Φωτογραφίες: Νικόλαος Μαγγίνας
“Η ιστορική
απόφασις του παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας να αναγνωρίση την
Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ουκρανίας αποδεικνύει την πιστότητα Υμών εις
την αμετακίνητον κανονικήν παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, τόνισε ο
Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στην ομιλία του, υποδεχόμενος
στην Έδρα της Μητρός Εκκλησίας, την Παρασκευή, 29 Νοεμβρίου, τον Πάπα
και Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόδωρο Β’, ο οποίος προσήλθε,
συνοδευόμενος από τον Μητροπολίτη Γουινέας Γεώργιο και από τον
Αρχιγραμματέα της περί αυτόν Ιεράς Συνόδου, Αρχιμ. Νικόδημο, για να
συμμετάσχει στην Θρονική εορτή της Πρωτοθρόνου Εκκλησίας της
Κωνσταντινουπόλεως.
“Η γενναία
αύτη πράξις αποτελεί καθοριστικήν συμβολήν εις την υπόθεσιν της ενότητος
της Ορθοδοξίας, εφ᾿ όσον είναι έμπρακτος έκφρασις και επικύρωσις της
εκκλησιολογίας της, καθοσιωθείσης υπό Οικουμενικών Συνόδων και
εκφρασθείσης εν τη πρακτική αποδόσεως, αποκλειστικώς υπό της Μητρός
Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, του αυτοκεφάλου καθεστώτος”, επισήμανε
ο Παναγιώτατος, ενώπιον Ιεραρχών του Θρόνου, αλλά και της
Αντιπροσωπείας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, και πρόσθεσε: “Η
αμφισβήτησις και αλλοίωσις κεντρικών αρχών της ορθοδόξου Εκκλησιολογίας
εν ονόματι εξωεκκλησιαστικών συμφερόντων, «μη φερόντων εις το αγαθόν»
διά τον λαόν του Θεού, αλλα υπηρετούντων αλλοτρίους σκοπούς, κλονίζει τα
θεμέλια της μιάς, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας,
εκκοσμικεύει την ζωήν της και την μετατρέπει εις μίαν συνομοσπονδίαν,
όπου κυριαρχεί το επί μέρους εις βάρος του όλου Σώματος, η διάσπασις εις
βάρος της αρχεγόνου συνοδικότητος της Εκκλησίας. Πάντα ταύτα απειλούν
την λειτουργίαν της Εκκλησίας ως Σώματος Χριστού, ως θεανθρωπίνης
κοινωνίας, ως προφητικής φωνής εν τω κόσμω και ως μαρτυρίας της
Βασιλείας του Θεού «εληλυθυίας εν δυνάμει» (Μαρκ. θ’, 1)”.
Στην ομιλία
του ο Οικουμενικός Πατριάρχης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην ιεραποστολική
δράση του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην Αφρική και στο έργο που
επιτελείται προς όφελος του πονεμένου λαού της δοκιμαζόμενης αυτής
μεγάλης ηπείρου.
“Συγχαίρομεν
υμίν δι᾿ όσα με αγάπην πολλήν πράττετε διά τα εν «πάση Αφρική» τέκνα
του Θεού της αγάπης. Επαινούμεν και το αδιάπτωτον ενδιαφέρον της
Υμετέρας Μακαριότητος διά την θεάρεστον λειτουργίαν των εκκλησιαστικών
πραγμάτων εις το Πατριαρχείον Αλεξανδρείας. Είσθε πιστός φορεύς και
τηρητής της παραδόσεως της Εκκλησίας, της πατρώας κληρονομίας ως
βιουμένης μαρτυρίας εν τω πλαισίω των εκάστοτε ιστορικών συνθηκών,
αγωνίζεσθε διά την επάνδρωσιν των καθ᾿ Υμάς Μητροπόλεων δι᾿ ικανών
στελεχών, διακρινομένων διά το εκκλησιαστικόν αυτών φρόνημα, διά την
αφοσίωσίν των εις την Εκκλησίαν του Χριστού και διά την βούλησιν
προσφοράς εις τον άνθρωπον, τον «ηγαπημένον του Θεού».
Ήδη επί
δεκαπενταετίαν όλην είσθε ο έμπειρος και σοφός οιακοστρόφος της
Εκκλησίας του Ευαγγελιστού Μάρκου. Επετύχατε πολλά, πάμπολλα, και
συνεχίζετε και σήμερον να διακονήτε τον λαόν του Θεού με τον
ενθουσιασμόν και τον δυναμισμόν του τέκνου της λεβεντογέννας Κρήτης,
φορεύς του πνεύματος της αγιοτόκου Αγκαράθου, της μονής της μετανοίας
Σας”.
Στη συνέχεια, ο
Παναγιώτατος, υπογράμμισε τη σπουδαία συμβολή του Πατριάρχου Θεοδώρου
και της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Αλεξανδρείας κατά την τελική καθοριστική
φάση της προετοιμασίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου
Εκκλησίας και κατά την πραγματοποίησή της.
“Πάντοτε
εις το πλευρόν του Προέδρου της Συνόδου, αφήσατε εις τας συζητήσεις και
εις τας αποφάσεις ανεξίτηλον την σφραγίδα Σας. Αλησμόνητος θα παραμείνη
εις πάντας τους Συνοδικούς Πατέρας η παρέμβασίς Σας κατά την συζήτησιν
περί της θεολογικής εννοίας και σημασίας του «προσώπου», όταν ετονίσατε
μετά μεγάλης εμφάσεως, ότι κατά την επιστροφήν Σας εις την Αφρικήν, το
ζητούμενον θα είναι η έμπρακτος στήριξις των πιστών, ο επιούσιος άρτος
και η περίθαλψις, η λύσις συγκεκριμένων καθημερινών προβλημάτων, η
προστασία των παιδίων και της μητρότητος και άλλα πολλά, η αντιμετώπισις
των οποίων απαιτεί πρακτικάς λύσεις και όχι θεωρητικάς προσεγγίσεις,
έμπρακτον αλληλεγγύην και βοήθειαν, θυσιαστικόν πνεύμα, αδελφοσύνην και
αγάπην. Η Εκκλησία είναι διακονική, κατά τον ελθόντα «ουχί διακονηθήναι,
αλλά διακονήσαι» Κύριον αυτής. Εις την διακονίαν του πλησίον κρίνεται η
προοπτική της αιωνιότητος διά τον άνθρωπον. «Αμήν λέγω υμίν, εφ᾿ όσον
εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε»
(Ματθ. κε’, 40)”.
Εμφανώς
συγκινημένος από τους λόγους του Παναγιωτάτου, ο Μακαριώτατος Πάπας και
Πατριάρχης Αλεξανδρείας, στην αντιφώνισή του, αναφέρθηκε στη διαχρονική
στήριξη που προσέφερε η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως στον Πρεσβυγενή
Θρόνο της Αλεξάνδρειας, ο οποίος, όπως τόνισε, θα στηρίζει πάντοτε τον
Οικουμενικό Θρόνο.
“Θα ήθελα,
Παναγιώτατε, να ξέρετε ότι με όλη μου την καρδιά ακολουθώ την Μητέρα
Εκκλησία γιατί, Θεέ μου, Θεέ μου, πόσες φορές θα αναγνώσουμε στις
βιβλιοθήκες πόσο η Αλεξάνδρεια εβοηθείτο από την Κωνσταντινούπολη. Επί
τετρακόσια ολόκληρα χρόνια, Παναγιώτατε, εδώ ζούσαν οι Πατριάρχες
Αλεξανδρείας για να μην εκλείψει ο τίτλος, ο Αλεξανδρείας. Και ο Γέρων
Δέρκων είχε αυτό το προνόμιο να προετοιμάζει κάθε φορά την εκλογή του
Πατριάρχου Αλεξανδρείας.
Και έπρεπε,
Παναγιώτατε, σε αυτές τις μεγάλες στιγμές που εσείς σαν Μητέρα Εκκλησία
καθορίσατε, να σας ακολουθήσει η αδελφή σας Εκκλησία, το Πρεσβυγενές
Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, διότι πάντα συμπορευόμεθα μαζί”.
Ο Πατριάρχης
Αλεξανδρείας θυμήθηκε τους λόγους και τις προτροπές του προκατόχου του,
μακαριστού Πατριάρχου Παρθενίου, αποφοίτου της Ι. Θεολογικής Σχολής της
Χάλκης, ο οποίος, όπως είπε, λίγο πριν την κοίμησή του τον συμβούλευσε
να στηρίζει πάντοτε τον Οικουμενικό Θρόνο. Και επανέλαβε ότι σε αυτή την
κατεύθυνση έχει και “την ολόθυμον γνώμην των συνοδικών Αγίων Αρχιερέων του Αλεξανδρινού Θρόνου”.
“Και θέλω
να γνωρίζετε, Παναγιώτατε, ότι η Εκκλησία μας, η Ιεραποστολική, το
Πρεσβυγενές Πατριαρχείο, πάντοτε ακολουθεί και θα στηρίζει, θα στηρίζει
σε αιώνας αιώνων τον ένδοξον και ευλογημένον Οικουμενικόν Θρόνον και
εσάς. […]
Γι΄αυτό
ήρθα, Παναγιώτατε, μαζί με τη συνοδεία μου να λειτουργήσουμε, να
κοινωνήσουμε από το Άγιο Ποτήριο και να εκφράσω και διά ζώσης την
ευγνωμοσύνη και να ξέρετε, η Αλεξάνδρεια τιμάει την Κωνσταντινούπολη
μας, σέβεται και αγαπάει τον σεπτό μας Οικουμενικό Πατριάρχη”.
Στη συνέχεια ο
Μακαριώτατος Πατριάρχης Αλεξανδρείας χοροστάτησε, στον Πατριαρχικό Ναό,
κατά τον Μ. Εσπερινό για την εορτή της μνήμης του Αγίου Ανδρέου του
Πρωτοκλήτου, Ιδρυτού της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Ο
Παναγιώτατος και πολλοί Ιεράρχες παρέστησαν συμπροσευχόμενοι στο Ι.
Βήμα.
Ο Πατριάρχης
Αλεξανδρείας, με την άδεια του Παναγιωτάτου, τέλεσε τη μοναχική κουρά
του κ.Βασιλείου Γρηγοριάδη, του οποίου η εις διάκονον χειροτονία θα
πραγματοποιηθεί από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κατα την αυριανή Θεία
Λειτουργία. Ο υποψήφιος κληρικός προορίζεται να διακονήσει στην
Πατριαρχική Αυλή.
Στο τέλος του
Εσπερινού τον Μακαριώτατο προσφώνησε ο επί κεφαλής της Αντιπροσωπείας
της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, Αρχιεπίσκοπος Τσερνίχιφ
Ευστράτιος, ευχαριστώντας το Πρεσβυγενές Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και
τον ίδιο για την πρόσφατη απόφαση αναγνώρισης της Εκκλησίας τους, με την
ένταξη του ονόματος του Μητροπολίτου Κιέβου στα Δίπτυχα.
Απαντώντας ο
Πατριάρχης Θεόδωρος, μεταξύ άλλων, ζήτησε από την Αντιπροσωπεία της
Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας να μεταφέρει, “τις ευχές
πρεσβυγενών και ιστορικών Πατριαρχείων και Θρόνων, μέσα στα βάθη των
αιώνων, που δεν ζητούν αποδείξεις Ιστορίας, γιατί αυτές οι Εκκλησίες
είναι Ιστορία και αυτές είναι η Εκκλησία”.
Στον
Μ.Εσπερινό παρέστησαν συμπροσευχόμενοι Ιεράρχες του Θρόνου,
Αντιπροσωπεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ουκρανίας, υπό τον
Αρχιεπίσκοπο Τσερνίγιβ καί Νίζνας Ευστράτιο, ο Μητροπολίτης Λουτσκ και
Βολίν Μιχαήλ, ο οποίος επισκέπτεται την Πόλη ως επι κεφαλής ομίλου
προσκυνητών από την Επαρχία του, κληρικοί, μοναχοί και μοναχές, οι
Βουλευτές και στελέχη της ελληνικής Αντιπροσωπείας στη
Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας, κ.κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος,
Αθανάσιος Δαβάκης, Ανδρέας Μιχαηλίδης, Ιωάννης Σαρακιώτης και ο κ.
Κωνσταντίνος Μυγδάλης, Άρχοντες Οφφικιάλιοι, και πλήθος πιστών από την
Πόλη, αλλά και την Ελλάδα και άλλες χώρες.
Από το Γραφείο Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου