Η εισήγηση του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ στο συνέδριο με θέμα: «Προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» (Ἱερά Μονή Βλατάδων, 3-5 Δεκεμβρίου 2015)
Μεταξύ τῶν θεμάτων πού σέ θεολογικό, ἱστορικό, λειτουργικό καί κανονικό ἐπίπεδο κλήθηκαν νά συζητήσουν τά Ὄργανα Προπαρασκευῆς τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου εἶναι καί τό τῆς νηστείας. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Δ΄ (Μεταξάκης) εἶχε θέσει τό ζήτημα αὐτό στό Πανορθόδοξο Συνέδριο πού συνεκλήθη τό Μάϊο τοῦ ἔτους 1923 στήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ πρότασή του μάλιστα ἦταν νά τηροῦνται μόνο οἱ ἀρχαῖες νηστεῖες, δηλαδή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πρό τοῦ Πάσχα καί τῶν ἡμερῶν Τετάρτης καί Παρασκευῆς, πού καθορίζονται ἀπό τόν 68ο ἀποστολικό κανόνα. Στόν πρῶτο ὅμως κατάλογο θεμάτων τῆς Συνόδου πού κατήρτησε ἡ ἐπί τοῦ μακαριστοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Φωτίου Β΄ συγκληθεῖσα στό Ἅγιον Ὄρος καί δή στήν Ἱερά Μονή Βατοπεδίου τόν Μάιο τοῦ ἔτους 1930 τό ζήτημα τῆς νηστείας δέν ὑπῆρχε. Αὐτό τέθηκε στήν ἐν Ρόδῳ πρώτη Πανορθόδοξο Διάσκεψη τό 1961, οπότε καί διευρύνθηκε ὁ κατάλογος καί ὁριστικοποιήθηκαν οἱ ἀποφάσεις γιά τήν προπαρασκευή καί σύγκληση τῆς Συνόδου. Ἡ ἀκριβής διατύπωση τοῦ θέματος πού περιέχεται στήν Τρίτη Ἑνότητα μέ τό γενικό τίτλο Διοίκησις καί Ἐκκλησιαστική Εὐταξία, ἔχει ὡς ἑξῆς:«Ἀναπροσαρμογή τῶν περί τῆς Νηστείας Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων, συμφώνως ταῖς ἀπαιτήσεσι τῆς συγχρόνου ἐποχῆς»[1].
Τή θεολογική ἔρευνα καί ἐπεξεργασία αὐτοῦ τοῦ θέματος, ἀνέλαβε ἡ πρώτη Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Ἐπιτροπή πού συγκλήθηκε στή Γενεύη τό ἔτος 1971. Μετά ἀπό Εἰσηγητική Μελέτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας καί τίς παρατηρήσεις-σχόλια ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ἡ Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Ἐπιτροπή [2]προέβη στίς κάτωθι προτάσεις:
- Πάσας τάς περί νηστείας ἱσχυούσας σήμερον διατάξεις τηροῦσιν ἀνελλιπῶς οἱ μοναχοί, καί ὅσοι ἐκ τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ ἐπιθυμοῦν καί δύνανται νά πράξωσι τοῦτο.
- Διά τούς λοιπούς χριστιανούς, τούς ἔχοντας δυσκολίας ἐν τῇ τηρήσει τῶν ἱσχυουσῶν αὐστηρῶν διατάξεων περί νηστείας, λόγω εἰδικῶν συνθηκῶν, ἐπικρατουσῶν ἑκασταχοῦ, ἀπό τε πλευρᾶς κλίματος ἤ τρόπων ζωῆς ἤ δυσκολιῶν διαίτης καί ἐξευρέσεως τῶν καταλλήλων νηστησίμων κ.λ.π., προσέτι δέ καί ἐπί τῷ σκοπῷ ἵνα μή καταλυθῇ παρά τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ὁ ἱερός θεσμός τῆς νηστείας, προτείνει καί τά ἀκόλουθα:
- Αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι δύνανται νά προβαίνωσιν εἰς μερικήν κατάλυσιν ἀρτυσίμων τροφῶν πρός διευκόλυνσιν τῶν χριστιανῶν, ἡ δέ κατάλυσις αὕτη δέον νά ἐκλαμβάνηται ὡς βαθμιαία ἐλάφρυνσις ἀναλόγως τῶν περιστάσεων, ὡς ἐπιείκεια ἤ ἠπιωτέρα μορφή νηστείας.
- Προτείνει ὅπως τηρεῖται ἡ νηστεία τῆς Τετάρτης καί τῆς Παρασκευῆς καθ” ὅλον τό ἔτος, ἀλλά μέ κατάλυσιν ἐλαίου καί ἰχθύων, πλήν τῶν συμπεριλαμβανομένων εἰς τό χρονικόν διάστημα τῶν νηστειῶν. Ἐξαιροῦνται τῆς διατάξεως αὐτῆς ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή, ἐάν κατ’ αὐτάς ἑορτάζωνται ἡ Ὕψωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἡ ἀποτομή τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου, ἡ παραμονή τῶν Θεοφανείων, καί αἱ Τετάρται καί Παρασκευαί τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
- Ἰσχύουν αἱ περί καταλύσεως τῆς νηστείας διατάξεις τοῦ τυπικοῦ τῆς Τετάρτης καί Παρασκευῆς τῶν ἑβδομάδων ἐκείνων, καθ” ἅς καταλύεται ἡ νηστεία. Κατάλυσις πάντων ἐπιτρέπεται ὡσαύτως καί καθ’ ὅλας τάς Τετάρτας καί Παρασκευάς τοῦ διαστήματος ἀπό τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ μέχρι τῆς Ἀναλήψεως.
- Ἡ διάρκεια τῆς Νηστείας τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς νά διατηρηθῇ ὡς ἔχει, κατά τάς διατάξεις τοῦ Πασχαλίου καί τοῦ Τυπικοῦ. Νά διατηρηθοῦν αἱ ἰσχύουσαι διατάξεις, ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν ποσότητα καί τό εἶδος τῆς τροφῆς, κατά τήν πρώτην ἑβδομάδα καί τήν ἑβδομάδα τῶν Παθῶν. Τάς λοιπάς ἡμέρας, ἀπό τῆς β” ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν μέχρι τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων συμπεριλαμβανομένης, νά ἐπιτραπῇ ἡ κατάλυσις ἰχθύων καί ἐλαίου ἐκτός Τετάρτης καί Παρασκευῆς (ἴδε 4).
- Περί τῆς Νηστείας τῶν Χριστουγέννων ἡ Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Ἐπιτροπή προτείνει δύο τινά α) ἤ νά συντμηθῇ αὕτη εἰς τό ἤμισυ (20 ἡμέρας), ἀρχομένη τήν ἑπομένην τῆς ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Βαρβάρας καί καθ” ὅλο τό διάστημα νά ἐπιτρέπηται ἡ κατάλυσις ἰχθύων καί ἐλαίου, ἐκτός τῶν τελευταίων 5 ἡμερῶν αὐτῆς, μή καταλυομένων κατ” αὐτάς ἰχθύων καί ἐλαίου, ἤ β) νά παραμείνῃ αὕτη 40νθήμερος, καταλυομένων ἰχθύων καί ἐλαίου καθ’ ὅλας τάς ἡμέρας πλήν τῶν τριῶν πρώτων καί τῶν τριῶν τελευταίων ἡμερῶν, καθ” ἅς δέον νά τηρῆται αὐστηρά ἡ νηστεία.
- Ἡ Νηστεία τῶν Ἀποστόλων νά περιορισθῇ εἰς 8 ἡμέρας πρό τῆς ἑορτῆς ὅταν μεταξύ τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων καί τῆς ἑορτῆς τῶν Ἀποστόλων περιλαμβάνεται χρονικόν διάστημα πλέον τῶν 8 ἡμερῶν. Κατά τήν νηστείαν ταύτην νά ἐπιτρέπηται ἡ κατάλυσις ἰχθύων καί ἐλαίου.
- Ἡ νηστεία τοῦ 15/Αὐγούστου, ὡς πρός τήν διάρκειάν της νά διατηρηθῇ, ὡς ἔχει, νά ἐπιτραπῇ ὅμως ἡ κατάλυσις ἰχθύων καί ἐλαίου πάσας τάς ἡμέρας, ἐκτός Τετάρτης καί Παρασκευῆς.
- Ἐάν αἱ ἑορταί τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου ἤ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τύχουν Τετάρτην ἤ Παρασκευήν νά καταλύεται ἡ νηστεία, καθ” ὅσον πρό αὐτῶν προηγήθη νηστεία διά τόν ἑορτασμόν τῆς ἑορτῆς.
- Ἐάν καί ἐφ’ ὅσον ἡ Πανορθόδοξος Προπαρασκευαστική Διάσκεψις δεχθῇ τά προτεινόμενα, νά διαφωτισθῇ ὁ λαός καταλλήλως περί τῶν τροποποιήσεων.
Ἀπό τή βαθύτερη μελέτη ὁλοκλήρου τοῦ κειμένου τῆς ὡς ἄνω Ἐπιτροπῆς ἀναδεικνύονται καί οἱ λόγοι πού συνέτειναν στήν προβολή τῶν συγκεκριμένων προτάσεων. Ἡ μομφή π.χ. ὅτι ἡ νηστεία εἶναι γιά τούς μοναχούς ἔπρεπε νά ἀπαντηθῇ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τό γεγονός ὅτι πολλοί πιστοί δέν τηροῦν τίς νηστεῖες καί τό ὅτι προέχει «οὐ τό εἰσερχόμενον εἰς τό στόμα, ἀλλά τό ἐξερχόμενον ἐκ τοῦ στόματος»[3], δηλαδή ἀπό τήν καρδιά, ἐπηρέασε τά μέγιστα τή σκέψη καί τίς ἀποφάσεις τῶν μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς. Ἡ ἱστορική ἐπίσης ἐξέλιξη, ἡ ποικιλομορφία καί ἡ μεταβλητότητα τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας, χωρίς κατά τόν ἅγιο Εἰρηναῖο νά θίγεται ἡ ὁμόνοια τῆς πίστεως[4], εἶναι παράγοντες πού κατά τήν Ἐπιτροπή πάντα δικαιώνουν τήν ἀναπαραγωγή τῆς νηστείας στή σύγχρονη ἐποχή[5]. Ὡς πρός τό τελευταῖο ἀναφέρουμε μόνο ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀπό τό ἐκτενές κείμενο τῆς Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς. «Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν ἔκτασιν τῆς νηστείας τοῦ Πάσχα ἐπεκράτησε διαφορά μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν . αἱ μέν ἐτήρουν νηστείαν ἕξ ἑβδομάδων, αἱ δέ νηστείαν ἑπτά ἑβδομάδων… Ἀπό τοῦ ζ΄ αἰῶνος προσετέθη ἐν τῇ Ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ ἡ καί πρότερον ἐνιαχοῦ καί ἐνίοτε ἀπαντῶσα τυρινή ἑβδομάς»[6].
Σέ κάθε περίπτωση καί παρά τό ὅτι στό ἐν λόγῳ κείμενο δηλοῦται κατηγορηματικά ὅτι«ἀνεξαιρέτως αὐτῆς τῆς ἐξελίξεως ὁ θεσμός τῆς νηστείας παραμένει διά τήν Ἐκκλησίαν θεσμός σπουδαῖος, μέσον πνευματικῆς ἀνατάσεως, κυριαρχίας τοῦ πνεύματος ἐπί τῆς σαρκός, ἐνισχύων τήν θέλησιν καί τόν χαρακτῆρα τοῦ ἀνθρώπου»[7], οἱ ἀντιδράσεις δέν ἀπεφεύχθησαν.
Οἱ ἀντιδράσεις αὐτές προήρχοντο τόσο ἀπό ἐκπροσώπους τῶν κατά τόπους αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν ὅσο καί ἁπλούς πιστούς. Ἡ διατύπωση π.χ. «συμφώνως ταῖς ἀπαιτήσεσι τῆς συγχρόνου ἐποχῆς» ἔδιδε λαβή γιά παρεξηγήσεις, ὅπως ὅτι ἡ Σύνοδος ἄγεται ὑπό τοῦ πνεύματος «τῆς συγχρόνου ἐποχῆς»[8]. Ὁ ὅρος «ἀναπροσαρμογή» ἐπίσης ἔδιδε σέ ὡρισμένους τήν ἐντύπωση ὅτι ἀλλοιώνεται ὁ πατροπαράδοτος θεσμός τῆς νηστείας[9].
Ἀπό τήν ἱστορία τῆς προετοιμασίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου γνωρίζουμε ὅτι οἱΠανορθόδοξες Διασκέψεις μετεξελίχθηκαν σέ Προσυνοδικές Πανορθόδοξες Διασκέψεις. Ἡ πρώτη ἐξ αὐτῶν συνεκλήθη τό ἔτος 1976, στή Γενεύη ὅπως βεβαίως καί οἱ ἄλλες τέσσερες. Ἡ δεύτερη συνεκλήθη τό ἔτος 1982. Καί στίς δύο περιείχετο καί τό θέμα τῆς νηστείας μέ τόν ἴδιο τίτλο πού διετυπώνετο στόν Κατάλογο τῆς Ρόδου καί στά θέματα τῆς πρώτης Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς. Οἱ ὁδηγίες πού δόθηκαν ἀπό τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες κυρίως στήν Β΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξο Διάσκεψη ἦταν νά διατηρηθεῖ ἡ νηστεία σύμφωνα μέ τήν παράδοση τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί τῶν Πατέρων[10]. Ἡ νέα ἀντίληψη πού πρός τό παραδοσιακότερον περί νηστείας εἶχε ἀρχίσει, ἀλλά καί οἱ διαμαρτυρίες, ἀκόμη καί ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, ὑπέρ τῆς νηστείας συνέτειναν στήν διαφορετική προσέγγιση τοῦ ζητήματος αὐτοῦ.
Το θέμα λοιπόν τῆς «Ἀναπροσαρμογῆς τῶν περί νηστείας Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων»ἀνεπέμφθη ἀπό τήν Β΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξο Διάσκεψη (1982), γιά τήν μέ βάση τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση συμπληρωματική μελέτη καί ἐπεξεργασία στή Διορθόδοξη Προπαρασκευαστική Ἐπιτροπή τό ἔτος 1986. Ἡ Ἐπιτροπή αὐτή συνέταξε καί ἐνέκρινε σχετικό κείμενο μέ τόν τίτλο «Ἀναπροσαρμογή τῶν περί νηστείας Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων» καί κάτωθεν αὐτοῦ ὡς ἐναλλακτική λύση ἕναν νέον τίτλο . «Ἡ σπουδαιότης τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας καί τήρησις αὐτοῦ κατά τήν σύγχρονον ἐποχήν», ὁ ὁποῖος καί ἐπικράτησε, γιά νά μήν δημιουργοῦνται παρεξηγήσεις μεταξύ τῶν πιστῶν. Τό κείμενο αὐτό εἰσήχθη πρός συζήτηση τό ἴδιο ἔτος 1986, στήν Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη.
Σε ἐννέα παραγράφους ἀναδεικνύεται περισσότερο ὁ θεολογικός, ἀσκητικός, πνευματικός καί σωτηριολογικός χαρακτήρας τῆς νηστείας, χωρίς προτάσεις ἀναπροσαρμογῆς της.
Στήν πρώτη παράγραφο τονίζεται ἡ νηστεία ὡς θεία ἐντολή καί θεσμός ἀμετάβλητος, λέξη πού δημιούργησε εὐρεία συζήτηση δεδομένου ὅτι ἀμετάβλητοι εἶναι μόνο οἱ δογματικοί ὅροι τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Τό ζήτημα λύθηκε μέ τή διασάφηση ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἀμετάβλητος ὡς θεσμός, ὡς θεία ἑντολή, «συνηλικιώτης» ὤν κατά τόν Μέγα Βασίλειο τῆς «ἀνθρωπότητος». Διακηρύσσεται ἐπίσης ἡ ἀξία τῆς νηστείας γιά τήν πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου καί τή σωτηρία του. Στό λατρευτικό δέ πλοῦτο τοῦ ἐνιαυτοῦ τοῦ Κυρίου προβάλλεται ἡ ὅλη περί νηστείας πατερική παράδοση καί διδασκαλία γιά τή συνεχή καί ἀδιάπτωτη ἐγρήγορση τοῦ ἀνθρώπου.
Στή δεύτερη παράγραφο παρουσιάζεται ἡ νηστεία ὡς ἀρχαιότατος θεσμός καί ἀναδεικνύεται τό βιβλικό της ὑπόβαθρο. Γιά τή νηστεία ὡς πνευματικό ἀγώνισμα πού συνδέεται μέ τή μετάνοια, τή φιλανθρωπία καί κατανοεῖται ὄχι μόνο ὡς ἀποχή ἀπό τήν τροφή, ἀλλά καί ὡς «τοῦ κακοῦ ἀλλοτρίωσις», γίνεται λόγος στήν τρίτη παράγραφο. Ἡ παράγραφος αὐτή ὁλοκληρώνεται ὡς ἑξῆς: «Οὕτως ἡ ἀληθής νηστεία ἀναφέρεται εἰς τήν καθ΄ ὅλου ἐν Χριστῷ ζωήν τῶν πιστῶν καί κορυφοῦται διά τῆς συμμετοχῆς αὐτῶν εἰς τήν θείαν Λατρείαν και ἰδίᾳ εἰς τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας». Στήν τέταρτη προβάλλεται ὁ Χριστοκεντρικός χαρακτήρας τῆς νηστείας.
Στήν Πέμπτη καί ἕκτη παραγράφους τονίζεται ὅτι «ὀρθόδοξος πνευματική ζωή εἶναι ἀνεπίτευκτος χωρίς τόν πνευματικόν ἀγῶνα τῆς νηστείας». Ἀπαριθμοῦνται ἐπίσης οἱ τεταγμένες νηστεῖες τοῦ ἔτους καί κηρύσσεται ἡ ἀνάγκη τήρησής των ὡς καλλίστη «ἐν τῇ ἀσκήσει τρίβος πνευματικῆς τελειώσεως καί σωτηρίας τῶν πιστῶν».
Στίς ἑπόμενες παραγράφους ἐπισημαίνονται τά «ὅρια φιλανθρώπου οἰκονομίας τοῦ καθεστῶτος τῆς νηστείας… κατά τήν ὑπεύθυνον κρίσιν καί ποιμαντικήν μέριμναν τοῦ σώματος τῶν ἐπισκόπων τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν». Διαπιστοῦται ἐπίσης τό γεγονός ὅτι σήμερα πολλοί πιστοί δέν τηροῦν τίς νηστεῖες, γιά διάφορους λόγους. Ὅλες οἱ περιπτώσεις αὐτές (ἀσθένεια, στράτευση, συνθῆκες ἐργασίας, διαβίωση στή Διασπορά, ἔλλειψη τροφῶν, κλιματολογικές συνθῆκες, κοινωνικές δομές κ.ἄ.), «δέον ὅπως τυγχάνουν φιλοστόργου μητρικῆς μερίμνης ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας». Ἐπαφίεται δέ στήν «πνευματικήν διάκρισιν τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά καθορίσουν τό μέτρον τῆς φιλανθρώπου οἰκονομίας καί ἐπιεικείας». Στήν τελευταία παράγραφο ὁρίζεται τό πότε πρέπει να νηστεύει τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, κληρικοί καί λαϊκοί, π.χ.«εἰς ἔνδειξιν μετάνοιας, εἰς ἐκπλήρωσιν πνευματικῆς ὑποσχέσεως, πρός ἐπίτευξιν ἱεροῦ τινος σκοποῦ, εἰς καιρούς πειρασμοῦ, ἐν συνδυασμῷ πρός αἰτήματα αὐτοῦ παρά τοῦ Θεοῦ, εἰς θεομηνίας, πρό τοῦ Βαπτίσματος (διά τούς προσερχομένους εἰς τό Βάπτισμα ἐνηλίκους), εἰς περιπτώσεις ἐπιτιμίων, πρό τῆς χειροτονίας, πρό τῆς θείας μεταλήψεως καί εἰς παρομοίας περιστάσεις»[11].
Σέ σχετικό μέ τό θέμα μας κείμενό του ὁ Ὁμότιμος σήμερα Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς κ. Ἀντώνιος Παπαδόπουλος σημειώνει ὅτι τό περί νηστείας ἐπίσημο κείμενο τῆς Γ΄ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως «ἀντικατοπτρίζει κατά τρόπο αὐθεντικό τήν αὐστηρή προσήλωση τῆς Ὀρθοδοξίας στήν ἐναρμόνιση τῆς σύγχρονης ποιμαντικῆς εὐθύνης πρός τήν ἀμετακίνητη βάση τῆς πατερικῆς παραδόσεως»[12].
Αὐτό διαφαίνεται πράγματι στή συζήτηση τῶν ἐκπροσώπων τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, τήν κριτική των, τίς παρεμβάσεις των, τίς προτάσεις των. Τόσο ἡ ἀρχή τῆς αὐστηρότητος, ὅσο καί αὐτή τῆς φιλανθρώπου οἰκονομίας κυριαρχοῦν στήν ἐν λόγῳ συζήτηση μέ τή διαπίστωση ὅτι «τό κείμενον αὐτό κατώρθωσε νά τάμῃ τήν μέσην καί χρυσήν ὁδόν ἀνάμεσα εἰς τήν πατερικήν παράδοσιν τῆς αὐστηρότητος καί ἀσκητικότητος καί ἀνάμεσα εἰς τά αἰτήματα τῶν καιρῶν, τά ὁποῖα ἀπαιτοῦν μίαν ἀντιμετώπισιν τῆς νηστείας»[13]. Ἰδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στήν ἀλλαγή τοῦ τίτλου καί τῆς ὀνομασίας τοῦ περί νηστείας θέματος. Ἡ ἀναφορά στή σύγχρονη πραγματικότητα, ἡ δυνατότητα ἀντιθέσεως, ὅσον ἀφορᾷ τή νηστεία, μεταξύ μοναζόντων καί τοῦ λοιποῦ πληρώματος, τό γεγονός ὅτι ἡ νηστεία ἐπηρεάζει ὁλόκληρη τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ὁρισμένες ἀκόμη ἀπό τίς ὑπογραμμίσεις τόσο τοῦ κειμένου, ὅσο καί τῆς συζήτησης στό πλαίσιο αὐτῆς τῆςΓ΄ Πανορθοδόξου Διασκέψεως.
Τό Μάρτιο τοῦ 2014 ἡ Σύναξη Προκαθημένων στήν Κωνσταντινούπολη καί ἡ Εἰδική Διορθόδοξη Ἐπιτροπή ἀσχολήθηκε μέ τήν ἐπικαιροποίηση τῶν κειμένων τῶνΠροσυνοδικῶν Διασκέψεων καί δή τῆς δευτέρας καί τῆς τρίτης. Τό κείμενο πού προτάθηκε, ὅσον ἀφορᾷ τή νηστεία, γιά τήν Ε΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξο Διάσκεψηπού συγκλήθηκε στό Σαμπεζύ-Γενεύη, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2015, εἶναι τό ἴδιο μέ αὐτό τῆςΓ΄Προσυνοδικῆς Διασκέψεως, τό ὁποῖο καί παρουσιάσαμε. Οἱ παρεμβάσεις τῆς Ἐπιτροπῆς εἶναι ἐλάχιστες, λεκτικοῦ κυρίως χαρακτῆρα ἤ διευκρινιστικοῦ περιεχομένου, ὅπου αὐτό χρειάζεται.
Μία ἀπό τίς βασικότερες διαφορές βρίσκεται στήν τελευταία παράγραφο, ὅπου προτάσσεται τό θέμα τῆς Εὐχαριστιακῆς νηστείας, τό ὁποῖο καί ὁρίζεται μέ ἀπόλυτη εὐκρίνεια: «Ὡσαύτως ὀφείλει τό σύνολον τῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας νά τηρῇ τάς ἱεράς νηστείας καί τήν ἀπό μεσονυκτίου ἀσιτίαν προκειμένου νά προσέρχεται τακτικῶς εἰς τήν θείαν Μετάληψιν, ἥτις εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν ἔκφρασις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὀντότητος»[14].
Κυρίες καί κύριοι Σύνεδροι,
Ἔχει γραφεῖ ὅτι «Νηστεία εἶναι νά πεινᾶς καί νά διψᾶς. Ἡ πεῖνα καί ἡ δίψα εἶναι πάντα τά σημάδια ὅτι μιά ζῶσα ὕπαρξη ἔχει ἀρχίσει νά φθείρεται καί δέν θά ἐπιβιώσει ἄν δέν λάβει ἀπ’ ἔξω ἔνίσχυση ὑπό τῇ μορφῇ τῆς τροφῆς. Στή χριστιανική ὀπτική, ὅμως, ἡ πεῖνα καί ἡ δίψα θά μεταμορφωθοῦν σέ ἀναζήτηση τοῦ οὐσιώδους γιά τούς ἀνθρώπους, δηλαδή τῆς τροφῆς πού κατά τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη δέν χάνεται»[15].
Στό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀναζήτησης τῆς ἀληθινῆς τροφῆς, πού ξεδιψᾶ καί τρέφει πνευματικά τόν ἄνθρωπο μέσα στο σῶμα του, τήν Ἐκκλησία, κινοῦνται καί τά περί νηστείας κείμενα τῶν Προσυνοδικῶν Διασκέψεων καί συζητήσεων. Κείμενα γεμᾶτα δυναμισμό καί εὐέλικτα στήν ἀλλαγή, μέ ἱστορικό πλαίσιο, θεολογική ἐμβρίθεια, διαλεκτικό ὕφος καί φιλόκαλο ἦθος, πνεῦμα φιλάνθρωπο, τρόπο ἀσκητικό καί ὅραμα εὐχαριστιακό. Σημεῖο ἀναφορᾶς εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς κάθε ἐποχῆς, πού ὅσο καί ἄν ἀλλάζει τό κοσμοείδωλο ὁ πνευματικός ἀγῶνας εἶναι πάντα ὁ ἴδιος[16], μέ τή νηστεία ὡς ἄθλημα κατά τῶν παθῶν καί τῆς ῥαθυμίας, ὡς «μήτηρ τῶν ἀρετῶν» [17] καί δρόμος ἀσφαλής γιά τήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσή του.
[1] Βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἔκδ. Graz-Austria 21968, σ.983 (1081). Γεωργίου Ἀ. Γαλίτη, Θέματα τῆς Μεγάλης Συνόδου, Ἀθῆναι 1977, σ.42. Σεραφείμ Κυκκώτη (Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε), «Πανορθόδοξος Σύνοδος καί ἡ ἐν Ρόδῳ Πανορθόδοξος Διάσκεψις», 1961, ἐν ΑΜΕΝ. Πηγή Ἐκκλησιαστικῶν Εἰδήσεων, Πέμπτη 11 Ἰουνίου 2015.
[2] Πρός τήν Μεγάλην Σύνοδον 1. Εἰσηγήσεις τῆς Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν ἕξ θεμάτων τοῦ πρώτου σταδίου, Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Chambesy Γενεύης 1971, σσ. 41-42.
[3] Ματθ. 15, 11.
[4] Εἰρηναίου, στόν Εὐσέβιο Καισαρείας, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 5, 24, PG 20, 500 Α-504 Α: «Ἡ διαφωνία τῆς νηστείας τήν ὁμόνοιαν τῆς πίστεως συνίστησιν». Βλ. καί Θανάση Ν. Παπαθανασίου, «Ἡ χριστιανική νηστεία στή μετανεωτερική κοινωνία – ψηλάφηση τῶν κριτηρίων», ἐν Σύναξη 133 (Ἰανουάριος-Μάρτιος 2015) 90-91.
[5] Πρός τήν Μεγάλην Σύνοδον 1. Εισηγήσεις…, σσ. 40-41.
[6] Πρός τήν Μεγάλην Σύνοδον 1. Είσηγήσεις…, σσ. 38-39. Βλ. Παναγιώτη Ἰ. Σκαλτσῆ, «Νηστεία καί Ἑορτολόγιο», ἐν Ἡ Ὁδός, Περιοδικό Ἱ. Μητροπόλεως Ρόδου, σσ. 5-9. Γεωργίου Χ. Γκαβαρδίνα, «Νηστεία καί Κανόνες», Εἰσήγηση στό Διεθνές Ἐπιστημονικό Συνέδριο «Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί σύγχρονες προκλήσεις», Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν, Βόλος 8-11 Μαΐου 2014, σσ. 2-21. Θεοδώρου Ξ. Γιάγκου, Κανονικολειτουργικά Ι, ἐκδ. Γ. Δεδούση, Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 221-264.
[7] Πρός τήν Μεγάλην Σύνοδον 1. Εισηγήσεις…, σ. 40.
[8] Γεωργίου Ἀ. Γαλίτη, Θέματα τῆς Μεγάλης Συνόδου, Ἀθῆναι 1977, σ.42.
[9] Ἀντωνίου Παπαδοπούλου, «Ἡ προετοιμαζομένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς κατ’ Ἀνατολάς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔναντι τῶν περί νηστείας Ἐκκλησιαστικῶν Διατάξεων», ἐν Νηστεία καί πνευματική ζωή (Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας, ἔτους 1989), Δράμα 1989, σ.57.
[10] Βλ. Συνοδικά ΙΧ. Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, 28 Ὀκτωβρίου-9 Νοεμβρίου 1986, Πρακτικά – Κείμενα, Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Σαμπεζύ-Γενεύης 2014, σ.72. Βλ. καί Μητροπολίτου Ἐλβετίας Δαμασκηνοῦ, Πρός την Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον. Προβλήματα καί Προοπτικαί, Διάλεξις εἰς τήν Ἀρχαιολογικήν Ἐταιρείαν Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1990, σσ. 57-63.
[11] Βλ. Συνοδικά ΙΧ. Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις…, σσ. 60-63. Ἀντωνίου Παπαδοπούλου, ὅ.π., σσ. 62-68.
[12] Ἀντωνίου Παπαδοπούλου, ὅ.π., σ.68.
[13] Συνοδικά ΙΧ. Γ’ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις…, σ.91.
[14] Σχετικά μέ τήν Εὐχαριστιανική νηστεία βλ. Ίωάννου Μ. Φουντούλη, Λειτουργικά Θέματα Γ΄, Θεσσαλονίκη 1977, σσ. 75-79. Δημητρίου Βακάρου (Πρωτ/ρου), Ἡ πρό τῆς θείας Κοινωνίας νηστεία, Θεσσαλονίκη 2008.
[15] Ἰω. 6,27. Θανάση Ν. Παπαθανασίου, «Ἡ χριστιανική νηστεία στή μετανεωτερική κοινωνία. Ψηλάφηση στή μετανεωτερική κοινωνία. Ψηλάφηση τῶν κριτηρίων», ὅ.π., σ.97.
[16] Βλ. Θεοδώρου Γιάγκου, «Ἡ νηστεία κατά τούς ἱερούς Κανόνες καί τά Τυπικά», ἐν Νηστεία καί πνευματική ζωή(Χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας, ἔτους 1989), Δράμα 1989, σ.52.
[17] Τριώδιο, 190α.