Δρ Κωνσταντίνος Β. Ζορμπάς
Γεν. Διευθυντής της ΟΑΚ,
Εισήγηση
στην Θ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η Η Μ Ε Ρ Ι Δ Α
Υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Ρέθυμνος, 16.04.2016
Υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Ρέθυμνος, 16.04.2016
ΙΕΡΑ ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ
ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
[…] Κατά τήν Σύναξιν, τά μέλη αὐτῆς, «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ» κατά τό ἀποστολικόν (Ἐφεσ. 4, 15), διεξήγαγον τάς ἐργασίας των ἐν πνεύματι ὁμονοίας καί κατανοήσεως. Οἱ Προκαθήμενοι ἐπεβεβαίωσαν τήν ἀπόφασιν αὐτῶν νά συγκληθῇ ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος. Αὕτη θά πραγματοποιηθῇ εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἀκαδημίαν τῆς Κρήτης ἀπό 16ης ἕως 27ης Ἰουνίου 2016. Ἐπί τῷ σκοπῷ τούτῳ οἱ Προκαθήμενοι ταπεινῶς ἐπικαλοῦνται τήν χάριν καί εὐλογίαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἐκζητοῦν τάς θερμάς προσευχάς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, κληρικῶν καί λαϊκῶν, κατά τήν περίοδον τήν ὁδηγοῦσαν πρός τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον καί κατά τήν διάρκειαν τῶν ἐργασιῶν αὐτῆς […]ΙΕΡΑ ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ
ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
……………………………………………………………………………………………………….
Στο άκουσμα της ομoθύμου αποφάσεως για την επιλογή της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ) ως τόπου διεξαγωγής των εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μόνο σιωπή θα μπορούσε να ακολουθήσει. Ακούσαμε την απόφαση με έκσταση και δέος και τη δεχτήκαμε με ευγνωμοσύνη. Απροσδόκητες πάντα οι δωρεές του Θεού, αιφνιδιάζουν, συγκινούν και συγκλονίζουν.
Η απόφαση αυτή αποτελεί εξαιρετική τιμή για την Κρήτη και την ΟΑΚ, καθώς αποτελεί απόφαση ιστορική, η οποία συνοδεύεται και από μεγάλη ευθύνη εκ μέρους του συνόλου του σώματος της Εκκλησίας της Κρήτης.
……………………………………………………………………………………………………..
Η ΟΑΚ ετέθει από την πρώτη στιγμή στη διάθεση της Γραμματείας Προπαρασκευής, εντός των προγραμματισμένων δράσεων και δραστηριοτήτων της και σε συνεργασία με τον τότε Προϊστάμενο της Γραμματείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου Μητροπολίτη Τρανουπόλεως κ. Δαμασκηνό, διοργάνωσε σειρά ποικίλων θεολογικών συμποσίων (7 Ιουλίου 1973), συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στη θεματολογία της Συνόδου. Επίσης, σε συνεργασία με τον τότε Σύνδεσμο Κρητών Θεολόγων, πραγματοποιήθηκε Παγκρήτιο Συνέδριο, με θέμα: Η Σύνοδος σε σχέση με το πλήρωμα και τον κόσμο (20-23.8.1977), όπου συμμετείχαν θεολόγοι, κληρικοί και λαϊκοί και οι εκκλησιαστικές αρχές του τόπου. Και οι δύο αυτές ενέργειες αποτελούσαν μία έκφραση αγωνίας για την έκβαση όλης αυτής της προσπάθειας, η οποία άρχισε από το 1961, με σκοπό την ενότητα των Ορθοδόξων και κατά την οποία δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στις θετικές προοπτικές από την αποκατάσταση της συνοδικής ιερουργίας του συνόλου της Ορθοδοξίας. Έτσι, με τον τρόπο αυτό, αθόρυβα η Εκκλησία της Κρήτης συμμετείχε «σώματι και πνεύματι» στις προσυνοδικές εργασίες.
*
………………………………………………………………………………………………………
Σκέψεις για τις προοπτικές που ανοίγονται με το μεγαλύτερο ιστορικό εκκλησιαστικό γεγονός των τελευταίων 1.200 χρόνων, από την 7η Οικουμενική Σύνοδο μέχρι σήμερα. Και μόνον ότι θα συνέλθουν «επί τω αυτώ», με κοινή ομόφωνη απόφαση, οι Προκαθήμενοι και οι Επίσκοποι της Ορθοδοξίας, δίδοντας με τον τρόπο αυτό μία κοινή μαρτυρία, είναι ένα τεραστίων διαστάσεων βίωμα – έστω όχι της εμβέλειας που θέλουμε ή είχαν οραματιστεί πολλοί εκκλησιαστικοί ηγέτες στο παρελθόν.
Α. Προετοιμασίες
Εκείνο που πρέπει να πούμε εξαρχής είναι ότι υπάρχει άριστη συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση σε όλα τα επίπεδα. Δυσκολίες σίγουρα υπάρχουν, αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει και η πρόθεση επίλυσης των προβλημάτων. Κι αυτό μας χαροποιεί ιδιαίτερα και μας βοηθά ηθικά, ώστε να συνεχίσουμε. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να μνημονεύσουμε τις οδηγίες και τις παραινέσεις του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου μας, οι οποίες μας καθοδηγούν όλο αυτό το διάστημα, τη φροντίδα της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, την αδιάκοπη μέριμνα του τοπικού μας Επισκόπου και του κλήρου, αλλά και τη συνεχή συνεργατική επιθυμία και εμπιστοσύνη όλων όσων εμπλέκονται από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σίγουρα μάς ανησυχεί ο συντονισμός του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων, η άφιξη και η πρώτη εικόνα που θα δουν στο αεροδρόμιο, καθώς και η γενικότερη εικόνα κατά τη μετακίνησή τους. Μας ανησυχεί και η περίπτωση –κι αυτό δεν θα το επιτρέψουμε–, να εμπορευματοποιηθεί ένα τέτοιο γεγονός και γι’ αυτό θα πρέπει να το προστατέψουμε από κάθε κακόβουλη εκμετάλλευσή του. Δεν μπορώ να πω ότι η ανησυχία μου είναι μεγάλη στο θέμα της ασφάλειας –γνωρίζουν οι κρατικές αρχές το Πρωτόκολλο που πρέπει να τηρηθεί– και είμαι βέβαιος ότι γίνονται οι πρέπουσες δράσεις από τα αρμόδια Υπουργεία.
Λυπάμαι που, δυστυχώς, ποικίλα δημοσιεύματα, δίνουν μεγάλη έμφαση σε λανθασμένη πληροφόρηση! Η τοπική Επιτροπή υπό την Προεδρία του Σεβ. Μητρ. Κισάμου και Σελίνου κ. Αμφιλοχίου κάνει πολύ καλή εργασία προς την κατεύθυνση αυτή και η οργάνωση είναι άριστη. Δεν αμφιβάλλω ότι η βοήθεια της Παναγίας μας από την Ιερά Μονή Γωνιάς, η οποία «σκέπει και φρούρει» και την Ακαδημία και η Χάρις του Θεού, που οδήγησε την προσπάθεια αυτή των Εκκλησιών μέχρι εδώ, θα ευλογήσουν και το αίσιο τέλος της.
