Μητροπολίτου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Γενικού Διευθυντού Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
Φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων βοᾷ λέγουσα· Δεῦτε λάβετε πάντες, Πνεῦμα σοφίας, Πνεῦμα συνέσεως, Πνεῦμα φόβου Θεοῦ, τοῦ ἐπιφανέντος Χριστοῦ.
Σήμερον τῶν ὑδάτων, ἁγιάζεται ἡ φύσις, καὶ ῥήγνυται ὁ Ἰορδάνης, καὶ τῶν ἰδίων ναμάτων ἐπέχει τὸ ῥεῦμα, Δεσπότην ὁρῶν ῥυπτόμενον.
Ἀντλήσωμεν οὖν ὕδωρ, μετ᾽ εὐφροσύνης ἀδελφοί· ἡ γὰρ χάρις τοῦ Πνεύματος, τοῖς πιστῶς ἀντλοῦσιν, ἀοράτως ἐπιδίδοται, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ Σωτῆρος τῶν ψυχῶν ἠμών.
Πολλοί Χριστιανοί ρωτούν αν ο Μεγάλος Αγιασμός πίνεται, χρησιμοποιείται για ραντισμό και φυλάσσεται στα σπίτια.
1. Δεν τίθεται θέμα ποιος είναι αγιότερος και ποιος λιγότερο άγιος, καθώς και οι δύο τύποι αγιασμού είναι αγιασμένοι από την ζωοποιό Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
2. Ο Μεγάλος Αγιασμός φυλάσσεται όλο το χρόνο στο ναό και δίδεται στους Χριστιανούς σε δύο περιπτώσεις: α. όταν κάποιος είναι ασθενής «εις αγιασμόν και ίασιν ψυχής τε και σώματος» και β. στην περίπτωση που κάποιος Χριστιανός δεν μπορεί να μεταλάβει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, γιατί διατελεί κάτω από κάποιο παιδαγωγικό επιτίμιο του πνευματικού του. Ο Μεγάλος Αγιασμός δεν αντικαθιστά σε καμία περίπτωση την Θεία Κοινωνία, αλλά δίδεται σαν μία παρηγοριά στους Χριστιανούς που δεν μπορούν να κοινωνήσουν και για να ενισχυθούν στον αγώνα τους για την μετάνοια.
3. Ο Μεγάλος Αγιασμός είναι δυνατόν να φυλάσσεται και στα σπίτια των Χριστιανών όλο το χρόνο για τον αγιασμό τους «δια του ραντισμού και της μεταλήψεως», καθώς για να αγιάζουν τα ίδια τα σπίτια τους, τους κήπους, τα σπαρτά τους, τα οχήματα τους κλπ. Εξυπακούεται πως στο σπίτι, διατηρούμε τον Αγιασμό (Μικρό ή Μεγάλο) στο εικονοστάσιο όπου καίει το καντηλάκι μας.
4. Τέλος, δεν νηστεύουμε την παραμονή των Θεοφανείων για να πιούμε την άλλη μέρα τον Μεγάλο Αγιασμό, αλλά νηστεύουμε για την εορτή των Θεοφανείων.
Η ιστορική αρχή του Μεγάλου Αγιασμού είναι η εξής: Στην αρχαία Εκκλησία την Παραμονή των Θεοφανείων γινόταν η βάπτιση των Κατηχουμένων, δηλαδή των νέων Χριστιανών (όπως την παραμονή του Πάσχα και της Πεντηκοστής). Τα μεσάνυχτα ετελείτο ο αγιασμός του ύδατος για την τελετή του Βαπτίσματος. Τότε εισήχθη η συνήθεια (όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) οι Χριστιανοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό του βαπτίσματος και να πίνουν ή να το μεταφέρουν στα σπίτια τους προς ευλογίαν και να το διατηρούν όλο τον χρόνο. Εάν λάβουμε υπ’ όψη μας το γεγονός ότι κατά τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ο καθαγιασμός του ύδατος των Θεοφανείων ήταν ο καθαγιασμός του ύδατος του Αγίου Βαπτί-σματος, εντός του οποίου βαπτίζονταν οι κατηχούμενοι, ίσως έχουμε την απάντηση στο ερώτημα γιατί ο μεν ένας ονομάζεται «μέγας», ο δε άλλος «μικρός». Αργότερα όμως η Ακολουθία του Αγιασμού απομονώθηκε από αυτή του Βαπτίσματος παρόλο που διατήρησε πολλά στοιχεία του. Παρέμεινε η συνήθεια οι πιστοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό «προς αγιασμόν οίκων», όπως αναφέρει η καθαγιαστική ευχή του Μεγάλου Αγιασμού. Νωρίς, επίσης, επικράτησε και η συνήθεια της νηστείας προ της εορτής των Θεοφανείων, για δύο λόγους:
α. Οι δύο μεγάλες εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων στην αρχαία Εκκλησία ήταν ενωμένες σε μία, αυτή των Θεοφανείων ή Επιφανείων, που εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου. Όμως, ο ιερός Χρυσόστομος χώρισε τις δύο εορτές και όρισε η μεν Γέννηση του Χριστού να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου, η δε Βάπτιση και φανέρωση της Αγίας Τριάδας στις 6 Ιανουαρίου. Πριν από κάθε Δεσποτική εορτή προηγείτο νηστεία για την ψυχική και σωματική κάθαρση των πιστών. Έτσι όταν χώρισαν οι δύο εορτές, η νηστεία που προηγείτο ακολούθησε την εορτή των Χριστουγέννων, γι’ αυτό και η Εκκλησία όρισε να νηστεύουμε μόνο την παραμονή των Θεοφανείων ως προετοιμασία για την εορτή.
β. Αρχαία συνήθεια ήταν, επίσης, αυτοί που θα βαπτίζονταν να νηστεύουν και μαζί με αυτούς οι ανάδοχοι, οι συγγενείς αλλά και οι άλλοι Χριστιανοί οι οποίοι τηρούσαν εθελοντικά νηστεία υπέρ των βαπτιζομένων. Δεν ήταν, λοιπόν, δύσκολο στη συνείδηση των Χριστιανών να συνδεθούν η πόση του αγιασμού και η νηστεία, χωρίς να υπάρχει αιτιώδης σχέση μεταξύ αυτών.
Έτσι, λοιπόν, μεταφέροντας το ζήτημα στη σημερινή εποχή μπορούμε να πούμε τα εξής: Οι τακτικώς μεταλαμβάνοντες των αγίων Μυστηρίων και τηρούντες τις νηστείες της Εκκλησίας μας (και της 5ης Ιανουαρίου) δεν χρειάζεται να νηστέψουν παραπάνω, για να πιούν από τον Μεγάλο Αγιασμό. Γι’ αυτούς που τον πίνουν, γιατί δεν μπορούν να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ας νηστεύουν όσο ορίσει σε αυτούς ο πνευματικός τους. Τέλος όσοι εκτάκτως πίνουν από τον Μ. Αγιασμό που φυλάσσουν στο σπίτι τους, σε ώρες ασθενειών και κινδύνων μετά ή άνευ νηστείας, ας μην υστερούν στην πνευματική νηστεία «απέχοντες από παντός μολυσμού σαρκός τε και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β’ Κορ. 7,1).
Σήμερον τῶν ὑδάτων, ἁγιάζεται ἡ φύσις, καὶ ῥήγνυται ὁ Ἰορδάνης, καὶ τῶν ἰδίων ναμάτων ἐπέχει τὸ ῥεῦμα, Δεσπότην ὁρῶν ῥυπτόμενον.
Ἀντλήσωμεν οὖν ὕδωρ, μετ᾽ εὐφροσύνης ἀδελφοί· ἡ γὰρ χάρις τοῦ Πνεύματος, τοῖς πιστῶς ἀντλοῦσιν, ἀοράτως ἐπιδίδοται, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ Σωτῆρος τῶν ψυχῶν ἠμών.
Πολλοί Χριστιανοί ρωτούν αν ο Μεγάλος Αγιασμός πίνεται, χρησιμοποιείται για ραντισμό και φυλάσσεται στα σπίτια.
1. Δεν τίθεται θέμα ποιος είναι αγιότερος και ποιος λιγότερο άγιος, καθώς και οι δύο τύποι αγιασμού είναι αγιασμένοι από την ζωοποιό Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
2. Ο Μεγάλος Αγιασμός φυλάσσεται όλο το χρόνο στο ναό και δίδεται στους Χριστιανούς σε δύο περιπτώσεις: α. όταν κάποιος είναι ασθενής «εις αγιασμόν και ίασιν ψυχής τε και σώματος» και β. στην περίπτωση που κάποιος Χριστιανός δεν μπορεί να μεταλάβει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, γιατί διατελεί κάτω από κάποιο παιδαγωγικό επιτίμιο του πνευματικού του. Ο Μεγάλος Αγιασμός δεν αντικαθιστά σε καμία περίπτωση την Θεία Κοινωνία, αλλά δίδεται σαν μία παρηγοριά στους Χριστιανούς που δεν μπορούν να κοινωνήσουν και για να ενισχυθούν στον αγώνα τους για την μετάνοια.
3. Ο Μεγάλος Αγιασμός είναι δυνατόν να φυλάσσεται και στα σπίτια των Χριστιανών όλο το χρόνο για τον αγιασμό τους «δια του ραντισμού και της μεταλήψεως», καθώς για να αγιάζουν τα ίδια τα σπίτια τους, τους κήπους, τα σπαρτά τους, τα οχήματα τους κλπ. Εξυπακούεται πως στο σπίτι, διατηρούμε τον Αγιασμό (Μικρό ή Μεγάλο) στο εικονοστάσιο όπου καίει το καντηλάκι μας.
4. Τέλος, δεν νηστεύουμε την παραμονή των Θεοφανείων για να πιούμε την άλλη μέρα τον Μεγάλο Αγιασμό, αλλά νηστεύουμε για την εορτή των Θεοφανείων.
Η ιστορική αρχή του Μεγάλου Αγιασμού είναι η εξής: Στην αρχαία Εκκλησία την Παραμονή των Θεοφανείων γινόταν η βάπτιση των Κατηχουμένων, δηλαδή των νέων Χριστιανών (όπως την παραμονή του Πάσχα και της Πεντηκοστής). Τα μεσάνυχτα ετελείτο ο αγιασμός του ύδατος για την τελετή του Βαπτίσματος. Τότε εισήχθη η συνήθεια (όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) οι Χριστιανοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό του βαπτίσματος και να πίνουν ή να το μεταφέρουν στα σπίτια τους προς ευλογίαν και να το διατηρούν όλο τον χρόνο. Εάν λάβουμε υπ’ όψη μας το γεγονός ότι κατά τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ο καθαγιασμός του ύδατος των Θεοφανείων ήταν ο καθαγιασμός του ύδατος του Αγίου Βαπτί-σματος, εντός του οποίου βαπτίζονταν οι κατηχούμενοι, ίσως έχουμε την απάντηση στο ερώτημα γιατί ο μεν ένας ονομάζεται «μέγας», ο δε άλλος «μικρός». Αργότερα όμως η Ακολουθία του Αγιασμού απομονώθηκε από αυτή του Βαπτίσματος παρόλο που διατήρησε πολλά στοιχεία του. Παρέμεινε η συνήθεια οι πιστοί να παίρνουν από το αγιασμένο νερό «προς αγιασμόν οίκων», όπως αναφέρει η καθαγιαστική ευχή του Μεγάλου Αγιασμού. Νωρίς, επίσης, επικράτησε και η συνήθεια της νηστείας προ της εορτής των Θεοφανείων, για δύο λόγους:
α. Οι δύο μεγάλες εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων στην αρχαία Εκκλησία ήταν ενωμένες σε μία, αυτή των Θεοφανείων ή Επιφανείων, που εορταζόταν στις 6 Ιανουαρίου. Όμως, ο ιερός Χρυσόστομος χώρισε τις δύο εορτές και όρισε η μεν Γέννηση του Χριστού να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου, η δε Βάπτιση και φανέρωση της Αγίας Τριάδας στις 6 Ιανουαρίου. Πριν από κάθε Δεσποτική εορτή προηγείτο νηστεία για την ψυχική και σωματική κάθαρση των πιστών. Έτσι όταν χώρισαν οι δύο εορτές, η νηστεία που προηγείτο ακολούθησε την εορτή των Χριστουγέννων, γι’ αυτό και η Εκκλησία όρισε να νηστεύουμε μόνο την παραμονή των Θεοφανείων ως προετοιμασία για την εορτή.
β. Αρχαία συνήθεια ήταν, επίσης, αυτοί που θα βαπτίζονταν να νηστεύουν και μαζί με αυτούς οι ανάδοχοι, οι συγγενείς αλλά και οι άλλοι Χριστιανοί οι οποίοι τηρούσαν εθελοντικά νηστεία υπέρ των βαπτιζομένων. Δεν ήταν, λοιπόν, δύσκολο στη συνείδηση των Χριστιανών να συνδεθούν η πόση του αγιασμού και η νηστεία, χωρίς να υπάρχει αιτιώδης σχέση μεταξύ αυτών.
Έτσι, λοιπόν, μεταφέροντας το ζήτημα στη σημερινή εποχή μπορούμε να πούμε τα εξής: Οι τακτικώς μεταλαμβάνοντες των αγίων Μυστηρίων και τηρούντες τις νηστείες της Εκκλησίας μας (και της 5ης Ιανουαρίου) δεν χρειάζεται να νηστέψουν παραπάνω, για να πιούν από τον Μεγάλο Αγιασμό. Γι’ αυτούς που τον πίνουν, γιατί δεν μπορούν να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ας νηστεύουν όσο ορίσει σε αυτούς ο πνευματικός τους. Τέλος όσοι εκτάκτως πίνουν από τον Μ. Αγιασμό που φυλάσσουν στο σπίτι τους, σε ώρες ασθενειών και κινδύνων μετά ή άνευ νηστείας, ας μην υστερούν στην πνευματική νηστεία «απέχοντες από παντός μολυσμού σαρκός τε και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β’ Κορ. 7,1).
Πηγές:
Ειδική Γνωμοδότηση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος περί του θέματος του Μεγάλου Αγιασμού. Ιωάννου Φουντούλη, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, εκδ. Αποστολικής Διακονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.