Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2022

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ


Greek/English French
Θ Ε Ο Δ Ω Ρ Ο Σ Β’
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΠΑΠΑΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, ΠΑΣΗΣ ΓΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ
ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΧΑΡΙΣ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ
ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

“Χριστός γεννάται δοξάσατε. Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε”

Αριθμ. Πρωτ. 224/2022

         Αδελφοί μου αγαπητοί και ευλογημένοι,

 

Με τα ωραία αυτά λόγια ο υμνογράφος παρουσιάζει το μέγα Μυστήριο της Γέννησης του Κυρίου. Ο Θεός ο μέγας και ακατάληπτος γίνεται ορατός και ψηλαφούμενος άνθρωπος. Κατέρχεται και γεννάται επί γης ο εξ ουρανών προερχόμενος Χριστός.

Από την αρχαιότητα έως και σήμερα ο ουρανός υπήρξε χώρος πνευματικών αναζητήσεων, καθώς και πεδίο επιστημονικών διερευνήσεων. Οι άνθρωποι όλων των αιώνων, από την εποχή του μυθικού Ίκαρου ως την σύγχρονη εποχή των τηλεπικοινωνιών όπου τα ανθρώπινα μηνύματα αντανακλώνται στο ουράνιο στερέωμα και επανέρχονται στη γη, έστρεφαν τα μάτια ψηλά προκειμένου να εύρουν απαντήσεις στα αγωνιώδη υπαρξιακά ερωτήματά τους.

Στον εκκλησιαστικό χώρο πάντοτε η αναφορά του υμνωδού στον ουρανό αποτελεί μία σταθερή θεολογική βεβαιότητα. Ο ουρανός, για τον οποίο τόσες αναφορές παρουσιάζει η Αγία Γραφή, είναι ο χώρος όπου το θέλημα του Θεού αποτελεί δεδομένο γεγονός, προς το οποίο οι άγγελοι, οι ουράνιες δυνάμεις και οι άγιοι είναι εναρμονισμένοι. Οι βιβλικές φράσεις “Δόξα εν υψίστοις Θεώ και γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία” ή  “γενηθήτω το θέλημα σου ως εν ουρανώ και επί της γης” (Κυριακή Προσευχή) φανερώνουν τον τελικό σκοπό του σωτηριώδους έργου του Ενανθρωπίσαντος Θεού, την “ουρανοποίηση” του κόσμου, “ για να απαλλαγούν οι άνθρωποι από την πλάνη και την κακία και να γνωρίσουν την αλήθεια και την αρετή, ώστε να μην υπάρχει καμμία διαφορά μεταξύ της γης και του αρμονικού ουρανού”, όπως αναφέρει ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος (Ομιλία ΙΘ’, 5). Η Βασιλεία του Θεού αποτελεί πάντοτε τον προορισμό μας και η Γέννηση του Κυρίου είναι η ανατολή της “εσχάτης ημέρας”, της μετοχής της ανθρωπίνης φύσεως στην θεία δόξα, αυτήν που οι ουράνιοι Άγγελοι ύμνησαν εκείνη την γαλήνια νύχτα στο ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ.

Η Αγία μας Εκκλησία, και ιδιαίτερα η παλαίφατη Εκκλησία των Αλεξανδρέων που δραστηριοποιείται ποιμαντικά και ιεραποστολικά στην απεραντοσύνη της ηπείρου του μέλλοντος, της Αφρικής, βιώνει τις παραπάνω θεολογικές αλήθειες δοξολογικά, όμοια με τους Αγγέλους της νύχτας των Χριστουγέννων. Διότι το κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι μία δοξολογία, που αποσκοπεί όπως προείπαμε στην “ουρανοποίηση“ του κόσμου. Η ίδρυση μίας Επισκοπής ή η σύσταση μίας Ενορίας δεν είναι κάτι άλλο από την αισθητή παρουσία του Χριστού σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, έως της τελικής ενδόξου ελεύσεως του Βασιλέως Χριστού.

Το φαινομενικά άσημο και ταπεινό στην καταγωγή Θείο Βρέφος, Αυτό που γεννάται στην φάτνη των ζώων και θερμαίνεται από την ανάσα τους, είναι ο Ένδοξος Κύριος, ο οποίος δεν ταύτισε τον εαυτό Του με τους ισχυρούς ηγεμόνες του κόσμου, αλλά με τους “ελαχίστους”, τους απλούς ανθρώπους του λαού. Από αυτούς σαρκώθηκε, αυτούς συνανεστράφει, αυτούς απεκάλεσε αδελφούς Του και κυριώς στις ψυχές αυτών βρήκε χώρο και βλάστησε ο σωτηριώδης λόγος Του. Και αυτούς κατέστησε κριτήριο των συνειδήσεών μας κατά την τελική Κρίση της ανθρωπότητος, όπως αναφέρει στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου: “Εφ’ όσον ευεργετήσατε έναν από τους ελάχιστους και ταλαιπωρημένους αδελφού μου, εμένα τον Ίδιο ευεργετήσατε” (Ματθ.25, 31-41). Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ο Χριστός κατεστάθη ο αυθεντικός και ανιδιοτελής αγωνιστής για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την τιμή και την ανύψωση του ανθρώπου σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης.

Αυτό που ο σύγχρονος πολιτισμός θεωρεί κεκτημένο, τα δυστυχώς πολλές φορές μόνον κατ’ όνομα λεγόμενα “ανθρώπινα δικαιώματα”, από την στιγμή ακόμη της Γεννήσεως του Ιησού είναι θεμελιώδης αρχή και παράδοση της Εκκλησίας μας. Ο Θεάνθρωπος Ιδρυτής της και οι μιμητές Του άγιοι δεν μίλησαν θεωρητικά υπέρ των πονεμένων συνανθρώπων, αλλά συμμερίσθηκαν τις αγωνίες τους και εβίωσαν τις κακουχίες τους εκουσίως από αγάπη προς αυτούς.

 

Παιδιά μου προσφιλέστατα,

Ο Θεός “ξενιτεύεται” από τους ουρανούς για να γεννηθεί στην αγκαλιά του ταπεινού σπηλαίου “μορφή δούλου λαβών” (Φιλιπ.2,7), χωρίς το κάλυμμα του κοσμικού κύρους και της αλαζονικής εξουσίας. Γίνεται οικειοθελώς φτωχός, μετανάστης, πρόσφυγας και θύμα της ανθρώπινης μισαλλοδοξίας. Γεννάται σε μία κωμόπολη μακρυά από την Ναζαρέτ, φυγαδεύεται στην Νειλόρρυτη Αίγυπτο, επανέρχεται ενδεής στην πατρώα γη, μετακινείται αδιάκοπα κηρύττοντας και θεραπεύοντας.

Με την Γέννησή Του η Αγάπη εισβάλλει στον κόσμο με σάρκα και οστά. Γίνεται ο μόνος αυθεντικός τρόπος ζωής χωρίς να είναι αποφυγή ευθύνης, χωρίς να μεταβάλλεται σε ενοχική σιωπή και ουδετερότητα έναντι του αδικουμένου και του πάσχοντος. Δεν προσφέρει κίβληλους παρηγορητικούς λόγους ή ψευδεπίγραφα ψίχουλα πολιτισμού προς τα εξουθενωμένα θύματα της κακότητός μας, αλλά μεταβάλλεται στη μοναδική Οδό, Αλήθεια και Ζωή για τις χιλιάδες εμπερίστατες ψυχές της Αφρικής, της Ασίας ή των παρυφών των μεγάλων δυτικών πόλεων που διψούν για την υπέρβαση του καθημερινού, αλλά και του αιωνίου θανάτου. Σε αυτούς τους τόπους ας σπεύσουμε ως σύγχρονοι Μάγοι -εάν θέλουμε να μιλούμε για ενσυνείδητη χριστιανική ζωή- για να προσφέρουμε τα πολύτιμα δώρα της αγάπης μας, με όποιο τρόπο είναι δυνατόν. Να είστε βέβαιοι ότι στο θλιμμένο χαμόγελο αυτών των προσώπων θα απαντήσουμε τον Χριστό εξ ουρανών.

Μέσα από την καρδιά μου σας εύχομαι ο νεογέννητος Σωτήρ να σας προστατεύει και να σας χαρίζει πλούσιο το έλεός Του.

         † Θ Ε Ο Δ Ω Ρ Ο Σ  Β΄

Πάπας καί Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής

 

Εν τη Μεγάλη Πόλει της Αλεξανδρείας
Χριστούγεννα 2022


 

 

 

Ref. No: 224/2022

 



T H E O D O R O S II’

BY THE GRACE OF GOD POPE AND PATRIARCH
OF ALEXANDRIA, THE ENTIRE LAND OF EGYPT AND ALL AFRICA
TO THE PLENITUDE OF
THE APOSTOLIC AND PATRIARCHAL THRONE OF THE
APOSTOLIC AND PATRIARCHAL THRONE OF ALEXANDRIA
GRACE AND MERCY AND PEACE
FROM OUR LORD AND GOD AND SAVIOUR JESUS CHRIST
BORN IN BETHLEHEM
“Christ is born, glorify Him. Christ from heaven. Let us go to meet Him”

 

My dear and blessed brothers and sisters,

With these beautiful words, the hymnographer presents the great Mystery of the Lord’s Birth. God the great and incomprehensible becomes a visible and palpable man. Christ descends from heaven and is born on earth.

 

From ancient times until today, heaven has been a place of spiritual quests, as well as a field of scientific investigations. People of all ages, from the time of the mythical Icarus to the modern era of telecommunications where human messages are reflected in the celestial firmament and returned to earth, have looked up to find answers to their agonizing existential questions.

 

Within the realm of the church, the hymnographer’s reference to heaven is always a fixed theological certainty. Heaven, of which Holy Scripture presents so many references, is the place where the will of God is a given fact, to which the angels, the heavenly powers and the saints are attuned. The biblical phrases “Glory to God in the highest and on earth peace, goodwill to all men” or “your will be done on earth as it  is in heaven” (the Lord’s Prayer) reveal the final purpose of the salvific work of the Incarnate God, the “heavenization” of the world, “so that mankind may be freed from error and evil and come to know truth and virtue, so that there is no difference between earth and harmonious heaven”, as mentioned by Saint John Chrysostom (Sermon 19, 5). The Kingdom of God is always our destiny, and the Nativity of the Lord is the dawning of the “last day”, the participation of human nature in the divine glory, about which the heavenly Angels sang  on that peaceful night in the humble cave of Bethlehem.

 

Our Holy Church, and especially the ancient Church of Alexandria which is active pastorally and missionarilly in the vastness of Africa, the continent of the future, experiences the above theological truths in a doxological manner, similar to that of the Angels on the night of the Nativity.  Because the preaching of the Gospel is a glorification, which aims, as we said, at the “heavenization” of the world. The establishment of a Diocese or the establishment of a Parish is nothing more than the perceptible presence of Christ in a specific place and time, until the final glorious coming of Christ the King.

The seemingly insignificant and humble in origin Divine Infant, the One born in the manger of the animals and warmed by their breath, is the Glorious Lord, who did not identify Himself with the mighty rulers of the world, but with the “least”, the common people. It was from them that He became incarnate, it was them with whom He associated, it was them He called His brothers and it was mainly in their souls that He found a place and His salvific word grew. And Ηe made them the criterion of our consciences during the final Judgment of humanity, as Ηe states in the Gospel of Matthew:  “Inasmuch as you have benefited one of the least and afflicted of my brothers, you have also benefited me” (Matthew 25, 31-41). In this way, Christ became the authentic and selfless fighter for human dignity, honour and the elevation of man throughout the length and breadth of the world.

 

What modern civilization considers to be acquired, the unfortunately many times so-called “human rights” in name only, since the birth of Jesus is a fundamental principle and tradition of our Church. Its God-man Founder and the Saints that imitated Him did not speak theoretically in favour of their fellow human beings who were suffering, but shared their anxieties and experienced their hardships voluntarily out of love for them.

 

My dear children

 

God is “estranged” from the heavens to be born in the embrace of the humble cave “taking on the form of a servant” (Philippians 2:7), without the cover of worldly prestige and arrogant power. He voluntarily becomes poor, an immigrant, a refugee and a victim of human intolerance. He is born in a town far from Nazareth, he flees to Egypt, the land watered by the Nile, he returns in poverty to his native land, he moves incessantly preaching and healing.

 

With His Birth, Love invades the world in flesh and blood. It becomes the only authentic way of life without avoiding responsibility, without turning into guilty silence and neutrality towards the wronged and the suffering. It does not offer false words of comfort or false crumbs of civilization to the exhausted victims of our wickedness, but becomes the only Way, Truth and Life for the thousands of suffering souls in Africa, Asia or the outskirts of the big western cities that thirst for the overcoming of daily, but also eternal death. Let us hasten to these places as modern Magi – if we want to talk about a conscious Christian life – to offer the precious gifts of our love, in any way possible. Rest assured that in the sad smile of these persons we will meet Christ from heaven.

 

From the bottom of my heart I pray that the newborn Savior will protect you and bestow His mercy on you abundantly.


T H E O D O R O S II΄

Pope and Patriarch of Alexandria and All Africa

In the Great City of Alexandria

Feast of the Nativity 2022


 

Num. Prot.224 / 2022

THEODOROS II

PAR LA MISÉRICORDE DE DIEU PAPE ET PATRIARCHE D’ALEXANDRIE, DE TOUTE LA TERRE ÉGYPTIENNE ET DE TOUTE L’AFRIQUE
A TOUTE LA PLENITUDE DU TRONE APOSTOLIQUE ET PATRIARCAL D’ALEXANDRIE
GRÂCE, MISÉRICORDE ET PAIX DE NOTRE SEIGNEUR DIEU ET SAUVEUR JÉSUS- CHRIST NÉ À BETHLÉEM

« Le Christ vient au monde, glorifiez-le, le Christ descend des cieux, allez à sa rencontre »

Mes chers frères bien aimés,

Avec ces belles paroles, l’auteur de cet hymne présente le grand Mystère de la Naissance du Seigneur. Le grand Dieu et l’incompréhensible devient un homme visible et palpable. Le Christ provenant du ciel, descend et naît sur la terre.

Depuis les temps anciens jusqu’à aujourd’hui, le ciel a été un lieu de quêtes spirituelles, ainsi qu’un champ d’investigations scientifiques. Les gens de toutes les générations, de l’époque mythique d’Icare à l’ère moderne des télécommunications où les messages des hommes se reflètent dans le firmament céleste et reviennent sur terre, lèvent les yeux pour trouver des réponses à leurs angoissantes questions existentielles.

Dans l’espace ecclésial, la référence de l’hymne au ciel est toujours une certitude théologique fixe. Le ciel, dont la Sainte Ecriture présente tant de références, est le lieu où la volonté de Dieu est un fait donné, auquel les anges, les puissances célestes et les saints s’accordent. Les phrases bibliques ” Gloire à Dieu au plus haut des cieux, paix sur la terre et bienveillance aux hommes ! ” ou “Que ta volonté soit faite sur la terre comme au ciel ” (Prière Dominicale) révèlent le but final de l’œuvre salvifique du Dieu incarné, la « cielisation » (l’élévation) du monde, « afin que les hommes soient libérés de l’erreur et du mal et parviennent à connaître la vérité et la vertu, de sorte qu’il n’y ait aucune différence entre la terre et le ciel harmonique”, comme le mentionne Saint Jean Chrysostome (Sermon 19, 5). Le Royaume de Dieu est toujours notre destination, et la Nativité du Seigneur est l’aube du “dernier jour”, la participation de la nature humaine à la gloire divine, celle que les anges célestes ont chanté cette nuit-là paisible dans l’humble grotte de Bethléem.

