Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2023

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ EΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ


 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Θεολόγου,

25 Ἰανουαρίου 2019

(Αριθμ. 65)

Α. 1. Η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου τιμάται σε μία σημαντική περίοδο του εορτολογίου της Εκκλησίας μαζί με μία σειρά εγκρίτων Πατέρων και ασκητών και Μαρτύρων της Εκκλησίας της περιόδου των Οικουμενικών Συνόδων, οι οποίοι ερμήνευσαν τη βαπτισματική ομολογία στον Τριαδικό Θεό και την ένσαρκη οικονομία του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός, με συμμετοχή στις Οικουμενικές Συνόδους, ή με ερμηνευτική χρήση των υπομνημάτων τους από τη συνοδική πράξη της Εκκλησίας. Μεταξύ αυτών ο Άγιος Γρηγόριος είναι ο μόνος που φέρει το όνομα Θεολόγος. Είναι ένα επιθετικό ουσιαστικό, αφού μόνο τρεις Άγιοι της Εκκλησίας φέρουν αυτό το προσωνύμιο, ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, του οποίου το Ευαγγέλιο ονομάζεται και θεολογικό Ευαγγέλιο, που διαβάζεται από το βράδυ της Αναστάσεως μέχρι την Πεντηκοστή, ο Άγιος Γρηγόριος και ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ενώ πολύ αργότερα, το 14ο αιώνα, προβάλλεται συγκαταριθμούμενος ως τέταρτος από την ησυχαστική πράξη της Εκκλησίας και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

2. Για το βίο του Αγίου Γρηγορίου έχουμε μία βιογραφία, γραμμένη από το Γρηγόριο τον Πρεσβύτερο, τον 7ο αι., ενώ εκτενή σχόλια έχουν γίνει από τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή στο έργο του Περὶ διαφόρων ἀποριῶν. Μεγάλη επίδραση δέχτηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όπως αποτυπώνεται στο ερμηνευτικό της πίστεως έργο του Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, όπως και στους κανόνες του, καθώς και ο θετός αδελφός του Κοσμάς, ενώ ο Άγιος Φώτιος έχει ως θεμέλιο της ερμηνείας του περί της εκ του Πατρός εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος τους Πέντε Θεολογικοὺς Λόγους του Αγίου Γρηγορίου. Με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τις συζητήσεις μερί αποκαλύψεως του Θεού στους απ᾽ αιώνος Αγίους Προφήτες, Αποστόλους, Μάρτυρες και Οσίους επανέρχονται οι ερμηνευτικές προτάσεις του Αγίου Γρηγορίου περί της ενότητος Παλαιάς και Καινής Διαθήκης ως καταγραφής των θεοφανικών γεγονότων του αυτού ασάρκου, ενσάρκου και Πνευματικώς ορωμένου και «αοράτως συνόντος» Λόγου προς απόδειξη ότι η παρεχόμενη υπό του Θεού σωτηρία είναι άκτιστη χάρη και όχι κτιστή προκοπή μιας ατομικής εγωπαθούς προσπάθειας του ανθρώπου. Αυτή η νηπτική πρόσληψη του έργου του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου καταγράφεται και στη νεότερη πατερική παραγωγή μετά την κορυφαία ησυχαστική περίοδο του 14ου-15ου αι. και μέχρις τις αρχές του 19ου αι.

