Theodor Petrov ανεξάρτητος αρθρογράφος, ειδικός σε θέματα γεωπολιτικής, θρησκείας και γεωθρησκείας. tribune.gr
Η περίοδος των χειμερινών διακοπών, έστω και σε συνθήκες πανδημίας και αφόρητου πολικού ψύχους, είναι σκέτη απόλαυση όταν βρίσκεσαι στη χειμωνιάτικη Μόσχα και απολαμβάνεις με καλούς φίλους (συγκεκριμένα με τον καλό Έλληνα φίλο) έναν εξαιρετικό καφέ στο Coffeemania στον 2ο όροφο του πολυκαταστήματος GUM στην Κόκκινη Πλατεία.
Σίγουρα, φίλτατε αναγνώστη της ΚΑΘΕΔΡΑΣ, θα κατάλαβες ότι αυτή η χειμερινή… «νιρβάνα» δεν διήρκεσε όσο θα ήθελε ο συντάκτης του παρόντος σημειώματος, διότι ο Έλληνας φίλος (για την καλοσύνη του οποίου έχω αρχίσει πλέον να αμφιβάλω) αποφάσισε, ντε και καλά, να σχολιάσει τον εορτασμό των Χριστουγέννων με το… «πάτριο ημερολόγιο» στην πρωτεύουσα της «γ΄ Ρώμης».
Παρά τις διαμαρτυρίες μου ότι γνώριζα πως η είσοδος στη λειτουργία στο ναό του Σωτήρος επιτρεπόταν μόνο με προσκλήσεις που μοίραζαν οι ενορίες και ότι, όπως λένε οι κακές γλώσσες, αυτή η τακτική θα εφαρμόζεται για κάθε λειτουργία, στην οποία θα προεξάρχει ο προκαθήμενος του Πατριαρχείου Μόσχας· ότι δεν μνημόνευσε κανέναν από τους προκαθήμενους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ακόμα και τον «φίλο» του τον πατριάρχη Ιεροσολύμων· ότι αν το 2020 η επισκεψιμότητα των ναών εκτός Μόσχας κυμάνθηκε από 0,3% μέχρι 2% σίγουρα αυτά τα Χριστούγεννα θα είναι ακόμα μικρότερη λόγω των ειδικών συνθηκών… ο φίλος αρνήθηκε να συνετιστεί και να με αφήσει ήσυχο να απολαύσω τον καφέ μου!
«Θυμάσαι, με ρώτησε αφού άκουσε προσεκτικά τις διαμαρτυρίες μου, την ταινία του Werner Hertzog Aguirre, der Zorn Gottes;»
Στην εύλογη ερώτηση «τί δουλειά έχει η αναζήτηση του μυθικού El Dorado από έναν Ισπανό τυχοδιώκτη», ο φίλος διευκρίνισε ότι αναφέρεται στον τίτλο, δηλαδή στην «οργή του Θεού» και με παρέπεμψε στην χριστουγεννιάτικη συνέντευξη του πατριάρχη Κυρίλλου σε κεντρικό ρωσικό κανάλι, στην οποία ο ηγέτης του «ρωσικού κόσμου» δήλωσε ότι η εκ νέου μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, η έκφραση της… οργής του Θεού για το ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αποδίδοντας το αυτοκέφαλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία Ουκρανίας μετά από τις ασφυκτικές πιέσεις που δέχθηκε από ξένα κέντρα, επέτρεψε στους «σχισματικούς» (sic) να εισέλθουν στην Αγία Σοφία του Κιέβου.
Νομίζω ότι δικαίως ο έχων καλή μνήμη αναγνώστης της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ θα αναρωτηθεί: αν παραλείψουμε το ότι από το 1453 και μέχρι τις μέρες μας η Αγία Σοφία δεν λειτουργεί ως ορθόδοξος ναός, το οποίο πιθανώς να μην γνώριζε ο πατριάρχης Μόσχας λόγω ελλιπών ιστορικών γνώσεων, σίγουρα όμως ο προκαθήμενος της «γ΄ Ρώμης» γνωρίζει ότι στη Σοφία του Κιέβου είχαν και στο παρελθόν λειτουργήσει οι κατ’ αυτόν «σχισματικοί». Συνεπώς για ποια «οργή του Θεού» μιλάει;
Ευτυχώς όμως που ο ΥΠΕΞ του «ξανθού γένους» Λαβρώφ δεν συμμερίζεται την περί οργής του Θεού άποψη του Ρώσου προκαθημένου και εκφράζει μια περισσότερο «προσγειωμένη» ερμηνεία:
«His mission, apparently, was entrusted to him by the US and they do not hide the fact that they (the US) are working very actively with him under the slogan ‘freedom of religion and religious expression’. Bartholomew’s mission, as it seems, is to bury the influence of Orthodoxy in the modern world. I do not see any other explanation for this man’s actions» (Βλ. εδώ). Υπογράμμισε δε ότι, οι ΗΠΑ «ανάγκασαν τον Βαρθολομαίο να πάρει το δρόμο του διχασμού, της υπονομεύσεως των μακραίωνων παραδόσεων της Ορθοδοξίας και αυτού που στην Ορθοδοξία ονομάζεται παπισμός», χωρίς φυσικά να παρουσιάσει οποιεσδήποτε αποδείξεις για όσα δήλωσε.
Ο συντάκτης ομολογεί, φίλε αναγνώστη της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ, ότι αν και αυτή η ομολογουμένως γελοία δήλωση του ΥΠΕΞ του «ξανθού γένους» είναι μεταγενέστερη της συνεντεύξεως του προκαθημένου της «αγίας Ρωσίας», εντούτοις θεωρεί ότι αποτελεί τη λογική της εξέλιξη και αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, την αγαστή συνεργασία Κράτους και Εκκλησίας στη σύγχρονη Ρωσία.
Αποδεικνύει και πάλι όχι μόνο τον απροκάλυπτο ανθελληνισμό, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει ποτίσει την ρωσική εξωτερική πολιτική επειδή η Ελλάδα τόλμησε να αναζητήσει και άλλους συμμάχους, αλλά αποτελεί επίσης και μια σαφή απόδειξη ότι, παρ’ όλους του χρησμούς των διαφόρων «Κασσάνδρων» για τις δυσοίωνες προοπτικές της Ορθοδόξου Εκκλησίας Ουκρανίας, παρ’ όλες τις προσπάθειες Κρεμλίνου και Πατριαρχείου Μόσχας να αμαυρώσουν το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τις συχνές δηλώσεις ότι η αυτοκεφαλία της Εκκλησίας Ουκρανίας είναι προϊόν των ασφυκτικών πιέσεων που άσκησαν «ξένα κέντρα» στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αυτή, όπως θα δούμε πιο κάτω, αυξάνει την επιρροή της στην ουκρανική κοινωνία, προκαλώντας πανικό στον «ρωσικό κόσμο».
Θέλοντας και μη ο γράφων, αναγνωρίζοντας ότι η άποψη του πατριάρχου Μόσχας αποτελεί μια θεολογική καινοτομία, αναζήτησε την συνέντευξη του πατριάρχη Κυρίλλου.
Όμως αυτό που του προκάλεσε την περιέργεια του γράφοντος δεν ήταν τόσο η τακτική δόση δηλητηρίου, η οποία συνήθως αποτελεί «άσμα αγγελικό» για τα ώτα των εν Ελλάδι εραστών του «ξανθού γένους», όσο ένα σχόλιο του Ρώσου προκαθημένου σχετικά με την κατάσταση στη Λευκορωσία.
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου για το πώς μπορεί να επιτευχθεί η κοινωνική ειρήνη σε αυτή τη χώρα, ο πατριάρχης Κύριλλος τόνισε τα εξής:
«Θα ήθελα να δώσω την εξής ποιμαντική συμβουλή: όλα τα προβλήματα πρέπει να λύνονται ειρηνικά, αν υπάρχουν προβλήματα πρέπει να λύνονται, και απευθύνομαι και στις αρχές της Λευκορωσίας.
»Δεν μπορούμε να αναβάλουμε επί μακρόν ό,τι προκαλεί διαφωνίες και εντάσεις στην κοινωνία.
»Χρειάζεται μια λογική, σοβαρή συζήτηση των προβλημάτων που θα οδηγήσει σε συγκεκριμένες αποφάσεις.
»Μακάρι να σταματήσουν οι προσπάθειες βίαιης επιλύσεως αυτών των προβλημάτων στην Λευκορωσία και με τη βοήθεια του Θεού ας ξεκινήσει ο διάλογος ανάμεσα στην εξουσία και στον λαό, την εξουσία και την κοινωνία, με τη συμμετοχή όλων των δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων και εκπροσώπων των θρησκευτικών κοινοτήτων, με στόχο την σταθεροποίηση της καταστάσεως και την ολόπλευρη ανάπτυξη της αδελφής χώρας της Λευκορωσίας».
Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει από αυτή την «ποιμαντική συμβουλή» του Ρώσου προκαθημένου αφορά, πρώτα από όλα, στην πάγια θέση του Πατριαρχείου Μόσχας, όχι μόνο στην Λευκορωσία αλλά και αλλού, ότι η Εκκλησία παραμένει πολιτικά ουδέτερη.
Όμως το κάλεσμα για διάλογο και με τη συμμετοχή των εκπροσώπων των θρησκευτικών οργανώσεων προϋποθέτει την κριτική ή και την αξιολόγηση εκ μέρους τους των ενεργειών της εξουσίας.
Η πλήρης αποχή της Εκκλησίας από την πολιτική, η οποία επιτυγχάνεται με την αμοιβαία συμφωνία Κράτους και Εκκλησίας (αυτή την περιβόητη «συμφωνία» που προφυλάσσει με αξιοθαύμαστο ζήλο η «γ΄ Ρώμη») αποκλείει κάθε δημόσια ηθική αξιολόγηση των πράξεων της εξουσίας, δημιουργεί έναν «φαύλο κύκλο», περιορίζοντας τον κοινωνικό της ρόλο στα στενά πλαίσια ενός απλού «κατηχητικού σχολείου».
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η εξουσία μετατρέπεται σε μια «ιερή αγελάδα» ενώ οι παραβιάσεις κάποιων εκ των θεμελιωδών πολιτικών δικαιωμάτων συναντούν την συνειδητή αδιάφορη ουδετερότητα της Εκκλησίας, η οποία είναι έτοιμη να επαναφέρει στην τάξη όσα από τα μέλη της τολμήσουν να ασκήσουν κριτική στο πολιτικό κατεστημένο, εμμένοντας στη θέση της ότι η Εκκλησία πρέπει να παραμείνει ουδέτερη.
Από την άλλη πλευρά, η συμμετοχή της στις κοινωνικές ζυμώσεις προκαλεί σοβαρές «αλλεργικές παρενέργειες» στην εξουσία.
Στο Χριστουγεννιάτικο μήνυμά του ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Λουκασένκο τόνισε ότι, «Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι μόνο ενωμένοι μπορούμε να σώσουμε αυτό το κομμάτι γης, ώστε μετά από εμάς τα παιδιά μας να μπορούν να ζήσουν όπως θέλουν στη γη τους», στέλνοντας ένα σαφέστατο μήνυμα προς όλες τις θρησκευτικές οργανώσεις της χώρας.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τοπικός καθολικός επίσκοπος, ο οποίος είχε επιτρέψει στον εαυτό του να ασκήσει έντονη κριτική στο καθεστώς του Λουκασένκο, υπέβαλε στον Πάπα την παραίτησή του με τη δικαιολογία ότι συμπλήρωσε το 75ο έτος, την οποία ο Ποντίφικας έκανε αμέσως δεκτή.
Αυτό ας γίνει μάθημα για την Λευκορωσική, ούτως ειπείν, αντιπολίτευση, η οποία αφελώς πιστεύει ότι το Βατικανό θα επέμβει υπέρ αυτής.
Σε αυτά τα πλαίσια θα πρέπει επίσης να ερμηνευθεί και η πρόσφατη, άρον άρον, αντικατάσταση του μητροπολίτη Μινσκ της Εκκλησίας της Ρωσίας Παύλου, ο οποίος δεν προσπάθησε καν να επαναφέρει στην τάξη εκείνους τους υπ’ αυτόν κληρικούς, που, όπως και οι καθολικοί, υποστήριξαν την αντιπολίτευση.
Για αυτό λοιπόν η δήλωση του πατριάρχη Μόσχας για την χωρίς αναβολή επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων στη Λευκορωσία στα πλαίσια μιας ευρύτερης συνεργασίας όλων των εμπλεκομένων πλευρών, έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις περί οργής Θεού σκληρές και απολύτως αθεολόγητες δηλώσεις του προκαθημένου της «γ’ Ρώμης» που από καιρού εις καιρόν απευθύνει προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σε αυτό το σημείο και σε σχέση με τα παραπάνω ας μου επιτρέψει ο υπομονετικός αναγνώστης της ΚΑΘΕΔΡΑΣ να εκφράσω κάποιες «ατάκτως εριμμένες» προσωπικές σκέψεις.
Ο συντάκτης του παρόντος σημειώματος πιστεύει ότι, από τη μια πλευρά, μπορεί μεν ο πατριάρχης Κύριλλος να αντικατέστησε τον μητροπολίτη Μινσκ Παύλο με τον Βενιαμίν, με αυτόν τον υπέρμαχο της απόψεως ότι η Εκκλησία οφείλει και πρέπει πάση θυσία να παραμείνει ουδέτερη στη διένεξη κράτους και κοινωνίας, όμως, από την άλλη, ακόμα και αν αυτή η διένεξη παραμένει προς το παρόν υποτονική, ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι σε περίπτωση περαιτέρω οξύνσεως της πολιτικής αντιπαραθέσεως η Εξαρχία Λευκορωσίας του Πατριαρχείου Μόσχας δεν θα βρεθεί στην ίδια θέση με το παράρτημά του στην Ουκρανία, θα απωλέσει δηλαδή το κύρος που διαθέτει αυτή τη στιγμή στην Λευκορωσική κοινωνία.
Προλαμβάνοντας τα σαρκαστικά σχόλια των κάθε είδους φερέφωνων της «γ΄ Ρώμης» σχετικά με την Ουκρανία, ο γράφων παραδίδει στην κρίση του αναγνωστικού κοινού της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ τα στοιχεία μιας έρευνας που πραγματοποιήθηκε τα Χριστούγεννα στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας, σύμφωνα με την οποία: το 80% των στρατευμένων δήλωσε ότι είναι ορθόδοξοι· εξ αυτών το 70% δήλωσε ότι ανήκει στην αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία Ουκρανίας, ενώ το 10% ότι ανήκει στην μητρόπολη Κιέβου του Πατριαρχείου Μόσχας.
Με άλλα λόγια, ο ηγέτης του εθνοφυλετικού φληναφήματος του «ρωσικού κόσμου», κατανοεί ότι οι πιθανότητες να υποστεί η μητρόπολη Μινσκ τις οδυνηρές συνέπειες αυτού του «πλατωνικού έρωτα» με το πολιτικό κατεστημένο στη βάση ενός παρόμοιου με το «ουκρανικό» σεναρίου, παρά το γεγονός ότι οι κυρώσεις που επέβαλε η Ευρώπη αντιδρώντας κατά το πρότυπο των περίφημων κυνών του Ιβάν Παύλωφ δεν πρόκειται να αποδώσουν, μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να στραφούν εναντίον της Εκκλησίας του, για αυτό και σπεύδει να στείλει ένα μήνυμα στην, όποια τέλος πάντων, Λευκορωσική αντιπολίτευση ότι αφουγκράζεται τον «σφυγμό» της.
Η δήλωση αυτή μπορεί να χαρακτηρισθεί επίσης και ως «σωσίβιο», το οποίο δεν απευθύνεται μόνο στην αντιπολίτευση, αλλά και στον ίδιο τον πρόεδρο Λουκασένκο.
Στην μεν αντιπολίτευση λέει ότι το Πατριαρχείο Μόσχας, παρ’ όλη την αγάπη του προς το εκάστοτε πολιτικό «νεοσοβιετικό» κατεστημένο, είναι υπέρ του διαλόγου, ενώ ταυτόχρονα υπενθυμίζει στον πρόεδρο ότι δεν μπορεί να αναζητάει την κοινωνική καταλλαγή με τους δικούς του αποκλειστικά όρους.
Εντούτοις παραμένει αναπάντητο το ερώτημα για το αν ο πρόεδρος της Λευκορωσίας κατανοεί, πρώτον, την αναγκαιότητα της ενάρξεως το ταχύτερο δυνατόν ενός ειλικρινούς διαλόγου με την κοινωνία, δεύτερον, ότι η Εκκλησία της Ρωσίας ναι μεν μπορεί ακόμα να συσπειρώσει το ποίμνιό της όμως ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι το ποσοστό των δυσαρεστημένων με τις επιλογές του προκαθημένου της δεν θα αυξηθεί και, τρίτον, ότι αν υπήρχε έστω και… μισός σοβαρός υποψήφιος ο «μεγάλος αδελφός» θα το είχε αντικαταστήσει «εν μια νυκτί».