Σε ότι αφορά τα μέλη των Αντιπροσωπειών, αυτό έχει καθορισθεί επίσημα από τον Κανονισμό οργανώσεως και λειτουργίας «περί συγκρότησις της Συνόδου» και συγκεκριμένα από το Άρθρο 3. Μέλη της Συνόδου είναι οι οριζόμενοι εικοσιτέσσερις αρχιερείς ως εκπρόσωποι της κάθε Αντιπροσωπείας και θα συνοδεύονται από ειδικούς συμβούλους, κληρικούς, μοναχούς ή λαϊκούς, αλλά ο αριθμός αυτών δεν μπορεί κατά κανόνα να υπερβαίνει τα έξι μέλη. Καλούνται επίσης και τρία βοηθητικά στελέχη (stewards) εξ εκάστης αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτός είναι ο επίσημος αριθμός: 420 άτομα. Σε αυτόν τον αριθμό θα πρέπει να προστεθούν οι Παρατηρητές, οι οποίοι έχουν ορισθεί από τον ίδιο Κανονισμό και θα είναι μέλη άλλων χριστιανικών Εκκλησιών ή Ομολογιών, όπως επίσης και στελέχη άλλων χριστιανικών οργανώσεων και θα παρίστανται μόνο στην έναρξη και τη λήξη των εργασιών της Συνόδου, άνευ δικαιώματος λόγου ή ψήφου. Ταυτοχρόνως, ένας μεγάλος αριθμός διαπιστευμένων δημοσιογράφων από όλο τον κόσμο, θα βρίσκεται την περίοδο αυτή στην περιοχή και φυσικά πολλοί άλλοι επισκέπτες από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Καταλαβαίνει, λοιπόν, κανείς, ότι ο αριθμός των συμμετεχόντων –επισήμων και μη– είναι αρκετά μεγάλος και ξεπερνά τα 700 άτομα.
Το ουσιαστικό, όμως, πρόβλημα, βρίσκεται αλλού και επικεντρώνεται στην ευρύτερη κρίση της Κοινωνίας μας. Η σημερινή κρίση που διερχόμαστε, όπως και πολλά άλλα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά μας, υπάρχουν γιατί γίναμε λαός χωρίς μνήμη και συνείδηση, λησμονήσαμε την απέκδυση και υπέρβαση του «εγώ» μας, αδυνατώντας να κάνουμε την υπέρβαση της ατομικής μας ύπαρξης προς χάριν του «ὑπάρχειν ἐν κοινωνίᾳ». Υποκαθιστούμε την αλήθεια με τις εντυπώσεις. Η κρίση στην ουσία είναι παρακμή, διότι λησμονήσαμε τη συλλογικότητα, υποκαταστήσαμε τα νοήματα και τις ποιότητες της ζωής μας με τον καταναλωτισμό, ενώ πνευματικά αλλοτριωθήκαμε.
Όλα αυτά οδήγησαν σε μία διάσπαση της κοινωνίας μας, καθώς πολλοί έχουν απορροφηθεί από το ατομοκεντρικό πρότυπο ζωής και δεν είναι σε θέση να παλέψουν για την αλήθεια στη ζωή, η οποία εκ της παραδόσεώς μας πάντοτε προερχόταν από το «κοινωνείν». Κι αυτό, δυστυχώς, είναι χαρακτηριστικό και στους χώρους της Εκκλησίας με την υπερβολική χρήση των διαφόρων μέσων μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης που οδηγούν σε μία ιδιωτική θεολογία τρομοκρατικού τύπου. Φατριασμοί, μυστικοπάθειες, καχυποψίες, μεγάλα λόγια, υπερβολές, αποτελούν δίχως άλλο το λάδι στη μηχανή κάθε συστήματος που ενοχοποιεί τον απέναντι και φοβάται τον δίπλα.
Από την πρώτη στιγμή που δημοσιεύθηκε το επίσημο Ανακοινωθέν των Προκαθημένων, αντί να αγκαλιαστεί απ’ όλους η σημαντική αυτή είδηση, άρχισαν να κυκλοφορούν διάφορες ανυπόστατες εικασίες –σκοπίμως κατασκευασμένες που, όμως, εύκολα καταρρίπτονται, διότι στερούνται οποιασδήποτε αλήθειας, ίσως και σοβαρότητας– και κάποιες φήμες οι οποίες στην ουσία προκαλούνται από βαθύτερες αιτίες.
Αναφέρομαι είτε στα ποικίλα φυλλάδια που κυκλοφορούν όσο και σε δημοσιεύματα που έχουν να κάνουν με τα οικονομικά θέματα. Για το πρώτο ακολουθούν οι ενδιαφέρουσες εισηγήσεις, για το δεύτερο το συνολικό οικονομικό κόστος, δεν έχει καμία σχέση με τα αστρονομικά ποσά που ακούγονται από ορισμένους κύκλους. Εξ’ άλλου, είναι ένα οικονομικό μέγεθος που δεν θα επιβαρύνει καν τον Προϋπολογισμό του Κράτους, αλλά θα καλυφθεί από το κοινό ταμείο που θα δημιουργηθεί για «την κάλυψιν των δαπανών της Συνόδου», αλλά και από τις ίδιες τις Εκκλησίες (Βλ. Ανακοινωθέν της Σύναξις των Προκαθημένων, Σαμπεζύ, 21-28 Ιανουαρίου 2016).
Όμως, δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Όλη τούτη η εσκεμμένη παραπληροφόρηση στην ουσία στερείται ορθοδόξου ήθους, στρέφεται κατά της ίδιας της Εκκλησίας και φανερώνει τη μικρόψυχη λογική κάποιων ανθρώπων, που αρνούνται να παραδεχτούν την αλήθεια, όπως ορθώς επισημάνθηκε στο πρόσφατο Ανακοινωθέν της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και η υποκρισία της σημερινής εποχής μας, καθώς κατά καιρούς φωνασκεί –αδυνατώντας ν’ αρθρώσει λόγο αληθείας– η θλιβερή μειοψηφία, που αποτελεί ανοιχτή πληγή στο Σώμα της Εκκλησίας και με το πρόσχημα της προάσπισης της Ορθοδοξίας προσπαθεί να χτυπήσει ότι είναι αληθινά ορθόδοξο. Η ανορθόδοξη αυτή πρακτική, μου θυμίζει τα λόγια του μεγάλου μας ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, ο οποίος θα έλεγε πως οι άνθρωποι αυτοί είναι «πλήρεις του εαυτού τους. Αδυνατίζει η πίστη, δυναμώνει η Εκκλησία, δυναμώνει η Εκκλησία, αδυνατίζει ο Χριστός. Εδώ το θαύμα εκεί το θέαμα». Μας νίκησε το θέαμα και μείναμε γυμνοί από συγχώρηση, γυμνοί από αγάπη. Αλλά, καθώς παρατηρεί ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, με το να κλείσεις όλους τους άλλους σε τρελοκομείο δεν αποδεικνύεις πως εσύ είσαι έξυπνος!
Β. Προοπτικές
Η ενότης της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι το κεντρικό μέλημα όλων μας. Αυτή άρχισε να εκφράζεται ως ζωντανή επιθυμία των Ορθοδόξων μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και συγκεκριμένα το 1960. Τα τέσσερα Πανορθόδοξα Συνέδρια της Ρόδου, του Βελιγραδίου και του Σαμπεζύ (1961-1968) αποτελούν την απαρχή μιας εκκλησιαστικής περιόδου εντατικών σχέσεων μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Στα πλαίσια αυτά προωθήθηκαν τα σχέδια για τη σύγκληση και τα θέματα της Πανορθόδοξης Συνόδου. Ακολούθησαν Διορθόδοξες Προπαρασκευαστικές Επιτροπές (1971-2011), Πανορθόδοξες Διασκέψεις (1976-2009) και εκφράστηκαν ποικιλοτρόπως διάφορες θέσεις και προτάσεις, από λαϊκούς και κληρικούς, για το έργο, τη θεματολογία και τον τρόπο προετοιμασίας της Συνόδου. Ευχή μας και προσευχή μας είναι να ξεπεραστούν κάθε είδους προσωπικές τάσεις και φιλοδοξίες, οι οποίες απάδουν προς τη φύση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η σύγκληση της ΑΜΣ στην Κρήτη, αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, την εκπλήρωση των πόθων πολλών γενεών Ορθοδόξων. Οι πόθοι αυτοί, πρώτα από όλα, αφορούν την έκφραση της ενότητας της Ορθοδοξίας και, δεύτερον, την κοινή ομολογία της αλήθειας της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Παρά τη μακροχρόνια διαδικασία, τις αιτίες της οποίας θα πρέπει να αναζητήσουμε, πρώτα από όλα, στις αντίξοες συνθήκες και την εμπερίστατη κατάσταση κάτω από τις οποίες έζησαν οι περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η Ορθοδοξία κατάφερε να ξεπεράσει πλήθος εμποδίων, τόσο αντικειμενικών, όσο και υποκειμενικών και να φτάσει στο πολυπόθητο αποτέλεσμα. Με τη βοήθεια της στιβαρής προεδρίας της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχου μας, ισχύει προφανώς το θεμελιώδες του συνοδικού λειτουργήματος (Πρ., 15:28), αυτό καθ’ εαυτό το συνοδικό γεγονός, που θα γεφυρώσει ένα μεγάλο συνοδικό κενό και θα αποκαταστήσει τη συνοδική ιερουργία του συνόλου της Ορθοδοξίας.
Αναμφισβήτητα, η Σύνοδος τον ερχόμενο Ιούνιο έχει ιστορική δυναμική, όχι μόνο για τους Ορθοδόξους πιστούς, αλλά και σε παγκόσμιο θρησκευτικό επίπεδο, καθώς θα σηματοδοτήσει τη συνέχιση της ενότητας της κοινωνίας μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών και θα δώσει απαντήσεις σε προκλήσεις, οι οποίες ακόμη και σήμερα δημιουργούν τεράστιες γεωπολιτικές εντάσεις.
Σε ότι αφορά τον τόπο μας, η σημασία της Συνόδου, ξεπερνά τα όρια των απλών τοπικών ετησίων ή άλλων ιστορικών εκδηλώσεων. Η Κρήτη καθιερώνεται πλέον ως τόπος υλοποίησης του μεγαλύτερου ιστορικού γεγονότος στον 21ο αιώνα και όχι μόνον. Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να καταγράψουμε στη συνείδησή μας και στην καρδιά μας το μέγεθος της ευθύνης που μας αναλογεί ως Κρητικούς, είτε κληρικούς, είτε λαϊκούς. Να συμβάλλουμε με όλες τις δυνάμεις μας συλλογικά και δημιουργικά, ευχόμενοι και προσευχόμενοι, κατά την περίοδο της προετοιμασίας και πρωτίστως τις ημέρες των εργασιών της, η όλη προσπάθεια, με την χάριν και ευλογία του Τριαδικού Θεού, να στεφθεί μόνο από επιτυχία.
*
* *
Τα όσα εισαγωγικώς ελέχθησαν σημαίνουν, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
1. Στο Προλογικό σημείωμα του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Μελίτωνος για την προπαρασκευή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, με τίτλο ΣΥΝΟΔΙΚΑ, μπορεί κανείς να επισημάνει δύο βασικούς παράγοντες αναφοράς της Συνόδου, προς την οποία οδεύει η Ορθοδοξία: το σώμα των επισκόπων και γενικότερα το πλήρωμα της Εκκλησίας από τη μια μεριά και τον κόσμον από την άλλη. Μιλώντας για την αναζήτηση του κέντρου της Συνόδου, ο Σεβασμιώτατος υπογραμμίζει τις δυσκολίες εντοπισμού του, τόσον επειδή παρήλθε χρόνος δώδεκα αιώνων από την Ζ΄ Οικουμενική σύνοδο, όσο και λόγω «των επελθουσών διαφόρων εκκλησιαστικών ανακατατάξεων και πνευματικών διαμορφώσεων, μάλιστα δε της επαναστατικής αλλαγής εις την θέσιν και τας πνευματικάς ανάγκας του συγχρόνου πιστού, εν μέσω ενός νέου, βαθύτατα εκκοσμικευμένου και τεχνοκρατούμενου κόσμου». Η Σύνοδος, λοιπόν, καλείται, «υπερβαίνουσα τον ιερέα και τον λευίτην, να κύψη και να εγκύψει μετά του Κυρίου της, εν τη μορφή Του του Σαμαρείτου, εις τον πληγωμένον σύγχρονον άνθρωπον, να επιδέσει το τραύμα του και να ακούσει το άγχος του». Η μνεία του Σαμαρείτη προσδιορίζει με σαφήνεια τη διάθεση, με την οποία οφείλει να πορευθεί η Εκκλησία διά της Συνόδου προς τον κόσμο. Διατυπώνεται μάλιστα στο τέλος η ελπίδα, πώς με την ευκαιρία της Συνόδου, η Εκκλησία και η θεολογία της, θα βρουν νέα κατηγορήματα εκφράσεως, αντιληπτά στο σύγχρονο άνθρωπο. Η αντίληψη όμως υπονοεί τη συναντίληψη από την πλευρά της Εκκλησίας και τη συνεπακόλουθη πρόθεση παραμυθίας του λαού του Θεού και του κόσμου.
Αποτέλεσμα όλων αυτών θα πρέπει να είναι η ανακαίνιση της συνοδικής θεολογίας, η οποία περιήλθε εις λήθην, τουλάχιστον στην συνείδηση των πιστών. Εφόσον η Σύνοδος εκφράζει την συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, η οποία συνείδηση διεμορφώνετο κατά την εποχήν των Μεγάλων Συνόδων, με τις συζητήσεις των επίμαχων θεμάτων, τα οποία συνετάρασαν και συνεκίνουν ολόκληρο την Εκκλησία και η νέα Σύνοδος δεν είναι δυνατόν και επιτρεπτό να λάβει χώρα στο περιθώριο του εκκλησιαστικού βίου. Αυτό θα σήμαινε και την αποξένωση από μια εκκλησιολογική αρχή, η οποία θεωρήθηκε ανέκαθεν ως ουσιώδες συστατικό της Συνόδου. Αλλά και πέραν τούτων, η Σύνοδος, ως το κατ’ εξοχήν γεγονός «εν τη συγχρόνω Ορθοδοξία», πρέπει να αξιοποιηθεί διδακτικώς, κηρυκτικώς και εν γένει ποιμαντικώς, ως μέσον και ευκαιρία για την αφύπνιση και αναθέρμανση της πίστης και του ζήλου των χριστιανών.
2.Η αποχή μας δεν πρέπει να είναι αποχή φόβου. Αι περισσότερες αντιρρήσεις οι οποίες προβάλλονται από εμάς τους ίδιους τους Ορθοδόξους για τας μετά των άλλων Εκκλησιών σχέσεις είναι αντιρρήσεις φόβου και ανησυχίας. Ότι δηλ. εκ της επαφής και συνεργασίας με τις άλλες Εκκλησίες είναι δυνατόν να προκύψει κάτι κακό για εμάς τους Ορθοδόξους είτε γιατί θα κινδυνεύσωμεν από τας αντιορθοδόξους διδασκαλίας των είτε γιατί, ως ασθενέστεροι εκείνων ποσοτικώς και οργανωτικώς θα υποστούμε την επίδραση και την «προπαγάνδα» των. Και είναι αληθές ότι το παρελθόν ενισχύει δυστυχώς όλους αυτούς τους φόβους μας. Σε απαντήσεις παρόμοιων ερωτημάτων ο μακαριστός Κισάμου και Σελίνου κυρός Ειρηναίος έλεγε τα εξής:
«Ημείς οι οποίοι πιστεύομεν και κηρύσσομεν μίαν θρησκείαν η οποία κατέρριψεν το “μεσότειχον” της αμαρτίας (Εφεσ. Β΄, 14,15) και συνεφιλίωσε το ανθρώπινο γένος μετά του Θεού, ημείς οι οποίοι παρελάβομεν ως υψίστην εντολή το “αγαπάτε αλλήλους” (Ιωάν. ΙΓ΄, 34), ημείς οι οποίοι καλούμεθα αδιακόπως εις ενότητα πίστεως και κατά το “ίνα πάντες έν ώσι” (Ιωάν. ΙΖ΄, 21) δεν είναι ορθόν να κινούμεθα από μικροψύχους και στενάς αντιλήψεις και εμμένοντες εις πείσματα και λάθη του παρελθόντος να εμποδίζωμεν το έργον και τα σχέδια της επί του κόσμου προνοίας και διακυβερνήσεως του Θεού.
Διατί οι Χριστιανοί οι οποίοι αποβαίνουν εν τη εποχή μας καθημερινώς και περισσότερον “μειονότης” έναντι των άλλων μεγάλων θρησκευμάτων του κόσμου, να παραμένουν “χωρισμένοι”, αλληλομισούμεοι και αλληλομαχούντες πολλάκις μεταξύ των.
Διατί οι Χριστιανοί οι οποίοι, όπως μαρτυρεί η Ιστορία πολλάκις πρώτοι εκείνοι έδωσαν με τας αντιθέσεις και τας διενέξεις των τη αφορμήν του διχασμού και της εχθρότητος των εν τω κόσμω λαών, διατί λέγομεν να μην σπεύσουν πρώτοι οι Χριστιανοί να δώσουν το “καλόν παράδειγμα” της εν τω κόσμω ενότητος και ειρήνης».
3.Τέλος πρέπει σήμερα να έχουμε το θάρρος και την ευφυΐα, να δούμε ψύχραιμα όσα συμβαίνουν στην αντίπερα όχθη. Επιτρέψατέ μου να υπενθυμίσω τους σκληρούς λόγους του Κυρίου: «Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, οτι κλείεται την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων˙ υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» (Ματθ., 23:13). Δεν έχω πρόθεση ούτε το δικαίωμα να τολμήσω οποιουσδήποτε συσχετισμούς. Διερωτώμαι όμως συχνά και διερωτώμαι και τώρα εξομολογητικά μπροστά στη σύναξη αυτή των πατέρων και των αδελφών: μήπως ανοίγει σήμερα ο Θεός εισόδους προς τη Βασιλεία Του, που μας αφήνουν εντελώς ανυποψίαστους; Μήπως κατεργάζεται τη μεταμόρφωση του κόσμου στο εργαστήρι του επιστήμονα και του τεχνολόγου και στο σκληρό αγώνα του στρατευμένου πολιτικού, την ώρα που εμείς μεριμνούμε και τυρβάζουμε περί πολλά; Και μήπως, αντί να κρίνουμε τον «κόσμο», είναι προτιμότερο, δηλαδή πιο σύμφωνο προς το παράδειγμα και το θέλημα του Κυρίου μας, να πλησιάσουμε τον «κόσμο» με κατανόηση και συμπάθεια και με διάθεση παρακλήσεως και παραμυθίας;
*
Κυρίες και Κύριοι, καθήκον της Εκκλησίας, είναι να παρακολουθεί άγρυπνα και σε κάθε βηματισμό την επικίνδυνη πορεία του ανθρώπου, αλλά και να περιφρουρεί τον θησαυρό της πίστεως, παραχωρώντας τη γνήσια ελευθερία που ταιριάζει στο σύγχρονο άνθρωπο. Είναι καιρός η Ορθόδοξη Εκκλησία να συμβάλει καθοριστικά στο χτίσιμο μιας νέας κοινωνίας, αλλά και να αξιώσουμε μία Εκκλησία χωρίς αδικαιολόγητους συντηρητισμούς, νεκρούς συμβολισμούς και πομπώδεις τελετουργίες. Μία Ορθοδοξία λιγότερο εθιμική και φολκλορική και περισσότερο συνειδητή. Μία Εκκλησία που θα εμπνέει τους νέους και θα έχει πρόταση ζωής, ώστε να μην αρκείται στην καθημερινή επιβίωση αντί για τη βίωση, χωρίς να γνωρίζουμε πλέον ούτε πώς να ζούμε, αλλά ούτε και πώς να πεθαίνουμε. Σε μια εποχή απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης, το καθήκον των θεολόγων για μια πιο συνειδητή μαρτυρία της εμπειρίας τους μέσα από τη σχέση τους με τον Θεό, προβάλλει περισσότερο επιτακτικό από ποτέ. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι δεν θα προσπαθήσουν να επιβάλλουν την αλήθεια τους, δεν θα κηρύξουν μια ρομαντική επιστροφή σε ένα δήθεν ιδανικό παρελθόν ούτε θα υπηρετήσουν ξεπερασμένες αξίες, αλλά θα γίνουν μια φωνή ελπίδας που θα αντιπαραθέσει στα σημερινά αδιέξοδα το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και θα αναζητήσει μια έντιμη διέξοδο ανάμεσα από τις παγίδες της απόλυτης ατομοκρατίας του. Γιατί αυτό που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έχει ανάγκη ο κόσμος σήμερα, είναι να ακουστεί μια νηφάλια και επιστημονικά τεκμηριωμένη θεολογική φωνή που θα αντιπαρατεθεί στις κραυγές και τον παραλογισμό που εκτοξεύονται καθημερινά.
Αυτό που προσδοκούμε από την Οικουμενική αυτή Σύναξη των Προκαθημένων, είναι να θέσει τις σταθερές βάσεις για την επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν τον άνθρωπο, να γκρεμίσει τα στερεότυπα δίνοντας π.χ. λόγο έκφρασης και δύναμη συμμετοχής στα εκκλησιαστικά δρώμενα στη γυναίκα, να θέσει τέρμα σε κάθε είδους φανατισμό, όπως τον αναδυόμενο εφιάλτη του φονταμενταλισμού, αλλά και να επαναφέρει στην πορεία της αληθινής ζωής τον άνθρωπο της εποχής μας. Αυτό που αναμένουμε από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι να σκύψει με αγάπη Χριστού πάνω στον σύγχρονο άνθρωπο και ν’ αφουγκραστεί τους καημούς και την αγωνία του. Να του δείξει τον δρόμο της αληθινής Ορθοδοξίας που –μέσα από την ορθοπραξία– θα τον βοηθήσει να ξαναβρεί και πάλι το χαμένο του πρόσωπο και να ολοκληρωθεί ως ύπαρξη αδιαίρετη μέσα από την εύρεση της χαμένης του αυτοσυνειδησίας.
ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
[…] Κατά τήν Σύναξιν, τά μέλη αὐτῆς, «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ» κατά τό ἀποστολικόν (Ἐφεσ. 4, 15), διεξήγαγον τάς ἐργασίας των ἐν πνεύματι ὁμονοίας καί κατανοήσεως. Οἱ Προκαθήμενοι ἐπεβεβαίωσαν τήν ἀπόφασιν αὐτῶν νά συγκληθῇ ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος. Αὕτη θά πραγματοποιηθῇ εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἀκαδημίαν τῆς Κρήτης ἀπό 16ης ἕως 27ης Ἰουνίου 2016. Ἐπί τῷ σκοπῷ τούτῳ οἱ Προκαθήμενοι ταπεινῶς ἐπικαλοῦνται τήν χάριν καί εὐλογίαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἐκζητοῦν τάς θερμάς προσευχάς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, κληρικῶν καί λαϊκῶν, κατά τήν περίοδον τήν ὁδηγοῦσαν πρός τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον καί κατά τήν διάρκειαν τῶν ἐργασιῶν αὐτῆς […]ΙΕΡΑ ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ
ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Σαμπεζύ, 21-28 Ἰανουαρίου 2016
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ
……………………………………………………………………………………………………….
Στο άκουσμα της ομoθύμου αποφάσεως για την επιλογή της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ) ως τόπου διεξαγωγής των εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μόνο σιωπή θα μπορούσε να ακολουθήσει. Ακούσαμε την απόφαση με έκσταση και δέος και τη δεχτήκαμε με ευγνωμοσύνη. Απροσδόκητες πάντα οι δωρεές του Θεού, αιφνιδιάζουν, συγκινούν και συγκλονίζουν.
Η απόφαση αυτή αποτελεί εξαιρετική τιμή για την Κρήτη και την ΟΑΚ, καθώς αποτελεί απόφαση ιστορική, η οποία συνοδεύεται και από μεγάλη ευθύνη εκ μέρους του συνόλου του σώματος της Εκκλησίας της Κρήτης.
……………………………………………………………………………………………………..
Η ΟΑΚ ετέθει από την πρώτη στιγμή στη διάθεση της Γραμματείας Προπαρασκευής, εντός των προγραμματισμένων δράσεων και δραστηριοτήτων της και σε συνεργασία με τον τότε Προϊστάμενο της Γραμματείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου Μητροπολίτη Τρανουπόλεως κ. Δαμασκηνό, διοργάνωσε σειρά ποικίλων θεολογικών συμποσίων (7 Ιουλίου 1973), συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στη θεματολογία της Συνόδου. Επίσης, σε συνεργασία με τον τότε Σύνδεσμο Κρητών Θεολόγων, πραγματοποιήθηκε Παγκρήτιο Συνέδριο, με θέμα: Η Σύνοδος σε σχέση με το πλήρωμα και τον κόσμο (20-23.8.1977), όπου συμμετείχαν θεολόγοι, κληρικοί και λαϊκοί και οι εκκλησιαστικές αρχές του τόπου. Και οι δύο αυτές ενέργειες αποτελούσαν μία έκφραση αγωνίας για την έκβαση όλης αυτής της προσπάθειας, η οποία άρχισε από το 1961, με σκοπό την ενότητα των Ορθοδόξων και κατά την οποία δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στις θετικές προοπτικές από την αποκατάσταση της συνοδικής ιερουργίας του συνόλου της Ορθοδοξίας. Έτσι, με τον τρόπο αυτό, αθόρυβα η Εκκλησία της Κρήτης συμμετείχε «σώματι και πνεύματι» στις προσυνοδικές εργασίες.
*
………………………………………………………………………………………………………
Σκέψεις για τις προοπτικές που ανοίγονται με το μεγαλύτερο ιστορικό εκκλησιαστικό γεγονός των τελευταίων 1.200 χρόνων, από την 7η Οικουμενική Σύνοδο μέχρι σήμερα. Και μόνον ότι θα συνέλθουν «επί τω αυτώ», με κοινή ομόφωνη απόφαση, οι Προκαθήμενοι και οι Επίσκοποι της Ορθοδοξίας, δίδοντας με τον τρόπο αυτό μία κοινή μαρτυρία, είναι ένα τεραστίων διαστάσεων βίωμα – έστω όχι της εμβέλειας που θέλουμε ή είχαν οραματιστεί πολλοί εκκλησιαστικοί ηγέτες στο παρελθόν.
Α. Προετοιμασίες
Εκείνο που πρέπει να πούμε εξαρχής είναι ότι υπάρχει άριστη συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση σε όλα τα επίπεδα. Δυσκολίες σίγουρα υπάρχουν, αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει και η πρόθεση επίλυσης των προβλημάτων. Κι αυτό μας χαροποιεί ιδιαίτερα και μας βοηθά ηθικά, ώστε να συνεχίσουμε. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να μνημονεύσουμε τις οδηγίες και τις παραινέσεις του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου μας, οι οποίες μας καθοδηγούν όλο αυτό το διάστημα, τη φροντίδα της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, την αδιάκοπη μέριμνα του τοπικού μας Επισκόπου και του κλήρου, αλλά και τη συνεχή συνεργατική επιθυμία και εμπιστοσύνη όλων όσων εμπλέκονται από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σίγουρα μάς ανησυχεί ο συντονισμός του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων, η άφιξη και η πρώτη εικόνα που θα δουν στο αεροδρόμιο, καθώς και η γενικότερη εικόνα κατά τη μετακίνησή τους. Μας ανησυχεί και η περίπτωση –κι αυτό δεν θα το επιτρέψουμε–, να εμπορευματοποιηθεί ένα τέτοιο γεγονός και γι’ αυτό θα πρέπει να το προστατέψουμε από κάθε κακόβουλη εκμετάλλευσή του. Δεν μπορώ να πω ότι η ανησυχία μου είναι μεγάλη στο θέμα της ασφάλειας –γνωρίζουν οι κρατικές αρχές το Πρωτόκολλο που πρέπει να τηρηθεί– και είμαι βέβαιος ότι γίνονται οι πρέπουσες δράσεις από τα αρμόδια Υπουργεία.
Λυπάμαι που, δυστυχώς, ποικίλα δημοσιεύματα, δίνουν μεγάλη έμφαση σε λανθασμένη πληροφόρηση! Η τοπική Επιτροπή υπό την Προεδρία του Σεβ. Μητρ. Κισάμου και Σελίνου κ. Αμφιλοχίου κάνει πολύ καλή εργασία προς την κατεύθυνση αυτή και η οργάνωση είναι άριστη. Δεν αμφιβάλλω ότι η βοήθεια της Παναγίας μας από την Ιερά Μονή Γωνιάς, η οποία «σκέπει και φρούρει» και την Ακαδημία και η Χάρις του Θεού, που οδήγησε την προσπάθεια αυτή των Εκκλησιών μέχρι εδώ, θα ευλογήσουν και το αίσιο τέλος της.
Σε ότι αφορά τα μέλη των Αντιπροσωπειών, αυτό έχει καθορισθεί επίσημα από τον Κανονισμό οργανώσεως και λειτουργίας «περί συγκρότησις της Συνόδου» και συγκεκριμένα από το Άρθρο 3. Μέλη της Συνόδου είναι οι οριζόμενοι εικοσιτέσσερις αρχιερείς ως εκπρόσωποι της κάθε Αντιπροσωπείας και θα συνοδεύονται από ειδικούς συμβούλους, κληρικούς, μοναχούς ή λαϊκούς, αλλά ο αριθμός αυτών δεν μπορεί κατά κανόνα να υπερβαίνει τα έξι μέλη. Καλούνται επίσης και τρία βοηθητικά στελέχη (stewards) εξ εκάστης αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτός είναι ο επίσημος αριθμός: 420 άτομα. Σε αυτόν τον αριθμό θα πρέπει να προστεθούν οι Παρατηρητές, οι οποίοι έχουν ορισθεί από τον ίδιο Κανονισμό και θα είναι μέλη άλλων χριστιανικών Εκκλησιών ή Ομολογιών, όπως επίσης και στελέχη άλλων χριστιανικών οργανώσεων και θα παρίστανται μόνο στην έναρξη και τη λήξη των εργασιών της Συνόδου, άνευ δικαιώματος λόγου ή ψήφου. Ταυτοχρόνως, ένας μεγάλος αριθμός διαπιστευμένων δημοσιογράφων από όλο τον κόσμο, θα βρίσκεται την περίοδο αυτή στην περιοχή και φυσικά πολλοί άλλοι επισκέπτες από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Καταλαβαίνει, λοιπόν, κανείς, ότι ο αριθμός των συμμετεχόντων –επισήμων και μη– είναι αρκετά μεγάλος και ξεπερνά τα 700 άτομα.
Το ουσιαστικό, όμως, πρόβλημα, βρίσκεται αλλού και επικεντρώνεται στην ευρύτερη κρίση της Κοινωνίας μας. Η σημερινή κρίση που διερχόμαστε, όπως και πολλά άλλα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά μας, υπάρχουν γιατί γίναμε λαός χωρίς μνήμη και συνείδηση, λησμονήσαμε την απέκδυση και υπέρβαση του «εγώ» μας, αδυνατώντας να κάνουμε την υπέρβαση της ατομικής μας ύπαρξης προς χάριν του «ὑπάρχειν ἐν κοινωνίᾳ». Υποκαθιστούμε την αλήθεια με τις εντυπώσεις. Η κρίση στην ουσία είναι παρακμή, διότι λησμονήσαμε τη συλλογικότητα, υποκαταστήσαμε τα νοήματα και τις ποιότητες της ζωής μας με τον καταναλωτισμό, ενώ πνευματικά αλλοτριωθήκαμε.
Όλα αυτά οδήγησαν σε μία διάσπαση της κοινωνίας μας, καθώς πολλοί έχουν απορροφηθεί από το ατομοκεντρικό πρότυπο ζωής και δεν είναι σε θέση να παλέψουν για την αλήθεια στη ζωή, η οποία εκ της παραδόσεώς μας πάντοτε προερχόταν από το «κοινωνείν». Κι αυτό, δυστυχώς, είναι χαρακτηριστικό και στους χώρους της Εκκλησίας με την υπερβολική χρήση των διαφόρων μέσων μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης που οδηγούν σε μία ιδιωτική θεολογία τρομοκρατικού τύπου. Φατριασμοί, μυστικοπάθειες, καχυποψίες, μεγάλα λόγια, υπερβολές, αποτελούν δίχως άλλο το λάδι στη μηχανή κάθε συστήματος που ενοχοποιεί τον απέναντι και φοβάται τον δίπλα.
Από την πρώτη στιγμή που δημοσιεύθηκε το επίσημο Ανακοινωθέν των Προκαθημένων, αντί να αγκαλιαστεί απ’ όλους η σημαντική αυτή είδηση, άρχισαν να κυκλοφορούν διάφορες ανυπόστατες εικασίες –σκοπίμως κατασκευασμένες που, όμως, εύκολα καταρρίπτονται, διότι στερούνται οποιασδήποτε αλήθειας, ίσως και σοβαρότητας– και κάποιες φήμες οι οποίες στην ουσία προκαλούνται από βαθύτερες αιτίες.
Αναφέρομαι είτε στα ποικίλα φυλλάδια που κυκλοφορούν όσο και σε δημοσιεύματα που έχουν να κάνουν με τα οικονομικά θέματα. Για το πρώτο ακολουθούν οι ενδιαφέρουσες εισηγήσεις, για το δεύτερο το συνολικό οικονομικό κόστος, δεν έχει καμία σχέση με τα αστρονομικά ποσά που ακούγονται από ορισμένους κύκλους. Εξ’ άλλου, είναι ένα οικονομικό μέγεθος που δεν θα επιβαρύνει καν τον Προϋπολογισμό του Κράτους, αλλά θα καλυφθεί από το κοινό ταμείο που θα δημιουργηθεί για «την κάλυψιν των δαπανών της Συνόδου», αλλά και από τις ίδιες τις Εκκλησίες (Βλ. Ανακοινωθέν της Σύναξις των Προκαθημένων, Σαμπεζύ, 21-28 Ιανουαρίου 2016).
Όμως, δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Όλη τούτη η εσκεμμένη παραπληροφόρηση στην ουσία στερείται ορθοδόξου ήθους, στρέφεται κατά της ίδιας της Εκκλησίας και φανερώνει τη μικρόψυχη λογική κάποιων ανθρώπων, που αρνούνται να παραδεχτούν την αλήθεια, όπως ορθώς επισημάνθηκε στο πρόσφατο Ανακοινωθέν της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και η υποκρισία της σημερινής εποχής μας, καθώς κατά καιρούς φωνασκεί –αδυνατώντας ν’ αρθρώσει λόγο αληθείας– η θλιβερή μειοψηφία, που αποτελεί ανοιχτή πληγή στο Σώμα της Εκκλησίας και με το πρόσχημα της προάσπισης της Ορθοδοξίας προσπαθεί να χτυπήσει ότι είναι αληθινά ορθόδοξο. Η ανορθόδοξη αυτή πρακτική, μου θυμίζει τα λόγια του μεγάλου μας ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, ο οποίος θα έλεγε πως οι άνθρωποι αυτοί είναι «πλήρεις του εαυτού τους. Αδυνατίζει η πίστη, δυναμώνει η Εκκλησία, δυναμώνει η Εκκλησία, αδυνατίζει ο Χριστός. Εδώ το θαύμα εκεί το θέαμα». Μας νίκησε το θέαμα και μείναμε γυμνοί από συγχώρηση, γυμνοί από αγάπη. Αλλά, καθώς παρατηρεί ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, με το να κλείσεις όλους τους άλλους σε τρελοκομείο δεν αποδεικνύεις πως εσύ είσαι έξυπνος!
Β. Προοπτικές
Η ενότης της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι το κεντρικό μέλημα όλων μας. Αυτή άρχισε να εκφράζεται ως ζωντανή επιθυμία των Ορθοδόξων μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και συγκεκριμένα το 1960. Τα τέσσερα Πανορθόδοξα Συνέδρια της Ρόδου, του Βελιγραδίου και του Σαμπεζύ (1961-1968) αποτελούν την απαρχή μιας εκκλησιαστικής περιόδου εντατικών σχέσεων μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Στα πλαίσια αυτά προωθήθηκαν τα σχέδια για τη σύγκληση και τα θέματα της Πανορθόδοξης Συνόδου. Ακολούθησαν Διορθόδοξες Προπαρασκευαστικές Επιτροπές (1971-2011), Πανορθόδοξες Διασκέψεις (1976-2009) και εκφράστηκαν ποικιλοτρόπως διάφορες θέσεις και προτάσεις, από λαϊκούς και κληρικούς, για το έργο, τη θεματολογία και τον τρόπο προετοιμασίας της Συνόδου. Ευχή μας και προσευχή μας είναι να ξεπεραστούν κάθε είδους προσωπικές τάσεις και φιλοδοξίες, οι οποίες απάδουν προς τη φύση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η σύγκληση της ΑΜΣ στην Κρήτη, αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, την εκπλήρωση των πόθων πολλών γενεών Ορθοδόξων. Οι πόθοι αυτοί, πρώτα από όλα, αφορούν την έκφραση της ενότητας της Ορθοδοξίας και, δεύτερον, την κοινή ομολογία της αλήθειας της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Παρά τη μακροχρόνια διαδικασία, τις αιτίες της οποίας θα πρέπει να αναζητήσουμε, πρώτα από όλα, στις αντίξοες συνθήκες και την εμπερίστατη κατάσταση κάτω από τις οποίες έζησαν οι περισσότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, η Ορθοδοξία κατάφερε να ξεπεράσει πλήθος εμποδίων, τόσο αντικειμενικών, όσο και υποκειμενικών και να φτάσει στο πολυπόθητο αποτέλεσμα. Με τη βοήθεια της στιβαρής προεδρίας της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχου μας, ισχύει προφανώς το θεμελιώδες του συνοδικού λειτουργήματος (Πρ., 15:28), αυτό καθ’ εαυτό το συνοδικό γεγονός, που θα γεφυρώσει ένα μεγάλο συνοδικό κενό και θα αποκαταστήσει τη συνοδική ιερουργία του συνόλου της Ορθοδοξίας.
Αναμφισβήτητα, η Σύνοδος τον ερχόμενο Ιούνιο έχει ιστορική δυναμική, όχι μόνο για τους Ορθοδόξους πιστούς, αλλά και σε παγκόσμιο θρησκευτικό επίπεδο, καθώς θα σηματοδοτήσει τη συνέχιση της ενότητας της κοινωνίας μεταξύ των Ορθοδόξων Εκκλησιών και θα δώσει απαντήσεις σε προκλήσεις, οι οποίες ακόμη και σήμερα δημιουργούν τεράστιες γεωπολιτικές εντάσεις.
Σε ότι αφορά τον τόπο μας, η σημασία της Συνόδου, ξεπερνά τα όρια των απλών τοπικών ετησίων ή άλλων ιστορικών εκδηλώσεων. Η Κρήτη καθιερώνεται πλέον ως τόπος υλοποίησης του μεγαλύτερου ιστορικού γεγονότος στον 21ο αιώνα και όχι μόνον. Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να καταγράψουμε στη συνείδησή μας και στην καρδιά μας το μέγεθος της ευθύνης που μας αναλογεί ως Κρητικούς, είτε κληρικούς, είτε λαϊκούς. Να συμβάλλουμε με όλες τις δυνάμεις μας συλλογικά και δημιουργικά, ευχόμενοι και προσευχόμενοι, κατά την περίοδο της προετοιμασίας και πρωτίστως τις ημέρες των εργασιών της, η όλη προσπάθεια, με την χάριν και ευλογία του Τριαδικού Θεού, να στεφθεί μόνο από επιτυχία.
*
* *
Τα όσα εισαγωγικώς ελέχθησαν σημαίνουν, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
1. Στο Προλογικό σημείωμα του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Μελίτωνος για την προπαρασκευή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, με τίτλο ΣΥΝΟΔΙΚΑ, μπορεί κανείς να επισημάνει δύο βασικούς παράγοντες αναφοράς της Συνόδου, προς την οποία οδεύει η Ορθοδοξία: το σώμα των επισκόπων και γενικότερα το πλήρωμα της Εκκλησίας από τη μια μεριά και τον κόσμον από την άλλη. Μιλώντας για την αναζήτηση του κέντρου της Συνόδου, ο Σεβασμιώτατος υπογραμμίζει τις δυσκολίες εντοπισμού του, τόσον επειδή παρήλθε χρόνος δώδεκα αιώνων από την Ζ΄ Οικουμενική σύνοδο, όσο και λόγω «των επελθουσών διαφόρων εκκλησιαστικών ανακατατάξεων και πνευματικών διαμορφώσεων, μάλιστα δε της επαναστατικής αλλαγής εις την θέσιν και τας πνευματικάς ανάγκας του συγχρόνου πιστού, εν μέσω ενός νέου, βαθύτατα εκκοσμικευμένου και τεχνοκρατούμενου κόσμου». Η Σύνοδος, λοιπόν, καλείται, «υπερβαίνουσα τον ιερέα και τον λευίτην, να κύψη και να εγκύψει μετά του Κυρίου της, εν τη μορφή Του του Σαμαρείτου, εις τον πληγωμένον σύγχρονον άνθρωπον, να επιδέσει το τραύμα του και να ακούσει το άγχος του». Η μνεία του Σαμαρείτη προσδιορίζει με σαφήνεια τη διάθεση, με την οποία οφείλει να πορευθεί η Εκκλησία διά της Συνόδου προς τον κόσμο. Διατυπώνεται μάλιστα στο τέλος η ελπίδα, πώς με την ευκαιρία της Συνόδου, η Εκκλησία και η θεολογία της, θα βρουν νέα κατηγορήματα εκφράσεως, αντιληπτά στο σύγχρονο άνθρωπο. Η αντίληψη όμως υπονοεί τη συναντίληψη από την πλευρά της Εκκλησίας και τη συνεπακόλουθη πρόθεση παραμυθίας του λαού του Θεού και του κόσμου.
Αποτέλεσμα όλων αυτών θα πρέπει να είναι η ανακαίνιση της συνοδικής θεολογίας, η οποία περιήλθε εις λήθην, τουλάχιστον στην συνείδηση των πιστών. Εφόσον η Σύνοδος εκφράζει την συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, η οποία συνείδηση διεμορφώνετο κατά την εποχήν των Μεγάλων Συνόδων, με τις συζητήσεις των επίμαχων θεμάτων, τα οποία συνετάρασαν και συνεκίνουν ολόκληρο την Εκκλησία και η νέα Σύνοδος δεν είναι δυνατόν και επιτρεπτό να λάβει χώρα στο περιθώριο του εκκλησιαστικού βίου. Αυτό θα σήμαινε και την αποξένωση από μια εκκλησιολογική αρχή, η οποία θεωρήθηκε ανέκαθεν ως ουσιώδες συστατικό της Συνόδου. Αλλά και πέραν τούτων, η Σύνοδος, ως το κατ’ εξοχήν γεγονός «εν τη συγχρόνω Ορθοδοξία», πρέπει να αξιοποιηθεί διδακτικώς, κηρυκτικώς και εν γένει ποιμαντικώς, ως μέσον και ευκαιρία για την αφύπνιση και αναθέρμανση της πίστης και του ζήλου των χριστιανών.
2.Η αποχή μας δεν πρέπει να είναι αποχή φόβου. Αι περισσότερες αντιρρήσεις οι οποίες προβάλλονται από εμάς τους ίδιους τους Ορθοδόξους για τας μετά των άλλων Εκκλησιών σχέσεις είναι αντιρρήσεις φόβου και ανησυχίας. Ότι δηλ. εκ της επαφής και συνεργασίας με τις άλλες Εκκλησίες είναι δυνατόν να προκύψει κάτι κακό για εμάς τους Ορθοδόξους είτε γιατί θα κινδυνεύσωμεν από τας αντιορθοδόξους διδασκαλίας των είτε γιατί, ως ασθενέστεροι εκείνων ποσοτικώς και οργανωτικώς θα υποστούμε την επίδραση και την «προπαγάνδα» των. Και είναι αληθές ότι το παρελθόν ενισχύει δυστυχώς όλους αυτούς τους φόβους μας. Σε απαντήσεις παρόμοιων ερωτημάτων ο μακαριστός Κισάμου και Σελίνου κυρός Ειρηναίος έλεγε τα εξής:
«Ημείς οι οποίοι πιστεύομεν και κηρύσσομεν μίαν θρησκείαν η οποία κατέρριψεν το “μεσότειχον” της αμαρτίας (Εφεσ. Β΄, 14,15) και συνεφιλίωσε το ανθρώπινο γένος μετά του Θεού, ημείς οι οποίοι παρελάβομεν ως υψίστην εντολή το “αγαπάτε αλλήλους” (Ιωάν. ΙΓ΄, 34), ημείς οι οποίοι καλούμεθα αδιακόπως εις ενότητα πίστεως και κατά το “ίνα πάντες έν ώσι” (Ιωάν. ΙΖ΄, 21) δεν είναι ορθόν να κινούμεθα από μικροψύχους και στενάς αντιλήψεις και εμμένοντες εις πείσματα και λάθη του παρελθόντος να εμποδίζωμεν το έργον και τα σχέδια της επί του κόσμου προνοίας και διακυβερνήσεως του Θεού.
Διατί οι Χριστιανοί οι οποίοι αποβαίνουν εν τη εποχή μας καθημερινώς και περισσότερον “μειονότης” έναντι των άλλων μεγάλων θρησκευμάτων του κόσμου, να παραμένουν “χωρισμένοι”, αλληλομισούμεοι και αλληλομαχούντες πολλάκις μεταξύ των.
Διατί οι Χριστιανοί οι οποίοι, όπως μαρτυρεί η Ιστορία πολλάκις πρώτοι εκείνοι έδωσαν με τας αντιθέσεις και τας διενέξεις των τη αφορμήν του διχασμού και της εχθρότητος των εν τω κόσμω λαών, διατί λέγομεν να μην σπεύσουν πρώτοι οι Χριστιανοί να δώσουν το “καλόν παράδειγμα” της εν τω κόσμω ενότητος και ειρήνης».
3.Τέλος πρέπει σήμερα να έχουμε το θάρρος και την ευφυΐα, να δούμε ψύχραιμα όσα συμβαίνουν στην αντίπερα όχθη. Επιτρέψατέ μου να υπενθυμίσω τους σκληρούς λόγους του Κυρίου: «Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, οτι κλείεται την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων˙ υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» (Ματθ., 23:13). Δεν έχω πρόθεση ούτε το δικαίωμα να τολμήσω οποιουσδήποτε συσχετισμούς. Διερωτώμαι όμως συχνά και διερωτώμαι και τώρα εξομολογητικά μπροστά στη σύναξη αυτή των πατέρων και των αδελφών: μήπως ανοίγει σήμερα ο Θεός εισόδους προς τη Βασιλεία Του, που μας αφήνουν εντελώς ανυποψίαστους; Μήπως κατεργάζεται τη μεταμόρφωση του κόσμου στο εργαστήρι του επιστήμονα και του τεχνολόγου και στο σκληρό αγώνα του στρατευμένου πολιτικού, την ώρα που εμείς μεριμνούμε και τυρβάζουμε περί πολλά; Και μήπως, αντί να κρίνουμε τον «κόσμο», είναι προτιμότερο, δηλαδή πιο σύμφωνο προς το παράδειγμα και το θέλημα του Κυρίου μας, να πλησιάσουμε τον «κόσμο» με κατανόηση και συμπάθεια και με διάθεση παρακλήσεως και παραμυθίας;
*
Κυρίες και Κύριοι, καθήκον της Εκκλησίας, είναι να παρακολουθεί άγρυπνα και σε κάθε βηματισμό την επικίνδυνη πορεία του ανθρώπου, αλλά και να περιφρουρεί τον θησαυρό της πίστεως, παραχωρώντας τη γνήσια ελευθερία που ταιριάζει στο σύγχρονο άνθρωπο. Είναι καιρός η Ορθόδοξη Εκκλησία να συμβάλει καθοριστικά στο χτίσιμο μιας νέας κοινωνίας, αλλά και να αξιώσουμε μία Εκκλησία χωρίς αδικαιολόγητους συντηρητισμούς, νεκρούς συμβολισμούς και πομπώδεις τελετουργίες. Μία Ορθοδοξία λιγότερο εθιμική και φολκλορική και περισσότερο συνειδητή. Μία Εκκλησία που θα εμπνέει τους νέους και θα έχει πρόταση ζωής, ώστε να μην αρκείται στην καθημερινή επιβίωση αντί για τη βίωση, χωρίς να γνωρίζουμε πλέον ούτε πώς να ζούμε, αλλά ούτε και πώς να πεθαίνουμε. Σε μια εποχή απόλυτου αποπροσανατολισμού και πνευματικής αποχαύνωσης, το καθήκον των θεολόγων για μια πιο συνειδητή μαρτυρία της εμπειρίας τους μέσα από τη σχέση τους με τον Θεό, προβάλλει περισσότερο επιτακτικό από ποτέ. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι δεν θα προσπαθήσουν να επιβάλλουν την αλήθεια τους, δεν θα κηρύξουν μια ρομαντική επιστροφή σε ένα δήθεν ιδανικό παρελθόν ούτε θα υπηρετήσουν ξεπερασμένες αξίες, αλλά θα γίνουν μια φωνή ελπίδας που θα αντιπαραθέσει στα σημερινά αδιέξοδα το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς αποκλεισμούς και θα αναζητήσει μια έντιμη διέξοδο ανάμεσα από τις παγίδες της απόλυτης ατομοκρατίας του. Γιατί αυτό που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έχει ανάγκη ο κόσμος σήμερα, είναι να ακουστεί μια νηφάλια και επιστημονικά τεκμηριωμένη θεολογική φωνή που θα αντιπαρατεθεί στις κραυγές και τον παραλογισμό που εκτοξεύονται καθημερινά.
Αυτό που προσδοκούμε από την Οικουμενική αυτή Σύναξη των Προκαθημένων, είναι να θέσει τις σταθερές βάσεις για την επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν τον άνθρωπο, να γκρεμίσει τα στερεότυπα δίνοντας π.χ. λόγο έκφρασης και δύναμη συμμετοχής στα εκκλησιαστικά δρώμενα στη γυναίκα, να θέσει τέρμα σε κάθε είδους φανατισμό, όπως τον αναδυόμενο εφιάλτη του φονταμενταλισμού, αλλά και να επαναφέρει στην πορεία της αληθινής ζωής τον άνθρωπο της εποχής μας. Αυτό που αναμένουμε από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι να σκύψει με αγάπη Χριστού πάνω στον σύγχρονο άνθρωπο και ν’ αφουγκραστεί τους καημούς και την αγωνία του. Να του δείξει τον δρόμο της αληθινής Ορθοδοξίας που –μέσα από την ορθοπραξία– θα τον βοηθήσει να ξαναβρεί και πάλι το χαμένο του πρόσωπο και να ολοκληρωθεί ως ύπαρξη αδιαίρετη μέσα από την εύρεση της χαμένης του αυτοσυνειδησίας.