Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ



Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν
Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Ὁμότιμη Καθηγήτρια Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ, Μνήμη τῶν ἐγκαινίων τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ ἡμῶν Ἀναστάσεως, Προεόρτια τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Κορνηλίου τοῦ Ἑκατοντάρχου. (Αριθμ. 40Ν)
[9 Σεπτεμβρίου 2018, Μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ Δικαίων Θεοπατόρων Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης, καὶ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Σεβηριανοῦ. Μνήμη τῆς ἐν Ἐφέσῳ Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (431)]

Α. 1. Η Κυριακή προ της παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού συμπίτει εφέτος (2018) με δύο σταθερές εορτές, της μνήμης των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης και της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου στην Έφεσο το 431.



2. Φέτος (2020) η Κυριακή Προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού συμπίπτει με Μνήμη των εγκαινίων της Αναστάσεως και τα Προεόρτια της Υψώσεως, ωστόσο οι δύο ημέρες συνιστούν μία ενότητα και συνέχεια από την εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου, ή καλύτερα από τη μνήμη του Θεόπτου Μωϋσέως στις 4 Σεπτεμβρίου, και γι᾽ αυτό κρατώ την πρώτη μορφή του 2018. Τα Αναγνώσματα, Αποστολικό και Ευαγγελικό, είναι σταθερά, γιατί ερμηνεύουν τη θεοφανική ενότητα Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και την καθολικότητα της Εκκλησίας διά του Τιμίου Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού, με ορατό σημείο το Ναό της Αναστάσεως. Εξάλλου, τα γεγονότα των δύο εορτών, όπως θα δούμε και αύριο, ερμηνεύθηκαν από δύο Οικουμενικές Συνόδους, οι οποίες μαζί με το Σύμβολο της Πίστεως ερμήνευσαν με ένα τρόπο περιληπτικό την Αγία Αναφορά, τουτέστιν τη Θεία Ευχαριστία.





Β. Ο εορτασμός της μνήμης της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου είναι μεταγενέστερος. Εντάχθηκε στο εορτολόγιο στο πλαίσιο υπογραμμίσεως των σημαντικών γεγονότων, κατά τα οποία η Εκκλησία, με κορυφαίες συνοδικές αποφάσεις, ερμήνευσε το Σύμβολο της Πίστεως, όταν πλέον είχε να αντιμετωπίσει αφενός την παραχάραξή του, αφετέρου την αμφισβήτηση για την ίδια της την πίστη ως προς την υπό του Θεού παρεχόμενη δωρεά, εάν, δηλαδή, η σωτηρία μας είναι άκτιστη, ή είναι κατορθωτή από τον ίδιο τον άνθρωπο διά των ιδίων του δυνάμεων μέσω μιας ηθικής τελειώσεως, υπακούοντας αυτός σε εντολές και τσιτάτα από την Καινή Διαθήκη και εξωτερικούς κανόνες, αν είναι εν τέλει η Εκκλησία η φανέρωση των γεγονότων της Θείας Οικονομίας, ή είναι μία οργάνωση χρήσιμη για την κοινωνία, όπως στους νεότερους χρόνους ο στρατός και η αστυνομία, της οποίας, μάλιστα, τα μέλη είναι νόμιμοι και «κατά φαντασία» ηθικοί πολίτες, όπως όλοι οι «οργανωσιακοί» κι όλες οι ομαδούλες. Βέβαιο είναι ότι πολύ νωρίς η Εκκλησία ποιούσε μνήμη των Αγίων Πατέρων της Συνόδου της Νικαίας (Ζ´ Κυριακή από του Πάσχα) και βαθμιαία, λόγω του σχίσματος με τους αντιχαλκηδόνιους, της Συνόδου της Χαλκηδόνος και, βέβαια, αργότερα με την Κυριακή της Ορθοδοξίας, κατά την οποία ανακεφαλαιώνεται πανηγυρικά η κατάφασή της στη λειτουργική χρήση των αγίων εικόνων ως τύπων και σημείων της αληθούς Ενανθρωπήσεως του Λόγου κατά τις αποδείξεις των Προφητών και των Αποστόλων και την ερμηνεία των Αγίων και εγκρίτων Πατέρων συνοδικά και νηπτικά. Το εορτολόγιο συγκροτείται με τη μνήμη των προσώπων και έπεται η ιδιαίτερη μνήμη γεγονότων καθεαυτών, γιατί το κατεξοχήν θεοφανικό γεγονός είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο πληρώσας πάσαν την Οικονομίαν.





Γ. 1. Στην Γ´ Οικουμενική Σύνοδο η ομολογία του όρου Θεοτόκος, ως ερμηνευτικού θεολογικού ορισμού επί των άρθρων του Συμβόλου Πίστεως της Νικαίας «τὸν δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα καὶ σαρκωθέντα, ἐνανθρωπήσαντα» βαθμιαία και με τις ερμηνευτικές προτάσεις στη Δ´ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος, απετέλεσε την ιερή καταφυγή μιας λειτουργικής και ερμηνευτικής παραγωγής που καλύπτει χίλια χρόνια. Ο όρος Θεοτόκος, ως ευσύνοπτο κριτήριο της Ορθοδόξου πίστεως είναι ό,τι και ο όρος ὁμοούσιος για το Σύμβολο της Πίστεως, που ακούμε σε κάθε Θεία Λειτουργία, συνδεόμενο άμεσα με τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων.



2. Θέλω να πω, λοιπόν, με πέντε λόγια ότι από την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο μέχρι και την Έβδομη η Εκκλησία έχει ερμηνεύσει διά μακρών το Μυστήριο της ένσαρκης Οικονομίας του Υιού και Λόγου του Θεού κατά το Σύμβολο της Πίστεως. Αυτό που λέμε Όροι των Οικουμενιών Συνόδων, είναι ερμηνευτικές προτάσεις, διατυπώσεις, επί του Συμβόλου Πίστεως, είναι ερμηνεία του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας από κτίσεως κόσμου και μέχρις αιώνος, όπως ακούμε στο Πιστεύω. Δεν είναι ούτε διαμόρφωση δογμάτων ούτε έννοιες, πολύ περισσότερο δεν είναι ανάπτυξη δογμάτων και γενικώς αλήθειες της πίστεως. Η μόνη αλήθεια είναι ο Λόγος, ο ἐν ἀρχῇ, ὁ δι᾽ οὗ τὰ πάντα, αυτός που δημιουργεί το σύμπαν και τον άνθρωπο, αποκαλύπτεται ασάρκως στους Προφήτες, που τον επαγγέλλονται και ένσαρκο, ένσαρκο δια της Ενανθρωπήσεως τον ακολουθούν οι Απόστολοι, τον αυτόν και Πνευματικώς ορώμενο κατά την Πεντηκοστή και σε κάθε Θεία Λειτουργία με την Ἐπίκληση του Αγίου Πνεύματος και Πνευματικώς διαδιδόμενο και μετεχόμενο, αοράτως συνών, γενόμενοι μέλη οι χριστιανοί του Σώματός του και του αίματός του μυστικώς, ήτοι Πνευματικώς. Η Θεοτόκος διακονεί στο μυστήριο της έναρκης Οικονομίας του Λόγου, είναι η πιστοποίηση ότι ο Υιός του Θεού ενηνθρώπησε πραγματικά και όχι φαινομενικά, είναι ο Ζων Θεός της δημιουργίας, της ιστορίας και ο Ερχόμενος, ο αεί ερχόμενος, δεν είναι κάποια έννοια, κάποια θεωρητική κατασκευή.



3. Γι᾽ αυτό στη Θεία Ευχαριστία, που είναι η σύνοψη του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, δηλαδή, ό,τι κάνει ο Θεός απακαλυπτόμενος με το πρώτο γενηθήτω της δημιουργίας και εις τους αιώνας των αιώνων, κατά την Ἐπίκληση για τη μεταβολή των Τιμίων Δώρων σε Σώμα και Αίμα Χριστού η Παναγία αναφέρεται με το ἐξαιρέτως, πάνω απ᾽ όλους, δηλαδή, τους απ᾽ αιώνος Αγίους, Πατριάρχες και Αποστόλους, έτσι: «Ἔτι προσφέρομέν σοι τὴν λογικὴν ταύτην λατρείαν ὑπέρ τῶν ἐν πίστει ἀναπαυσαμένων Προπατόρων, Πατέρων, Πατριαρχῶν, Προφητῶν, Ἀποστόλων, Κηρύκων, Εὐαγγελιστῶν, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν, Ἐγκρατευτῶν, Διδασκάλων, καὶ παντὸς πνεύματος δικαίου ἐν πίστει τετελειωμένου. Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου, Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας». Και ομολογεί μεγαλόφωνα ο λειτουργός την Παναγία Θεοτόκο και Αειπάρθενο, ενώ οι ψάλτες απαντούν για όλο το εκκλησιαστικό πλήρωμα: «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν».



4. Ομολογεί, λοιπόν, η Εκκλησία την Παναγία ως ἀληθῶς Θεοτόκο, ως την κατεξοχήν αυτόπτη μάρτυρα και διάκονο του Ενανθρωπήσαντος Θεού και αποδίδοντάς την εξαίρετο τιμή, ομολογεί τον εξ αυτής γεννηθέντα Θεό Λόγο.



Δ. Έχοντες τα παραπάνω κατά νουν μπορούμε να ενταχθούμε στον εορτασμό της σημερινής Κυριακής με τις Καταβασίες «Σταυρὸν χαράξας Μωσῆς...», με τις οποίες, πραγματικώς η Εκκλησία μάς ετοιμάζει από την εορτή της Μεταμορφώσεως, την επανάληψη του α´ Κανόνα της χθεσινής εορτής του Γενεθλίου της Θεοτόκου και το Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, να προκαταγγέλλουν σταθερά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, εις τύπον της Αναστάσεως και της νέας, της καινής, εν Χριστώ ζωής ως μετοχή στη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.



Ε. Οι γεννήτορες της Θεοτόκου, που ανήκαν στη γενεά Ιεσσαί και Δαυΐδ, μακαρίζονται για τη Θεοτόκο, και η τιμή ανάγεται στον Ενανθρωπήσαντα Λόγο. Προτυπώσεις και προφητικές επαγγελίες ερμηνεύονται ως ανακεφαλαίωση της ένσαρκης Θεοφάνειας του προ των αιώνων Λόγου. Εξάλλου, και οι ίδιοι οι Άγοι Προπάτορες, Ιωακείμ και Άννα, δέχθηκαν την Θεοφάνεια του άσαρκου Λόγου, ως Αγγέλου, για το γεγονός της συλλήψεως της Θεοτόκου και σήμερον οι Προπάτορες: «Οἱ ἐξ ἀκάρπων λαγόνων, ῥάβδον ἁγίαν τὴν Θεοτόκον βλαστήσαντες, ἐξ ἧς ἡ σωτηρία τῷ κόσμῳ ἀνέτειλε, Χριστὸς ὁ Θεός, τὸ ζεῦγος τὸ ἅγιον, ἡ ξυνωρὶς ἡ ἁγία, Ἰωακεὶμ καί, Ἄννα· οὗτοι μεταστάντες πρὸς οὐρανίους σκηνάς, σὺν τῇ αὐτῶν θυγατρὶ ὑπεραχράντῳ Παρθένῳ, μετ᾿ Ἀγγέλων χορεύουσιν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου πρεσβείας ποιούμενοι· οἷς καὶ ἡμεῖς συνελθότες εὐσεβῶς, ὑμνοῦντες λέγομεν· οἱ διὰ τῆς θεόπαιδος καὶ πανάγνου Μαρίας, προπάτορες Χριστοῦ χρηματίσαντες, πρεσβεύσατε ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν»,  και γι᾽ αυτό προέχει το Απολυτίκιο της χθεσινής εορτής του Γενεθλίου: «Ἡ γέννησίς σου Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ λύσας τὴν κατάραν, ἔδωκε τὴν εὐλογίαν, καὶ καταργήσας τὸν θάνατον, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον».



ΣΤ. Με το Αποστολικό Ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος αντιμετωπίζει ένα θέμα που είχε προκύψει στην τοπική εκκλησία της Γαλατίας, που ήταν στην περιοχή της σημερινής Άγκυρας. Φαίνεται ότι πολλοί χριστιανοί αυτής της εκκλησίας είχαν ιουδαϊκές ρίζες και είτε τηρούσαν τις ιουδαϊκές συνήθειες, παρανοώντας ότι οι προφητικές επαγγελίες ανακεφαλαιώθηκαν στο Χριστό με άνοιγμα προς όλα τα έθνη, είτε υπό το πρόσχημα της περιτομής προσπάθησαν να κρύψουν τη χριστιανική τους πίστη, καθώς κατά τόπους είχαν αρχίσει να αναδύονται οι χριστιανικές εκκλησιαστικές κοινότητες, και οι Ρωμαϊκές αρχές είχαν αρχίσει ήδη να καταδιώκουν τους χριστιανούς ως ανθρώπους που εισήγαγαν μια άγνωστη θρησκεία. Σημειωτέον ότι οι Ιουδαίοι με τις Συναγωγές τους ήσαν αναγνωρισμένη θρησκευτική οντότητα από τη Ρωμαϊκή διοίκηση. Ο Απόστολος Παύλος, αντιλαμβανόμενος αυτήν τη μεθόδευση από κάποιους εξ Ιουδαίων χριστιανούς, που φαίνεται ότι είχαν στο νου τους να κάνουν και δική τους ομαδούλα, γράφει ότι όσοι πιέζουν τους χριστιανούς να περιτέμνονται, το κάνουν να αποφεύγουν το διωγμό και συγχρόνως να περηφανεύονται ότι έφεραν και προσήλυτους: «12... οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. 13 οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωντα». Έτσι, επαναλαυμβάνει ότι στην Εκκλησία με το Σταυρό του Χριστού, δηλαδή, με τη Σταυρική Θυσία έχει καταργηθεί ο αρχαίος κόσμος, κάθε άλλη θυσία και λατρεία, υπάρχει η καινή κτίση και ο νέος Ισραήλ του Θεού και η χάρη του Κυρίου. Μάλιστα ο Απόστολος Παύλος, βλέποντας την ιουδαϊκή υποκρισία των Γαλατών χριστιανών τους ομιλεί αυστηρώς προβάλλοντας τους δικούς του βασανισμούς και τις διώξεις, τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου και με δυο κουβέντες τους λέγει: παρατάτε με, με την υποκρισία σας («17 Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω»). Ασφαλώς η Εκκλησία δεν ωθεί τους χριστιανούς στο μαρτύριο, τους ετοιμάζει, όμως, εάν τους συμβεί, να το αντέξουν εν Κυρίω.



Ζ. 1. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα τίθεται ως συνέχεια του Αποστολικού Αναγνώσματος, γιατί είναι μία προτύπωση των Αγίων Παθών του Χριστού με κορυφαίο σημείο τον επί του Σταυρού θάνατο, ο οποίος Σταυρός από όργανο ατιμίας κατέστη σημείο, τύπος ευλογίας και αγιασμού. Επιπλέον αποτελεί το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ένα παράδειγμα ερμηνείας των θεοφανικών γεγονότων του παλαιού Ισραήλ ως επαγγελιών για τα γεγονότα της ένσαρκης Οικονομίας του Λόγου, ο οποίος στο Μυστικό Δείπνο ένωσε παλαιό και νέο Ισραήλ, ανακεφαλαιώνοντας την ιστορία του κόσμου και την πορεία του αρχαίου Ισραήλ, εκφαίνοντας εξαγγελτικά την καθολικότητα της Εκκλησίας.



2. Το περιστατικό που μας ιστορεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης προέρχεται από το βιβλίο των Αριθμών και την πορεία του Ισραήλ μέσω της ερήμου προς τη γη της επαγγελίας. Οι Ισραηλίτες έχοντες να αντιμετωπίσουν στην έρημο πείνα και δίψα «καὶ ὠλιγοψύχησεν ὁ λαὸς ἐν τῇ ὁδῷ» (Ἀριθμ. 21, 4), παρά το γεγονός ότι είχαν δεχθεί τη χάρη από το Θεό να νικήσουν  και να κάνουν υποχείριους τους Χανανείν. Ο Θεός στέλνει δηλητηριώδη φίδια, τα οποία όποιον δάγκωναν πέθαινε. Αντιλαμβανόμενοι την ύβρη απέναντι στο Μωϋσή και το Θεό για όλες τις ευεργεσίες που είχαν δεχθεί από την έξοδό τους από την Αίγυπτο και εν συνεχεία, ζητούν αντίδοτο για τα φίδια. Ο Μωϋσής, του οποίου τη μνήμη η Εκκλησία εορτάζει στις 4 Σεπτεμβρίου, όχι τυχαία, κατ᾽ εντολήν του Θεού, έκανε ένα χάλκινο φίδι, για να είναι σταθερό, και το τοποθέτησε ψηλά, έτσι που όποιον το δάγκωνε φίδι και κοιτούσε το χάλκινο φίδι δεν πέθαινε, «ἔζη», (Ἀριθμ. 21, 9). Αυτό το γεγονός φέρει ο Ιωάννης ως προτύπωση και επαγγελία των Αγίων Παθών και του εν τω Σταυρώ θανάτου του Χριστού, αλλά και για το τίμιο σημείο του Σταυρού, που είναι η αρχή της Αναστάσεως και της σωτηρίας όλου του ανθρώπινου γένους, γιατί ο Χριστός, ο άσαρκος και ένσαρκος Λόγος, ο εις και ο αυτός, τελεί όλα τα της Θείας Οικονομίας, «δι᾽ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν», όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως και ερμηνεύουν οι Άγιοι Πατέρες με τους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων, όχι με έννοιες και αποκυήματα της φαντασίας.



3. Στην Ορθόδοξη τέχνη είναι περιώνυμος ο μπρούντζινος Σταυρός του 6ου αι. με χαραγμένο πάνω του το κείμενο της Ἐξόδου- παράδοση του Δεκαλόγου, που βρίσκεται στην Ι. Μονή της Αγίας Αικατερίνης Σινά, μία έκφραση ευσεβείας αλλά και ερμηνείας της ενότητος της Προφητικής και Αποστολικής μαρτυρίας, της καθολικότητος της Εκκλησίας, του ενός και του αυτού αποκαλυπτομένου τύποις και σημείοις στους Αγίους της Παλαιάς Διαθήκης και αληθώς Ενανθρωπήσαντος, Σταυρωθέντος και Αναστάντος και παρέχοντος ζωήν την αιώνιον.





Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. στ´, 11-18: «1 Ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. 12 ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. 13 οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. 14 Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. 15 ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. 16 καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ' αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. 17 Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. 18 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν».





Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ἰω. γ´, 13-17: «13 καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ. 14 καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, 15 ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 16 Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ' ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι᾽ αὐτοῦ».