Notre Sainte Église, et en particulier l’ancienne Église d’Alexandrie qui est active pastoralement et fait la mission dans l’immensité du continent de l’avenir qui est l’Afrique, expérimente en louant Dieu les vérités théologiques ci-dessus, à la manière des Anges de la nuit de Noël. Car la prédication de l’Evangile est une glorification, qui vise, comme nous l’avons dit, à “l’élévation ” du monde. La création d’un Évêché ou l’établissement d’une Paroisse n’est rien de plus que la présence perceptible du Christ en un lieu et un temps précis, jusqu’à la venue glorieuse finale du Christ-Roi.L’Enfant Divin d’origine apparemment insignifiante et humble, Celui qui est né dans la crèche des animaux et réchauffé par leur souffle, est le Seigneur Glorieux, qui ne s’est pas identifié aux puissants dirigeants du monde, mais aux “moindres”, aux gens ordinaires du peuple. C’est d’eux qu’Il a pris chair, ce sont eux qu’Il a fréquenté, ce sont eux qu’Il a appelé Ses frères et surtout c’est dans leurs âmes qu’Il a trouvé une place et Sa parole salvatrice y a grandi. Et Il a fait d’eux le critère de nos consciences lors du Jugement dernier de l’humanité, comme il le mentionne dans l’Evangile de Matthieu : « Dans la mesure où vous avez fait du bien à l’un de mes frères les plus petits et les plus affligés, c’est à moi que vous l’avez fait » (Matthieu 25, 31-41). De cette façon, le Christ est devenu le combattant authentique et désintéressé pour la dignité humaine, l’honneur et l’élévation de l’homme dans toute la longueur et la largeur du monde.

Ce que la civilisation moderne considère comme acquis, les soi-disant “droits de l’homme” qui n’ont malheureusement souvent qu’un nom, sont depuis la naissance de Jésus un principe fondamental et une tradition de notre Église. Son fondateur Dieu-homme et ses saints imitateurs ne parlaient pas théoriquement en faveur de leurs semblables dans la douleur, mais ils partageaient leurs angoisses et vivaient leurs épreuves volontairement par amour pour eux.

Mes enfants bien aimés,

Dieu s’est « séparé » des cieux pour naître dans l’espace d’une modeste grotte « en prenant la forme d’un serviteur » (Philippiens 2 :7), sans la couverture du prestige mondain et du pouvoir arrogant. Il devient volontairement pauvre, migrant, réfugié et victime de l’intolérance humaine. Il est né dans une cité éloignée de Nazareth, il se réfugie vers le Nil en Égypte, il retourne dans sa terre natale, il se déplace sans cesse pour prêcher et guérir les hommes.

Avec Sa Naissance, l’Amour envahit le monde en chair et en os. Il devient le seul mode de vie authentique sans éluder la responsabilité, sans se transformer en silence coupable et en neutralité envers les lésés et les souffrants. Il n’offre pas de minces mots de consolation ou de fausses miettes de culture aux victimes épuisées de notre méchanceté, mais l’Amour se transforme en unique Chemin, Vérité et Vie pour les milliers d’âmes dans la détresse en Afrique, en Asie ou des périphéries des grandes villes occidentales qui ont soif de vaincre la mort quotidienne, mais aussi éternelle. Vers ces lieux, précipitons-nous comme des Mages modernes – si nous voulons parler d’une vie chrétienne consciente – pour offrir les dons précieux de notre amour, de toutes les manières possibles. Soyez sûrs qu’au sourire triste de ces personnes nous viendrons à la rencontre du Christ au ciel.

Du fond de mon cœur, je vous souhaite que le Sauveur Nouveau-Né vous protège et vous accorde abondamment Sa miséricorde.  Joyeux Noël à tous ! Meilleurs vœux !

 

THEODOROS II
†Pape et Patriarche d’Alexandrie et de toute l’Afrique

 

En la Grande Ville d’Alexandrie
Noël 2022

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.