Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 9 Αὐγούστου 2020, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ματθία



Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν


Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ´  ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 9 Αὐγούστου 2020, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ματθία, (Αριθμ. 31Ν)


Α. 1. Φέτος η Θ´ Κυριακή Ματθαίου συμπίπτει με την Κυριακή μετά τη Μεταμόρφωση και τη μνήμη του Αγίου Αποστόλου Ματθία. Έτσι η ημέρα σημαίνεται και καταυγάζεται εν όλω από το αυτό γεγονός της Μεταμορφώσεως. Εξάλλου, πρέπει να τονισθεί ότι η υμνολογία της περιόδου πριν και μετά τη Μεταμόρφωση παρουσιάζει μία θεολογική ενότητα που εκφαίνεται είτε ως προχειρισμός της εορτής μία εβδομάδα πριν, είτε με την εβδομάδα της Αποδόσεως μετά.
2. Η εορτή της Μεταμορφώσεως, που κυριαρχεί επί δεκαπενθήμερο, ως ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας κατά την ενότητα της προφητικής και αποστολικής «ἐπ᾽ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν» μαρτυρίας και καταγραφής, αντικατοπτρίζεται στα Θεοτοκία της εορτής αλλά και όλου του δεκαπενθήμερου, ως επαγγελία και ανακεφαλαίωση, όπως ερμηνεύθηκε το γεγονός της Μεταμορφώσεως από τους ησυχαστές Πατέρες, όπως και οι συνέπειες για τη ζωή των χριστιανών αλλά και όλου του κόσμου, «πᾶσιν ἀνθρώποις». Είναι σαν και να υποδεικνύουν την προσεχή εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της κατ᾽ εξοχήν διακόνου του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως με τις οράσεις των Προφητών και τη μαρτυρία των Αποστόλων.
3. Ακόμη και ο Κανόνας του Αποστόλου Ματθία, που εντάχθηκε στο χορό των Αγίων Αποστόλων με κλήρο, έργο του Οσίου Θεοφάνους του Γραπτού, ενός μεγάλου υμνογράφου της Εκκλησίας (775-845), που ερμήνευσε υμνολογικά σε μία θαυμαστή ενότητα τα γεγονότα της Θείας Οικονομίας, εντάσσεται στο φωτοδοτικό κλίμα της Μεταμορφώσεως, όντας ο Όσιος Θεοφάνης ένας από τους προδρόμους της ερμηνευτικής παραγωγής των ησυχαστών μεγάλων Πατέρων του 14ου αι.


Β. Θεοφανικά είναι και τα Αναγνώσματα της σημερινής Κυριακής, που σε γενικές γραμμές πέφτουν σ᾽ αυτήν την περίοδο του προχειρισμού ή της Αποδόσεως της Μεταμορφώσεως. Στο Αποστολικό ανάγνωσμα τίθεται ως κέντρο ο Χριστός, ως Δημιουργός (σοφὸς ἀρχιτέκτων), ενώ οι χριστιανοί ονομάζονται «συνεργοί». Σημειώνω παρενθετικά ότι αυτή η λέξη εκπηγάζει από το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει δωρηθεί από το Θεό κατά τη δημιουργία του με το χάρισμα της προαιρέσεως, μιας ελευθερίας ευθύνης και καταφάσεως στην κοινή δημιουργία, συμμετοχής και προχωρήματος. Γι᾽ αυτό ο Απόστολος Παύλος καλεί τους χριστιανούς συνεργούς, γιατί ο Χριστός κι η Εκκλησία δεν αναγκάζει κανέναν, «εἴ τις θέλει», οι δυνάστες και οι κατεξουσιαστές του κόσμου αναγκάζουν, ή ξεγελούν τους ανθρώπους, μετερχόμενοι χίλια ψεύτικα πράγματα, τάζοντας χίλιες ψεύτικες ελπίδες. Εξάλλου, αφού την περασμένη Κυριακή τους είχε «παρακαλέσει» να μην κομματιάζουν το κοινό σώμα, με τη σημερινή περικοπή τους ξαναθυμίζει ότι έχουν ιδιαίτερη χάρη να είναι γεώργιο του Θεού (οι γεωργοί ξέρουν ότι όλα τους είναι κοινά, βρέχει για όλους, ή καίγονται τα σπαρτά όλων...) και ότι είναι οἰκοδομή, που όλα τα στοιχεία της οἰκοδομῆς είναι εξίσου χρήσιμα, όπως κι όλα τα διακονήματα της Εκκλησίας κι όποιου κοινού σώματος. Το αποκορύφωμα του Αποστολικού Αναγνώσματος είναι ο στίχος 16: «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;», όπου ο Απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι οι χριστιανοί οφείλουν να γίνουν κατά χάρη ναοί του Αγίου Πνευματος, ό,τι είναι ο Χριστός κατά φύση, να γίνουν αυτοί κατά χάρη,  Πνευματοφόροι, αυτό που αποκαλύπτει και ο Μεταμορφωθείς Χριστός, να γίνουν κατά χάρη άκτιστοι και ατελεύτητοι, όπως οι Άγιοι Προφήτες, Απόστολοι και Μάρτυρες, κατά την υμνολογία της σημερινής εορτής.