Β. 1. Η υμνολογία της εορτής του Αγίου απηχεί την κηρυγματική του ερμηνευτική, που εκκινεί από την ποιμαντική φροντίδα ερμηνείας της Αγίας Γραφής ως κεντρικού αναγνώσματος στη λατρευτική πράξη της Εκκλησίας σε συνδυασμό με ανταπάντηση στην πρόκληση εκείνων των μελών της Εκκλησίας που επηρεάζονταν είτε από την ιουδαϊκή τους προέλευση και υποτιμούσαν το Χριστό, ως τον ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός, πολύ δε περισσότερο το Άγιο Πνεύμα, αφού γι᾽ αυτούς ένας είναι Κύριος ο Θεός κατά το Δεκάλογο του Μωϋσέως, που είναι ο Νόμος, είτε από την εθνική τους καταγωγή, με προεξέχουσα την Ελληνική σκέψη, κατά την οποία η συμπαντική πραγματικότητα διαιρείται στο νοητό και τον αισθητό κόσμο, εκ των οποίων ο νοητός είναι ανώτερος, ταυτίζεται μεν με το Θεό, αλλά συγχρόνως δεν δικαιολογεί την ετερότητα των προσώπων, και, επομένως, ο Λόγος και το Άγιο Πνεύμα, που δρουν, κατά το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, στην ιστορία, όπως καταγράφεται στην Αγία Γραφή, πρέπει μετά τη δράση τους να απορροφηθούν από το πρόσωπο του Θεού Πατέρα, για να υπάρξει ενότητα στο νοητό κόσμο, τον κόσμο πέραν της αισθητής πραγματικότητος.

2. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, Καππαδόκης στην καταγωγή (329-390), ανήκε σε οικογένεια γεοκτημόνων, ένα είδος ακριτών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και γι᾽ αυτό η παιδεία που έλαβε, όπως και ο αδελφός του Καισάριος, αργότερα έπαρχος της Βιθυνίας, ήταν παιδεία που εξασφάλιζε μια θέση στη διοικητική μηχανή της αυτοκρατορίας. Η στροφή του στην εκκλησιαστική ζωή οφείλεται στην οικογένειά του αλλά και στο φίλο του Μέγα Βασίλειο, με τον οποίο συνέπεσαν για σπουδές Σοφιστικής στην Αθήνα[1], η οποία στις μέρες τους ήταν ακόμη κέντρο της Ελληνικής παιδείας αλλά και της θεουργίας της θρησκείας του δωδεκάθεου. Γνωρίζοντας καλά την Αγία Γραφή αλλά και την Ελληνική κλασική σκέψη και έχοντας ως βάση τη βαπτισματική ομολογία και τη συνοδική ερμηνεία της Α´ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια ο Άγιος Γρηγόριος προβαίνει σε μία ενοποιητική ερμηνεία της συμπαντικής πραγματικότητος, διακρίνοντας τον Τριαδικό Θεό από την κτίση, τη δημιουργία του κόσμου, και την πορεία του ανθώπινου γένους. Ωστόσο, κτίση και ιστορία κατά το λόγο της δημιουργίας και της εκρηκτικής πορείας εν χρόνω είναι σημεία της μεγαλειότητος και δυνάμεως του Τριαδικού Θεού, καθώς τα πάντα έχουν λόγο υπάρξεως, λογοποιούνται από τον εν αρχή Λόγο, που παραδεικνύει τη θεότητά του με τη δημιουργία του κόσμου, καθώς Αυτός είπε και εγένετο, με την άσαρκη αποκάλυψή του στους θεόπτες Προφήτες, με την ένσαρκη παρουσία του και τη διαρκή του φανέρωση Πνευματικώς, με τη διαρκή του κλήση για εκκλησιασμό των πάντων σε μία πορεία αναβαθμών και τελειώσεως, παρά τις παλινδρομήσεις του ανθρώπινου γένους, που επιφέρει πόνους ακόμη και στην άλογη κτίση.

