Protocol No. 22/19
September 1, 2019
To the Most Reverend Hierarchs, the Reverend Priests and Deacons, the Monks and Nuns, the Presidents and Members of the Parish Councils of the Greek Orthodox Communities, the Distinguished Archons of the Ecumenical Patriarchate, the Day, Afternoon, and Church Schools, the Philoptochos Sisterhoods, the Youth, the Hellenic Organizations, and the entire Greek Orthodox Family in America
Beloved sisters and brothers,
My spiritual children in the Lord,
Thirty years ago, the Ecumenical Patriarchate issued an appeal to Orthodox Christians, urging prayer and care for God’s creation. Since 1989, each year on September 1st, at the inspiration of His All-Holiness Demetrios, the Ecumenical Patriarchate has opened the liturgical year with prayers for all God’s creation. Since 1992, at the exhortation of His All-Holiness Bartholomew, all Orthodox Churches have implemented the same tradition.
Over the years, the World Council of Churches has heeded this call, while more recently the Roman Catholic Church and the Anglican Communion have also embraced this tradition. Today, countless parishes and faithful adopt the same practice in their communities and lives. Therefore, in all corners of the planet, we have perceived glimpses of the polluted creation that we are called to redeem and the new creation that we are called to promote.
All of these initiatives are positive signs of awakening, but much more remains to be accomplished. Moreover, the Orthodox Church has drawn on its liturgical, patristic and spiritual treasures to develop a sensitive and profound theology of creation, emphasizing the Eucharistic and ascetic dimension of creation care, while highlighting the role of human beings as priests of creation.
In many ways, the encyclical of 1989 proved genuinely prophetic. What the world has witnessed in terms of climate change and global warming has only deteriorated and become exacerbated; the predictions of scientists were accurate, albeit restrained. At the same time, as Orthodox Christians, we must admit our failure to integrate our theology with our practice. Now those problems have intensified, while the challenge requires a more urgent response by the Church.
Our response, however, is fraught with difficulties and barriers because we are captive to a mentality of consumption and greed that is fundamentally foreign to Orthodox Christianity and contradictory to the spirit of communion and generosity. Instead, we are called to participate in the “cosmic liturgy” of creation (St. Maximus the Confessor), where “everything that breathes praises the Lord” (Psalm 150:1), where “the heavens and the hills, the trees and the animals exalt the name of God” (cf. Psalm 148:4–13), and where every drop of water and grain of sand offer glory and gratitude for the presence of the Creator.
Of course, we all recognize that we can no longer desecrate God’s creation, whose origin and destiny are inseparably identified with ourselves. What we refuse to do is take the next step that is required of us as priests of creation, which entails consecrating creation to the Creator. Avoiding desecration is only a partial response to the ecological crisis; accepting and advocating consecration is the fulfillment of our divine mandate to “serve and preserve the earth” (Gen. 1:15). Such a sanctification and offering to God of “His own of His own, on behalf of all and for the sake of all” (From the Divine Liturgy) also unleashes the transformative potential and restorative capacity of all creation for healing and wholeness. However, in order to heal the earth, we must purify our hearts and transform our habits. Every act of defilement on the body of creation is ultimately contempt for the Body of Christ. Whereas when we demonstrate respectful consideration for the earth’s natural resources, then we can also begin to discern the perspective of the kingdom “on earth as in heaven” (From the Lord’s Prayer).
As Ecumenical Patriarch Bartholomew has written: “Climate change affects everyone. Unless we take radical and immediate measures to reduce emissions stemming from unsustainable excesses in the demands of our lifestyle, the impact will be both immediate and alarming.” Therefore, each parish and every individual should seek out ways of practicing prayer and care for God’s creation by applying the fundamental principles of scripture, theology and tradition with regard to our relationship with the natural environment by considering changes in our attitudes and habits with regard to food and travel, by reducing consumption of fossil fuels and choosing alternative sources of energy with regard to lighting and heating, as well as by raising and promoting awareness with regard to the divine gifts of water and air.
Every parish and community is invited and encouraged to open a fruitful dialogue on this challenge of our generation.
With paternal love in Christ,
†  ELPIDOPHOROS
Archbishop of America

Αρχιεπισκοπική Εγκύκλιος για την Αρχή του Εκκλησιαστικού Έτους και την Ημέρα Προστασίας του Φυσικού Περιβάλλοντος

Ἀριθμ.  Πρωτ. 22/19
1 Σεπτεμβρίου 2019
Πρὸς τοὺς Σεβασμιωτάτους καὶ Θεοφιλεστάτους Ἀρχιερεῖς, τοὺς Εὐλαβεστάτους Πρεσβυτέρους καὶ Διακόνους, τοὺς Μοναχοὺς καὶ Μοναχὲς, τοὺς Προέδρους καὶ τὰ Μέλη τῶν Κοινοτικῶν Συμβουλίων, τοὺς Ἐντιμοτάτους Ἄρχοντες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὰ Ἡμερήσια, Ἀπογευματινὰ καὶ Κατηχητικὰ Σχολεῖα, τὶς Φιλοπτώχους Ἀδελφότητες, τὴν Νεολαία, τὶς Ὁμογενειακὲς Ὀργανώσεις καὶ τὸ Χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς.
Προσφιλεῖς Ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Πρὸ τριάντα ἐτῶν, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀπηύθυνε ἔκκληση πρὸς τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς, προτρέποντὰς τους νὰ προσευχηθοῦν καὶ νὰ μεριμνήσουν γιὰ τὰ ὅσα ἐποίησε ὁ Θεὸς Δημιουργός. Ἀπὸ τὸ 1989, μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ μακαριστοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Δημητρίου, κάθε 1η Σεπτεμβρίου τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἑορτάζει τὴν ἔναρξη τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, μὲ εἰδικὴ προσευχὴ γιὰ τὴν προστασία τῆς δημιουργηθείσης ὑπὸ τοῦ Θεοῦ κτίσεως. Ἀπὸ τὸ 1992, μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀποδέχθηκαν  καὶ  ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια παράδοση.
Σὺν τῷ χρόνῳ, τὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν ἀνταποκρίθηκε στὴν ἔκκληση αὺτή, ἐνῷ πιὸ πρόσφατα, ἡ Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἀγγλικανικὴ Κοινωνία ἔχουν καὶ αὐτὲς υἱοθετήσει τὴν ἐν λόγῳ παράδοση. Σήμερα, ἀναρίθμητες ἐνορίες καὶ πιστοὶ ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια πρακτικὴ στὶς κοινότητες καὶ ζωὲς τους. Πλέον, σὲ κάθε ἄκρη τῆς γῆς, διακρίνουμε ἁπτὰ δείγματα τῆς μολύνσεως τοῦ περιβάλλοντος τὸ ὁποῖο καλούμεθα νὰ σώσουμε, καθὼς καὶ τῆς καινῆς κτίσης, τὴν ὁποία καλούμεθα νὰ προβάλλουμε.
Ὅλες αὐτὲς οἱ πρωτοβουλίες ἀποτελοῦν θετικὰ σημεῖα μιᾶς ἀφύπνισης, ὅμως ὑπάρχουν πολλὰ ἀκόμη τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ γίνουν. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία βασίζεται, σὺν τοῖς ἄλλοις, στοὺς λειτουργικούς, πατερικοὺς καὶ πνευματικοὺς θησαυροὺς της, γιὰ τὴν διαμόρφωση μιᾶς εὐαίσθητης καὶ βαθιᾶς θεολογίας τῆς δημιουργίας, τονίζοντας τὶς εὐχαριστιακὲς καὶ ἀσκητικὲς διαστάσεις τῆς μέριμνας γιὰ τὴν κτιστὴ δημιουργία  καὶ ἐξαίροντας τὸν ρόλο τοῦ ἀνθρώπου ὡς «ἱερέα τῆς δημιουργίας».
Ἡ πατριαρχικὴ ἐγκύκλιος τοῦ 1989 ὑπῆρξε ὄντως ποικιλοτρόπως προφητική. Τὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα συνδέονται μὲ τὴν κλιματικὴ ἀλλαγὴ καὶ τὴν ὑπερθέρμανση τοῦ πλανήτη ποὺ βιώνει ὁ κόσμος ὡς αὐτόπτης μάρτυρας ἔχουν ἐξελιχθεῖ ἐπὶ τὰ χείρω καὶ ἔχουν ὀξυνθεῖ. Οἱ προβλέψεις τῶν ἐπιστημόνων ὑπῆρξαν ἀκριβεῖς, μολονότι ἦταν συγκρατημένες. Ταυτόχρονα, ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ὀφείλουμε νὰ ὁμολογήσουμε τὴν ἀποτυχία μας, νὰ ἐνσωματώσουμε τὴν θεολογία μας στὴν καθημερινότητὰ μας. Τώρα, τὰ προβλήματα αὐτὰ ἔχουν γίνει πιὸ ἔντονα, ἐνῷ ἡ σημερινὴ πρόκληση ἀπαιτεῖ μιὰ πιὸ ἐπείγουσα ἀνταπόκριση ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅμως, ἡ ὁφειλόμενη ἀπάντηςὴ μας συναντᾶ παντοῦ δυσκολίες καὶ ἐμπόδια, διότι εἴμεθα δέσμιοι μιᾶς καταναλωτικῆς νοοτροπίας, ἡ ὁποία ἐξιδανικεύει τὴν ἀπλησία καὶ οὐσιαστικὰ κινεῖται στοὺς ἀντίποδες τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀντιτιθέμενη στὸ πνεῦμα τῆς κοινωνικότητος καί φιλανθρωπίας. Ἀντιθέτως, καλούμεθα νὰ μετάσχουμε τῆς «κοσμικῆς λειτουργίας» τῆς δημιουργίας (Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής), ὅπου «πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον» (Ψαλμός 150, 6), ὅπου «οἱ οὐρανοὶ... καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι, τὰ θηρία καὶ πάντα τὰ κτήνη... αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου» (πρβλ. Ψαλμός 148, 4-13) καὶ ὅπου κάθε σταγόνα ὓδατος καὶ κάθε κόκκος τῆς ἄμμου προσφέρουν δόξα καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Ποιητοῦ καὶ Πλάστου μας.
Φυσικά, ὅλοι μας ἀναγνωρίζουμε ὅτι δὲν δυνάμεθα πλέον νὰ βεβηλώνουμε τὴν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ δημιουργηθεῖσα κτίση, ἡ προέλευση καὶ μοίρα τῆς ὁποίας εἶναι ἀδιαίρετα ταυτισμένη μὲ τὴν δικὴ μας. Αὐτό, ὅμως, τὸ ὁποῖο ἀρνούμεθα, πρὸς τὸ παρόν, εἶναι νὰ προβοῦμε στὸ ἑπόμενο ἀναγκαῖο βῆμα, σύμφωνα μὲ τὴν ἰδιότητὰ μας ὡς ἱερεῖς τῆς δημιουργίας, τὸ ὁποῖο συνεπάγεται τὸν καθαγιασμὸ τοῦ κτιστοῦ κόσμου ὡς προσφορὰ στὸν Δημιουργὸ του. Ἡ ἀποφυγὴ τῆς βεβήλωσης ἀποτελεῖ ἁπλῶς μία ἐν μέρει ἀπάντηση στὴν οἰκολογικὴ κρίση. Ἡ ἀποδοχὴ καὶ συνεργία στὸ ἔργο τοῦ καθαγιασμοῦ ἀποτελεῖ τὴν ἐκπλήρωση τῆς θείας ἐντολῆς τοῦ «ἐργάζεσθαι καὶ φυλάσσειν» τὴν γῆ (Γεν. 2, 15). Ἕνας τέτοιος καθαγιασμὸς καὶ μία τέτοια προσφορὰ στὸν Θεό (ὃπως δηλοῦται στὴν Θεία Λειτουργία κατὰ τὴν ἐκφώνηση «τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα»), ἀπελευθερώνει, ἐπίσης, τὴν μεταμορφωτικὴ προοπτικὴ καὶ ἀνορθωτικὴ ἰδιότητα συμπάσης τῆς κτίσεως, πρὸς ἀποκατάστασιν καὶ τελείωσιν. Ὅμως, γιὰ νὰ ἀποκαταστήσουμε τὴν γῆ, πρέπει πρῶτα νὰ ἐξαγνίσουμε τὶς καρδιὲς μας καὶ νὰ μεταμορφώσουμε τὶς συνήθειὲς μας. Κάθε πράξη  βεβήλωσης τοῦ σώματος τῆς κτίσης ἀποτελεῖ, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, ἀπαξίωση τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀντιθέτως, ὅταν ἐπιδεικνύουμε σεβασμὸ καὶ φροντίζουμε γιὰ τοὺς φυσικοὺς πόρους, τότε δυνάμεθα νὰ ἀρχίζουμε, νὰ διακρίνουμε τὴν ἐπὶ γῆς βασιλεία «ὡς ἐν οὐρανῷ» (ἀπὸ τὴν Κυριακὴ Προσευχή).
Ὅπως γράφει ὁ Οὶκουμενικὸς Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαῖος, ἡ κλιματικὴ ἀλλαγὴ ἐπηρεάζει τοὺς πάντες. Ἐὰν δὲν λάβουμε ἄμεσα καὶ ριζοσπαστικὰ μέτρα γιὰ τὴν μείωση τῶν ἐκπομπῶν ρυπογόνων ἀερίων, τὰ ὁποῖα προέρχονται ἀπὸ ὑπερβολές, σχετιζόμενες μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ τρόπου ζωῆς μας, ὁ ἀντίκτυπος θὰ εἶναι ἄμεσος καὶ ἀνησυχητικός. Συνεπῶς, ἡ κάθε ἐνορία καὶ ὁ καθεὶς ἐξ ἡμῶν ὀφείλει νὰ ἀναζητήσει τρόπους νὰ προσεύχεται καὶ νὰ μεριμνᾶ γιὰ τὴν θεόθεν δημιουργηθεῖσα κτίση, ἀκολουθῶντας τὶς βασικὲς ἀρχὲς τῶν Γραφῶν, τῆς θεολογίας καὶ τῆς παράδοσης ὅσον ἀφορᾶ στὴν σχέση μας μὲ τὸν φυσικὸ κόσμο, ἐξετάζοντας ἀλλαγὲς στὶς στάσεις καὶ συνήθειὲς μας, σχετικὰ μὲ θέματα διατροφῆς καὶ μετακίνησης, μειώνοντας τὴν κατανάλωση τῶν ὀρυκτῶν καυσίμων καὶ ἐπιλέγοντας ἐναλλακτικὲς πηγὲς ἐνέργειας γιὰ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέρμανση, ἀλλὰ καὶ παράλληλα σχηματίζοντας καὶ προβάλλοντας τὴν εὐαισθητοποίηση σχετικὰ μὲ τὰ θεῖα δῶρα τοῦ νεροῦ καὶ τοῦ ἀέρα.
Καλεῖται καὶ παροτρύνεται ἡ κάθε ἐνορία καὶ κοινότητα νὰ εἰσέλθει σὲ ἕναν καρποφόρο διάλογο ποὺ νὰ σχετίζεται μὲ τὴν σύγχρονη πρόκληση τῆς ἐποχῆς μας.
Μετὰ πατρικῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης,
†  ὁ  Ἀμερικῆς ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