Γ. 1. Στην ίδια γραμμή της παράδειξης της θεότητος του Χριστού, ως προετοιμασίας των Μαθητών για την ομολογία της θεότητός του, είναι και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, το οποίο είναι συνέχεια του «ευχαριστιακού» Ευαγγελικού Αναγνώσματος της προηγούμενης Κυριακής, της «κλάσεως» του άρτου και του χορτασμού των πέντε χιλιάδων ανθρώπων. Μετά την απόλυση, το χαιρετισμό των ανθρώπων από το δείπνο, οι μαθητές μπαίνουν στο πλοίο, για να πάνε στην άλλη όχθη της λίμνης Τιβεριάδος, να ξαναπάνε στη Γεννησαρέτ, σαν «πρόδρομοι» κοντά στα μέρη του (ήδη ο Ιωάννης είχε θανατωθεί), απ᾽ όπου τον είχαν διώξει οι συμπατριώτες του. Αποσύρεται στο όρος «κατ᾽ ἰδίαν προσεύξασθαι» (πάλι ένας προχειρισμός της Μεταμορφώσεως), επιμένοντας στο γεγονός ότι είναι και τέλειος άνθρωπος και όχι φάντασμα, όπως σημειώνεται στη συνέχεια της περικοπής, επιτρέποντας, δηλαδή, να εκδηλωθεί, «δι᾽ ἡμᾶς», ως τέλειος άνθρωπος, που έχει, μάλιστα, ανάγκη προσευχής, αλλά συγχρόνως περπατά στα κύματα, σώζει τον ολιγοπιστούντα Πέτρο και κυριαρχεί επί του ανέμου, της κτίσης, ως Θεός.

2. Η φρασεολογία της περικοπής είναι άκρως σημαντική, γιατί ο Χριστός αποκαλύπτεται ενεργών ως Θεός, ταυτίζοντας εαυτόν ευθέως με τον αποκαλυφθέντα άσαρκο Λόγο στους Προφήτες, ότι είναι ο Ὤν, «Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε», μία στιχομυθία που παραπέμπει στη στιχομυθία του Μωϋσέως με τον Άγγελο (άσαρκο Λόγο), τον εξερχόμενο από τη φλεγόμενη αλλά μη κατακαιόμενη βάτο. Εξάλλου, ότι δεν πρόκειται για μία τυπική φράση, αλλά για ευθεία παραπομπή στην πίστη Αβράμ και Ισαάκ και Ιακώβ, επιβεβαιώνεται από την εναγώνια έκφραση του Πέτρου: «Κύριε, εἰ σὺ εἶ», που είναι επίσης ευθεία παραπομπή στην πρώτη εντολή του Δεκαλόγου του Μωϋσέως. Και πάλι η ομολογία της θεότητος του Χριστού προέρχεται από τους ανώνυμους επιβάτες του πλοίου: «οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ». Στην Πατερική Γραμματεία ο όρος Υἱὸς Θεοῦ, αναφέρεται στον επαγγελλόμενο από τους Προφήτες και ἐν σαρκὶ ελευσόμενο Λόγο του Θεού, τον ένα και τον αυτόν.

3. Η υπόμνηση της προφητικής και αποστολικής μαρτυρίας δεν είναι μία θεωρητική κατασκευή, αλλά είναι η κατεξοχήν υπόμνηση της ενότητος παντός γένους ανθρώπων και πάσης της κτίσεως, κάλεσμα για να καταυγασθούν όλα τα όντα, ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία και τα έσχατα από τον ανακαινισμό του Λόγου του Θεού, που προχειρίζεται με τη Μεταμόρφωσή του, παραδεικνύοντας τη θεότητά του με όλες τις θεοσημίες σ᾽ όλους τους ανθρώπους, στον «όχλο».





Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α´ Κορ. γ´, 9-17: «9 Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. 10 Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· 11 θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός. 12 εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, 13 ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. 14 εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· 15 εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. 16 Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; 17 εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς».


Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. ιδ´, 22-34: «22 Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. 23 καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾽ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. 24 τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. 25 τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. 26 καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ δὲ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. 27 εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. 28 ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα· 29 ὁ δὲ εἶπεν, Ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. 30 βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. 31 εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; 32 καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. 33 οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. 34 Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ»..
.