Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΥ


Αγαθαγγέλου, Επισκόπου Φαναρίου


Μέσα ἀπό τίς ἀλληλοσυγκρουόμενες καταστάσεις τῆς πολιτικῆς ἐπιδιώκεται ἡ μεταχείριση τῆς θρησκείας γιά τή στήριξη προσωπικῶν, ἐθνικιστικῶν, φυλετικῶν, διεθνῶν στρατηγικῶν καί ἄλλων συμφερόντων. Δυστυχῶς, οἱ θρησκεῖες ὄχι μόνον ὑποκύπτουν, πολλές φορές, στούς ἀθεμίτους σχεδιασμούς τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς, ἀλλά ἐξαρτοῦν καί θεωροῦν τήν πολιτική προοπτική ἑνος τόπου κάτω ἀπό μία συγκεκριμένη ἑρμηνεία τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν.
Αὐτή ἡ σχέση Φονταμενταλισμοῦ καί πολιτικῆς γίνεται πιό ἔκδηλη στήν περίπτωση τῶν χωρῶν ἐκείνων πού, ἀφ' ἑνός μέν ἔζησαν τήν ὀδυνηρή ἐμπειρία τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀποικιοκρατίας και τήν οἰκονομική εἰσβολή τῆς Δύσεως καί, ἀφ' ἑτέρου ἀντιμετώπισαν τά φλέγοντα προβλήματα (οἰκονομικά, κοινωνικά καί ταυτότητας) πού προέκυψαν στήν μετα-αποικιακή καί σύγχρονη ἐποχή καί ἐμπόδισαν τήν δυνατότητα ἐξέλιξης καί ἀνάπτυξης μιᾶς πολιτικῆς ἰδεολογίας πού θά ἐκφράζει καί θά ἀγκαλιάζει ὅλες τίς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου καί θά συμβάλει στήν λύτρωση ἀπό τήν πόλωση ἀνάμεσα στό πρόσωπο καί τήν ἱστορία.
Κρίνεται ὡς τραγικό τό γεγονός ὅτι οἱ Φονταμενταλιστές, μέσα ἀπό τή συνύπαρξη μιᾶς φονταμενταλιστικῆς καί θρησκευτικῆς πραγματικότητας, παρά τήν ἔντονη διακήρυξή τους περί ἐμμονῆς καί προσήλωσης στά παλαιά σχήματα, δέν ἔχουν καμμιά δυσκολία στό νά υἱοθετήσουν πράξεις καί μεθόδους (πολιτικές, οἰκονομικές, ὀργανωτικές) δανεισμένες ἀπό τό "ἐχθρικό" στρατόπεδο, προκειμένου νά καλλιεργήσουν τόν φανατισμό, τή μισαλλοδοξία, τόν ἀνταγωνισμό, τήν κατοχή καί ἀναίρεση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τή θρησκευτική ἀνελευθερία.
Μία, λοιπόν, ἀπό τίς σημαντικότερες προκλήσεις σέ πανανθρώπινο ἐπίπεδο εἶναι ἡ ὑπέρβαση τοῦ Φονταμενταλισμοῦ. Ἡ προσπάθεια γιά τήν ὑπέρβαση τοῦ Φονταμενταλισμοῦ χρειάζεται νά εἶναι πολύπλευρη. Οἱ ἀρνητικές συνέπειες τῶν πράξεων καί τῶν παραλείψεων (συνειδητῶν ἤ μή) τοῦ παρελθόντος πρέπει νά ἀποτελέσουν ἀφετηρία καί ἀφορμή εἰλικρινοῦς αὐτοκριτικῆς διαθέσεως, κατανοήσεως καί ἀλληλογνωριμίας.
Ὀφείλουμε νά λάβουμε σοβαρά ὑπ' ὄψη ὅτι οἱ Φονταμενταλιστές κατ' οὐσίαν ὄχι μόνον ἀρνοῦνται τήν προσπάθεια γιά τήν ὑπέρβαση τοῦ φαινομένου, χρησιμοποιοῦν θεσμικούς μοχλούς τῆς κρατικῆς ἐξουσίας ἤ χρησιμοποιοῦνται ἀπό αὐτούς, διαιροῦν τίς Θρησκεῖες καί τίς Ἐκκλησίες, ἀντιτάσσουν, ἀπολυτοποιοῦν καί ἐπιτίθενται, συγχέουν καί ταυτίζουν τήν πίστη καί τίς ἐκφράσεις της, ἀπονεκρώνουν τάν παράδοση, ἀλλά πάνω ἀπό ὅλα ὑποδουλώνουν τήν ἐλευθερία τῆς συνείδησης καί καταρρακώνουν, μέ ἕνα ὁλοκληρωτικό τρόπο, τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ἀφοῦ ὁ Φονταμενταλισμός στερεῖται ὀντολογίας καί διακρίνεται γιά τή δεοντολογία καί τήν ἠθικολογία.