3. Εκκινώντας, λοιπόν, από την ενοποιητική ερμηνεία της συμπαντικής πραγματικότητας ο Άγιος Γρηγόριος επιμένει στην οικουμενικότητα της Προφητικής μαρτυρίας και εξαγγελίας για την επανάκαμψη του ανθρώπινου γένους στην κατά χάρη θεοείδειά του με την πρόσληψή του από τον ίδιο το Δημιουργό του, ως ένα διαρκές κτίσιμο, μία διαρκή ζωοποίηση στο βαπτιστήριο της Εκκλησίας και συναγωγή των πάντων, ζώντων και τεθνεώτων και ερχομένων κατά την ευδοκία του Πατρός, τη λογοποίηση των πάντων υπό του Υιού και τη ζωοποίησή των υπό του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με τη βαπτισματική ομολογία και τη συνόψιση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας στο μυστήριο της αναίμακτης θυσίας στη Θεία Ευχαριστία. Ενώ, λοιπόν, ο Άγιος Γρηγόριος γνωρίζει την τέχνη του ανθρώπινου λόγου κατά το κατάκτημα της Ελληνικής παιδείας, η ερμηνευτική του θέαση απλώνεται στους ανοιχτούς ορίζοντες της οικουμενικής θέασης της Προφητικής μαρτυρίας μιας συχρονικής συμπτώσεως ολόκληρου του ανθρώπινου γένους, που διακρατείται από την παντουργό παρουσία της δυνάμεως του Θεού, όπως αποκαλύφθηκε στην κτίση και την ιστορία την πρώτη στιγμή της δημιουργίας ως φως απρόσιτο, πέραν και πάνω από την κτιστή πραγματικότητα. Γι᾽ αυτό η ομολογία της ομοουσιότητος των προσώπων της Αγίας Τριάδος υπερβαίνει την τεχνολογία του ανθρώπινου λογισμού μιας στενής επιχειματολογίας της ανθρώπινης γνώσεως, εγωϊστικής, μερικής και αλληλοαναιρούμενης θέασης του κόσμου, των κοινωνικών συμβατικοτήτων και της καταδυναστεύσεως. Το Απολυτίκιο του Αγίου τού ανταποδίδει ακριβώς αυτή την οικουμενική θέαση: «Ὁ ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς θεολογίας σου, τὰς τῶν ῥητόρων ἐνίκησε σάλπιγγας· ὡς γὰρ τὰ βάθη τοῦ Πνεύματος ἐκζητήσαντι, καὶ τὰ κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθη σοι», όπου με τον όρο θεολογία αποδίδεται η ομολογία του Τριαδικού Θεού, ως ομοουσίων υποστάσεων, ως Μονάδος κατά τη φύση και την ουσία και Τριάδος προσώπων, κατά τη βαπτισματική ομολογία, την προσκύνηση και το δοξασμό, όπως λέγεται, εξάλλου, και στο Κάθισμα μετά τον Πολυέλαιον: «Στηλιτεύων τὴν πλάνην τῶν δυσσεβῶν, τὰς Γραφὰς διανοίγων θεοπρεπῶς, ἐξέπεμψας δόγματα, ὑπὲρ μέλι ἡδύνοντα, τῶν πιστῶν τὰς καρδίας, σαφῶς ἀξιάγαστε, τῇ Τριάδι λατρεύειν, ἐν Μονάδι Θεότητος· ὅθεν τοῦ Σωτῆρος, τὴν μορφὴν ἐν εἰκόνι προέστησας ἀσπάζεσθαι, σχετικῶς τὸ ἀνθρώπινον. Θεολόγε Γρηγοριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου».

4. Θα πρέπει να υπογραμμίζεται πάντα αυτή η οικουμενική θέαση του σύμπαντος κόσμου ως η ερμηνευτική πρόταση της Αγίας Γραφής υπό του Αγίου Γρηγορίου, κατά την οποία η λειτουργική πράξη αποτελεί συμπερίληψη της αποκαλύψεως του Τριαδικού Θεού μετά πάντων των απ᾽ αιώνος Αγίων και όλου του πληρώματος της δημιουργίας. Αυτό αποδίδεται με το Κάθισμα, ἦχος πλ. δ´, ως μία ανάκληση στη πρώτη στιγμή της δημιουργίας: «Ἐξανοίξας τὸ στόμα λόγῳ Θεοῦ, ἐξηρεύξω σοφίαν Κήρυξ φωτός, καὶ φρόνημα ἔνθεον, τῇ οἰκουμένῃ κατέσπειρας, τῶν Πατέρων ὄντως, κυρώσας τὰ δόγματα, κατὰ Παῦλον ὤφθης, τῆς Πίστεως πρόμαχος· ὅθεν καὶ Ἀγγέλων, συμπολίτης ὑπάρχεις, καὶ τούτων συνόμιλος, ἀνεδείχθης μακάριε, Θεολόγε Γρηγόριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου».