Σίγουρα, φίλτατε αναγνώστη της ΚΑΘΕΔΡΑΣ, θα κατάλαβες ότι αυτή η χειμερινή… «νιρβάνα» δεν διήρκεσε όσο θα ήθελε ο συντάκτης του παρόντος σημειώματος, διότι ο Έλληνας φίλος (για την καλοσύνη του οποίου έχω αρχίσει πλέον να αμφιβάλω) αποφάσισε, ντε και καλά, να σχολιάσει τον εορτασμό των Χριστουγέννων με το… «πάτριο ημερολόγιο» στην πρωτεύουσα της «γ΄ Ρώμης».
Παρά τις διαμαρτυρίες μου ότι γνώριζα πως η είσοδος στη λειτουργία στο ναό του Σωτήρος επιτρεπόταν μόνο με προσκλήσεις που μοίραζαν οι ενορίες και ότι, όπως λένε οι κακές γλώσσες, αυτή η τακτική θα εφαρμόζεται για κάθε λειτουργία, στην οποία θα προεξάρχει ο προκαθήμενος του Πατριαρχείου Μόσχας· ότι δεν μνημόνευσε κανέναν από τους προκαθήμενους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ακόμα και τον «φίλο» του τον πατριάρχη Ιεροσολύμων· ότι αν το 2020 η επισκεψιμότητα των ναών εκτός Μόσχας κυμάνθηκε από 0,3% μέχρι 2% σίγουρα αυτά τα Χριστούγεννα θα είναι ακόμα μικρότερη λόγω των ειδικών συνθηκών… ο φίλος αρνήθηκε να συνετιστεί και να με αφήσει ήσυχο να απολαύσω τον καφέ μου!
«Θυμάσαι, με ρώτησε αφού άκουσε προσεκτικά τις διαμαρτυρίες μου, την ταινία του Werner Hertzog Aguirre, der Zorn Gottes;»
Στην εύλογη ερώτηση «τί δουλειά έχει η αναζήτηση του μυθικού El Dorado από έναν Ισπανό τυχοδιώκτη», ο φίλος διευκρίνισε ότι αναφέρεται στον τίτλο, δηλαδή στην «οργή του Θεού» και με παρέπεμψε στην χριστουγεννιάτικη συνέντευξη του πατριάρχη Κυρίλλου σε κεντρικό ρωσικό κανάλι, στην οποία ο ηγέτης του «ρωσικού κόσμου» δήλωσε ότι η εκ νέου μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, η έκφραση της… οργής του Θεού για το ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αποδίδοντας το αυτοκέφαλο στην Ορθόδοξη Εκκλησία Ουκρανίας μετά από τις ασφυκτικές πιέσεις που δέχθηκε από ξένα κέντρα, επέτρεψε στους «σχισματικούς» (sic) να εισέλθουν στην Αγία Σοφία του Κιέβου.
Νομίζω ότι δικαίως ο έχων καλή μνήμη αναγνώστης της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ θα αναρωτηθεί: αν παραλείψουμε το ότι από το 1453 και μέχρι τις μέρες μας η Αγία Σοφία δεν λειτουργεί ως ορθόδοξος ναός, το οποίο πιθανώς να μην γνώριζε ο πατριάρχης Μόσχας λόγω ελλιπών ιστορικών γνώσεων, σίγουρα όμως ο προκαθήμενος της «γ΄ Ρώμης» γνωρίζει ότι στη Σοφία του Κιέβου είχαν και στο παρελθόν λειτουργήσει οι κατ’ αυτόν «σχισματικοί». Συνεπώς για ποια «οργή του Θεού» μιλάει;
Ευτυχώς όμως που ο ΥΠΕΞ του «ξανθού γένους» Λαβρώφ δεν συμμερίζεται την περί οργής του Θεού άποψη του Ρώσου προκαθημένου και εκφράζει μια περισσότερο «προσγειωμένη» ερμηνεία:
«His mission, apparently, was entrusted to him by the US and they do not hide the fact that they (the US) are working very actively with him under the slogan ‘freedom of religion and religious expression’. Bartholomew’s mission, as it seems, is to bury the influence of Orthodoxy in the modern world. I do not see any other explanation for this man’s actions» (Βλ. εδώ). Υπογράμμισε δε ότι, οι ΗΠΑ «ανάγκασαν τον Βαρθολομαίο να πάρει το δρόμο του διχασμού, της υπονομεύσεως των μακραίωνων παραδόσεων της Ορθοδοξίας και αυτού που στην Ορθοδοξία ονομάζεται παπισμός», χωρίς φυσικά να παρουσιάσει οποιεσδήποτε αποδείξεις για όσα δήλωσε.
Ο συντάκτης ομολογεί, φίλε αναγνώστη της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ, ότι αν και αυτή η ομολογουμένως γελοία δήλωση του ΥΠΕΞ του «ξανθού γένους» είναι μεταγενέστερη της συνεντεύξεως του προκαθημένου της «αγίας Ρωσίας», εντούτοις θεωρεί ότι αποτελεί τη λογική της εξέλιξη και αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, την αγαστή συνεργασία Κράτους και Εκκλησίας στη σύγχρονη Ρωσία.
Αποδεικνύει και πάλι όχι μόνο τον απροκάλυπτο ανθελληνισμό, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει ποτίσει την ρωσική εξωτερική πολιτική επειδή η Ελλάδα τόλμησε να αναζητήσει και άλλους συμμάχους, αλλά αποτελεί επίσης και μια σαφή απόδειξη ότι, παρ’ όλους του χρησμούς των διαφόρων «Κασσάνδρων» για τις δυσοίωνες προοπτικές της Ορθοδόξου Εκκλησίας Ουκρανίας, παρ’ όλες τις προσπάθειες Κρεμλίνου και Πατριαρχείου Μόσχας να αμαυρώσουν το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τις συχνές δηλώσεις ότι η αυτοκεφαλία της Εκκλησίας Ουκρανίας είναι προϊόν των ασφυκτικών πιέσεων που άσκησαν «ξένα κέντρα» στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αυτή, όπως θα δούμε πιο κάτω, αυξάνει την επιρροή της στην ουκρανική κοινωνία, προκαλώντας πανικό στον «ρωσικό κόσμο».
Θέλοντας και μη ο γράφων, αναγνωρίζοντας ότι η άποψη του πατριάρχου Μόσχας αποτελεί μια θεολογική καινοτομία, αναζήτησε την συνέντευξη του πατριάρχη Κυρίλλου.
Όμως αυτό που του προκάλεσε την περιέργεια του γράφοντος δεν ήταν τόσο η τακτική δόση δηλητηρίου, η οποία συνήθως αποτελεί «άσμα αγγελικό» για τα ώτα των εν Ελλάδι εραστών του «ξανθού γένους», όσο ένα σχόλιο του Ρώσου προκαθημένου σχετικά με την κατάσταση στη Λευκορωσία.
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου για το πώς μπορεί να επιτευχθεί η κοινωνική ειρήνη σε αυτή τη χώρα, ο πατριάρχης Κύριλλος τόνισε τα εξής:
«Θα ήθελα να δώσω την εξής ποιμαντική συμβουλή: όλα τα προβλήματα πρέπει να λύνονται ειρηνικά, αν υπάρχουν προβλήματα πρέπει να λύνονται, και απευθύνομαι και στις αρχές της Λευκορωσίας.
»Δεν μπορούμε να αναβάλουμε επί μακρόν ό,τι προκαλεί διαφωνίες και εντάσεις στην κοινωνία.
»Χρειάζεται μια λογική, σοβαρή συζήτηση των προβλημάτων που θα οδηγήσει σε συγκεκριμένες αποφάσεις.
»Μακάρι να σταματήσουν οι προσπάθειες βίαιης επιλύσεως αυτών των προβλημάτων στην Λευκορωσία και με τη βοήθεια του Θεού ας ξεκινήσει ο διάλογος ανάμεσα στην εξουσία και στον λαό, την εξουσία και την κοινωνία, με τη συμμετοχή όλων των δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων και εκπροσώπων των θρησκευτικών κοινοτήτων, με στόχο την σταθεροποίηση της καταστάσεως και την ολόπλευρη ανάπτυξη της αδελφής χώρας της Λευκορωσίας».
Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει από αυτή την «ποιμαντική συμβουλή» του Ρώσου προκαθημένου αφορά, πρώτα από όλα, στην πάγια θέση του Πατριαρχείου Μόσχας, όχι μόνο στην Λευκορωσία αλλά και αλλού, ότι η Εκκλησία παραμένει πολιτικά ουδέτερη.
Όμως το κάλεσμα για διάλογο και με τη συμμετοχή των εκπροσώπων των θρησκευτικών οργανώσεων προϋποθέτει την κριτική ή και την αξιολόγηση εκ μέρους τους των ενεργειών της εξουσίας.
Η πλήρης αποχή της Εκκλησίας από την πολιτική, η οποία επιτυγχάνεται με την αμοιβαία συμφωνία Κράτους και Εκκλησίας (αυτή την περιβόητη «συμφωνία» που προφυλάσσει με αξιοθαύμαστο ζήλο η «γ΄ Ρώμη») αποκλείει κάθε δημόσια ηθική αξιολόγηση των πράξεων της εξουσίας, δημιουργεί έναν «φαύλο κύκλο», περιορίζοντας τον κοινωνικό της ρόλο στα στενά πλαίσια ενός απλού «κατηχητικού σχολείου».
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η εξουσία μετατρέπεται σε μια «ιερή αγελάδα» ενώ οι παραβιάσεις κάποιων εκ των θεμελιωδών πολιτικών δικαιωμάτων συναντούν την συνειδητή αδιάφορη ουδετερότητα της Εκκλησίας, η οποία είναι έτοιμη να επαναφέρει στην τάξη όσα από τα μέλη της τολμήσουν να ασκήσουν κριτική στο πολιτικό κατεστημένο, εμμένοντας στη θέση της ότι η Εκκλησία πρέπει να παραμείνει ουδέτερη.
Από την άλλη πλευρά, η συμμετοχή της στις κοινωνικές ζυμώσεις προκαλεί σοβαρές «αλλεργικές παρενέργειες» στην εξουσία.
Στο Χριστουγεννιάτικο μήνυμά του ο πρόεδρος της Λευκορωσίας Λουκασένκο τόνισε ότι, «Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι μόνο ενωμένοι μπορούμε να σώσουμε αυτό το κομμάτι γης, ώστε μετά από εμάς τα παιδιά μας να μπορούν να ζήσουν όπως θέλουν στη γη τους», στέλνοντας ένα σαφέστατο μήνυμα προς όλες τις θρησκευτικές οργανώσεις της χώρας.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τοπικός καθολικός επίσκοπος, ο οποίος είχε επιτρέψει στον εαυτό του να ασκήσει έντονη κριτική στο καθεστώς του Λουκασένκο, υπέβαλε στον Πάπα την παραίτησή του με τη δικαιολογία ότι συμπλήρωσε το 75ο έτος, την οποία ο Ποντίφικας έκανε αμέσως δεκτή.
Αυτό ας γίνει μάθημα για την Λευκορωσική, ούτως ειπείν, αντιπολίτευση, η οποία αφελώς πιστεύει ότι το Βατικανό θα επέμβει υπέρ αυτής.
Σε αυτά τα πλαίσια θα πρέπει επίσης να ερμηνευθεί και η πρόσφατη, άρον άρον, αντικατάσταση του μητροπολίτη Μινσκ της Εκκλησίας της Ρωσίας Παύλου, ο οποίος δεν προσπάθησε καν να επαναφέρει στην τάξη εκείνους τους υπ’ αυτόν κληρικούς, που, όπως και οι καθολικοί, υποστήριξαν την αντιπολίτευση.
Για αυτό λοιπόν η δήλωση του πατριάρχη Μόσχας για την χωρίς αναβολή επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων στη Λευκορωσία στα πλαίσια μιας ευρύτερης συνεργασίας όλων των εμπλεκομένων πλευρών, έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις περί οργής Θεού σκληρές και απολύτως αθεολόγητες δηλώσεις του προκαθημένου της «γ’ Ρώμης» που από καιρού εις καιρόν απευθύνει προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Σε αυτό το σημείο και σε σχέση με τα παραπάνω ας μου επιτρέψει ο υπομονετικός αναγνώστης της ΚΑΘΕΔΡΑΣ να εκφράσω κάποιες «ατάκτως εριμμένες» προσωπικές σκέψεις.