Ἡ χρήση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς μπορεῖ νά βοηθήσει, κατά πρῶτον, στήν ἀπεμπόληση νοσηρῶν στοιχείων, τά ὁποῖα καθιστοῦν τήν ἐπικοινωνία μεταξύ τῶν ἀνθρώπων μέ διαφορετικές πεποιθήσεις δύσκολη. Ὡστόσο μοναδικός δρόμος γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό εἶναι ὁ διάλογος, ἡ προσέγγιση ἀλλήλων, ἡ κατανόηση μεταξύ τῶν θρησκειῶν καί τοῦ κόσμου, ὥστε νά ὑπάρχουν προοπτικές συνεργασίας, εἰρηνικῆς συνύπαρξης καί κοινῆς μαρτυρίας γιά πανανθρώπινα ἀγωνιώδη αἰτήματα καί ἀναζητήσεις (ἐλευθερία, δικαιοσύνη, ἀλληλεγγύη κ.ἄ. ). Ἀπαραίτητες προϋποθέσεις αὐτοῦ τοῦ διαλόγου εἶναι ἡ ἀμοιβαία ἀναγνώριση τῆς ἰσοτιμίας, τοῦ δικαιώματος στήν ἑτερότητα, ὅπως αὐτή πηγάζει ἀπό τίς θρησκευτικές, πολιτισμικές καί ἐθνικές πραδόσεις, ὁ ἀλληλοσεβασμός, ἡ εἰλικρινής συμμετοχή καί διάθεση γιά τήν εἰρηνική συνύπαρξη.
Δυστυχῶς, οἱ σχέσεις τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, παρά τίς προσπάθειές τους γιά μία εἰλικρινῆ σχέση ἀλληλογνωριμίας καί ἀλληλοσεβασμοῦ, φαίνεται νά διέρχωνται κρίση. Ὑπάρχει μιά ἔνταση στίς οἰκουμενικές σχέσεις καί αὐτό ὀφείλεται ὄχι μόνο στίς αὐξημένες ἀπαιτήσεις, ἀλλά καί σέ ἐμφανιζόμενα ἴχνη τοῦ Φονταμενταλισμοῦ. Αὐτό ἀπαιτεῖ συνεχή προσπάθεια καί ὡρίμανση τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου. Οἱ Ἐκκλησίες καλοῦνται νά ἐργασθοῦν μέ ἐντιμότητα καί εἰλικρίνεια γιά τήν ὑπέρβαση πολιτικῶν ἤ παραπολιτικῶν καταστάσεων, τῶν προσηλυτιστικῶν διαθέσεων τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ. Ἡ οἰκουμενικότητα δέν καταλύει, ἀλλά διατηρεῖ τήν ταυτότητα τῶν λαῶν· ἡ ἀμοιβαία γνωριμία δέν ὁδηγεῖ σέ θρησκευτικό συγκρητισμό, ἀλλά σέ σεβασμό καί ἕνα πλουραλισμό, γιά τόν ὁποῖο θά πρέπει νά ὑπάρχει κάποιο μέτρο κρίσης καί ἀξιολόγησης.
Στήν καλλιέργεια τοῦ διαλόγου καί τῶν προσπαθειῶν γιά τήν ὑπέρβαση τοῦ Φονταμενταλισμοῦ σημαντικό ρόλο μπορεῖ νά παίξει καί ἡ πολιτική τῶν κρατῶν, ὅταν ἀκριβῶς ἐπιτρέπει καί ἀναγνωρίζει σέ κάθε θρησκευτική κοινότητα τό δικαίωμα νά ζήσει σύμφωνα μέ τίς δικές της παραδόσεις, σεβομένη τόν συνάνθρωπο καί τούς νόμους τοῦ κράτους. Γιά τόν λόγο αὐτό, ἡ Πολιτεία ὀφείλει νά προστατεύει ἐνεργά τό ἀτομικό δικαίωμα τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως στά πλαίσια τῆς ἀρχῆς τῆς ἀνεξιθρησκείας, πού ἀποτελεῖ πανανθρώπινο ὅραμα.
Γνωρίζουμε ὅτι οἱ σχέσεις θρησκείας καί πολιτικῆς εἶναι ἀναπόφευκτες στήν ἱστορία τῶν λαῶν, ἀλλά οἱ Ἐκκλησίες καί τά ἄλλα θρησκεύματα (οἱ ἐνδιαφερόμενες πλευρές), ὀφείλουν νά ἔχουν καθαρή συνείδηση γιά τήν σχέση τους μέ τό Κράτος καί τήν Πολιτική, νά τήν ἐπανακαθορίσουν ἤ νά τήν ἐπανεκτιμήσουν. Δέν πρέπει οἱ θρησκεῖες νά ὑποτάσσωνται στίς πολιτικές ἐπιδιώξεις καί σκοπιμότητες ἤ νά χρησιμοποιοῦν ὁποιαδήποτε θεσμική - πολιτική παρέμβαση γιά μία ἀθέμιτη καί βίαιη ἐπιβολή τῆς πίστεώς τους. Ἴσως μία κοινή τοποθέτηση καί ἕνα κοινό κείμενο τῶν θρησκευτικῶν ἡγετῶν (τό ὁποῖο θά καθορίζη ἀρχές καί πλαίσια) νά ἀποτελοῦσε ἕνα πολύ σημαντικό βῆμα.
Ὅσον ἀφορᾶ στόν διάλογο μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Ἰσλάμ, θεωροῦμε ὅτι, παρά τά πολλά σημεῖα διαφοροποιήσεως, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπιθυμεῖ μία εἰρηνική συνύπαρξη μέ τόν ἰσλαμικό κόσμο καί ἡ διάθεσή της αὐτή πηγάζει ἀπό κοινές ἱστορικές ἐμπειρίες. Ὁ διάλογος αὐτός ἀφορᾶ στήν ἀντιμετώπιση ὅλων τῶν θεμάτων πού ἔχουν ἄμεση σχέση μέ τά κοινά ἀνθρώπινα δικαιώματα. Ἡ ἐκδήλωση ἑνός ἀπομονωτισμοῦ ἐκ μέρους τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου καί τῶν Ἐκκλησιῶν ἔναντι τοῦ Ἰσλάμ θά καλλιεργήσει τό ἔδαφος γιά τήν ἀνάπτυξη ἑνός Φονταμενταλισμοῦ στό βαθμό πού, μεταξύ ἄλλων, ὄχι μόνο θά ἀποθαρρύνει κάθε διάθεση γιά προσέγγιση τῶν ἐνδιαφερομένων μερῶν ἀλλά θά ὀξύνει τίς ἀντιπαραθέσεις καί θά καλλιεργήσει τήν ἐχθρότητα.
Ἡ οἰκουμενικότητα γιά τήν Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ὅρος ἐδαφικός, ἀλλά ἡ κατάλυση τῶν ἀνθρωπίνων φραγμῶν στήν Καινή Κτίση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος σαρκοῦται, ὑποφέρει καί ἀνίσταται γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, μᾶς καλεῖ νά διαλεχθοῦμε - ὄχι γιά νά ἀναιρέσουμε ἤ νά ἀρνηθοῦμε, - ἀλλά γιά νά ὑπερβοῦμε τό φαινόμενο τοῦ Φονταμενταλισμοῦ. Δυστυχῶς, ἡ οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας τρομάζει τίς ἀσθενικές συνειδήσεις τῶν Φονταμενταλιστῶν, οἱ ὁποῖοι δέν μποροῦν νά ἑρμηνεύσουν τά μηνύματα τῶν γεγονότων, παρ' ὅλα τά συγκλονιστικά δεδομένα καί νά δοῦν ὅτι τό μόνο ἀντίδοτο στήν κρίση τῶν καιρῶν δέν εἶναι ὁ Φονταμενταλισμός καί οἱ παθολογικές του ἐκφράσεις, ἀλλά ἡ οἰκουμενικότητα καί ὁ διάλογος. Ἡ εὐχαριστιακή ἀναφορά τῆς Ἐκκλησίας μας προσφέρει τόν Χριστό, Αὐτόν πού σαρκώθηκε καί προσέλαβε στήν ὑπόστασή Του ὅλον τόν κόσμο καί ἡ μετοχή στό Σταυρό καί τήν Ἀνάστασή Του ἀποτελεῖ τήν οὐσιαστική πράξη γιά τήν ὑπέρβαση τοῦ Φονταμενταλισμοῦ. Ἐν τέλει, ἐάν ἡ πρόσδεσή μας στήν παράδοση δέν πάψει νά εἶναι αὐτοδικαιωτική παρελθοντολογία καί ἡ παράδοση δέν γίνει ὁ φορέας τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος, φωτίζοντας τό παρόν μέ τά ἐσχατολογικά φῶτα τοῦ μέλλοντος, τότε αὐτή ἡ παράδοση θά ἀντιγράψει, θά "κοπιάρει" μέ πνεῦμα νεκρότητος στοιχεῖα τοῦ παρελθόντος καί ἡ καρδιά μας θά ἀδυνατεῖ νά σχηματίσει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί τήν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου (ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καί στόν αἰσθητικό φονταμενταλισμό) καί νά διαλεχθεῖ μαζί τους. Αὐτή εἶναι πλέον καί ἡ μεγάλη εὐθύνη τῆς Χριστιανικῆς Εὐρώπης.