρξης».[17] Όμως, «Τι σημαίνει να επικαλείσαι τον Χριστό και στην πραγματικότητα να δρας με μίσος, με το αντίθετο από αυτό που έδειξε ο Χριστός; Η καταδίκη ορισμένων φαινομένων, σαν αυτά που προαναφέραμε, οφείλει να είναι “χύμα”, η Εκκλησία οφείλει να λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Και μακάρι να μπορούσε να πει το νεοφιλελευθερισμό, νεοφιλελευθερισμό και να πει το νεοναζισμό, νεοναζισμό και να πει ότι αυτά τα φαινόμενα και από πλευράς εκκλησιαστικής είναι φαινόμενα νεοειδωλολατρείας».[18]
     Κατά το ΜΗΝΥΜΑ Τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πρός τόν Ὀρθόδοξο λαό καί κάθε ἄνθρωπο καλῆς θελήσεως: «Τό λάδι τοῦ θρησκευτικοῦ βιώματος πρέπει νά χρησιμοποιεῖται γιά νά ἐπουλώνει πληγές καί ὄχι γιά νά ἀναζωπυρώνει τή φωτιά τῶν πολεμικῶν συρράξεων. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καταδικάζει ἀπεριφράστως τήν ἐπέκταση τῆς πολεμικῆς βίας, τούς διωγμούς, τήν ἐκδίωξη καί δολοφονία μελῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων, τόν ἐξαναγκασμό γιά τήν ἀλλαγή τῆς θρησκευτικῆς πίστεως, τήν ἐμπορία προσφύγων,  τίς ἀπαγωγές, τά βασανιστήρια, τίς εἰδεχθεῖς ἐκτελέσεις». Γι’ αυτό και «Ὅλως ἰδιαιτέρως ἀπευθύνουμε ἔκκληση στούς ἰσχυρούς  τῆς γῆς γιά τήν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης στίς χῶρες προελεύσεως τῶν προσφύγων. Προτρέπουμε τίς πολιτικές ἀρχές, τούς πολίτες καί τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς στίς χῶρες πού καταφεύγουν οἱ ἐξουθενωμένοι πρόσφυγες, νά συνεχίσουν νά προσφέρουν ἀπό τό περίσσευμα καί ἀπό τό ὑστέρημα τῶν δυνατοτήτων τους».
     Για όλους αυτούς τους λόγους και σύμφωνα με την ΕΓΚΥΚΛΙΟ τῆς Ἁγίας και Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Κρήτη, 2016), ο φονταμενταλισμός αποτελεί εκδήλωση νοσηρής θρησκευτικότητας και στην κυριολεξία, αναίρεση της αλήθειας του Ευαγγελίου. Πιο αναλυτικά: «Αἱ ἐκρήξεις φονταμενταλισμοῦ εἰς τούς κόλπους τῶν θρησκειῶν κινδυνεύουν νά ὁδηγήσουν εἰς τήν ἐπικράτησιν τῆς ἀπόψεως ὅτι ὁ φονταμενταλισμός ἀνήκει εἰς τήν οὐσίαν τοῦ θρησκευτικοῦ φαινομένου. Ἡ ἀλήθεια ὅμως εἶναι ὅτι ὁ φονταμενταλισμός, ὡς “ζῆλος οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν” (Ρωμ.ι’,2), ἀποτελεῖ ἔκφρασιν νοσηρᾶς θρησκευτικότητος». Κι αυτό διότι, «Ὁ ἀληθής χριστιανός, κατά τό πρότυπον τοῦ σταυρωθέντος Κυρίου, θυσιάζεται καί δέν θυσιάζει, καί διά τόν λόγον αὐτόν εἶναι ὁ αὐστηρότερος κριτής τοῦ ὁποθενδήποτε προερχομένου φονταμενταλισμοῦ». 
     Η αγάπη ως συνεκτική δύναμη των πάντων αποτελεί την πεμπτουσία της Εκκλησίας του Χριστού καθώς, «Τότε συνειδητοποίησα ότι το “Αλλήλους”, δηλαδή η αγάπη, είναι η συνεκτική πεμπτουσία της αρμονίας, γεγονός που μ’ έφερε πιο κοντά στον Χριστιανισμό. Η αρμονία ήταν πάντοτε το ζητούμενό μου. Η συμπαντική αρμονία, όπως την ονομάζω».[19] Γιατί αυτό που περιμένουμε από την Εκκλησία του Χριστού, είναι να σκύψει με αγάπη Χριστού πάνω στον σύγχρονο άνθρωπο και ν’ αφουγκραστεί τους καημούς και την αγωνία του. Να του δείξει τον δρόμο της αληθινής Ορθοδοξίας που –μέσα από την ορθοπραξία– θα τον βοηθήσει να ξαναβρεί και πάλι το χαμένο του πρόσωπο και να ολοκληρωθεί ως ύπαρξη αδιαίρετη μέσα από την εύρεση της χαμένης του αυτοσυνειδησίας. 
    








    




[1] Νίκου Καζαντζάκη, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2014, σ. 7.
[2] Βλ. Πρόλογο από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. Ἰσπανία, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2002.
[3] Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. ταλία-Αἴγυπτος-Σινᾶ-Ἱερουσαλήμ-Κύπρος-Ὁ Μοριᾶς, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2011, σ. 11.
[4] Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. ταλία-Αἴγυπτος-Σινᾶ-Ἱερουσαλήμ-Κύπρος-Ὁ Μοριᾶς, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2011, σ. 12.
[5] Νίκου Καζαντζάκη, δύσσεια, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2011, Ραψωδία Α΄, στ. 37-38, σ. 8: «Ὠχού, τὸ πανηγύρι ’ναι πολὺ κι ὁ τόπος εἶναι λίγος, ἀνοῖχτε νά ’χω ἁλώνι νὰ στρωθῶ κι ἀγέρα μὴν πλαντάξω».
[6] Νίκου Καζαντζάκη, Φτωχούλης τοῦ Θεοῦ, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2014, σ. 412.
[7] Βλ. 84 γράμματα του Καζαντζάκη στον Κακριδή, περιοδικό Νέα Εστία, Νίκος Καζαντζάκης, Χριστούγεννα 1977, έτος ΝΑ΄, τόμος 102ος, τεύχος 1211ο, Αθήνα, σ. 267.
[8] Νίκου Καζαντζάκη, Τετρακόσια Γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, εκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα 1984, σ. 118.
[9] Νίκου Καζαντζάκη, Τετρακόσια Γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, εκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα 1984, σ. 83. 
[10] Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. Ἰαπωνία-Κίνα, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2006, σ. 31.
[11] Σωφρονίου Σαχάρωφ, Περί Πνεύματος και ζωής, μτφρ. Ζαχαρίου Ζάχαρου, εκδ. Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1995, σ. 27.
[12] Νίκου Καζαντζάκη, Ταξιδεύοντας. Ἰταλία-Αἴγυπτος-Σινᾶ-Ἱερουσαλήμ-Κύπρος-Ὁ Μοριᾶς, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2011, σ. 15.
[13] Νίκου Καζαντζάκη, σκητική, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2007, σ. 32.
[14] Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται, εκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2010, σ. 246.
[15] Χρυσόστομου Σταμούλη, σπερ ξένος καί ἀλήτης ή Σάρκωση: η μετανάστευση της αγάπης, πρόλογος μητρ. Νιγηρίας Αλεξάνδρου, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2010, σ. 29. Επίσης, βλ. Ρωμανού Μελωδού, Ύμνος εις την αγίαν γέννησιν του Κυρίου. Τρεις Ύμνοι, εισαγωγή-μετάφραση Κυριάκου Χαραλαμπίδη, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1997, σ. 26: «Μετεποίησας την πτωχείαν μου τη συγκαταβάσει σου˙/ σαυτόν εταπείνωσας και το γένος μου ύψωσας».
[16] Ο, πρόσφατα βραβευθείς με Διεθνές Βραβείο Ειρήνης, Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, αποτελεί ένα από τα πλέον φωτεινά παραδείγματα εκείνων των χαρισματικών και φωτισμένων ιεραρχών, οι οποίοι εργάζονται προς την κατεύθυνση της πρόσληψης του άλλου, ζώντας καθημερινά το αληθινό μήνυμα του Ευαγγελίου έξω από κάθε εθνικότητα και έξω από κάθε φυλετική ή άλλη διάκριση.
[17] Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Tιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, Εναρκτήρια Συνεδρίαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, 19 Ιουνίου 2016.
[18] Βλ. Δρος Κωνσταντίνου Ζορμπά, Ιστορικό και θέματα της Εγκυκλίου της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Το κείμενο αποτελεί εισήγηση που πραγματοποιήθηκε στην Ορθόδοξο Ακαδημία Κρήτης (ΟΑΚ) στις 25.11.2016, στα πλαίσια του Παγκρήτιου Θεολογικού Συνεδρίου, με θέμα «Προεκτάσεις των αποφάσεων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», που διοργάνωσε ο Παγκρήτιος Σύνδεσμος Θεολόγων.
[19] Ο παρόν Χαιρετισμός αναγνώσθηκε στη συναυλία-αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη με τίτλο Ναοί στο σχήμα του ουρανού, που δόθηκε στα πλαίσια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στο υπαίθριο θέατρο της ΟΑΚ στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Νεότητας (ΕΚΝ) στα Νωπήγεια, στις 20/6/2016.