Ο συντάκτης του παρόντος σημειώματος πιστεύει ότι, από τη μια πλευρά, μπορεί μεν ο πατριάρχης Κύριλλος να αντικατέστησε τον μητροπολίτη Μινσκ Παύλο με τον Βενιαμίν, με αυτόν τον υπέρμαχο της απόψεως ότι η Εκκλησία οφείλει και πρέπει πάση θυσία να παραμείνει ουδέτερη στη διένεξη κράτους και κοινωνίας, όμως, από την άλλη, ακόμα και αν αυτή η διένεξη παραμένει προς το παρόν υποτονική, ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι σε περίπτωση περαιτέρω οξύνσεως της πολιτικής αντιπαραθέσεως η Εξαρχία Λευκορωσίας του Πατριαρχείου Μόσχας δεν θα βρεθεί στην ίδια θέση με το παράρτημά του στην Ουκρανία, θα απωλέσει δηλαδή το κύρος που διαθέτει αυτή τη στιγμή στην Λευκορωσική κοινωνία.
Προλαμβάνοντας τα σαρκαστικά σχόλια των κάθε είδους φερέφωνων της «γ΄ Ρώμης» σχετικά με την Ουκρανία, ο γράφων παραδίδει στην κρίση του αναγνωστικού κοινού της ΤΡΙΜΠΟΥΝΑΣ τα στοιχεία μιας έρευνας που πραγματοποιήθηκε τα Χριστούγεννα στις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας, σύμφωνα με την οποία: το 80% των στρατευμένων δήλωσε ότι είναι ορθόδοξοι· εξ αυτών το 70% δήλωσε ότι ανήκει στην αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία Ουκρανίας, ενώ το 10% ότι ανήκει στην μητρόπολη Κιέβου του Πατριαρχείου Μόσχας.
Με άλλα λόγια, ο ηγέτης του εθνοφυλετικού φληναφήματος του «ρωσικού κόσμου», κατανοεί ότι οι πιθανότητες να υποστεί η μητρόπολη Μινσκ τις οδυνηρές συνέπειες αυτού του «πλατωνικού έρωτα» με το πολιτικό κατεστημένο στη βάση ενός παρόμοιου με το «ουκρανικό» σεναρίου, παρά το γεγονός ότι οι κυρώσεις που επέβαλε η Ευρώπη αντιδρώντας κατά το πρότυπο των περίφημων κυνών του Ιβάν Παύλωφ δεν πρόκειται να αποδώσουν, μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να στραφούν εναντίον της Εκκλησίας του, για αυτό και σπεύδει να στείλει ένα μήνυμα στην, όποια τέλος πάντων, Λευκορωσική αντιπολίτευση ότι αφουγκράζεται τον «σφυγμό» της.
Η δήλωση αυτή μπορεί να χαρακτηρισθεί επίσης και ως «σωσίβιο», το οποίο δεν απευθύνεται μόνο στην αντιπολίτευση, αλλά και στον ίδιο τον πρόεδρο Λουκασένκο.
Στην μεν αντιπολίτευση λέει ότι το Πατριαρχείο Μόσχας, παρ’ όλη την αγάπη του προς το εκάστοτε πολιτικό «νεοσοβιετικό» κατεστημένο, είναι υπέρ του διαλόγου, ενώ ταυτόχρονα υπενθυμίζει στον πρόεδρο ότι δεν μπορεί να αναζητάει την κοινωνική καταλλαγή με τους δικούς του αποκλειστικά όρους.
Εντούτοις παραμένει αναπάντητο το ερώτημα για το αν ο πρόεδρος της Λευκορωσίας κατανοεί, πρώτον, την αναγκαιότητα της ενάρξεως το ταχύτερο δυνατόν ενός ειλικρινούς διαλόγου με την κοινωνία, δεύτερον, ότι η Εκκλησία της Ρωσίας ναι μεν μπορεί ακόμα να συσπειρώσει το ποίμνιό της όμως ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι το ποσοστό των δυσαρεστημένων με τις επιλογές του προκαθημένου της δεν θα αυξηθεί και, τρίτον, ότι αν υπήρχε έστω και… μισός σοβαρός υποψήφιος ο «μεγάλος αδελφός» θα το είχε αντικαταστήσει «εν μια νυκτί».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.