Γ. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της εορτής του Αγίου Γρηγορίου είναι το αυτό με εκείνο της εορτής της μνήμης του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στις 13 Νοεμβρίου, όπως και της μεθαυρινής εορτής της ανακομιδής του Λειψάνου του από τα Κόμανα στην Κωνσταντινούπολη επί Πατριάρχου Αγίου Πρόκλου. Η περικοπή αναφέρεται στο αρχιερατικό αξίωμα του Χριστού, του τελείου Αρχιερέως, ο οποίος στο πρόσωπό του ενώνει, ασφαλώς, το τρισσό χαρισματικό αξίωμα του Ισραήλ. Η έμφαση στο αξίωμα του Χριστού ως Αρχιερέως έχει ασφαλώς λειτουργική σημασία, γιατί αναφέρεται στο Μυστικό Δείπνο, την προσαγωγή του αρχαίου Ισραήλ, την ανακεφαλαίωση του ανθρωπίνου γένους εν Χριστώ και την προσαγωγή όλων στη δόξα της Αγίας Τριάδος με την ανάληψη και την εκ δεξιών καθέδρα του Ενανθρωπήσαντος Λόγου: «ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς», όπως ομολογείται, εξάλλου, και στο Σύμβολο της Πίστεως. Πάντως, φαίνεται ότι το παρόν Αποστολικό Ανάγνωσμα αποτέλεσε σταθερό ανάγνωσμα της εορτής των δύο μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι υπήρξαν Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως σε μία περίοδο που το κήρυγμα της Εκκλησίας, πλην του ερμηνευτικού κηρυγματικού χαρακτήρα, διερύνεται θεματολογικά, καθώς συνδυάζει και τις αναιρετικές διασαφηνίσεις επί της ορθοδόξου πίστεως έναντι των αιρετικών προκλήσεων, όπως επίσης και έναντι της επεμβάσεως των πολιτικών αρχών στα πράγματα της Εκκλησίας, με επακόλουθο το μαρτύριο, ή τη βίαιη απομάκρυνση Πατριαρχών.

Κατά ταύτα, ως υπόδειγμα Αρχιερέως, κατά τον τύπο του Αρχιερέως Χριστού, άμα τε και θεολόγου της Αγίας Τριάδος, φέρεται ο Άγιος Γρηγόριος στο Θεοτοκίο του β´ ήχου μετά το Ἐξαποστειλάριο της εορτής: «Μετὰ τῆς Θεομήτορος, καὶ Παρθένου Μαρίας, καὶ Βασιλείου πάνσοφε, παρεστὼς τοῦ Μεγάλου, τῇ ἀπροσίτῳ Τριάδι, τὴν εἰρήνην τῷ κόσμῳ, τῷ Βασιλεῖ τὰ τρόπαια, καὶ ἡμῖν σωτηρίαν, πρέσβευε, νῦν τοῖς ἀνευφημοῦσί σε Θεολόγε, Ἀρχιερεῦ Γρηγόριε, Ῥῆτορ τῆς Ἐκκλησίας», ή στο ε´ Στιχηρό Προσόμοιο του Εσπερινού: «Ποίοις λόγοις Ἰσάγγελε, ἐγκωμίων σε στέψωμεν, τὸν ἐν γῇ βιώσαντᾳ, ὑπὲρ ἄνθρωπον, τοῦ Θεοῦ Λόγου τὸν κήρυκα, τὸν φίλον τὸν γνήσιον, τῆς Παρθένου καὶ Ἁγνῆς, Ἀποστόλων τὸν σύνθρονον, τῶν Μαρτύρων τε, καλλονὴν καὶ Ὁσίων, θεῖον λάτριν τῆς ἀνάρχου θεαρχίας, Ἀρχιερεῦ ἁγιώτατε».

2. α. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα προέρχεται από την τελευταία περίοδο παρουσίας του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και της σφοδρής σύγκρουσής του με τους Φαρισαίους, που διεκδικούσαν ρόλο πνευματικών ποιμένων και διδασκάλων του Ισραήλ. Ο Χριστός αποκαλύπτει μετά τη θεοσημία που ενήργησε στον εκ γενετής τυφλό και τη νίψη στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, περί της οποίας έχει ήδη γίνει λόγος, ότι είναι ο Υιός του Θεού Πατρός και προκαταγγέλλει τη σταυρική θυσία («ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων»), η οποία αφορά όχι μόνο στον Ισραήλ, που τον νέμονταν οι Φαρισαίοι σαν μισθωτοί, αλλά σε όλο το ανθρώπινο γένος, καθώς επισημαίνει: «καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν, καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσι, καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν».

β. Το σταθερό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της εορτής διαποτίζει την υμνολογία της ημέρας, σύμφωνα με την οποία ο Άγιος Γρηγόριος, κατά το πρότυπο του Χριστού, είναι ο «Ποιμενικός αὐλὸς τῆς θεολογίας», ο Ποιμὴν ποιμένων («Τὰς καρδίας τῶν πιστῶν, γεηπονῶν τῇ γλώσσῃ σου Γρηγόριε, εὐσεβείας ἐν αὐταῖς, ἀειθαλεῖς ἐβλάστησας καρποὺς τῷ Θεῷ, τὰς ἀκανθώδεις αἱρέσεις πρόρριζον ἐκτεμών, καὶ κοσμῶν τοὺς λογισμοὺς καθαρότητι. Διὸ δεχόμενος ἡμῶν τὰ ἐγκώμια, ἡ θεία λύρα, ὁ γρήγορος ὀφθαλμός, τῶν ποιμένων ὁ Ποιμήν, ὁ τῶν λύκων ἀγρευτής, πρέσβευε ἐκτενῶς, Θεολόγε τῷ Λόγῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν», Δοξαστικό των Προσομοίων, ἦχος πλ. δ´), με αναφορά στον Αρχιποίμενα Χριστό: «Ὅσιε τρισμάκαρ, ἁγιώτατε Πάτερ, ὁ Ποιμὴν ὁ καλός, καὶ τοῦ Ἀρχιποίμενος Χριστοῦ Μαθητής, ὁ τιθεὶς τὴν ψυχὴν ὑπὲρ τῶν προβάτων· αὐτὸς καὶ νῦν Πανεύφημε, Θεολόγε Γρηγόριε, αἴτησαι πρεσβείαις σου, δωρηθῆναι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος».

γ. Η απόδοση του προσωνυμίου του Θεολόγου, επειδή ερμήνευσε σε μία ενότητα Παλαιάς και Καινής Διαθήκης τα θεοφανικά γεγονότα της Θείας Οικονομίας, ιδίως το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, αποτυπώνεται στους δύο Κανόνες του Αγίου και τον Κανόνα της Θεοτόκου (Μικρά Παράκληση), όπου μαζί με τις Καταβασίες της Υπαπαντής επαναλαμβάνονται ως Ειρμοί Καταβασίες των Χριστουγέννων.

Aποστολικό Ανάγνωσμα: (το αυτό με 13 Νοεμβρίου) Ἑβρ. ζ´, 26-η´, 2: «26 Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, 27 ὃς οὐκ ἔχει καθ᾽ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. 28 ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.- 1 Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, 2 τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος».

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: (ομοίως) Ἰω. ι´, 9-16: «9 ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει. 10 ὁ κλέπτης οὐκ ἔρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπολέσῃ· ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν. 11 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων· 12 ὁ μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει· καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα. 13 ὁ δὲ μισθωτὸς φεύγει, ὅτι μισθωτός ἐστι καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων. 14 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν, 15 καθὼς γινώσκει με ὁ πατὴρ κἀγὼ γινώσκω τὸν πατέρα, καὶ τὴν ψυχήν μου τίθημι ὑπὲρ τῶν προβάτων. 16 καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνά με δεῖ ἀγαγεῖν, καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσι, καὶ γενήσεται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν».



[1]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.