Εις το ευαίσθητον κείμενον το οποίο αφορούσε τις σχέσεις της Ορθοδόξου
Εκκλησίας με τον λοιπόν Χριστιανικόν Κόσμον η Αντιπροσωπεία της
Εκκλησίας της Ελλάδος στοιχούσα το πνεύμα της Ιεραρχίας, προέτεινε εις
την παράγραφον 6η αντί του: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την
ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών», το «Η
Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν άλλων ετεροδόξων
Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών», με αποτέλεσμα να υπάρξει πλήρης
αποδοχή της προτάσεως και να επέλθει ομοφωνία.
Συγκεκριμένα ο
Μακαριώτατος παρουσιάζοντας την πρόταση δήλωσε τα εξής: «Μέ τήν
τροπολογίαν αὐτήν πετυχαίνουμε μία συνοδική ἀπόφαση πού γιά πρώτη φορά
στήν ἱστορία περιορίζει τό ἱστορικό πλαίσιο τῶν σχέσεων πρός τούς
ἑτεροδόξους ὄχι στήν ὕπαρξη, ἀλλά ΜΟΝΟ στήν ἱστορική ὀνομασία αὐτῶν ὡς
ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν ἤ Ὁμολογιῶν. Οἱ ἐκκλησιολογικές
συνέπειες τῆς ἀλλαγῆς αὐτῆς εἶναι αὐτονόητες. Όχι μόνο δέν ἐπηρεάζουν
ἀρνητικῶς μέ ὁποιοδήποτε τρόπο τή μακραίωνη ὀρθόδοξη παράδοση, ἀλλ’
ἀντιθέτως προστατεύεται μέ πολύ σαφή τρόπο ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία».