Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2019

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟΥ KURT KOCH ΣΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΣΤΟ ΣΑΜΠΕΖΥ ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ

Διάλεξη στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου έδωσε, την Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου, ο Καρδινάλιος Kurth Koch, Πρόεδρος του Ποντιφικού Συμβουλίου για την προώθηση της Ενότητας των Χριστιανών και Ρωμαιοκαθολικός Συμπρόεδρος της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με θέμα «Προς την ενότητα της Εκκλησίας στην Ανατολή και την Δύση: Δρόμοι προς υπέρβαση των διαιρέσεων μεταξύ της Καθολικής Εκκλησίας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών».
Στην εκδήλωση, εκτός από τον κοσμήτορα, τους καθηγητές και φοιτητές του Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας του Ορθοδόξου Κέντρου, παρέστησαν ο Επίσκοπος Αβύδου Κύριλλος, ο Αρχιεπίσκοπος Κορμπαβίας Ivan Jurkovic, Αποστολικός Νούντσιος της Αγίας Έδρας, Μόνιμος Παρατηρητής αυτής στο εν Γενεύῃ Γραφείο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο Επίσκοπος των εν Νοτίῳ Γαλλίᾳ και γαλλοφώνῳ Ελβετίᾳ Κοπτών Λουκάς, ανώτερα στελέχη του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και λοιπών εν Γενεύῃ εδρευόντων διαχριστιανικών και διομολογιακών Οργανισμών, ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής της Γενεύης, καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Φριβούργου, ο Κοσμήτορας και καθηγητές του Οικουμενικού Ινστιτούτου του Bossey, ο Διευθυντής και στελέχη της Επιτροπής Πίστις και Τάξις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, εκπρόσωποι της Σύναξης των Εκκλησιών και Χριστιανικών Κοινοτήτων της Γενεύης, εκπρόσωποι του Οικουμενικού Εργαστηρίου Θεολογίας της Γενεύης, μέλη του Κινήματος Focolare, Άρχοντες οφφικιάλιοι της Αγίας του Χριστού Μ. Εκκλησίας, πρόεδροι και εκπρόσωποι τοπικών ομογενειακών φορέων και επιλεγμένα, ένεκα του ακαδημαϊκού χαρακτήρος της εκδηλώσεως, μέλη της τοπικής Εκκλησίας.


Τον ομιλητή καλωσόρισε ο Μητροπολίτης Ελβετίας Μάξιμος, Προϊστάμενος του Ορθοδόξου Κέντρου, ο οποίος αναφέρθηκε στους οραματισμούς και τις πρωτοβουλίες του Πατριάρχου Αθηναγόρου για την προώθηση του διαλόγου αληθείας και αγάπης, καθώς και την ίδρυση του Ορθοδόξου Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην καρδιά της Ευρώπης, προκειμένου να δώσει μαρτυρία της θεολογικής, λειτουργικής και πνευματικής παράδοσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας και να διακονήσει τον διάλογο καταλλαγής. Χαρακτήρισε την πρόσκληση προς τον Καρδινάλιο Koch και την παρουσία του στο Ορθόδοξο Κέντρο σαν μία αμοιβαία προσπάθεια οικοδομής γεφυρών και διαύλων επικοινωνίας, την στιγμή που ο κόσμος φαίνεται να κτίζει διαχωριστικά τείχη.
Το πρώτο μέρος της ομιλίας του Καρδιναλίου κάλυψε την διαίρεση της Εκκλησίας μετά τις Οικουμενικές Συνόδους της Εφέσου (431) και της Χαλκηδόνος (451). Οι γνωστές σήμερα ως Αρχαίες Ανατολικές Εκκλησίες (Κοπτική, Συροϊακωβιτική, Αρμενική, Αιθιοπική κ.α.) δεν δέχθηκαν την Χριστολογία της Χαλκηδόνος, με συνέπεια την δημιουργία του πρώτου σχίσματος στο σώμα της Εκκλησίας. Το 1971 ξεκίνησαν, ανεπίσημα, οι συνομιλίες μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Pro Oriente. Καρπός των συνομιλιών αυτών ήταν οι κοινές χριστολογικές δηλώσεις του Πάπα Ρώμης και Προκαθημένων των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών. Ο επίσημος διάλογος ξεκίνησε το 2003 και επικεντρώθηκε στο θέμα της Χριστολογίας. Η Μικτή Διεθνής Επιτροπή συνέταξε και υιοθέτησε δύο κείμενα: «Η φύση, η συγκρότηση και η αποστολή της Εκκλησίας» και «Η εφαρμογή της κοινωνίας στην Εκκλησία των πρώτων χρόνων και οι συνέπειές της στην αναζήτηση της κοινωνίας σήμερα». Μία από τις αδυναμίες του διαλόγου αυτού, σημείωσε ο ομιλητής, είναι το γεγονός ότι, ενώ υπάρχουν μεμονωμένες κοινές δηλώσεις με Προκαθημένους, δεν κατέστη δυνατή μέχρι στιγμής μία χριστολογική συμφωνία με το σύνολο των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών.
Το δεύτερο μέρος της διάλεξης αφιερώθηκε στο μεγάλο σχίσμα, μεταξύ Ανατολής και Δύσης (1054). Ο Καρδινάλιος υπογράμμισε ότι «πολύ περισσότερο από ιστορικό γεγονός, η στιγμή εκείνη υπήρξε μία πράξη συμβολική». Αναφέρθηκε στην συνάντηση του Πατριάρχη Αθηναγόρα και του Πάπα Παύλου VI στην Ιερουσαλήμ το 1964, κατά την οποία εξεφράσθη και από τις δύο πλευρές η επιθυμία να αποκατασταθεί η αγάπη μεταξύ των δύο Εκκλησιών. Ακολούθησε ένα άλλο ιστορικό γεγονός, τον Δεκέμβριο του 1965, όταν οι Προκαθήμενοι των δύο Εκκλησιών «αφαίρεσαν από τη μνήμη και από το μέσον της Εκκλησίας» τα αμοιβαία αναθέματα του 1054. Αυτά τα γεγονότα κατέστησαν δυνατό τον διττό διάλογο. Όπως επισήμανε ο ομιλητής: «Ο διάλογος της αγάπης και ο διάλογος της αλήθειας είναι αλληλένδετοι, επειδή ακριβώς αγάπη και αλήθεια δεν μπορεί να χωριστούν από αλλήλων». Ακολούθησε η δημιουργία της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Οι δύο πρώτες συναντήσεις της ολομέλειας της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής, στην Πάτμο και στη Ρόδο το 1980, προετοίμασαν τη μεθοδολογία και τα θέματα που θα έπρεπε να εξεταστούν κατά την πρώτη φάση του διαλόγου. Από το 1980 έως το 1990 εντοπίστηκαν ευρείες συγκλίσεις σε θεμελιώδη θέματα πίστεως μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών. Εντούτοις, προβλήματα προέκυψαν κατά τη δεύτερη δεκαετία από το 1990 έως το 2000. Τα γεγονότα της εποχής εκείνης αναζωπύρωσαν, από την ορθόδοξη πλευρά, τις παλαιές αντιπαραθέσεις που αφορούσαν στην ουνία και στον προσηλυτισμό, επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την ατμόσφαιρα του διαλόγου και οδήγησαν στην αλλαγή της οικουμενικής ατζέντας. Το 2006, η ολομέλεια της Επιτροπής στο Βελιγράδι εξέτασε το κείμενο "Εκκλησιολογικές και κανονικές συνέπειες της μυστηριακής φύσης της Εκκλησίας. Εκκλησιαστική κοινωνία, συνοδικότητα και αυθεντία», το οποίο ολοκληρώθηκε στην επόμενη ολομέλεια στη Ραβέννα το 2007. Ο ομιλητής σημείωσε ότι το έγγραφο της Ραβέννα αποτελεί σημαντική πρόοδο στον ορθόδοξο-καθολικό διάλογο, δεδομένου ότι για πρώτη φορά οι δύο εταίροι ήταν ικανοί να δηλώσουν από κοινού ότι η Εκκλησία χρειάζεται το πρωτείο σε όλα τα επίπεδά της, συμπεριλαμβανομένου του παγκόσμιου επιπέδου. Στη συνέχεια, η ολομέλεια στο Chieti συνέταξε, το 2016, το κείμενο "Συνοδικότητα και πρωτείο κατά την πρώτη χιλιετία. Προς μια κοινή αντίληψη, στην υπηρεσία της ενότητας της Εκκλησίας". Το επόμενο βήμα θα είναι η μελέτη του "Πρωτείου και της συνοδικότητας στη δεύτερη χιλιετία και σήμερα." Δεν είναι εύκολο να φτάσουμε σε μια κοινή ανάγνωση της ιστορίας και αυτή η δυσκολία φυσικά επιτείνεται λόγω των διαφορετικών εξελίξεων στην ζωή, την δογματική διδασκαλία και την πράξη των δύο Εκκλησιών κατά τη διάρκεια της δεύτερης χιλιετίας, περίοδο κατά την οποία οι Χριστιανοί στην Ανατολή και στη Δύση παρέμειναν χωρισμένοι μεταξύ τους.
Η Επιτροπή διαλόγου θα ασχοληθεί μελλοντικά με το θέμα: «Προς την ενότητα της πίστεως. Θεολογικά και κανονικά ερωτήματα». Θα ανακεφαλαιώσει τι έχει γίνει στον θεολογικό διάλογο για να προσδιορίσει, σε ένα δεύτερο στάδιο, τα θεολογικά και κανονικά ζητήματα που πρέπει ακόμη να επιλυθούν, προκειμένου να αποκατασταθεί η κοινωνία μεταξύ της Ορθοδόξου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. "Είναι ανάγκη επείγουσα να συνεχίσουμε την προσπάθεια, ώστε η πορεία, η οποία ξεκίνησε με τόσο πλούσιες προϋποθέσεις και υποσχέσεις στην Ιερουσαλήμ πριν από πενήντα χρόνια, να καταλήξει στον στόχο της που είναι η έκφραση της ευχαριστιακής αγάπης", κατέληξε ο Καρδινάλιος.

Η διάλεξη ολοκληρώθηκε με συζήτηση, την οποία διεύθυνε ο Αρχιεπίσκοπος Τελμησσού Ιώβ, κοσμήτορας του Ινστιτούτου Μεταπτυχιακών Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας του Πατριαρχικού Κέντρου στο Σαμπεζύ της Γενεύης και Ορθόδοξος Συμπρόεδρος της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το γαλλικό πρωτότυπο της διάλεξης έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα: